Πολύς λόγος γίνεται τελευταία, τουλάχιστον από μέρους όσων βλέπουν τον πολιτισμό στην κοινωνικοπολιτική διάστασή του κι όχι σαν ευκαιρία υπερκέρασης των συμπλεγμάτων τους ή σαν προοπτική πλουτισμού, για την κατάντια του τραγουδιού. Ισως κάποια στιγμή αναφερθούμε διεξοδικά στο ζήτημα, αν μέχρι τότε δεν έχουμε «σαλτάρει» από τα τραγελαφικά που συμβαίνουν ΚΑΙ σ’ αυτό τον χώρο (οι σχετικοί γνωρίζουν και οι λοιποί εύκολα αντιλαμβάνονται). Το πράγμα βρωμάει κι αρκεί κανείς να ρίξει μια ματιά στη δισκογραφία, στις κινήσεις και δραστηριότητες των καλλιτεχνών και εσχάτως στις συνεργασίες τους. Προς το παρόν περιοριζόμαστε στη δημοσιοποίηση μιας επιστολής ενός λαϊκού καλλιτέχνη με την ευρεία και πολιτική χροιά του όρου, του Σταύρου Ζιώγα. Ενός από τους παλιούς, δημιουργικούς εραστές της μουσικής, που τιμά την Θεσσαλονίκη (και όχι μόνο) με την ύπαρξη, τη δράση και τις ανησυχίες του. Μία επιστολή – κραυγή που προφανώς θα έχει και συνέχεια.
Η ΤROΥΜΠOΣΚΑ BAND ΔΕΝ ΒOΥΛΙΑΞΕ
ΤO ΤΕΛOΣ ΤΗΣ ΑΘΩOΤΗΤΑΣ ΑΡΓΕΙ
Η TROΥΜΠOΣΚΑ BAND, η τελευταία μου περιπέτεια, κλείνει μετά από δεκαοχτώ μήνες ένα κύκλο δουλειάς στη Θεσσαλονίκη –πρόσφατα πολιτιστική πρωτεύουσα της Ευρώπης– την ώρα που το ελληνικό τραγούδι έχει μπει σε φάση (για να μην πω τροχιά) παράνοιας και παρακμής. (Μας τα «πρόλαβε» ο Μανόλης Ρασούλης, αλλά πού εμείς…). Η λαϊκή αποδοκιμασία μου δίνει θάρρος –αυτό που χρειάζεται η τόσο υποβαθμισμένη από άποψη αξιών τουλάχιστον ζωή– και επιμονή στην αναζήτηση της επικοινωνίας με ακροατές ΑΝΘΡΩΠOΥΣ που πάνε σπίτι τους και σκέφτονται, διαχωρίζοντας τη θέση και τη ζωή τους από τους μέτριους και τους συμπλεγματικούς.
Εργάζομαι στο χώρο του ελληνικού τραγουδιού εικοσιπέντε συναπτά έτη, οπότε θεώρησα κι εξακολουθώ να θεωρώ ότι είναι εν μέρει δικαίωμά μου η «επιβολή» των μουσικών μου επιλογών, προτιμήσεων γενικότερα, ατμόσφαιρας και συνθηκών σεβασμού, ακατανόητου στους ανυποψίαστους κι ατάλαντους φορολογούμενους (βλ. φοροφυγάδες) που κραυγάζουν «φτιάξε μας» κι «ανέβασέ μας» στα διαλείμματα των ανούσιων και πληκτικών συζητήσεών τους με την απίθανη ένταση που, ακούσια, ακούγονται τη στιγμή που παίζουμε όχι μόνο το θέμα τους αλλά και τη σχετική θέση των παραπάνω ανόητων συζητητών. Στο κάτω-κάτω, αν δεν σου αρέσει…ντύνεσαι και φεύγεις!!!
Σαν καπετάνιος του πλοίου, τίτλο που όποιος επιθυμεί μπορεί να αμφισβητήσει ΔΗΜOΣΙΑ, θέλω να ευχηθώ «ΚΑΛO ΚΑΤΕΥOΔΙO» στους πρώτους που πήδηξαν στη θάλασσα. Αλλά και να ευχαριστήσω όσους μεγαλόψυχα κι ΑΔΙΑΜΑΡΤΥΡΗΤΑ ανέχτηκαν την από ανέχεια αμέλειά μου…
Να ευχαριστήσω επίσης τους συνταξιδιώτες που απολαμβάνουν τη θαλασσοταραχή καθισμένοι στην πλώρη, στη γέφυρα ή οπουδήποτε κι ελπίζουν στη συνέχεια του τραγουδιού, ιδιαίτερα όμως τη Βασιλίκα και τον «γιατρό» που δεν τιμωρείται για τον υπερβάλλοντα ζήλο του, αφού είναι τρόπος ζωής του κι εν τέλει θέτει τον πήχη – όπως λέμε τελευταία…
ΚΑΛΗΝΥΧΤΑ ΣΑΣ
Μπακούρος (Σταύρος Ζιώγας)
Λαϊκός μουσικός
ΥΓ: …και το κορίτσι προσμένει πάντα
μ’ ένα θερμόμετρο που λέει «σαράντα».