Αλλη μια επέτειος του Πολυτεχνείου με την ίδια θλίψη να πλανάται στον αέρα, παρά τη γιορτινή ατμόσφαιρα, τα συνθήματα, τις φανταχτερές αφίσες, τα σπρωξίματα των κομματικών μπλοκ και όλα τα άλλα που παραδοσιακά βλέπουμε κάθε χρόνο. Μάλλον είναι όλ’ αυτά που δημιουργούν το αίσθημα της θλίψης, το οποίο έχει να κάνει με τη μετατροπή μιας κορυφαίας πράξης αντίστασης σε στοιχείο της εθνικής μυθολογίας, της κυρίαρχης ιδεολογίας.
Το αστικό καθεστώς είχε κάθε λόγο να ενσωματώσει το Πολυτεχνείο στην ιδεολογία του. Γιατί έτσι μόνο θα μπορούσε να ευνουχίσει το πολυσήμαντο και πολυεπίπεδο μήνυμά του. Το ίδιο έκανε κάποια στιγμή και με την ΕΑΜική Αντίσταση, σβήνοντας τον κοινωνικό της χαρακτήρα. Ενώ την επανάσταση του ΔΣΕ την τοποθέτησε σε κενοτάφιο. Οσο την είχε στο στόχαστρό της την διατηρούσε ως θέμα προς συζήτηση, τη μετέτρεπε σε πηγή μηνυμάτων και παραδειγμάτων, πράγμα που ήταν σε βάρος της.
Τι διδάσκονται σήμερα τα νέα παιδιά για το Πολυτεχνείο; Οτι ήταν ένας ξεσηκωμός της φοιτητικής νεολαίας ενάντια στη χούντα και ότι η θυσία αυτών των παιδιών δεν πήγε χαμένη, γιατί ένα χρόνο μετά αποκαταστάθηκε η δημοκρατία και έκτοτε δεν υπάρχει ανάγκη για τέτοιους ξεσηκωμούς. Αυτό είναι το νήμα που διαπερνά όλους τους μηχανισμούς της αστικής κυριαρχίας, με πρώτο και καλύτερο το σχολείο. Κι ας φωνάζουν όσο θέλουν οι διαδηλωτές «εμπρός για της γενιάς μας τα Πολυτεχνεία». Ολοι ξέρουν ότι αυτά είναι μόνο λόγια, ενώ στην πράξη οτιδήποτε ξεφεύγει από τα όρια της επαναστατικής νομιμότητας στηλιτεύεται ως τυχοδιωκτικό (στην καλύτερη περίπτωση) ή προβοκατόρικο (στη χειρότερη). Μια επαναστατική οργάνωση χρησιμοποίησε τη 17η Νοέμβρη στον τίτλο της και αυτό θεωρήθηκε ως έγκλημα καθοσιώσεως, όχι μόνο από την εξωνημένη καθεστωτική αριστερά, αλλά και από ευρέα τμήματα της οιονεί επαναστατικής αριστεράς.
Οι αντιθέσεις μιας ολόκληρης εποχής, οι πολιτικές συμπεριφορές, ο ρόλος των προδικτατορικών αστικών κομμάτων, η πλήρης εγκατάλειψη των αγωνιστών της αριστεράς από τις ηγεσίας της ΕΔΑ και του ΚΚΕ, η ιδεολογική και πολιτική κίνηση στα πανεπιστήμια, η αποχή του εργαζόμενου λαού από κάθε μορφή αντιδικτατορικής αντίστασης, όλα αυτά που προσδιόρισαν την επταετία της χούντας απουσιάζουν από τη δημόσια συζήτηση. Ετσι, το Πολυτεχνείο ξεχωρίζεται από το κοινωνικό και πολιτικό περιβάλλον που το γέννησε, συμβολοποιείται και αφυδατώνεται. Τα ίδια και τα ίδια πρόσωπα, άνθρωποι που εξαργύρωσαν την όποια αντιχουντική (και όχι επαναστατική) τους δράση με πολιτικές καριέρες, παρελαύνουν κάθε χρόνο από τις τηλεοπτικές εκπομπές, επαναλαμβάνοντας τα ίδια τετριμμένα πράγματα, κόβοντας και ράβοντας στα μέτρα της αστικής δημοκρατίας μια κορυφαία πράξη αντίστασης.
Τι κρατάμε εμείς από το Πολυτεχνείο. Κρατάμε αυτό ακριβώς το μήνυμα της αντίστασης. Κρατάμε την αποκοτιά των νέων που ύψωσαν τα στήθη τους απέναντι στις ορδές της χούντας. Κρατάμε τα επαναστατικά συνθήματα που ακούστηκαν, τραβώντας το κίνημα πέρα από το στενό αστικοδημοκρατικό ορίζοντα. Τα κρατάμε όχι ως στοιχεία μιας επαναστατικής μυθολογίας (η επανάσταση δεν έχει ανάγκη από μύθους), αλλά ως πηγή διδαγμάτων. Δεν έχουμε ανάγκη να καπηλευτούμε τίποτα. Τα μεγάλα γεγονότα ανήκουν στη συλλογική μνήμη και όχι στη μια ή την άλλη πολιτική ομάδα. Είναι ζωντανά όσο η κοινωνία που τα επικαλείται παραμένει «ζωντανή» και όχι «ψόφια».