Είναι πλέον ηλίου φαεινότερον ότι, μετά τη νεολαιίστικη εξέγερση του Δεκέμβρη, που συντάραξε τη χώρα, και ενόψει των κοινωνικών εκρήξεων που εγκυμονεί η βαθιά και παρατεταμένη καπιταλιστική κρίση με τις τεράστιες καταστροφές που θα επιφέρει στους εργαζόμενους και τους νέους, η κυβέρνηση αποφάσισε να εφαρμόσει το δόγμα της μηδενικής ανοχής. Την πιο άγρια καταστολή απέναντι σε όποιους κινούνται αγωνιστικά και απειλούν να διασαλεύσουν τη σταθερότητα του συστήματος.
Η συμπεριφορά των δυνάμεων καταστολής απέναντι στους Κρήτες αγρότες υπήρξε δηλωτική αυτού του νέου κλίματος. Ομως, πριν τους αγρότες υπήρξαν ουκ ολίγες περιπτώσεις που τα ΜΑΤ τσάκισαν κινητοποιήσεις, ακόμα και κινητοποιήσεις μικρής έκτασης και έντασης, όπως αυτή των κατοίκων της Κυψέλης για το βανδαλισμό του μικρού πάρκου στην Πατησίων.
Η αντιπολίτευση και τα ΜΜΕ αποδίδουν αυτή την πολιτική στο νέο υπουργό Χ. Μαρκογιαννάκη. Ομως, ο Μαρκογιαννάκης, πρώην εισαγγελέας, είναι γνωστός για τις σκληροπυρηνικές δεξιές του απόψεις. Δεν προέκυψε ξαφνικά τώρα. Η τοποθέτησή του στο συγκεκριμένο πόστο ήταν απόφαση του Καραμανλή και του Σουφλιά. Τον τοποθέτησαν εκεί ως τον πιο κατάλληλο για την εφαρμογή του δόγματος της μηδενικής ανοχής, το οποίο οι ίδιοι αποφάσισαν. Κι αυτός τους αποζημιώνει για την επιλογή του, ενώ ταυτόχρονα αποτελεί και έναν εν δυνάμει αποδιοπομπαίο τράγο, αν γίνει καμιά χοντρή γκέλα.
Γιατί δόγμα μηδενικής ανοχής ειδικά αυτή την περίοδο; Γιατί η κατάσταση εγκυμονεί κινδύνους εκρήξεων. Και γιατί η μόνη διέξοδος για το σύστημα είναι η διάρρηξη της κοινωνικής αλληλεγγύης, η απομόνωση μαχητικών κοινωνικών κομματιών, η αναγόρευση των «νοικοκυραίων» σε κήνσορες των κοινωνικών συμπεριφορών, η εφαρμογή του «διαίρει και βασίλευε». Σε όλα αυτά βοηθά η αποθέωση της κρατικής καταστολής.
Για μια φορά ακόμη, λοιπόν, βρισκόμαστε μπροστά στο δίλημμα: θα επιλέξουμε τη λογική και την τακτική του καραγκιόζη («θα με δείρεις, θα με δείρεις, θα ιδρώσεις, θ’ αρρωστήσεις») ή τη λογική και την τακτική που επέλεξαν και επιλέγουν τα ριζοσπαστικά κινήματα σε όλη τον κόσμο; Η κυβέρνηση, η κάθε κυβέρνηση, όταν επιλέγει τη σκληρή καταστολή, είναι αποφασισμένη να σηκώσει το όποιο πολιτικό κόστος. Επομένως, «ακούει βερεσέ» τις διαμαρτυρίες και τις καταγγελίες. Το κίνημα που βρίσκεται αντιμέτωπο με την καταστολή έχει το πρόβλημα: θα προχωρήσει ή θα κάνει πίσω καταγγέλλοντας; Για να προχωρήσει δεν έχει άλλη επιλογή πέρα από τη χρήση όλων των μέσων της λαϊκής αντιβίας.