Μας δουλεύουν χοντρά όλοι τους. Πρώτα-πρώτα, ο εισαγγελέας Αθανασίου, που έχει το θράσος (ναι, περί θράσους πρόκειται) να δηλώνει ότι δεν είχε τρόπο να στριμώξει τη γραμματέα του Χριστοφοράκου για να του πει το όνομα του υπουργού. Αυτός δεν της έκανε δεύτερη ερώτηση (εκτός αν της έκανε, του είπε το όνομα, αλλά δεν το έγραψε στο κείμενο της κατάθεσης). Και βέβαια, δε μπήκε στον κόπο να ψάξει την εταιρική αλληλογραφία, ούτε τα παραστατικά από την εταιρική πιστωτική κάρτα του Χριστοφοράκου, που φυλάσσονται στο λογιστήριο της εταιρίας, για να βρει και το όνομα του υπουργού και τη σχετική δαπάνη, όπως του υπέδειξε η γραμματέας. Αλλά και τίποτα να μην υπήρχε στα αρχεία της Siemens, υπάρχουν τα αρχεία των αεροδρομίων. Του «Ελ. Βενιζέλος», καταρχάς, από το οποίο απογειώθηκε και στο οποίο προσγειώθηκε κατά την επιστροφή το περιβόητο λίαρ τζετ που μετέφερε την εκλεκτή παρέα . Εκεί τα ονόματα όλων των επιβατών είναι γραμμένα. Μια συνηθισμένη πτήση έγινε, όχι κάποια από τις μυστικές πτήσεις των αεροπλάνων-φυλακή της CIA. Μη κάνοντας αυτές τις απαραίτητες κινήσεις, που θα τις έκανε και ένας πρωτάρης στην ανακριτική διαδικασία, απλά έδωσε τον απαραίτητο χρόνο στον εμπλεκόμενο να σβήσει όσα ίχνη μπορεί ή να δημιουργήσει άλλοθι.
Δεύτερο, ο Καραμανλής που, ενώ ξέρει το όνομα του υπουργού και όλα τα σχετικά, έβαλε το Ρουσόπουλο να δώσει την κουτοπόνηρη απάντηση, ότι «δεν υπάρχει θέμα», αφού πρόκειται για «φήμες». Διάψευση, αλλά χλιαρή. Με «πισινή», γιατί αύριο οι φήμες μπορεί να γίνουν ντοκουμέντα. Από πότε μια ένορκη μαρτυρική κατάθεση συνιστά «φήμες»; Μια κυβέρνηση που θέλει να είναι εντάξει σπεύδει να ξεκαθαρίσει το θέμα. Κι αν είναι σίγουρη ότι ένας μάρτυρας κατέθεσε ψέματα στην ανάκριση, με σκοπό να λασπώσει έναν υπουργό και κατ’ ακολουθίαν την κυβέρνηση και τον πρωθυπουργό που τον κρατάει στη θέση του, παραγγέλνει στις δικαστικές αρχές να ασκήσουν τα προβλεπόμενα από το νόμο. Αμφιβάλλει κανείς ότι αν η γραμματέας μιλούσε αυθαίρετα και έριχνε λάσπη κατά υπουργού, έστω και χωρίς να τον κατονομάζει, αυτή τη στιγμή θα περίμενε τη σειρά της για να κάνει παρέα στην Τσέκου στον Κορυδαλλό;
Τρίτο, ο ίδιος ο εμπλεκόμενος υπουργός που κάνει το κορόιδο. Ολόκληρη η Ελλάδα τον έχει στο στόμα της, αλλά αυτός δε λέει κουβέντα, επειδή κανείς στα ΜΜΕ δε γράφει φόρα παρτίδα τ’ όνομά του. Τον φωτογραφίζουν, τον ζωγραφίζουν, τον κράζουν κι αυτός σφυρίζει αδιάφορα, ενώ κανονικά θα έπρεπε να κατεδαφίσει το σύμπαν. Γιατί άραγε; Τι φοβάται; Ενα ταξίδι-δωράκι σε Γερμανία και Αυστρία (να δούμε και λίγη μπάλα, ρε αδερφέ) ή τίποτα συμβάσεις που υπογράφηκαν με τη Siemens επί υπουργίας του; Και γιατί βάζει κάποιους κολλητούς του να λένε, ότι τα έξοδα του ταξιδιού τα πλήρωσε μόνος του και δε βγαίνει ο ίδιος να καθαρίσει το τοπίο; Να δώσει τα παραστατικά που σχετίζονται με το ταξίδι (να πει πότε ταξίδεψε, με ποια παρέα, με τι αεροπλάνο και ποιος πλήρωσε τα έξοδα του ταξιδιού, των ξενοδοχείων κ.λπ.) και να παρουσιάσει αναλυτικά όλα τα στοιχεία για τις συμβάσεις που υπέγραψε. Πολιτικό πρόσωπο είναι, οφείλει να δίνει εξηγήσεις. Δεν πρόκειται για κάποιο κλεφτρονάκι που επικαλείται το τεκμήριο της αθωότητας και το δικαίωμα σιωπής του κατηγορούμενου.
Μετά απ’ αυτούς τους χειρισμούς δυο συμπεράσματα βγάζει όποιος δε θέλει να εθελοτυφλεί. Πρώτο, ότι ο συγκεκριμένος υπουργός κάτι φοβάται. Η συγκεκριμένη υπόθεση, βέβαια, δεν ξεφεύγει από το όριο του «δώρου». Σαν τις οικοσκευές που έπαιρναν άλλοι, σαν τον ηλεκτρονικό εξοπλισμό της Ντόρας και του Κυριάκου (αν και 140.000 ευρώ δεν είναι «δωράκι»). Ομως, ο υπουργός χειρίζεται συμβάσεις και αυτό είναι που φοβάται η κυβέρνηση. Το δεύτερο συμπέρασμα είναι πως με το χρόνο που πέρασε από τότε που πρωτοκυκλοφόρησε η είδηση για το ταξίδι-δώρο του υπουργού μεσολάβησε επαρκής χρόνος για να σβηστούν τα ίχνη και να κατασκευαστούν άλλοθι. Κανένας δεν πρόκειται να πιστέψει (και καλά θα κάνει) οτιδήποτε άλλο πέρα απ’ αυτό που κατέθεσε σε ανύποπτο χρόνο η γραμματέας του Χριστοφοράκου, που δεν είχε κανένα λόγο να εκθέσει οποιονδήποτε πέρα από το πρώην αφεντικό (και όχι μόνο) της.
ΥΓ: Αυτό το σημείωμα γράφτηκε την Τρίτη. Εκείνη τη μέρα «ψηνόταν» η δικαιολογία ότι ο υπουργός ταξίδεψε μόνος του με δικά του έξοδα κι απλά βρέθηκαν στην κερκίδα με το Χριστοφοράκο και την παρέα του. Δε χρειάζεται να κάνουμε κανένα σχόλιο για την ποιότητα της δικαιολογίας. Αρκεί ένα απλό ερώτημα: αν είναι έτσι, γιατί δεν το ‘λεγε από την αρχή;