Μπορεί ο Παπαδόπουλος να έδινε στις Βρυξέλλες μάχη για να μπλοκάρει την ενταξιακή διαδικασία της Τουρκίας, την ώρα που η Μπακογιάννη ετοιμαζόταν να συναντηθεί με τον Γκιουλ στην Ισταμπούλ, όμως η διαδικασία των Βρυξελλών ουδόλως εμπόδισε την ελληνοτουρκική συνάντηση. Αλλωστε, οι δυο κυβερνήσεις οργάνωσαν αυτή τη συνάντηση με προκαθορισμένη ατζέντα: επανενεργοποίηση του μνημονίου Παπούλια-Γιλμάζ και επέκταση των Μέτρων Οικοδόμησης Ε-μπιστοσύνης.
Πρώτο και καλύτερο απ’ αυτά τα μέτρα η επέκταση της θερινής περιόδου αναστολής των πτήσεων στρατιωτικών αεροσκαφών στο Αιγαίο από τους δύο στους τρεις μήνες. 15 Ιούνη με 15 Σεπτέμβρη. Ενα τρίμηνο που… όλως τυχαίως ταυτίζεται με την τουριστική σεζόν. Και παραπέρα, καθιέρωση «κόκκινης γραμμής» που θα συνδέει τα δύο επιτελεία και τα δυο υπουργεία. Για να μπορούν τα επιτελεία να επικοινωνούν γρήγορα και να διευθετούν κρίσεις σαν κι αυτή που οδήγησε πρόσφατα στη σύγκρουη και πτώση των δυο αεροσκαφών νότια της Καρπάθου.
Είναι φανερό ότι και οι δυο κυβερνήσεις δε θέλουν άλματα στις μεταξύ τους σχέσεις, αλλά να σιγουρέψουν κάποια μέτρα που θα επιτρέπουν συνεννόηση και διευθέτηση κρίσεων. Αυτή είναι η απαίτηση του κεφάλαιου και στις δυο χώρες, που αυτή την περίοδο αναπτύσσει κοινά επιχειρηματικά σχέδια. Τα υπόλοιπα, η Χάγη και οι μόνιμες ρυθμίσεις, μπορούν να περιμένουν. Από μια άποψη, αυτά τα υπόλοιπα, τα γενικά και… οραματικά, λειτουργούν βοηθητικά για τα υπόλοιπα, τα άμεσα και συγκεκριμένα. Βελτιώνουν το κλίμα, διαμορφώνουν μια κατάσταση διαλόγου, αποφορτίζουν τις εθνικιστικές εξάρσεις στους δυο λαούς και διευκολύνουν τις κυβερνήσεις στους χειρισμούς τους. Για παράδειγμα, φαντάζεστε τι θα ακουγόταν στην Ελλάδα σε παλιότερες εποχές, αν πήγαινε ο όποιος υπουργός Εξωτερικών και υπέγραφε συμφωνία σαν αυτή που υπέγραψε η ντόρα με τον Γκιουλ, λίγες μόνο μέρες μετά από ένα παραλίγο θερμό επεισόδιο, που κόστισε τη ζωή σ’ έναν έλληνα πιλότο; Κι όμως, αυτή τη φορά όχι μόνο δεν ακούστηκε τίποτα επικριτικό, αλλά ακόμα και οι αντιπολιτευόμενες εφημερίδες παρουσίασαν τη συμφωνία Μπακογιάννη-Γκιουλ με θετικό τρόπο. (Είναι γνωστό, άλλωστε, ότι Ντόρα και Γιωργάκης έχουν συναντίληψη επί της ακολουθητέας εξωτερικής πολιτικής).
Εκεί που τα πράγματα πήγαν να πάρουν κάπως άσχημη τροπή ήταν στις Βρυξέλλες, όπου ο Παπαδόπουλος, βλέποντας ότι οι «μεγάλοι» της ΕΕ για τους δικούς τους λόγους θέλουν να «καψονάρουν» την Τουρκία, σήκωσε κεφάλι και απειλούσε με μπλοκάρισμα της διαδικασίας. Η κυβέρνηση της Αθήνας άφησε τους «κυπρίους αδελφούς» εντελώς μόνους τους και ακάλυπτους. Οι «μεγάλοι» της Ευρωένωσης τα πήραν στο κρανίο, γιατί δε γουστάρουν στα δικά τους τερτίπια να υπάρχουν παρεμβολές από χώρες επιπέδου Κύπρου. Εμπειροι οι ιμπεριαλιστές πολιτικοί, ξέρουν καλά ότι έτσι και βάλουν την Κύπρο στο παιχνίδι, έτσι και της δώσουν λόγο στα ζητήματα της ενταξιακής διαδικασίας της Τουρκίας, θα τη βρίσκουν μπροστά τους σε κάθε επόμενη φάση και θα την έχουν σαν βαρίδι δεμένο στα πόδια τους. Γι’ αυτό και έκοψαν το βήχα του απεσταλμένου της Κύπρου.
Η τουρκική κυβέρνηση από τη μεριά της έδωσε ένα ακόμα ρεσιτάλ διπλωματικής συμπεριφοράς. Ο Γκιουλ ΄’έμεινε στην Αγκυρα και δήλωσε ότι δεν πρόκειται να πάει στις Βρυξέλλες έτσι και δεν λυθεί το πρόβλημα με το μπλοκάρισμα από την Κύπρο. Η τουρκική πολιτική ηγεσία γνωρίζει πολύ καλά ότι η ενταξιακή της πορεία θα περάσει από σαράντα κύματα. Σε καμιά περίπτωση, όμως, δε θέλει αυτά τα κύματα να γίνουν σαράντα ένα, με την προσθήκη και του Κυπριακού.
Πώς λύθηκε το στιγμιαίο πρόβλημα; Με άτακτη υποχώρηση της Κύπρου, η οποία εισέπραξε μια φραστική αναφορά για να μπορεί να δημαγωγεί ο Παπαδόπουλος στην ελληνοκυπριακή κοινότητα. Κατά τα άλλα, το σχετικό κεφάλαιο των ενταξιακών διαπραγματεύσεων (το πρώτο από τα 35 συνολικά) εγκρίθηκε κανονικότατα, με μια υπόμνηση προς την Τουρκία να σεβαστεί τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το κοινοτικό δίκαιο. Μια υπόμνηση που έχει ίδια αξία με τις ευχές που κάθε Κυριακή αναπέμπουν οι παπάδες στις εκκλησιές του πλανήτη. Πόσες φορές, άραγε, θα πρέπει να γίνει προς την Τουρκία η υπόμνηση ότι πρέπει να εφαρμόσει και για τα πλοία και αεροπλάνα της Κυπριακής Δημοκρατίας το πρωτόκολλο τελωνειακής σύνδεσης; Η Τουρκία γράφει κανονικότατα όλες αυτές τις υπομνήσεις, γνωρίζοντας ότι είναι ανούσιες φραστικές παραχωρήσεις προς την Κύπρο και πως το δικό της παζάρι με τους «μεγάλους» της Ευρωένωσης θα γίνει σε άλλη βάση και με άλλα διακυβευόμενα.
Η ελληνική κυβέρνηση, ως τρίτος ουδέτερος παρατηρητής (που εκείνες οι ένδοξες εποχές του «Ελλάδα και Κύπρος συναποφασίζουμε») εξέφρασε την ικανοποίησή της για την απόφαση των Βρυξελλών, ενώ η Μπακογιάννη δήλωσε με νόημα ότι για την ελληνική κυβέρνηση βαραίνει περισσότερο η στρατηγική επιλογή της στήριξης της ευρωπαϊκής πορείας της Τουρκίας. Αξίζει να σημειωθεί ότι η Μπακογιάννη έδειξε ιδιαίτερα ενοχλημένη από το προσωρινό μπλοκάρισμα των τουρκοκοινοτικών διαπραγματεύσεων από την Κύπρο (όσο βρισκόταν στην Ισταμπούλ διέρρεε προς τους δημοσιογράφους που τη συνόδευαν τη δυσαρέσκειά της, θεωρώντας ότι έτσι υπονομεύεται η συνάντησή της με τον Γκιουλ), ενώ ο Ρουσόπουλος, όταν ρωτήθηκε αν η ελληνική κυβέρνηση διαφωνεί με την απειλή βέτο, απάντησε ότι η ελληνική κυβέρνηση «πιστεύει ότι η συναίνεση είναι για όλους μας μια θετική εξέλιξη σε μια εξαιρετικά δύσκολη και σύνθετη διαπραγμάτευση».
Καλύτερος όλων, όμως, ήταν ο Ερντογάν που με αγέρωχο ύφος δήλωσε από το Ζάγκρεμπ όπου πραγματοποιούσε επίσημη επίσκεψη: «Δεν πιστεύω ότι οι 24 χώρες που είναι μέλη της ΕΕ θα δώσουν πολλή προσοχή στο βέτο ενός τμήματος της Κύπρου». Προσέξτε, οι 24 χώρες, δηλαδή και η Ελλάδα μαζί.