Σελίδες επί σελίδων στις αστικές φυλλάδες, ώρες εκπομπών στα κανάλια, δηλώσεις πολιτικών παραγόντων, άρθρα εκπροσώπων κομμάτων και πολιτικών αναλυτών, ένας καταιγισμός στην κυριολεξία κυριάρχησε στα ΜΜΕ και τον δημόσιο λόγο στην Ελλάδα, μετά τον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών στη Γαλλία. Ούτε για τις αμερικάνικες προεδρικές εκλογές δεν έγινε τόσος ντόρος και τόση συζήτηση.
Το γεγονός δεν είναι ασφαλώς άσχετο με τις παραδοσιακές πολιτικές σχέσεις Ελλάδας-Γαλλίας, όμως η παράδοση δεν αρκεί για να ερμηνεύσει το φαινόμενο. Υπάρχει μια αντιστοιχία στην πολιτική κατάσταση στις δυο χώρες, που θα την ονομάζαμε πολιτική ρευστότητα. Οι ερμηνείες που δίνονται στο εκλογικό αποτέλεσμα της Γαλλίας εγγράφονται στην προπαγάνδα των εγχώριων κομμάτων. Μπορεί να μην υπάρχουν εκλογές στην Ελλάδα στον βραχυπρόθεσμο ορίζοντα, υπάρχει όμως σκληρός κομματικός ανταγωνισμός και ανασφάλεια του κυβερνητικού στρατόπεδου, που θα μπορούσε να οδηγήσει σε πρόωρες εκλογές. Κατά συνέπεια, κάθε πλευρά θέλει να «χωνέψει» προς όφελός της το αποτέλεσμα των γαλλικών εκλογών, γιατί καμιά από τις κυρίαρχες πλευρές του πολιτικού σκηνικού δε βολεύεται μ' αυτό το αποτέλεσμα.
Μόνο ο Θεοδωράκης θα μπορούσε να παραστήσει τον «έλληνα Μακρόν», όταν όμως πήγε να το κάνει (δίνοντας στη δημοσιότητα μια φωτογραφία από περσινή συνάντησή του με τον γάλλο υποψήφιο πρόεδρο) γέλασε και το παρδαλό κατσίκι. Γιατί ο Θεοδωράκης «δεν έχει μαντίλι να κλάψει», οπότε κάθε προσπάθεια σύγκρισής του με τον Μακρόν είναι εξ ορισμού γελοία.
Τσίπρας και Μητσοτάκης, ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ, έχουν πρόβλημα με το εκλογικό αποτέλεσμα στη Γαλλία, γιατί τα κόμματά «τους» εκεί έχασαν κατά κράτος. Η παραδοσιακή γαλλική Δεξιά έκανε το χειρότερο σκορ της εδώ και πολλά χρόνια. Και το Σοσιαλιστικό Κόμμα, που στήριξε αρχικά ο Τσίπρας, κυριολεκτικά εξαφανίστηκε. Μάλλον γι' αυτό οι Τσιπραίοι, κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή, έβαλαν τον γραμματέα του ΣΥΡΙΖΑ Ρήγα να στείλει μια επιστολή στήριξης στον Μελανσόν, ο οποίος μιλούσε απαξιωτικά για τον Τσίπρα (τον παρουσίαζε σαν παράδειγμα προς αποφυγή) και έκανε περιπάτους αγκαζέ με την Κωνσταντοπούλου, την οποία είχε καλέσει στο Παρίσι. Η επιστολή Ρήγα εξέφραζε την αμηχανία με την οποία αντιμετώπιζε ο ΣΥΡΙΖΑ τη διαφαινόμενη συντριβή του Αμόν και το καλούτσικο αποτέλεσμα που φαινόταν ότι θα φέρει ο Μελανσόν. Γιατί ναι μεν το κομματικό σώμα του ΣΥΡΙΖΑ θα ήθελε Μελανσόν (έστω κι αν ο Μελανσόν ξέχεζε τον Τσίπρα και τον παρουσίαζε σαν πρότυπο ξεφτίλα πολιτικού), όμως τα κυρίαρχα αστικά ρεύματα έβαζαν τον Μελανσόν στον ίδιο παρονομαστή με τη Λεπέν, μιλούσαν για «δύο άκρα», για «αντιευρωπαϊκό λαϊκισμό» κτλ., και οι Τσιπραίοι δε θέλουν σε καμιά περίπτωση να τα χαλάσουν με την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία ή να αρχίσουν τα ευρωπαϊκά ΜΜΕ να τους ξανακατατάσσουν στις «λαϊκιστικές» δυνάμεις.
Η πρωτιά του Μακρόν και η αντι-λεπενική προπαγάνδα, που πήρε τη μορφή ενός κάλπικου αντιφασισμού και της καθιερωμένης σε τέτοιες περιπτώσεις υστερικής ευρωλαγνείας, έστρωσε το χαλί και στον ΣΥΡΙΖΑ και στη ΝΔ για να δώσουν μια ερμηνεία του εκλογικού αποτελέσματος συμβατή με τις δικές τους ιδιαίτερες επιδιώξεις. Ετσι, ο Μητσοτάκης έκανε γαργάρα την ήττα του υποψήφιου του «αδελφού» κόμματος της γαλλικής Δεξιάς και χαιρέτισε την πρωτιά του Μακρόν ως «απάντηση των φιλελεύθερων δυνάμεων της λογικής στην επίθεση του αριστεροδεξιού λαϊκισμού». Ο κομματικός ΣΥΡΙΖΑ από το βράδυ της Κυριακής κιόλας πανηγύριζε για τη νίκη του Μακρόν, ενώ τη Δευτέρα το Μαξίμου ανακοίνωσε ότι ο Τσίπρας είχε τηλεφωνική επικοινωνία με τον Μακρόν, ο οποίος του είπε ότι «στήριξε από την αρχή τις προσπάθειες της ελληνικής κυβέρνησης και την ανάγκη να αλλάξει η στάση απέναντι στην Ελλάδα» και ότι, αν εκλεγεί, «θα δουλέψουμε μαζί στενά για να κάνουμε την Ευρώπη να ανταποκρίνεται στις αξίες μας».
Ο μεν Μητσοτάκης προσπάθησε να εστιάσει στις νεοφιλελεύθερες διακηρύξεις του Μακρόν, ο δε Τσίπρας να εμφανίσει τον Μακρόν ως συνέχεια του Ολάντ (ο οποίος τον πήρε από υπάλληλο της τράπεζας των Ρότσιλντ, τον έκανε σύμβουλο και στη συνέχεια υπουργό του), που θα εξακολουθήσει να έχει άριστες σχέσεις με την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και να τη στηρίζει έναντι των «σκληρών» της Γερμανίας και του ΔΝΤ.
Φυσικά, ο Μακρόν, που όπως δείχνουν τα πράγματα θα εκλεγεί πρόεδρος στο δεύτερο γύρο, θα είναι εκπρόσωπος του γαλλικού ιμπεριαλισμού, όπως ήταν και οι προκάτοχοί του. Και θα συνεχίσει τη στρατηγική του γερμανο-γαλλικού άξονα, την τόσο… φιλελληνική.