Είναι προφανές ότι ο Μητσοτάκης ζορίζεται από την παροχολογία του Τσίπρα. Και προσπαθεί να στήσει τη δική του «λελογισμένη» παροχολογία πάνω στον καμβά του «υπεύθυνου κυβερνήτη», που επέλεξε με τον αμερικανό σύμβουλό του ως βασικό μοτίβο γι’ αυτή την προεκλογική περίοδο. Στην πραγματικότητα, επαναλαμβάνει τα ίδια και τα ίδια και προσθέτει μερικές πινελιές φιλανθρωπικών βοηθημάτων, μπας και τσιμπήσει κανένας.
Ομως, ακόμη και αναπτύσσοντας αυτή την προεκλογική τακτική δεν μπορεί να ξεφύγει από το νεοφιλελευθερισμό που καταλαμβάνει όλο το πολιτικό του DNA. Kι αυτό δυσκολεύει τα πράγματα, καθώς έχει διανύσει τέσσερα χρόνια στην πρωθυπουργία, οπότε τα έργα και οι ημέρες του είναι γνωστά.
Μετά τη «θεματική συζήτηση για την Υγεία», αποφάσισαν να στήσουν και μια «θεματική συζήτηση με πολίτες για την Οικονομία». Αντί να την κάνουν σε κάποια αίθουσα, επέλεξαν ως φόντο τα Ναυπηγεία Ελευσίνας. Το στήσιμο θύμιζε εκείνες τις… βουκολικές συζητήσεις του Κούλη με «αγρότες» το 2019. Μόνο που οι μπάλες από τριφύλλι αντικαταστάθηκαν με ψηλά σκαμπό, στα οποία κάθησαν ο Κούλης (αξύριστος, επειδή από την πολλή δουλειά δεν πρόκανε…) και οι «πολίτες», ήτοι μερικοί δεξιοί προσεκτικά επιλεγμένοι και δασκαλεμένοι πώς θα κάνουν τις ερωτήσεις-πάσες για να σαρώσει η πρωθυπουργάρα.
Σύμφωνα με την επίσημη ιστοσελίδα της ΝΔ, «τρία μέτρα από το πρόγραμμα της Νέας Δημοκρατίας για τη νέα τετραετία ανακοίνωσε ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στη διάρκεια της θεματικής συζήτησης για την Οικονομία που είχε με πολίτες στα Ναυπηγεία Ελευσίνας». Κι έφαγαν μιάμιση ώρα για να παρουσιάσει ο Κούλης τρία μέτρα; Ε, έπρεπε να επαναλάβει και όσα λέει καθημερινά, μπαζώνοντας το χρόνο. Αλλά η προπαγάνδα εστίασε στα τρία μέτρα, εκ των οποίων καινούργια ήταν μόνο τα δύο. Το τρίτο, οι υποτιθέμενες αυξήσεις στους δημόσιους υπάλληλους, συνολικής δαπάνης 500 εκατ. ευρώ, το έχει εξαγγείλει κάμποσες φορές μέχρι τώρα.
- «Σήμερα είμαστε σε θέση να εξαγγείλουμε μια ακόμα παρέμβαση η οποία σχετίζεται με τον ΕΝΦΙΑ και συνδέεται με τις πολιτικές μας για την αντιμετώπιση της Κλιματικής αλλαγής και των φυσικών καταστροφών» ξεκίνησε να λέει ο Κούλης. Και συνέχισε σαν δάσκαλος που απευθύνεται σε παιδάκια της πρώτης Δημοτικού: «Θα μου πείτε, πώς συνδέονται αυτά τα δυο; Θα σας εξηγήσω. Οποιοδήποτε σπίτι ασφαλίζεται έναντι φυσικών καταστροφών, θα μπορεί να έχει επιπλέον έκπτωση στον ΕΝΦΙΑ 10%. Με αυτό τον τρόπο θα ενθαρρύνουμε τους συμπολίτες μας να ασφαλίσουν τα σπίτια τους, ώστε να υπάρχει και μία ιδιωτική κάλυψη απέναντι στη φυσική καταστροφή με ένα σημαντικό κίνητρο περαιτέρω μείωσης της φορολογίας»!
Δώσε ένα σκασμό λεφτά σε μια ασφαλιστική εταιρία για να πάρεις 10% έκπτωση στον ΕΝΦΙΑ. Κι έτσι και το σπίτι σου καεί σε καμιά δασική πυρκαγιά ή καταστραφεί σε καμιά πλημμύρα, τρέχα να βγάλεις άκρη με την ασφαλιστική. Το κράτος δεν φέρει καμιά ευθύνη!
Γιατί οι δανειολήπτες στεγαστικών δανείων, που οι τράπεζες τους υποχρεώνουν να ασφαλίσουν υποχρεωτικά τα σπίτια τους, σπεύδουν να τερματίσουν την ασφάλιση μόλις αποπληρώσουν το δάνειο και δεν έχουν πια την υποχρέωση; Γιατί αρκετοί συνέβη να πάθουν ζημιές από φραγμένους αγωγούς αποχέτευσης ή από βραχυκυκλώματα στο δίκτυο της ΔΕΗ και όταν πήγαν να ζητήσουν αποζημιώσεις έγιναν μπαλάκι του τένις ανάμεσα στις ασφαλιστικές και τις εταιρίες κοινής ωφέλειας. Κάποιοι αναγκάστηκαν να καταφύγουν στα δικαστήρια, πολλοί απογοητεύτηκαν και τα παράτησαν. Αυτά μαθαίνονται και γι’ αυτό ο κόσμος δεν κάνει ασφαλίσεις των σπιτιών, παρά μόνο όταν υποχρεώνεται να το κάνει ως δανειολήπτης.
Και για να τελειώνουμε. Αυτή την προπαγάνδα την ξεκίνησε πρώτος ο Πορτοσάλτες από τον ΣΚΑΪ.
Πρέπει να είναι πολύ απελπισμένος ο Μητσοτάκης για να νομίζει ότι μπορεί να «πουλήσει» σαν προεκλογική παροχή αυτό το πράμα. Ο κόσμος τον βλέπει σαν ατζέντη των ασφαλιστικών εταιριών, όπως τον ακροδεξιό τηλεπλασιέ-τηλεμαϊντανό-υπουργό του που διαφημίζει γάλατα, μακαρόνια, αμνοερίφια, καλαμαροχτάποδα, κουνουπίδια και μάπες.
- «Θυμάμαι πόσο μεγάλη επιτυχία είχε στη διάρκεια της πανδημίας το «Freedom Pass» που κάναμε για τους νέους, που τους δώσαμε ουσιαστικά 150 ευρώ για να μπορούν να κινηθούν και να δαπανήσουν σε υπηρεσίες που σχετίζονται και με τον τουρισμό το καλοκαίρι» είπε ο Κούλης παρουσιάζοντας το δεύτερο μέτρο. Και συνέχισε απτόητος: « Είπαμε, λοιπόν, γιατί να μην το μονιμοποιήσουμε αυτό; Είμαστε σε θέση πια να μπορούμε να πούμε ότι θα δίνουμε ένα τέτοιο εργαλείο, 150 ευρώ σε κάθε νέο την ώρα που θα ενηλικιώνεται, στα 18 του χρόνια, ώστε να μπορεί να το δαπανήσει σε ένα ταξίδι, σε μια υπηρεσία πολιτισμού ή σε μια υπηρεσία αθλητισμού, συνεισφέροντας και με αυτό τον τρόπο τουλάχιστον να ξέρουμε ότι τα χρήματα θα πιάσουν τόπο, σε εγχώριες υπηρεσίες και με κάποιο τρόπο να μπορούν να επιστρέψουν στην ελληνική οικονομία».
Αυτό θυμίζει τα δώρα που κάνουν κάποιες καπιταλιστικές επιχειρήσεις στα παιδιά των εργαζόμενών τους άμα μπουν σε κάποια πανεπιστημιακή σχολή. Σε μια εκδήλωση κοινωνικοπολιτικής αλητείας, ο Μητσοτάκης νομίζει πως μπορεί να εξαγοράσει την ψήφο των 17ρηδων (που ψηφίζουν για πρώτη φορά), τάζοντάς τους ότι μόλις γίνουν 18 θα πάρουν ένα εκατονπενηντάρι από τη φιλάνθρωπη κυβέρνησή του. Οι 18ρηδες και οι 19ρηδες το έχασαν!
Τόση περιφρόνηση για την αξιοπρέπεια των νέων ανθρώπων δεν έχουμε ξαναδεί από αστό πολιτικό. Είναι σαν τα πεντόλιρα που μοιράζει ο θείος Ταγίπ στα πιτσιρίκια που τρέχουν να του σφίξουν το χέρι. Εκεί όμως μιλάμε για πιτσιρίκια και για ανατολίτικες συνήθειες. Εδώ προσβάλλει ξεδιάντροπα πολίτες της νεωτερικότητας (όπως αρέσκονται να αποκαλούν την εποχή μετά την αστική επανάσταση). Οι οποίοι έχουν έναν επιπλέον λόγο για να τον μαυρίσουν. [Δεν χρειάζεται να πούμε τι αντιπροσωπεύουν 150 ευρώ άπαξ για τις ανάγκες ενός νέου ανθρώπου].
- Το τρίο μέτρο ήταν οι αυξήσεις στους μισθούς των εργαζόμενων στο δημόσιο. Οπως προείπαμε, αυτό το έχει κάνει καραμέλα και την πιπιλάει εδώ και καιρό. Για πρώτη φορά, όμως, συνέδεσε τόσο απροκάλυπτα τις αυξήσεις με την κακόφημη «αξιολόγηση».
Τα 500 εκατομμύρια που, όπως είπε έχουν προϋπολογίσει θα διατεθούν κυρίως με τη μορφή «πριμ παραγωγικότητας». «Είμαι απολύτως ανοιχτός στο να διευρύνουμε την λογική των πριμ παραγωγικότητας» είπε ο Μητσοτάκης. Και συνέχισε: «Ηδη αρχίζουμε και πειραματιζόμαστε με τέτοια εργαλεία. Το κάναμε στον ΕΦΚΑ, ας πούμε. Γιατί ένας υπάλληλος, ο οποίος βγάζει τρεις φορές παραπάνω συντάξεις από κάποιον άλλον να μην μπορεί να επιβραβευτεί με κάποιο τρόπο;»!
Το έκανε και πιο καθαρό: «Αλλά η αξιολόγηση είναι απαραίτητο εργαλείο, ακριβώς για να μπορούμε να δίνουμε ένα πριμ παραγωγικότητας στους υπαλλήλους οι οποίοι πραγματικά αποδίδουν καλά. Και έχουμε σήμερα όλα τα εργαλεία στη διάθεσή μας να μπορούμε να μετράμε την απόδοση των υπαλλήλων, για να μπορούμε να επιβραβεύουμε τους καλύτερους όχι μόνο χρηματικά, αλλά να τους δίνουμε ενδεχομένως και μία προοπτική να προχωρήσουν πιο γρήγορα μέσα στην ίδια την ιεραρχία της Δημόσιας Διοίκησης».
Οι γλείφτες, τα «δικά μας παιδιά» και οι ρουφιάνοι των διοικήσεων θα παίρνουν τα πριμ, κι ας είναι τεμπέληδες και χαραμοφάηδες, ενώ οι υπάλληλοι με αξιοπρέπεια, αυτοί που σέβονται το ψωμί που τρώνε, αυτοί που υπερασπίζονται την (αστική) νομιμότητα απέναντι στις παρανομίες των υπουργών, των συμβούλων τους και των προϊστάμενων που συμμετέχουν στα «κόλπα», θα θεωρούνται… αντιπαραγωγικοί. Τα ξέρουν αυτά οι εργαζόμενοι στο Δημόσιο.
Ο Μητσοτάκης δεν παρέλειψε να τονίσει ότι « όλα αυτά πρέπει να γίνουν σε ένα περιβάλλον δημοσιονομικής σταθερότητας». Ζωγραφίζοντας αχνά (για να μη γίνει βούκινο προεκλογικά) την επερχόμενη νέα δημοσιονομική λαίλαπα, είπε με νόημα πως «οι εποχές πια όπου μπορούσαμε να δαπανούμε σημαντικούς πόρους για να αντιμετωπίσουμε μια έκτακτη κρίση, όπως η πανδημία, έχουν παρέλθει ανεπιστρεπτί».
Αφού διαφήμισε προκλητικά την πολιτική φιλανθρωπικών φιλοδωρημάτων («δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι στο διάστημα αυτό, στηρίξαμε τη μεσαία τάξη αλλά και τα ασθενέστερα εισοδήματα και με τους λογαριασμούς του ρεύματος. Το κάναμε φυσικά και με την ακρίβεια, μέσα από το «Market Pass» και άλλα εργαλεία»), ο Μητσοτάκης προειδοποίησε: «Διότι τελικά, όλες οι πολιτικές για τις οποίες μιλάμε για την επόμενη τετραετία, στηρίζονται πάνω στην οικονομία. Αν η οικονομία δεν αναπτύσσεται με 3%, εκτιμούμε, ετησίως, δηλαδή με ρυθμούς πολύ μεγαλύτερους από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, τότε δεν μπορούμε να παράγουμε πλούτο τον οποίο στη συνέχεια είναι δική μας η ευθύνη για το πώς θα τον διανείμουμε δίκαια».