Ο Βελόπουλος πρότεινε να μεταφερθούν οι πρόσφυγες στη Γυάρο και τη Μακρόνησο. Ουδεμία έκπληξη. Είναι οι πάγιες θέσεις του και δε θα έχανε την ευκαιρία να τροφοδοτήσει μ’ αυτές την πολιτική ατζέντα, μετά τη φωτιά που κατέστρεψε τη Μόρια.
Ο βουλευτής της ΝΔ Μανούσος Βολουδάκης εξειδίκευσε την πρόταση Βελόπουλου με… τεχνοκρατική προσέγγιση: «Πιστεύω ότι έχει έρθει η ώρα να δημιουργηθούν κλειστά κέντρα σε ακατοίκητα νησιά ή σε υπεράκτιες πλατφόρμες, όπου θα διεκπεραιώνονται οι διαδικασίες ελέγχου των αιτήσεων ασύλου. (…) Ασφαλώς και μια τέτοια πολιτική δεν εφαρμόζεται από τη μια στιγμή στην άλλη. Χρειάζεται σχεδιασμός και χρηματοδότηση. Πρέπει όμως να γίνει το πρώτο βήμα»!
Τους άκουσε ο ακροδεξιός τηλεπλασιέ-υπουργός και δεν κρατιόταν. Δυστυχώς, η θέση του στην κυβέρνηση δεν του επιτρέπει να μιλήσει όπως παλιά, όταν ήταν απλός βουλευτής, υπάρχουν όμως τρόποι να πεις τα ίδια πράγματα με (κάπως) προσεκτικότερο τρόπο. Επιασε πρωί-πρωί στασίδι στον αγαπημένο του ΣΚΑΙ και άρχισε να πετάει τις φασιστικές ρουκέτες: «Η Ελληνική Αστυνομία οφείλει να ταυτοποιήσει ποιοι από τους λαθρομετανάστες και τους πρόσφυγες είναι αυτοί που έβαλαν τη φωτιά στη Μόρια και προχώρησαν στα βίαια αυτά επεισόδια. Οσοι ταυτοποιηθούν ότι είναι ένοχοι αυτών των βίαιων εγκλημάτων δεν δικαιούνται άσυλο στην Ελλάδα και πρέπει να απελαθούν».
Πέρα από τη χρήση του όρου «λαθρομετανάστες», που δε χρησιμοποιείται επίσημα από την κυβέρνηση (χρησιμοποιείται ο όρος «παράτυποι μετανάστες»), έχουμε μια ναζιστική αντίληψη για την απονομή του δικαίου, που αναγορεύει την Αστυνομία σε ανακριτή, εισαγγελέα και δικαστή ταυτόχρονα. Την προανάκριση ανέλαβε ο ίδιος ο ακροδεξιός τηλεπλασιέ-υπουργός, ο οποίος, παρακάμπτοντας τα όργανα (Πυροσβεστική) που κάνουν προανάκριση, απεφάνθη ότι τη φωτιά την έβαλαν σκόπιμα κάποιοι από τους έγκλειστους της Μόριας. Ο μέγας προανακριτής, λοιπόν, δίνει εντολή στην Αστυνομία να ταυτοποιήσει και να απελάσει πάραυτα τους ενόχους. Ούτε εισαγγελέας να απαγγείλει κατηγορία χρειάζεται ούτε δικαστήριο να δικάσει.
Ολ’ αυτά δεν είναι και τόσο συμβατά με τη θεωρία του «κράτους δικαίου», για την οποία επαίρονται τα δυτικοευρωπαϊκά αστικά καθεστώτα. Μια θεωρία που έλκει το γένος από τον Διαφωτισμό (Μοντεσκιέ) και βοήθησε την αστική τάξη να στερεώσει την εξουσία της σε συνταγματικά θεμέλια, εκτοπίζοντας τις ελέω θεού μοναρχίες της φεουδαρχίας, και να εξασφαλίσει την ηγεμονία-κυριαρχία της επί των εργαζόμενων μαζών.
Ομως ποιος νοιάζεται για τέτοια «κουλτουριάρικα ιδεολογήματα»; Σημασία έχει να πέσει δηλητήριο στο μύλο του φασισμού. Να δηλητηριαστεί η κοινωνική συνείδηση. Τώρα έχουμε μια ευκαιρία.
Από τον «σοβαρό» αστικό Τύπο οι ανοιχτοί κήρυκες του φασισμού αντιμετωπίζονται σαν γραφικοί ή υπερβολικοί και σε κάθε περίπτωση έξω από την επίσημη γραμμή, η οποία υποτίθεται ότι κινείται «εντός του ευρωπαϊκού ανθρωπιστικού πλαισίου». Είναι όμως έτσι;
Ο ίδιος ο Μητσοτάκης, στη στημένη τηλεοπτική του δήλωση, έβαλε το στίγμα: «Η κατάσταση στη Μόρια δεν μπορεί να συνεχιστεί γιατί αποτελεί ταυτόχρονα ζήτημα δημόσιας υγείας, ανθρωπισμού αλλά και εθνικής ασφάλειας». Η δήλωση έγινε με μορφή τηλεοπτικού διαγγέλματος, επομένως ήταν «χτενισμένη» προσεκτικά. Το περιεχόμενό της, άλλωστε, επανέλαβε αργότερα και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος. Και βέβαια, από το τρίπτυχο του Μητσοτάκη σημασία έχει μόνο η αναγόρευση της Μόριας σε «ζήτημα εθνικής ασφάλειας».
Να έλεγε «ζήτημα δημόσιας τάξης» θα το καταλαβαίναμε (χωρίς να το αποδεχόμαστε, φυσικά), αλλά ο κίνδυνος για την εθνική ασφάλεια από πού προέρχεται; Επιβουλεύονται ελληνικό έδαφος οι (παρά τη θέλησή τους) έγκλειστοι στη Λέσβο και τα άλλα νησιά; Εχουν οργάνωση και οπλισμό για να επιτεθούν στον ελληνικό στρατό, ο οποίος είναι επιφορτισμένος με την προστασία της «εθνικής ασφάλειας»;
Απ’ όπου και να το πιάσεις, δε στέκει. Δεν υπάρχει καν το πρόσχημα της «εισβολής» όπως στον Εβρο. Οι έγκλειστοι της Μόριας έχουν φτάσει στην Ελλάδα (πολλοί απ’ αυτούς μετά από επιχειρήσεις έρευνας και διάσωσης στο Αιγαίο) και βρίσκονται υπό καθεστώς που ορίζεται από διεθνείς συνθήκες: αιτούντες άσυλο. Αυτό το διεθνές καθεστώς είναι, βέβαια, φαλκιδευμένο, καθώς δεν προβλέπει απαγόρευση μετακίνησης, όμως δεν είναι αυτό το θέμα μας. Το θέμα μας είναι η αναγόρευση των αιτούντων άσυλο, που η ίδια η κυβέρνηση (κατ’ επιταγήν της ΕΕ) έχει εγκλωβίσει σ’ ένα νησί και έχει στοιβάξει σε ένα άθλιο στρατόπεδο συγκέντρωσης, σε «ζήτημα εθνικής ασφάλειας».
Η ρητορική αυτή έχει ξεκάθαρες στοχεύσεις. Εκμεταλλεύεται την ένταση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις για να καλλιεργήσει το φασισμό στον ελληνικό λαό. Παλαιότερα, καλλιεργούσαν την ξενοφοβία και το φασισμό με το επιχείρημα «μας παίρνουν τις δουλειές». Τώρα, κάνουν την ίδια δουλειά με το επιχείρημα «απειλούν την εθνική μας ασφάλεια».
Οι ανοιχτοί φασίστες δεν είναι παρά το συμπλήρωμα της κυβερνητικής πολιτικής, η οποία είναι εξίσου φασιστική, οργανώνοντας την προπαγάνδα της σύμφωνα με το ναζιστικό δόγμα Γκέμπελς.
ΥΓ. «Αν υπήρχαν οι κλειστές δομές θα είχαμε λύσει ένα πρόβλημα. Αλλά, δυστυχώς, τότε δεν μπόρεσε αυτή η άποψη να περάσει στην ελληνική κοινωνία», κατέληξε ο ακροδεξιός τηλεπλασιέ-υπουργός. Και συμπλήρωσε με νόημα: «Η κυβέρνηση αυτή δεν είναι κυβέρνηση τυράννων, ούτε μας αρέσει η βία. Μας αρέσει ο πολιτισμένος διάλογος και η συνεννόηση με τους ανθρώπους. Στη Λέσβο και τη Χίο η κατάσταση είναι έκρυθμη, γιατί οι κάτοικοι είναι πάρα πολύ κουρασμένοι μετά από τόσα χρόνια αυτής της πληγής». Συμπέρασμα: Ας φτιάξουμε τώρα τα κλειστά στρατόπεδα συγκέντρωσης και βλέπουμε…