Θα πρέπει να ευχαριστήσουμε τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γ. Σανιδά για την αγόρευσή του ενώπιον της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου για το θέμα των συμβασιούχων. Πολιτικολογώντας και όχι δικολογώντας, όπως επισημάνθηκε από νομικούς και από στελέχη της αντιπολίτευσης, επιτιθέμενος κατά πάντων πλην κυβέρνησης (κατά των δικαστών που έχουν δικαιώσει συμβασιούχους, κατά των ίδιων των συμβασιούχων, κατά της ΓΣΕΕ, κατά των ΜΜΕ και κατά της αντιπολίτευσης), ξέσκισε μόνος του τη μάσκα της «ανεξαρτησίας» με την οποία το σύστημα μεταμφιέζει τη Δικαιοσύνη, και μας έδειξε το πραγματικό της πρόσωπο. Το πρόσωπο ενός κατασταλτικού εξαρτήματος του κρατικού μηχανισμού, το πρόσωπο μιας πιστής θεραπαινίδας της πολιτικής εξουσίας.
Ενας τεράστιος μηχανισμός, όπως είναι ο δικαστικός μηχανισμός, μπορεί να παρουσιάσει και ρωγμές. Μπορεί ενίοτε να πάρει και αποφάσεις σε επιμέρους ζητήματα που δικαιώνουν εργαζόμενους. Αυτό γίνεται όταν τα στοιχεία είναι συντριπτικά υπέρ των εργαζόμενων και βρίσκεται κανένας χαμηλόβαθμος δικαστής με φιλότιμο. Αν το υπό κρίση ζήτημα αφορά μόνο κάποιον εργαζόμενο ή μια μικρή ομάδα, συνήθως το αφήνουν και περνάει, ενώ ο δικαστής που έβγαλε την απόφαση μπαίνει στο στόχαστρο. Αν όμως το ζήτημα έχει γενικότερη σημασία, μπαίνουν μπροστά τα μεγάλα μέσα.
Αυτό έκανε προ καιρού ο πρόεδρος του Αρείου Πάγου με την απειλητική εγκύκλιό του προς δικαστές, με την οποία τους προειδοποιούσε να μη κάνουν δεκτές αιτήσεις ασφαλιστικών μέτρων εργαζόμενων που απολύονται και διεκδικούν την επαναπρόσληψή τους. Το ίδιο έκανε και ο εισαγγελέας του ανώτατου δικαστήριου με την αναίρεση που άσκησε σε αποφάσεις του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθήνας με τις οποίες δικαιώθηκαν συμβασιούχοι. Εξοφλώντας γραμμάτια προς την κυβέρνηση, που τον διόρισε σ’ αυτή τη θέση, ο Γ. Σανιδάς δεν περιορίστηκε σε μια τυπική νομική επιχειρηματολογία, αλλά πέρασε σε άλλα χωράφια, από τα οποία η Δικαιοσύνη υποτίθεται ότι κρατάει αποστάσεις. Απέδειξε έτσι ότι τα περί ανεξαρτησίας είναι ένας από τους μύθους της αστικής εξουσίας.
Η συγκεκριμένη παρέμβαση Σανιδά γίνεται ακόμα πιο προκλητική καθώς αφορά ένα ζήτημα για το οποίο πρόσφατα είχε τοποθετηθεί η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου. Αναφερόμαστε στην απόφαση 18/2006, που δικαίωσε τις επαναπροσλήψεις συμβασιούχων που καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες. Με βάση αυτή την απόφαση βγήκαν και οι αποφάσεις του Μονομελούς (δικαίωσαν τρεις συμβασιούχους του ΕΛΓΑ) κατά των οποίων άσκησε αναίρεση ο Σανιδάς. Στην πραγματικότητα, ζητά από την Ολομέλεια του ακυρωτικού δικαστηρίου ή να αλλάξει την τόσο πρόσφατη απόφασή της, ώστε αυτή να συνάδει με την κυβερνητική πολιτική στο ζήτημα των συνταξιούχων, ή να την καταστήσει ένα ανενεργό θεωρητικό κείμενο. Κατά τον Σανιδά, η απόφαση αυτή της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου απλώς περιέχει «σκέψεις που έχουν θεωρητικό χαρακτήρα και δεν είναι δυνατόν να επηρεάσουν την κρίση των δικαστών σε χέση με τη συγκεκριμένη υπόθεση, η οποία δεν απαγορεύεται να είναι διαφορετική». Τους είπε, δηλαδή, ότι μπορούν να κρατήσουν την απόφαση 18/2006 ως ένα θεωρητικό κείμενο και στην πράξη να αναιρέσουν κάθε δικαστική απόφαση που έχει εκδοθεί με βάση την αρεοπαγιτική. Ετσι, οι δικαστές, που δεν θέλουν να αναιρούνται οι αποφάσεις τους, θα αποθαρυνθούν και δεν θα εκδίδουν αποφάσεις δικαίωσης συμβασιούχων που αποδεδειγμένα καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες!