Πριν εφτά χρόνια τέτοιες μέρες, χάρη σε ένα αναπάντεχο δώρο, χάρη σε έναν εκρηκτικό μηχανισμό που έσκασε στα χέρια του Σάββα Ξηρού, διαλύοντάς τον αλλά κρατώντας τον στη ζωή, ξεκινούσε η προσπάθεια «εξάρθρωσης» των ένοπλων οργανώσεων της μεταπολίτευσης. Τα περιστατικά είναι γνωστά και δεν χρειάζεται να τα θυμίσουμε. Σημειώνουμε μόνο τη διάχυτη αλαζονεία με την οποία όλες οι δυνάμεις του συστήματος (πολιτικοί, δημοσιογράφοι, συστημικοί διανοούμενοι) ανήγγειλαν «το τέλος της τρομοκρατίας», όπως ονομάζουν την ένοπλη επαναστατική αντιβία.
Πλέον, ευρισκόμενοι αντιμέτωποι με το ίδιο φαινόμενο σε διαφορετικές συνθήκες, παραπαίουν ιδεολογικά και πολιτικά, χωρίς να είναι σε θέση να αρθρώσουν τίποτα διαφορετικό απ’ αυτό που αρθρώνουν δεκαετίες τώρα: «δολοφόνοι, εχθροί του λαού, υπονομευτές της δημοκρατίας» και άλλα τέτοια ευτράπελα, που δεν πείθουν ούτε αυτούς που τα λένε, γι’ αυτό και φαίνεται διά γυμνού οφθαλμού η προσποίηση στο ύφος τους.
Εκείνο που σκέπτονται, εκείνο που τους εξοργίζει (σιγά μην τους πήρε ο πόνος για τη ζωή ενός μπάτσου) δεν πρόκειται να το παραδεχτούν ποτέ. Το σπάσιμο του μονοπώλιου της κρατικής βίας είναι το πρόβλημά τους. Η δύναμη του παραδείγματος, απέναντι σε μια κοινωνία που δεν τρέφει και τα καλύτερα των αισθημάτων γι’ αυτούς που την κυβερνούν και γι’ αυτούς που εξασφαλίζουν με τη δύναμη την εξουσία αυτών που κυβερνούν, είναι που τους τρομάζει.
Ο Δεκέμβρης δεν τους δίδαξε τίποτα. Δεν έδωσαν καμιά σημασία στην οργή και το ριζοσπαστισμό της νεολαίας. Αντίθετα, μετά το καταλάγιασμα της εξέγερσης, έπεσαν σαν τα άγρια θηρία για να κατασπαράξουν τη νεολαία. Αστυνομικές επιχειρήσεις «αρετή» σε μόνιμη βάση. Αφιονισμένοι μπάτσοι, γεμάτοι μίσος, να εξευτελίζουν, να δέρνουν, να εκτονώνουν κόμπλεξ και χυδαιότητα πάνω σε νέους και νέες. Εισαγγελείς και δικαστικοί που έκλεισαν κόσμο στη φυλακή με μια από τις συνήθεις «μαρτυρίες» ΜΑΤάδων. Που δεν δίστασαν να χρησιμοποιήσουν ακόμα και τον «αντιτρομοκρατικό» νόμο απέναντι σε 17χρονα παιδιά (περίπτωση Λάρισας). Που στήνουν δικογραφίες τώρα, μήνες μετά τα γεγονότα, δείχνοντας μια άγρια ρεβανσιστική διάθεση. Ενας πρωθυπουργός που έκανε δόγμα του τη «μηδενική ανοχή» και έβαλε υπουργό καταστολής έναν πρώην εισαγγελέα με αντιλήψεις που δεν διαφέρουν απ’ αυτές του Καρατζαφέρη. Μια κυβέρνηση που θέλει να βάλει στο γύψο ολόκληρη την κοινωνία με νομοσχέδια σαν αυτό για την «κουκούλα». Κι ένα πολιτικό σύστημα που πιέζει από δεξιά, παίζοντας με τα φοβικά σύνδρομα των «νοικοκυραίων». Και τώρα τα καθημερινά πογκρόμ των μεταναστών. Καθημερινές συλλήψεις και ξυλοδαρμοί. Ανθρωποι με πληγές στο σώμα και σπασμένα δόντια. Με σκοπό να τρομοκρατηθούν και να γυρίσουν στις ερημωμένες πατρίδες τους.
Οποια γνώμη κι αν έχει κανείς για τη σκοπιμότητα της μιας ή της άλλης ενέργειας των καινούργιων οργανώσεων του ένοπλου, για την επιλογή των στόχων και το σημείο που βάζουν κάθε φορά τον πήχυ της βίας, εκείνο που πρέπει να σημειώσει είναι ότι αυτές οι ενέργειες αμφισβητούν έμπρακτα το μονοπώλιο της κρατικής βίας και ξεμασκαρεύουν τους υποστηρικτές του, που καλύπτονται πίσω από το δόγμα της «ασφάλειας των πολιτών», το οποίο έχουν αναγορεύσει σε ύψιστο δόγμα της δημοκρατίας τους. Οι εργαζόμενοι και οι νέοι δεν αισθάνονται καμιά ανασφάλεια από τη δράση των ένοπλων οργανώσεων. Η ανασφάλεια που αισθάνονται προέρχεται από την κρίση, την ανεργία, τη φτώχεια, την κοινωνική και πολιτιστική αθλιότητα.
Αυτοί που κυβερνούν, όμως, έχουν άλλες προτεραιότητες, άλλα σχέδια. Αυτοί θέλουν να προστατεύσουν όλα αυτά που προκαλούν την ανασφάλεια στους εργαζόμενους και τους νέους. Και επειδή ξέρουν ότι η συναίνεση δεν έχει και τόση πέραση στην εποχή της βαρβαρότητας, καταφεύγουν σε περισσότερη καταστολή, προσπαθώντας να θωρακίσουν το σύστημά τους με περισσότερη αστυνομία, περισσότερους Δρακόντειους νόμους, περισσότερη καταστολή. Ας μη διαμαρτύρονται, λοιπόν, όταν η πολυδιαφημισμένη «τάξη» τους δέχεται πλήγματα, περισσότερο ή λιγότερο καίρια. Οσο η κρατική βία είναι η μόνη απάντηση στις αγωνίες και τα αιτήματα της εργαζόμενης κοινωνίας και της νεολαίας, τόσο θα τροφοδοτούνται τα κύματα της μαζικής λαϊκής αντιβίας και της μειοψηφικής ένοπλης πάλης.
Η τελευταία ενέργεια, που αποδίδεται από την Αντιτρομοκρατική στη «Σέχτα Επαναστατών», πέραν των άλλων, έπληξε ανεπανόρθωτα το γόητρο του σκληρού αστυνομικού πυρήνα, της υποτιθέμενης άτρωτης Αντιτρομοκρατικής. Γι’ αυτό και η υπηρεσία αυτή έσπευσε αμέσως να κινήσει τα παπαγαλάκια της, συνδέοντας την επίθεση με το εν εξελίξει εφετείο για την υπόθεση του ΕΛΑ. Ηταν ένα τρομοκρατικό μήνυμα στους μάρτυρες της δίκης για να σωπάσουν, ούρλιαζε η Κανέλλη, με το γνωστό της ύφος, στο δελτίο ειδήσεων του Mega. Φυσικά, το ότι η Κυριακίδου έχει καταθέσει πριν πέντε μήνες και ότι ολοκληρώθηκαν οι καταθέσεις όλων των μαρτύρων κατηγορίας, που δεν είχαν και πάλι να καταθέσουν τίποτα (άρα ποιος να σωπάσει;) είναι… λεπτομέρεια για την Κανέλλη και τ’ άλλα παπαγαλάκια.
Δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι η συγκεκριμένη ενέργεια δημιουργεί μεγάλες δυσκολίες στην υπεράσπιση των κατηγορούμενων στην εν εξελίξει δίκη για την υπόθεση του ΕΛΑ. Μπορεί στόχος να μην ήταν η Κυριακίδου (αυτό είναι προφανέστατο), όμως η σύνδεση γίνεται αυτόματα και δεν δυσκολεύτηκαν καθόλου τα παπαγαλάκια της «αντιτρομοκρατίας» να δημιουργήσουν το σχετικό κλίμα. Από την άποψη αυτή, η επιλογή του στόχου στο συγκεκριμένο χρόνο είναι λάθος. Αν η ενέργεια έγινε όντως από τη «Σέχτα Επαναστατών», θυμίζουμε ότι η οργάνωση αυτή άσκησε δημόσια κριτική στον «Επαναστατικό Αγώνα» για το χτύπημα κατά των ΜΑΤ στα Εξάρχεια και από την Πολυτεχνειούπολη. Πώς, λοιπόν, γίνεται τώρα χτύπημα που είναι βέβαιο ότι θα συνδεθεί με μια εν εξελίξει σοβαρή δίκη, στην οποία κάποιοι άνθρωποι, με πενιχρά μέσα άμυνας και χωρίς κίνημα αλληλεγγύης στο πλευρό τους, προσπαθούν να κερδίσουν την ελευθερία τους; Το γεγονός ότι θα υπάρξει αυτή η εκμετάλλευση δεν υπήρξε καθόλου σαν σκέψη ή υπήρξε και απορρίφθηκε ως ανάξιο λόγου;