Αστραψε και βρόντησε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Π. Μαρινάκης: «Το να μιλάμε για εσχάτη προδοσία για έναν νόμιμα εκλεγμένο πρωθυπουργό, με αφορμή ένα τραγικό δυστύχημα, δεν έχει καμία νομική τεκμηρίωση ούτε λογική βάση. Αντιλαμβανόμαστε τι σημαίνει εσχάτη προδοσία; Είναι η κορύφωση μιας πολιτικής κατρακύλας».
Αν και νομικός, ο Μαρινάκης μίλησε σαν πολιτικάντης της τελευταίας λαϊκίστικης υποστάθμης. Γιατί ξέρει πολύ καλά ότι -νομικά μιλώντας- εσχάτη προδοσία δεν είναι μόνο τα τανκ των πραξικοπηματιών που καταλύουν το αστικό κοινοβουλευτικό πολίτευμα, ούτε μια «εθνική καταστροφή», όπως αυτή του 1922 (δε θα αναφερθούμε στην κατηγορία της εσχάτης προδοσίας ενάντια στο ΚΚΕ για την επανάσταση του 1946-49, που είναι άλλης τάξης ζήτημα).
Του απάντησαν οι νομικοί Ζωή Κωνσταντοπούλου και Μιχάλης Καπνισάκης, διευθυντής του γραφείου του Κασσελάκη. «Εσχάτη προδοσία δεν είναι μόνο τα τανκς. Σύμφωνα με τον Ποινικό Κώδικα, η διατάραξη της δημοκρατίας συμβαίνει όταν με βία ή απειλή, και το να μπαζώνεις μια προανακριτική επιτροπή είναι βία, το να εμποδίζεις τη Βουλή να διερευνήσει και τη Δικαιοσύνη να ανακρίνει είναι διατάραξη του δημοκρατικού πολιτεύματος και εμπίπτει απόλυτα στις διατάξεις περί εσχάτης προδοσίας», είπε η Κωνσταντοπούλου. «Η εσχάτη προδοσία δεν στοιχειοθείται μόνο εάν κάποιος επιχειρήσει να καταλύσει το πολίτευμα αλλά κι αν προσπαθήσει να καταλύσει ή αλλοιώσει -έστω και πρόσκαιρα- τις θεμελιώδεις αρχές του πολιτεύματος. Στην περίπτωση των Τεμπών την αρχή διάκρισης των εξουσιών και την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης», είπε ο Καπνισάκης.
Εκείνος που δεν είπε τίποτα είναι ο Ευάγγελος Βενιζέλος, ο εμπνευστής αυτού του νομικού επιχειρήματος. Οταν συζητούταν η πρόταση παραπομπής για το σκάνδαλο Novartis, ο και συνταγματολόγος Ε. Βενιζέλος είχε υποστηρίξει ότι ο Τσίπρας, ο Καμμένος και η κυβέρνησή τους διέπραξαν εσχάτη προδοσία οργανώνοντας την παραπομπή 10 πρώην πρωθυπουργών και υπουργών (μεταξύ αυτών και ο Βενιζέλος). Στην ομιλία του στην Ολομέλεια της Βουλής ο Βενιζέλος μίλησε «για σφετερισμό της ιδιότητας του κρατικού οργάνου για να αλλοιωθούν οι θεσμοί του κράτους δικαίου». Και εξήγησε: «Υπάρχει τυπική παραβίαση του άρθρου 134 του Ποινικού Κώδικα. Δεν εννοώ για εσχάτη προδοσία σε βάρος της χώρας, αλλά εδώ η εσχάτη προδοσία νοείται ως κατάλυση των θεσμών του πολιτεύματος με τη συνεργασία πολιτικών και δικαστικών παραγόντων με πρωτοβουλία των πολιτικών παραγόντων».
Οταν κατουράς στη θάλασσα θα το βρεις στο αλάτι, λέει μια παροιμία. Ο Βενιζέλος, βέβαια, έχει αυτοτοποθετηθεί στο θρόνο του «εθνικού κεφάλαιου» (μετά το ξέβρασμά του από το ίδιο το κόμμα του) και δεν είναι υποχρεωμένος να έρθει σε επαφή με το αλάτι. Ο Μητσοτάκης, οι υπουργοί και οι βουλευτές της ΝΔ, όμως, που τον χειροκροτούσαν μανιωδώς, όταν ανέλυε -με τη γνωστή ευγλωττία του- το νομικό εφεύρημα περί εσχάτης προδοσίας; Αυτοί τώρα πρέπει να εξηγήσουν γιατί η εσχάτη προδοσία ίσχυε στην περίπτωση του Τσίπρα για τη διαχείριση του σκανδάλου Novartis, αλλά δεν ισχύει στην περίπτωση του Μητσοτάκη για τη διαχείριση του εγκλήματος των Τεμπών. Ο θυμός του κυβερνητικού εκπρόσωπου είναι ψεύτικος, είναι εκδήλωση μέγιστης υποκρισίας.
Το αδίκημα της εσχάτης προδοσίας, όπως κι αν έχει τυποποιηθεί στους ποινικούς νόμους, χρησιμοποιήθηκε τις περισσότερες φορές εργαλειακά. Αν μετράγαμε τα σκάνδαλα που κουκουλώθηκαν, με εντολή κυβερνήσεων και εκτέλεση πειθήνιων δικαστικών (που ποτέ δεν λείπουν), δε θα υπήρχε πρωθυπουργός αστικής κυβέρνησης που δε θα έπρεπε να έχει παραπεμφθεί για εσχάτη προδοσία, εφόσον το αδίκημα εφαρμοζόταν από αυτή τη στενή νομική πλευρά. Στο τέλος, η αστική κοινοβουλευτική αντιπαράθεση θα εξελισσόταν ενώπιον του Ειδικού Δικαστήριου του άρθρου 86 του Συντάγματος.
Η Κωνσταντοπούλου έχει μια τέτοια αντίληψη της αστικής πολιτικής. Είναι το καταφύγιό της. Αυτή η αντίληψη προκαλούσε γέλια την εποχή της διακυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, τώρα όμως έχει βρει ευρεία αποδοχή σ’ έναν κόσμο που ευαισθητοποιήθηκε από το έγκλημα των Τεμπών και τους κυβερνητικούς χειρισμούς. Οσες περισσότερες ποινικές κατηγορίες βάλει κανένας τόσο πιο ενθουσιώδη αποδοχή θα βρει από ένα μέρος αυτού του κόσμου, που διέπεται από την αυταπάτη ότι θα επιφέρει κάθαρση μέσω της ποινικής Δικαιοσύνης.
Από ποινική άποψη, είναι πολύ σοβαρά τα αδικήματα για τα οποία πρέπει να κατηγορηθούν ο Μητσοτάκης, ο Καραμανλής και οι αρμόδιοι υφυπουργοί. Δεν προσφέρει κάτι ιδιαίτερο η εσχάτη προδοσία. Ακούγεται «κάπως», όμως, κι αυτό είναι το ζητούμενο. Να ακουστεί, να γίνει ντόρος, ν’ αποτελέσει τη βάση για κορόνες. Κλείστε τα μάτια και φανταστείτε τον Βελόπουλο και την Κωνσταντοπούλου στη συζήτηση που θα γίνει σύντομα στη Βουλή. Ηδη στύβουν το κεφάλι τους για να βρουν ευφυολογήματα και άλλα «ντεσού», ώστε οι παρεμβάσεις τους να συζητηθούν.
Αυτοί θα απευθυνθούν στο κοινό της «πάνω πλατείας», αδιαφορώντας για το γεγονός ότι ο Μητσοτάκης οργανώνει ήδη την άμυνά του με στόχο το «εκτός πλατείας» κοινό. Στρατιά δημοσιολόγων γράφει ήδη για «λαϊκιστικές υπερβολές» και τα συναφή, σπεκουλάροντας με την ευρέως διαδεδομένη αντίληψη ότι εσχάτη προδοσία είναι το πραξικόπημα ή η απόπειρα πραξικοπήματος. Και θα έχει στο πλευρό του ο Μητσοτάκης, σε παθητικό ρόλο, το ΠΑΣΟΚΙΝΑΛ που δεν τον έβαλε στο κάδρο των ποινικών ευθυνών, το ΚΚΕ που μιλά μόνο για πολιτική ευθύνη του και τον ΣΥΡΙΖΑ που ζητά ποινική δίωξή του σε βαθμό κακουργήματος, όχι όμως για εσχάτη προδοσία.
Στο τέλος θα γίνει ένας αχταρμάς, τα περί εσχάτης προδοσίας θα αναχτούν σε βασικό διακύβευμα της συζήτησης και η ιδιωτικοποίηση, αυτή που οδήγησε με μαθηματική ακρίβεια στο έγκλημα των Τεμπών και την οποία προώθησαν διαδοχικά οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ, των ΠΑΣΟΚ-ΝΔ-ΛΑΟΣ, των ΝΔ-ΠΑΣΟΚ και των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, θα μείνει εκτός συζήτησης.