800 με 850 πρώην βουλευτές διεκδικούν διά της δικαστικής οδού αναδρομικά των παχυλότατων συντάξεών τους, επικαλούμενοι τη συνταγματική διάταξη που ορίζει ότι οι αποδοχές τους ακολουθούν αυτές των δικαστικών. Το θέμα δεν θα γινόταν γνωστό, αν μια αντιπρόεδρος του Ελεγκτικού Συνέδριου δεν έκανε σχετική αναφορά στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής. Πρόκειται, βέβαια, για παλιές υποθέσεις (από το 2003 μέχρι το 2008), αλλά αυτό δεν αλλάζει τίποτα.
Στο πολιτικό σύστημα επικράτησε πανικός. Εκπρόσωποι όλων των κομμάτων έσπευσαν να στηλιτεύσουν τους συνταξιούχους συναδέλφους τους και να αποσείσουν τις ευθύνες τους. Αντίδραση εύλογη, δεδομένης της λαϊκής αγανάκτησης για την κάστα των επαγγελματιών της πολιτικής. Αυτή η επιτηδευμένη αγανάκτηση των κομμάτων, όμως, ήταν γεμάτη από υποκρισία. Διότι ξέρουν πολύ καλά ότι τα ίδια θα κάνουν οι περισσότεροι απ’ αυτούς, όταν θα περάσουν στη σύνταξη και δεν θα έχουν ανάγκη την έξωθεν καλή μαρτυρία.
Ολόκληρο το καπιταλιστικό σύστημα λειτουργεί έτσι. Μ’ αυτό τον τρόπο αμείβει τους ανθρώπους που το υπηρετούν. Μήπως δεν έχουν κάνει το ίδιο πολλές φορές οι δικαστικοί, επιβάλλοντας την εξαίρεσή τους από παγώματα μισθών που έχουν επιβληθεί στους δημόσιους υπάλληλους; Μήπως δεν παίρνουν εργατοπατερικές συντάξεις οι επίλεκτοι συνδικαλισταράδες του συστήματος; Μήπως δεν εισπράττουν παχυλότατες αντιμισθίες, δεκάδων χιλιάδων ευρώ το χρόνο, οι κορυφαίοι της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, για συμμετοχές σε ΔΣ οργανισμών και επιχειρήσεων του δημοσίου;
Και βέβαια, όπου και όποτε μπορούν ν’ αρπάξουν μια μίζα το κάνουν χωρίς τον παραμικρό ενδοιασμό. Απ’ όπου μπορούν να τ’ αρπάξουν τ’ αρπάζουν. Νόμιμα και παράνομα.