Υπάρχει ένας παλιός και δοκιμασμένος κανόνας της αστικής πολιτικής: όταν είσαι πολιτικά στριμωγμένος, ρίξε μερικά εθνικά θέματα στην πολιτική αρένα και φέρε τα πράγματα στα ζύγια τους. Η κυβέρνηση Καραμανλή έδειξε από την περασμένη εβδομάδα ότι προσανατολίζεται στην εφαρμογή αυτού του κανόνα. Ζέστανε τη φιλολογία με την ονομασία της Δημοκρατίας της Μακεδονίας, όρισε μια εντελώς ανεπίκαιρη συζήτηση προ ημερήσιας διάταξης στη Βουλή, σε επίπεδο πολιτικών αρχηγών, για την εξωτερική πολιτική και στο τέλος έβαλε και το κερασάκι στην τούρτα, δημιουργώντας ουσιαστικά εκ του μη όντος διπλωματικό επεισόδιο με την Αλβανία. Γιατί το επεισόδιο το δημιούργησε η κυβέρνηση και όχι ο Παπούλιας με δική του πρωτοβουλία. Εμπειρος διπλωμάτης και με μακρά θητεία στο υπουργείο Εξωτερικών, ο νυν πρόεδρος της Δημοκρατίας επικοινώνησε δυο φορές με τον Μολυβιάτη και ζήτησε οδηγίες για την αντίδρασή του στην Αλβανία. Και ήταν η κυβέρνηση που του ζήτησε να φύγει και να αφήσει σύξυλο τον αλβανό ομόλογό του, με πρόσχημα τη διαδήλωση μερικών δεκάδων εθνικιστών σε πλατεία των Αγίων Σαράντα, που έθεταν για πολλοστή φορά το ζήτημα της Τσαμουριάς.
Πριν λίγο καιρό, μαζικότερη και θορυβωδέστερη διαδήλωση και μάλιστα με στοιχεία βίας οργάνωσαν οι «Γκρίζοι Λύκοι» στην Τουρκία, κατά την επίσκεψη Μολυβιάτη, ο οποίος παρέμεινε και ολοκλήρωσε το ταξίδι του, απαντώντας σε όσους τον επέκριναν γιατί δεν σηκώθηκε να φύγει, ότι δεν ήθελε να δημιουργήσει όξυνση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Αλλο Τουρκία, όμως, και άλλο Αλβανία. Η Αλβανία προσφέρεται για τζάμπα μαγκιές και εθνικούς τσαμπουκάδες, που αποπροσανατολίζουν τον ελληνικό λαό. Το εθνικιστικό όπιο παίζει πάντα το ρόλο του ως κοινωνικό ηρεμιστικό. Ας σημειωθεί, ότι δεν είναι η πρώτη φορά που γίνεται τέτοια συγκέντρωση κατά τη διάρκεια επίσκεψης έλληνα κρατικού παράγοντα στην Αλβανία και ότι κατά την επίσκεψη του Κ. Στεφανόπουλου ο αλβανός πρόεδρος έθεσε και επίσημα ζήτημα Τσάμηδων.
Ο κοινοβουλευτικός κόσμος, βέβαια, μηδεμιάς δύναμης εξαιρουμένης, στηλίτευσε τον… αλβανικό εθνικισμό. Δεν έχουμε αμφιβολία, για τον εθνικισμό που ανθεί στη γειτονική χώρα, όπιο κι αυτός για τις λαϊκές μάζες που λιμοκτονούν, αλλά όχι να γίνεται αυτός φερετζές για να κρύψει τον ελληνικό εθνικισμό. Εδώ μαζεύτηκαν εκατομμύρια φωνάζοντας «να πάρουμε τα Σκόπια», εδώ ανώτερος κρατικός παράγοντας (Χριστόδουλος) ονειρεύεται την Πόλη και την Αγιά Σοφιά, οι Τσάμηδες μας μάραναν ή μας φόβισαν;
Ζήτημα Τσαμουριάς δεν τίθεται, βέβαια, για τον ίδιο λόγο που δεν τίθεται ζήτημα Σμύρνης ή Τραπεζούντας. Οχι, όμως, και να ξεχάσουμε την ιστορική αλήθεια. Το γεγονός, δηλαδή, ότι με πρόσχημα την (αληθινή) συνεργασία των Τσάμηδων μπέηδων της Θεσπρωτίας με τους κατακτητές, οι συμμορίες του Ζέρβα και του Γαλάνη πέρασαν από μαχαίρι ολόκληρο τον αλβανικής καταγωγής πληθυσμό, αναγκάζοντάς τον να ξεριζωθεί και να καταφύγει στην Αλβανία.