Η κινηματογραφική ένδεια συνεχίζεται και αυτή την εβδομάδα με αποτέλεσμα να ξεχωρίζουν και πάλι δυο επανεκδόσεις παλαιότερων ταινιών. Πρόκειται για την κλασική ταινία του Ζαν Κοκτό «Η πεντάμορφη και το τέρας», γυρισμένη το 1946, χαρακτηριστική για τη μαγική, σουρεαλιστική και ρομαντική της ατμόσφαιρα, και την επίσης κλασικότατη κωμωδία «Ενας προφήτης μα τι προφήτης» των Μόντι Πάιθονς. Ούτε γι` αυτή τη δεύτερη ταινία χρειάζεται να πούμε πολλά: στην εποχή της (1979) χαρακτηρίστηκε βέβηλη και συνάντησε πολλά εμπόδια στη χρηματοδότησή της για να καθιερωθεί με το πέρασμα του χρόνου σαν μια από τις πιο αιχμηρές και απολαυστικές κωμωδίες όλων των εποχών. Η κριτική των θρησκευτικών προλήψεων, της ψυχολογίας του όχλου και της εξουσίας είναι συστατικά της στοιχεία.
Από τις υπόλοιπες ταινίες ξεχωρίζει κάπως το «Ξέστρωτα κρεβάτια» του Αλέξις Ντος Σάντος. Πρόκειται για μια μπερδεμένη ερωτική ιστορία με ήρωες δυο ένοικους μιας βιομηχανικής αποθήκης-κατάληψης στο ανατολικό Λονδίνο. Και εκείνος και εκείνη έχουν ένα οδυνηρό παρελθόν και αναζητούν μια ουσιαστικότερη μεταξύ τους σχέση, πράγμα που τελικά αποδεικνύεται εξαιρετικά δύσκολο… Πάντως, παρά τις παλινδρομήσεις των ηρώων που αντικατοπτρίζουν την ασάφεια της σύγχρονης εποχής, παρά την υποτιθέμενη εναλλακτική ματιά του σκηνοθέτη και την ποπ αισθητική του, η ταινία αυτή αδυνατεί να πει κάτι επί της ουσίας και να αγγίξει βαθύτερα τον θεατή.
Μια άλλη μέτρια ταινία είναι η γαλλική «Η Κοκό πριν την Σανέλ» της Αν Φοντέιν, που διηγείται την πρώτη περίοδο της ζωής της διάσημης σχεδιάστριας, όταν ακόμη εκείνη βιοποριζόταν με δυσκολία. Επαρκής, πλην αβαθής και περιγραφική η αναπαράσταση της εποχής, ενώ η σκηνοθέτις μόνο επιφανειακά «αγγίζει» τον διογκωμένο μύθο της Σανέλ.
Τέλος, έχουμε μια ελληνοαυστραλέζικη παραγωγή, το «Οι βασιλιάδες της Μυκόνου» του Πίτερ Ανδρικίδη, με θέμα –τι άλλο;– τα ελληνικά νησιά και δη τη Μύκονο, όπου ένας Ελληνοαυστραλός καταφθάνει για να διεκδικήσει μια κληρονομιά και μπλέκει με την ελληνική νοοτροπία και πονηριά.
Ελένη Σταματίου