Είναι η Τσαπανίδου ΣΥΡΙΖΑ; Οσο ήταν ΝΔ ο Θοδωρής Ρουσόπουλος. Οσοι τον είχαν γνωρίσει προσωπικά, ως νεαρό δημοσιογράφο στην «Ελευθεροτυπία», ήξεραν ότι ο Ρουσόπουλος δεν ήταν δεξιός. Η ιδιωτική τηλεόραση του επέτρεψε να χτίσει μια καριέρα που ούτε τη φανταζόταν όταν ως δημοσιογράφος του ελεύθερου ρεπορτάζ έτρεχε να μαζέψει πληροφορίες για τις Επιτροπές Στρατευμένων που δημιουργούνταν στις αρχές της δεκαετίας του ’80 από φαντάρους, ναύτες και σμηνίτες προερχόμενους από πολιτικούς χώρους αριστερά του ΠΑΣΟΚ.
Δεν ξέρουμε πώς βρέθηκε στο επιτελείο του Καραμανλή (του δάμαλου), ουδείς μπορεί ν’ αμφισβητήσει, όμως, πως ήταν αποτελεσματικός στο ρόλο του κυβερνητικού εκπροσώπου. Μέχρι που «έσκασε» το σκάνδαλο του Βατοπεδίου και τον πήρε και τον σήκωσε. Είδε κι έπαθε να ξαναπατήσει στα πόδια του, αλλά είναι πλέον ένας απλός βουλευτής της ΝΔ, χωρίς καν να θεωρείται πρωτοκλασάτος. Ο Μητσοτάκης δεν του έδωσε ρόλο, ενώ και οι εμφανίσεις του στα αστικά ΜΜΕ είναι αραιές.
Οι επαγγελματίες της αστικής δημοσιογραφίας που δεν έχουν εμφανή και διαρκή συμμετοχή και δράση σε ένα αστικό κόμμα, αλλά ξεπετάγονται ξαφνικά και παίρνουν κάποιον εξέχοντα ρόλο, δεν είναι αυτόφωτοι. Φωτίζονται από τον πολιτικό αρχηγό που τους επέλεξε και τους έβαλε δίπλα του. Δουλειά τους είναι να «ανοίξουν» το πεδίο αναφοράς του αρχηγού. Αυτό έκανε ο Ρουσόπουλος, «ανοίγοντας» την απεύθυνση του Καραμανλή προς τον περιβόητο «μεσαίο χώρο», το ίδιο ακριβώς καλείται να κάνει η Τσαπανίδου με τον Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ: καλύτερο «άνοιγμα» στο λεγόμενο Κέντρο.
Ο Τσίπρας έβγαλε τον Ηλιόπουλο, ένα παιδί του κόμματος με «ξύλινο» λόγο και εντελώς άχρωμο επικοινωνιακό προφίλ, βάζοντας στη θέση του μια λαμπερή περσόνα από τη δημοσιογραφική showbiz, που ποτέ δεν είχε ταυτιστεί με τον ΣΥΡΙΖΑ. Εξυπνη κίνηση για έναν αστό πολιτικό αρχηγό, μένει όμως να αποδειχτεί αν θα του βγει.
Τέτοιες κινήσεις δείχνουν την πλήρη «επαγγελματοποίηση» της αστικής πολιτικής. Στο εξωτερικό είναι σύνηθες το φαινόμενο να μισθώνονται επαγγελματίες της αστικής δημοσιογραφίας, της διαφήμισης, του μάρκετινγκ, των δημοσκοπήσεων. Αυτοί δεν ενσωματώνονται στα κόμματα, αλλά κάνουν τη δουλειά για το διάστημα που διαρκεί η μίσθωσή τους. Για ένα διάστημα δουλεύουν για ένα κόμμα ή έναν υποψήφιο, μετά διαφημίζουν σοκολάτες ή αρώματα, αργότερα μπορεί να μισθωθούν από άλλο κόμμα ή υποψήφιο κ.ο.κ.
Χαρακτηριστική περίπτωση τέτοιου επαγγελματία στην Ελλάδα είναι ο Γιάννης Λούλης. Αυτός επεξεργάστηκε τη στρατηγική του «μεσαίου χώρου» για τον Καραμανλή, μάλλον αυτός εισηγήθηκε την πρόσληψη του Ρουσόπουλου, μετά πήγε στην Κύπρο και εργάστηκε για την προεδρική καμπάνια του… «κομμουνιστή» Δημήτρη Χριστόφια και δεν αποκλείεται να εργάζεται πλέον ως σύμβουλος επικοινωνίας του Τσίπρα και η πρόσληψη της Τσαπανίδου να είναι δική του υπόδειξη.
Αυτού του τύπου η επαγγελματοποίηση της αστικής πολιτικής, η αντιμετώπισή της σαν καμπάνια προώθησης κάποιου εμπορεύματος, προκύπτει από το γεγονός ότι κατά βάση τα αστικά κόμματα εξουσίας υπηρετούν την ίδια οικονομική πολιτική, που το καθένα απ’ αυτά πρέπει να τυλίξει σε διαφορετική συσκευασία και να πλασάρει με διαφορετικό διαφημιστικό μάρκετινγκ.
Βοηθάει και το γεγονός της απομαζικοποίησης του συνδικαλιστικού κινήματος που αποτελούσε στο παρελθόν βασικό ιμάντα σύνδεσης των αστικών κομμάτων με την εργαζόμενη κοινωνία. Ενα κομμάτι αυτής της κοινωνίας «αντικρίζει» τα αστικά κόμματα σαν «προϊόντα». Σήμερα «αγοράζει» το ένα, αύριο «αγοράζει» το άλλο. Γι’ αυτό χρειάζονται οι επαγγελματίες της διαφήμισης για την προώθηση των «προϊόντων».
Αυτό δεν είναι πολιτική, ίσως αναφωνήσουν κάποιοι/ες. Λάθος. Αυτό είναι η αστική πολιτική του καιρού μας. Εχει συντελεστεί το πέρασμα από το μαζικό αστικό κόμμα στο αστικό κόμμα-προϊόν. Και στη μια και στην άλλη περίπτωση, για φορείς της αστικής πολιτικής μιλάμε. Αν θέλουμε πολιτική για την εργαζόμενη κοινωνία, θα πρέπει να πάψουμε να ακολουθούμε ξένες σημαίες και να οικοδομήσουμε εργατική πολιτική.
ΥΓ. «Η Πόπη, εξαιρετική δημοσιογράφος, σύγχρονη γυναίκα και μητέρα, είμαι βέβαιος ότι θα συμβάλει αποφασιστικά στον κοινό μας αγώνα» έγραψε ο Τσίπρας στο twitter. Αν ήταν μια προφορική δήλωση, θα μπορούσαμε να μιλήσουμε ίσως για απροσεξία. Η δήλωση, όμως, ήταν γραπτή, άρα μελετημένη για να στείλει μήνυμα πλήρους αποπολιτικοποίησης: δημοσιογράφος, γυναίκα, μητέρα, τέλος. Ασορτί και η φωτογραφία-διαφήμιση οδοντόκρεμας.