«Σε τρία χρόνια, ίσως και νωρίτερα, η Ελλάδα θα ‘ναι μια άλλη χώρα. Μια χώρα αξιόπιστη, με κύρος με ελπιδοφόρο το μέλλον για τους πολίτες της». Το απόσπασμα είναι από τη μακρά δήλωση που έκανε στον «Κόσμο του Επενδυτή» (6.3.10) ο Παπανδρέου και εντάσσεται σε μια προσπάθεια των Πασόκων να βγάλουν από τα μέτρα που παίρνουν ως κυβέρνηση τον αντιλαϊκό-αντεργατικό χαρακτήρα και να τους προσδώσουν ένα χαρακτήρα εθνικό, υπό περιστάσεις έκτακτης ανάγκης.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αν δεν ξεσηκωθούν οι εργαζόμενοι και οι νέοι, σε τρία χρόνια η Ελλάδα θα ‘ναι μια άλλη χώρα. Οχι, βέβαια, έτσι όπως την περιγράφει υπαινικτικά ο Παπανδρέου, αλλά μια χώρα όπου οι εργαζόμενοι θα ζουν σε συνθήκες έσχατης φτώχειας, οι οποίες θα πλησιάζουν σ’ αυτές που ισχύουν σήμερα στις χώρες-κάτεργα. Το ΠΑΣΟΚ σαν κόμμα θα έχει πληρώσει βαρύτατο πολιτικό τίμημα (πιο βαρύ απ’ αυτό που πλήρωσε το 2004, μένοντας 5 χρόνια εκτός εξουσίας). Ομως, η ηγεσία του αδιαφορεί γι’ αυτό το τίμημα, όπως ακριβώς αδιαφόρησε ο Καραμανλής για το τίμημα που πλήρωσε τελικά η ΝΔ. Οταν τα πράγματα σφίγγουν, τότε τα αστικά κόμματα ξεχνούν τις ιδιαίτερες ανάγκες τους και προσαρμόζονται απόλυτα στις απαιτήσεις της κεφαλαιοκρατίας.
Βέβαια, στο μεταξύ θα κάνουν τα πάντα για να περιορίσουν τις απώλειες. Θα χρησιμοποιήσουν όλα τα μέσα αποπροσανατολισμού και δημαγωγίας, προκειμένου μ’ αυτά να καλύψουν ένα μικρό έστω μέρος από το έλλειμμα πρακτικής πολιτικής που θα χαράζει κάποια όρια στην υπερεκμετάλλευση των εργαζόμενων. Γι’ αυτό και με μοναδική ευκολία, ο Παπανδρέου άδειασε τον επί των Οικονομικών υπουργό του, που διακήρυσσε πως όλα τα μέτρα που παίρνονται είναι κοινωνικά δίκαια, και δεν δίστασε να παραδεχτεί πως τα μέτρα αυτά είναι και άδικα και να υπερκεράσει άλλη υπουργό του, που έλεγε ότι τα μέτρα είναι στα όρια της ιδεολογίας του ΠΑΣΟΚ, δηλώνοντας ότι είναι έξω από την ιδεολογία του ΠΑΣΟΚ, αλλά δεν υπάρχει άλλη επιλογή.
Αυτό το παιχνίδι με την «ιδεολογία του ΠΑΣΟΚ» οδηγεί στις διακηρύξεις ενός μακρινού παρελθόντος και σε ορισμένα μέτρα ρεφορμιστικού χαρακτήρα που πάρθηκαν την περίοδο 1981-85. Εκτοτε, όμως, αυτό που ονομάστηκε «ιδεολογία του ΠΑΣΟΚ» και κωδικοποιήθηκε στο σχήμα των «μη προνομιούχων», έχει διαλυθεί εις τα εξ ων συνετέθη. Το 1985, με πράξη νομοθετικού περιεχομένου, το ΠΑΣΟΚ πάγωσε μισθούς και συντάξεις. Το 1994, με το πρόσχημα της μείωσης του χρέους, έκανε το ίδιο. Το 1996 διακήρυξε τον «εκσυγχρονισμό», με πρόσχημα την ένταξη στην ΟΝΕ, και το 2000 το «δεύτερο κύμα του εκσυγχρονισμού», σαρώνοντας τις εργασιακές σχέσεις, προωθώντας τις ιδιωτικοποιήσεις, οι οποίες υποτίθεται ότι ήταν «εκτός της ιδεολογίας του ΠΑΣΟΚ» («μία μετοχή, στην ιδιοκτησία του κράτους» ήταν το σλόγκαν μέχρι τότε) και ξεκινώντας το μαζικό ξεκλήρισμα της φτωχής αγροτιάς. Οι «μη προνομιούχοι» βαφτίστηκαν «συντεχνίες», «ρετιρέ», «κρατικοδίαιτοι» κ.λπ. κ.λπ.
Ναι, αλλά μέτρα σαν τα σημερινά δεν ξαναπάρθηκαν, θα παρατηρήσει κάποιος. Ούτε μια δεξιά κυβέρνηση έχει πάρει τέτοια μέτρα, όμως. Θυμηθείτε ότι ακόμη και ο Μητσοτάκης απλά πάγωσε μισθούς και συντάξεις, ενώ σήμερα για πρώτη φορά έχουμε και ονομαστική μείωση, που δεν έχει ξανασυμβεί στα χρόνια μετά την πτώση της χούντας. Επομένως, η προσοχή μας πρέπει να εστιαστεί όχι στην πολιτική βούληση των κυβερνήσεων και σ’ αυτό που διακηρύσσουν ως ιδεολογία του κόμματός τους, αλλά στις ανάγκες του συστήματος και στα περιθώρια που αυτές οι ανάγκες αφήνουν. Αλλιώς, θα καταντήσουμε πολιτικά αφελείς (στην καλύτερη περίπτωση) ή απατεωνίσκοι, όπως η ηγεσία του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ που έκανε πως δεν καταλαβαίνει τι έρχεται και δήλωνε μέχρι πρόσφατα ότι θα ασκήσει «προγραμματική αντιπολίτευση» στην κυβέρνηση, στηρίζοντας τα θετικά και αντιτιθέμενη στα αρνητικά!
Ακόμα και το 1981-82, όταν το ΠΑΣΟΚ έπαιρνε ορισμένα ρεφορμιστικά μέτρα, λειτουργούσε ως πολιτικός εκπρόσωπος του μεγάλου κεφάλαιου, ανεξάρτητα από το ότι κάποιοι καπιταλιστές με σκουριασμένα μυαλά δεν το καταλάβαιναν. Με αυτά τα ρεφορμιστικά μέτρα ενσωμάτωνε τον εργατικό ριζοσπαστισμό της μεταπολίτευσης στο σύστημα εξουσίας. Πετύχαινε μια παρατεταμένη εργατική συναίνεση και άρχιζε να οικοδομεί ένα αστικό-γραφειοκρατικό συνδικαλιστικό σύστημα, που έδειξε τη χρησιμότητά του τα επόμενα χρόνια. Οταν τα περιθώρια του συστήματος στένεψαν, το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου δεν δίστασε να προωθήσει έκτακτα αντεργατικά και αντιλαϊκά μέτρα. Το ίδιο έκανε, ακόμη πιο απροκάλυπτα, επί Σημίτη, τα ίδια και χειρότερα κάνει τώρα που το σύστημα βρίσκεται αντιμέτωπο με μια βαθιά κρίση. Για ποια ιδεολογία, λοιπόν, γίνεται λόγος; Αυτή υπάρχει μόνο στα χαρτιά.