Ζητήματα νομικά και ζητήματα πολιτικά, που σχετίζονται με το τρομο-πλαίσιο που εφαρμόζεται την τελευταία δεκαετία σε δίκες που –κατά τα άλλα– χαρακτηρίζονται ποινικές, απασχόλησαν και τη σημερινή συνεδρίαση του τρομοδικείου του Κορυδαλλού, που συνεχίστηκε με αγορεύσεις των συνηγόρων υπεράσπισης πάνω στα δυο αιτήματα και τις τρεις ενστάσεις που υποβλήθηκαν στην προηγούμενη συνεδρίαση.
Σημειώνουμε πως την ένσταση αναρμοδιότητας του δικαστηρίου, επειδή τα αδικήματα είναι πολιτικά και πρέπει να δικαστούν από Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο, όπως προβλέπει το Σύνταγμα, έχουν διατυπώσει οι συνήγοροι των μελών της ΣΠΦ, ενώ οι συνήγοροι των υπόλοιπων κατηγορούμενων δεν την έχουν υποβάλει, μολονότι αρκετοί δεν παραλείπουν να διατυπώσουν νομικές απόψεις και επ’ αυτού του ζητήματος.
Η Μαρίνα Δαλιάνη (υπεράσπιση Σακκά) διατύπωσε αρχικά μια μεθοδολογική παρατήρηση, σημειώνοντας πως η συζήτηση οποιουδήποτε άλλου αιτήματος είναι πρόωρη, όσο εκκρεμούν ενστάσεις αναρμοδιότητας και κακής σύνθεσης του δικαστηρίου. Παρά ταύτα, τα αιτήματα που αφορούν τον τρόπο είσόδου του κοινού στην αίθουσα και τη φωνοληψία-απομαγνητοφώνηση των πρακτικών μπορούν να συζητηθούν, καθόσον αφορούν τη δίκη από την έναρξή της.
Σε σχέση με την ανεμπόδιστη προσέλευση του κοινού στη δίκη, που δεν υπάρχει, επειδή στην είσοδο παρακρατούνται οι ταυτότητες και δημιουργούνται λίστες, η συνήγορος, πέρα από τη νομική ανάλυση σε σχέση με όσα προβλέπει το Σύνταγμα και ο Κώδικας Ποινικής Δικονομίας, αναφέρθηκε και στη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και ειδικά σε δυο αποφάσεις του. Στην υπόθεση Ρίπαν κατά Αυστρίας, το ΕΔΔΑ απεφάνθη πως η δημοσιότητα της δίκης περιορίζεται όταν αυτή διεξάγεται σε φυλακή και γι’ αυτό πρέπει να παίρνονται αντισταθμιστικά μέτρα. Στην υπόθεση Κράξι κατά Ιταλίας, το ΕΔΔΑ απεφάνθη πως επειδή ο κατηγορούμενος είχε υπερεκτεθεί στα ΜΜΕ και είχε πληγεί το τεκμήριο αθωότητάς του, θα έπρεπε να υπάρχει μεγαλύτερη δημοσιότητα στη δίκη του, προκειμένου να καμφθούν τα δυσμενή αποτελέσματα από την αρνητική δημοσιότητα που είχε υποστεί στη φάση της προδικασίας. Δεν είναι λοιπόν δυνατόν, κατέληξε η συνήγορος, οι συγκεκριμένοι κατηγορούμενοι, που τόσα υπέστησαν από την αρνητική δημοσιότητα κατά την προδικασία, να στερούνται της μέγιστης δημοσιότητας στη διάρκεια της δίκης, με την αποθάρρυνση όσων θέλουν να παρακολουθήσουν τη δίκη να προσέλθουν, επειδή καταγράφονται τα στοιχεία ταυτότητάς τους και δημιουργούνται λίστες.
Σε σχέση με τη φωνοληψία-απομαγνητοφώνηση των πρακτικών η Μ. Δαλιάνη ανέλυσε το νόμο που δίνει τη σχετική δυνατότητα και αναφέρθηκε στις πρακτικές πλευρές της υπόθεσης. Δεν είναι δυνατόν το ίδιο το δικαστήριο να λέει στους συνηγόρους ότι μπορούν ν’ απουσιάσουν από κάποιες συνεδριάσεις (σ.σ. προκειμένου να διεξαχθεί γρήγορα η δίκη, που αποτελεί το άγχος της προέδρου) και την ίδια στιγμή να τους στερεί το δικαίωμα να ενημερώνονται για το τι διεμείφθη στη συνεδρίαση από την οποία έλειψαν.
Τέλος, σε σχέση με την ένσταση αναρμοδιότητας λόγω πολιτικού αδικήματος, την οποία δεν υπέβαλε, διότι ο εντολέας της δεν υπήρξε μέλος της ΣΠΦ και δε θέλει να εκφέρει καμιά γνώμη για τον χαρακτήρα της οργάνωσης, η Μ. Δαλιάνη στάθηκε μόνο σε μια κραυγαλέα αντίφαση που υπάρχει ανάμεσα στη σύγχρονη «αντιτρομοκρατική» νομοθεσία και στη νομολογία των τρομοδικείων και του Αρείου Πάγου. Η νομολογία λέει πως τα αδικήματα δεν είναι πολιτικά, διότι τα μέσα της οργάνωσης δεν ήταν πρόσφορα για να βλάψουν τις θεμελιώδεις δομές του πολιτεύματος. Το άρθρο 187Α, όμως, χαρακτηρίζει «τρομοκρατική» μια οργάνωση, η οποία αποσκοπεί στο να επιφέρει πλήγματα στις θεμελιώδεις δομές του πολιτεύματος. Ετσι, τα τρομοδικεία στην αρχή απορρίπτουν την ένσταση αναρμοδιότητας με βάση τη στενή αντικειμενική θεωρία (τα μέσα της οργάνωσης δεν ήταν πρόσφορα για να βλάψουν τις θεμελιώδεις δομές του πολιτεύματος) και στο τέλος καταδικάζουν τους κατηγορούμενους με το 187Α, δηλαδή με το επιχείρημα ότι υπήρξαν μέλη «τρομοκραστικής» οργάνωσης, η οποία ανέπτυξε δράση που αποσκοπούσε να επιφέρει πλήγματα στις θεμελιώδεις δομές του πολιτεύματος!
Ο Χάρης Λαδής (υπεράσπιση Στ. Αντωνίου) αγόρευσε επί μακρόν πάνω στα δυο αιτήματα. Σημειώνουμε μια αποστροφή της αγόρευσής του πάνω στο θέμα της φωνοληψίας-απομαγνητοφώνησης των πρακτικών: Πώς θα ενημερώνομαι για μια συνεδρίαση που θα λείπω; Θα ζητώ τηλεφωνική ενημέρωση από συναδέλφους μου, που δεν μπορεί να μεταφέρει όλες τις λεπτομέρειες; ‘Η θα αναθέτω στην εντολέα μου, που δεν έχει νομικές γνώσεις, να μου κρατάει πρακτικά; Πιο αναλυτικός υπήρξε στο ζήτημα της δημοσιότητας της δίκης, αποδεικνύοντας πως εκείνο που συμβαίνει είναι μια λειψή εφαρμογή του Σωφρονιστικού Κώδικα, αφού δεν εφαρμόζονται όλα όσα ισχύουν για τους επισκέπτες των φυλακών, αλλά μόνο ο έλεγχος και η καταγραφή των στοιχείων ταυτότητας. Αυτό αποτελεί μια ακόμη απόδειξη του ότι η δίκη δεν γίνεται μέσα σε φυλακή, αλλά σε χώρο απολύτως διακριτό από τη φυλακή, που είναι καθαρά χώρος δικαστικής αίθουσας. Επικουρικά αναφέρθηκε και αυτός σε σχετική απόφαση του ΕΔΔΑ (Τιχομάτοφ κατά Αζερμπαϊτζάν).
Ο Δημήτρης Κατσαρής (υπεράσπιση Καραγιαννίδη) αναφέρθηκε στην εμπειρία ελέγχου ταυτότητας που υφίστανται κάθε πρωί και οι συνήγοροι. Σκεφθείτε τι γίνεται με το κοινό, σχολίασε, για να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι οι κατηγορούμ,ενοι δεν στερούνται μόνο του δικαιώματος στη δημοσιότητα της δίκης, αλλά και της αλληλεγγύης που θα τους προσέφεραν φίλοι και σύντροφοί τους που αποτρέπονται από το να προσέλθουν στο δικαστήριο.
Σε σχέση με τη φωνοληψία-απομαγνητοφώνηση των πρακτικών, ο συνήγορος αναφέρθηκε στα αίσχη του πρώτου δικαστήριου, που δίκασε τη γνωστή ως «υπόθεση Χαλανδρίου». Μίλησε για κοροϊδία των κατηγορούμενων και των συνηγόρων. Το δικαστήριο πήρε ομόφωνη απόφαση να μην κρατιούνται τα στοιχεία ταυτότητας στην είσοδο και μετά το διάλειμμα γύρισε και πήρε πίσω την απόφασή του. Αποφάσισε να τηρούνται μαγνητοφωνημένα πρακτικά και πήρε πίσω και αυτή την απόφαση, επικαλούμενο επικοινωνία με το υπουργείο. Να γιατί δεν καθαρογράφεται αυτή η απόφαση και θ’ αργήσει πολύ να καθαρογραφεί, κατέληξε ο Δ. Κατσαρής. Διότι δεν είναι εύκολο να δικαιολογηθούν αυτές οι υπαναχωρήσεις και η κοροϊδία. Σημείωσε, δε, ότι ο νόμος και η σύμβαση επιβάλλουν στην ιδιωτική εταιρία που έχει αναλάβει τη συγκεκριμένη δουλειά για τα πολυμελή πολιτικά δικαστήρια, να ανταποκρίνεται αμέσως, χωρίς κανένα κόστος, σε σχετικά αιτήματα που θα υποβληθούν από ποινικά δικαστήρια.
Ο Γιάννης Φωτόπουλος (υπεράσπιση Μαυρόπουλου) δήλωσε εξαρχής πως δεν πρόκειται να τοποθετηθεί επί των ενστάσεων όσο το δικαστήριο δεν έχει αποφασίσει αν είναι ή δεν είναι αρμόδιο να εκδικάσει αυτή την υπόθεση, όσο δηλαδή δεν έχει αποφανθεί αν έχει κυριαρχία στην υπόθεση. Δεν φτιάχνουμε ιμάμ μπαϊλντί, είπε χαρακτηριστικά, οπότε ανακατεύουμε όλα τα υλικά και φουρνίζουμε. Κάνουμε ποινική δίκη και υπάρχουν κανόνες. Εκανε, δε, εκτενή αναφορά σε μελέτη του καθηγητή Ανδρουλάκη, την οποία και κατέθεσε στο δικαστήριο, σε σχέση με την εξασφάλιση της λαϊκής δημοσιότητας στη δίκη, η οποία αποτελεί αρχή που κατοχυρώνεται συνταγματικά, γι’ αυτό και ο έλεγχός της γίνεται από κάθε δικαστή, δεδομένου ότι στην Ελλάδα οι Βαυαροί δεν κατάφεραν να περάσουν την ίδρυση Συνταγματικού Δικαστηρίου και επομένως υπάρχει διάχυτος έλεγχος συνταγματικότητας. Αυτός ο τόπος, κατέληξε ο συνήγορος, έχει μνήμες διώξεων όχι μόνο των πολιτικών αντιπάλων αλλά και των «συνοδοιπόρων». Γι’ αυτό και ο κόσμος φοβάται να έρθει σ’ ένα δικαστήριο όπου το όνομά του μπαίνει σε λίστα.
Η Αννυ Παπαρρούσου (υπεράσπιση Μητρούσια) ανέπτυξε την ένσταση αντισυνταγματικότητας, την οποία είχε προαναγγείλει ότι θα υποβάλει και γραπτώς στο δικαστήριο. Ο πυρήνας της εκτενούς ανάλυσης της συνηγόρου έχει να κάνει με το γεγονός ότι το 187Α αναφέρεται αόριστα σε θεμελιώδεις δομές του πολιτεύματος, ενώ υπάρχει άλλο άρθρο του Ποινικού Κώδικα, το 134Α, το οποίο ορίζει συγκεκριμένα ποιες είναι οι «θεμελιώδεις αρχές και θεσμοί του πολιτεύματος» (σε σχέση με την «εσχάτη προδοσία»). Ετσι, κατέληξε η συνήγορος, δημιουργείται ένα σοβαρό πρόβλημα ασφάλειας δικαίου, δημιουργείται απόλυτη ανασφάλεια δικαίου, γεγονός το οποίο δεν φαίνεται να ενοχλεί κανέναν.
Ο Φρ. Ραγκούσης ενημέρωσε το δικαστήριο ότι τα μέλη της ΣΠΦ δεν επιθυμούν να γίνει καμιά ένσταση ή να προβληθεί αυτοτελής ισχυρισμός σε σχέση με το νομικό χαρακτηρισμό κάποιων πράξεων, γι’ αυτό και δεν πρόκειται να αναπτύξει το θέμα, όπως είχε αρχικά ανακοινώσει. Επίσης, ανακοίνωσε ότι κανένα μέλος της ΣΠΦ δε θα υποβάλει, ούτε θα επιτρέψει να υποβληθεί εκ μέρους του αίτημα αναγνώρισης ελαφρυντικών.
Τέλος, ο εισαγγελέας Σ. Μπάγιας, σε μια επίδειξη δημοκρατικότητας και αναφερόμενος στους κανόνες της δίκαιας δίκης, ενημέρωσε ότι στη δική του αγόρευση θ’ αναφερθεί πρώτα στη νόμιμη ή όχι συγκρότηση του δικαστηρίου, διότι μόνο ένα νόμιμα συγκροτημένο δικαστήριο μπορεί ν’ αποφανθεί για όλα τα υπόλοιπα, κατόπιν στο αν το δικαστήριο είναι αρμόδιο (σε σχέση με το αν υπάρχει ή όχι πολιτικό αδίκημα) και μετά σε όλα τα υπόλοιπα ζητήματα. Ηταν μια απάντηση στα όσα είχαν επισημάνει οι συνήγοροι Μ. Δαλιάνη και Γ. Φωτόπουλος (και στην προηγούμενη συνεδρίαση ο Σπ. Φυτράκης), όμως εμείς θα εξακολουθήσουμε να μιλάμε για επίδειξη δημοκρατικότητας (με το ζόρι αποφεύγουμε να προσθέσουμε και το «τζάμπα»). Διότι το να μιλάμε για νομότυπη (και όχι δίκαιη) δίκη είναι ζήτημα ουσίας και όχι τύπων. Δεν ακούσαμε, για παράδειγμα, τον κ. Μπάγια να ενίσταται και να ζητά να συζητηθούν οι ενστάσεις μία προς μία και όχι πακέτο. Το είπε στο τέλος, όταν όλοι οι συνήγοροι είχαν ολοκληρώσει τις τοποθετήσεις τους.
Και βέβαια, θα κρίνουμε τον εισαγγελέα της έδρας από την ουσία των απόψεων που θα αναπτύξει στην επόμενη συνεδρίαση και όχι από τη σειρά με την οποία θα τις αναπτύξει. Το να τηρήσει τη σωστή δικονομική σειρά δεν κοστίζει τίποτα, ενώ το να υποστηρίξει ένα φιλελεύθερο μοντέλο εφαρμογής του ισχύοντος (αστικού) δικαίου, αντί για το τρομο-κατασταλτικό μοντέλο, απαιτεί «αρετήν και τόλμην» και… μπορεί να κοστίσει καριέρες. Ας μας πείσει ο κ. Μπάγιας ότι μοιάζει έστω και στο νυχάκι των Τερτσέτη και Πολυζωίδη ή έστω του Παύλου Δελαπόρτα, για να ‘ρθουμε σε κοντινότερες εποχές, και να είναι σίγουρος ότι θα του το αναγνωρίσουμε, όπως αναγνωρίσαμε την εντιμότητα στα μέλη της πλειοψηφίας δύο διαδοχικών τρομοδικείων για την υπόθεση του ΕΛΑ, που απέρριψαν τη ναζιστική αρχή της συλλογικής ευθύνης.
ΥΓ: Αλγεινή εντύπωση προκάλεσε ο Θ. Μαντάς (υπεράσπιση Κ. Παπαδόπουλου), ο οποίος με μια ρηχότατη αγόρευση, κοπιάροντας κακότεχνα απόψεις που είχαν ακουστεί από την πολιτική αγωγή στην πρώτη δίκη της 17Ν, ζήτησε την απόρριψη της ένστασης κακής σύνθεσης του δικαστηρίου, εμφανιζόμενος εν τοις πράγμασι ως πολιτική αγωγή εγκατεστημένη στα έδρανα της υπεράσπισης. Την ενόχλησή τους εξέφρασαν φωναχτά οι Σπ. Φυτράκης και Φρ. Ραγκούσης.
Η δίκη θα συνεχιστεί τη Δευτέρα 3 Δεκέμβρη, στις 9 το πρωί.