Μόνο θλιβερές συγκρίσεις αυτής της ελληνικής με την προηγούμενη τούρκικη ταινία μπορεί να κάνει κανείς, καθώς και οι δύο έχουν για επίκεντρο ένα παιδί της ίδιας ηλικίας. Φυσικά, πρόκειται για διαφορετικές ιστορίες. Ομως αυτό που διακρίνει κανείς με την πρώτη ματιά είναι η διαφορά επαγγελματισμού, τα υψηλά στάνταρ της τουρκικής σε σχέση με την ελληνική παραγωγή.
Η ταινία του Γαϊτατζή αφορά ένα μεσήλικα μικροπωλητή της Αθήνας, που μια ρωσίδα μετανάστρια του εμπιστεύ-εται το παιδί της για να βρει την τύχη της στην Αμερική. Πέντε χρόνια μετά, επιστρέφει αποκατεστημένη και το παίρνει. Εκείνος ταξιδεύει αργότερα στο Σικάγο για να το δει μια τελευταία φορά. Φυσικά, το ζήτημα δεν είναι ότι η μια ιστορία εκτυλίσσεται στις μεγαλουπόλεις και η άλλη στα δυσπρόσιτα δάση. Οπως είπαμε και παραπάνω, το «Χωρίς σύνορα» είναι ένα φιλμ ερασιτεχνικού επιπέδου, με πολλές ατέλειες, ανισότητες, υπερβολές, φτηνή συγκίνηση και αψυχολόγητες καταστάσεις. Πάσχει σε πολλά και κυρίως στη σκηνοθεσία. Ας αφήσουμε τις ερμηνείες που με εξαίρεση εκείνη του Γ. Βογιατζή είναι σχολικού επιπέδου. Αντίθετα, το «Μέλι», όσες ενστάσεις κι αν έχει κανείς για το θέμα του, είναι μια άρτια ταινία, καλοδουλεμένη, με άποψη, αντάξια του επιπέδου που έχει κατακτήσει το τουρκικό σινεμά τα τελευταία χρόνια.
Η ταινία του Γαϊτατζή μας γυρίζει δυστυχώς πολλά χρόνια πίσω, σ` ένα ελληνικό σινεμά επαρχιακού επιπέδου, που κάνει ένα βήμα μπροστά και δέκα πίσω.