Είναι δικαιολογημένες οι αντεγκλήσεις που ακολούθησαν τον αιφνίδιο θάνατο του Θόδωρου Αγγελόπουλου. Είναι, όμως, επίσης αδόκιμο οι αντεγκλήσεις αυτές να επικεντρώνονται στα προσωπικά χαρακτηριστικά του σκηνοθέτη, όσο και αν αυτά έχουν τη σημασία τους, και να θέτουν έστω και προσωρινά σε δεύτερη μοίρα το ογκώδες έργο του. Ενα έργο το οποίο, αν και απαιτεί μια εμπεριστατωμένη και ολοκληρωμένη μαρξιστική προσέγγιση, αποτελεί ωστόσο ένα βασικό λίθο σε αυτό που θα ονομάζαμε νέο ελληνικό κινηματογράφο.
Η πρώτη αριστουργηματική ταινία του «Αναπαράσταση» είδε για πρώτη φορά τον ελληνικό χώρο μέσα από ένα πολυεπίπεδο ιστορικό και κοινωνικό γίγνεσθαι. «Οι μέρες του 36», «Ο θίασος», «Το ταξίδι στα Κύθηρα», που ακολούθησαν, αναπαριστούν τη σύγχρονη ελληνική ιστορία από την πλευρά της αριστεράς, αν και της αριστεράς της ήττας. Ομως, στα μετέπειτα χρόνια, ο Αγγελόπουλος μεταπίπτει με ταχύτητα –και παράλληλα με την άνοδο της διεθνούς φεστιβαλικής του καριέρας και της συμπόρευσής του με τις παντοειδείς εξουσίες– σ` ένα ρηχό διανοούμενο της ήττας, που αναζητά εμμονικά και ανεπιτυχώς στο ιστορικό παρελθόν τις αιτίες της σύγχρονης κοινωνικής αποδιάρθρωσης. Αυτό που κυρίως απέμεινε από τις τελευταίες ταινίες του ήταν μερικές σκηνές άξιες για διδασκαλία στις σχολές κινηματογράφου. Η κατάληξη ήταν «Το λιβάδι που δακρύζει», η αρχή μιας τριλογίας που άγγιξε το επίπεδο της πλήρους γελοιότητας και χλευάστηκε δικαίως από την κριτική.
Σε κάθε περίπτωση, ο Αγγελόπουλος, μαζί μ` ένα μικρό αριθμό άλλων ελλήνων σκηνοθετών, όπως ο Βούλγαρης, ο Δαμιανός, η Μαρκετάκη και άλλοι, όπως ο Μανθούλης, ο Φέρρης, ο Γιάνναρης κ.ά., θεμελίωσαν με αυθεντικότητα και ειλικρίνεια τη νέα ελληνική κινηματογραφία που μπορεί να μην απέκτησε ποτέ μια κυρίαρχη φυσιογνωμία, αποτέλεσε όμως ένα ισχυρό αντίπαλο δέος στη χυδαιότητα και ανοησία που χαρακτήριζε τον εμπορικό κινηματογράφο.
Ελένη Σταματίου