Σταθερή στις απόψεις της παρέμεινε η Μαίρη Μπόση και στη δεύτερη μέρα της κατάθεσής της.
Και βέβαια, αξία για το δικαστήριο δεν έχουν οι θεωρητικές απόψεις της Μπόση για την «τρομοκρατία» γενικά, αλλά συγκεκριμένα στοιχεία που εισέφερε στη διαδικασία.
Για την Μπόση, λοιπόν, δεν ισχύει η θεωρία των «συγκοινωνούντων δοχείων», που ανακατεύει όλες τις οργανώσεις ένοπλης επαναστατικής βίας και τις θεωρεί ένα πράγμα. Αυτό το στοιχειοθέτησε αναλυτικά, αναφερόμενη στον πολιτικό λόγο των οργανώσεων, αλλά και στις διαφορές στην τακτική τους.
Ηταν μάλιστα σαφής στο ότι ΕΛΑ και 1η Μάη ήταν διαφορετικές οργανώσεις πριν τη συνένωσή τους, που –κατά τη Μπόση- σηματοδότησε αλλαγή στην τακτική του ΕΛΑ. Υπήρξε επίσης σαφής στο ότι ο ΕΛΑ σταμάτησε τη δράση του το 1995. Αυτό είναι γνωστό σε όλους, είπε, και η κατάθεσή της έχει ιδιαίτερη αξία, διότι μέχρι το 1996 ήταν μέλος του επιστημονικού συμβούλιου του υπουργείου Δημόσιας Τάξης και ασχολούνταν με αυτό το θέμα.
Οταν δε ρωτήθηκε αν ο ΕΛΑ θα μπορούσε να είχε κρύψει υλικό και να συνεχίσει τη δράση του, απάντησε ότι αυτό θεωρητικά θα μπορούσε να συμβεί, όμως οι διωκτικές αρχές δεν έχουν δώσει κανένα στοιχείο που να πιστοποιεί ότι υπήρχε πρόθεση συνέχισης της δράσης του ΕΛΑ. Σε ό,τι δε αφορά τη φράση «Ο αγώνας συνεχίζεται», με την οποία έκλεινε η τελευταία προκήρυξη του ΕΛΑ, είπε πως αυτή θα μπορούσε να σημαίνει συμμετοχή σε κοινωνικούς αγώνες και όχι κατ’ ανάγκη συνέχιση της ένοπλης δράσης.
Σε ό,τι αφορά τα αρχεία της Στάζι κατέθεσε ότι κατ’ επανάληψη το επιστημονικό συμβούλιο ζήτησε ενημέρωση από την ομάδα των αστυνομικών στην οποία προΐστατο ο Διώτης, όμως ποτέ δεν τους ενημέρωσαν και πάντα τους απαντούσαν ότι τα στοιχεία ήταν ελλιπή.
Οταν ο αναπληρωτής πρόεδρος Μάμαλης τη ρώτησε πώς εξηγεί την επί οχταετία καθυστέρηση στις συλλήψεις, σημειώνοντας ταυτόχρονα ότι είναι εύλογο το παράπονο των κατηγορούμενων, ότι τα αρχεία της Στάζι έχουν μηδενική αποδεικτική αξία, η Μπόση απάντησε ότι και η ίδια έχει θέσει το ίδιο ρώτημα και το εξέφρασε και από τα ΜΜΕ. Από τη μέρα που ο Βαλυράκης τα έστειλε στη Δικαιοσύνη, το 1996, έμεινε με το αναπάντητο ερώτημα, γιατί δεν εκκαθαριζόταν η υπόθεση, είτε με συλλήψεις και παραπομπές, είτε με σταμάτημα της παραφιλολογίας που ενέπλεκε ανθρώπους.
Οταν ο ίδιος δικαστής ρώτησε αν θυμάται μήπως ο Παπαθεμελής σε τηλεοπτική εκπομπή μίλησε περί πολιτικών εκτιμήσεων και όχι μέσων ικανών για το σχηματισμό δικανικής πεποίθησης, απάντησε ότι δεν θυμάται. Σε ό,τι αφορά την αποπομπή Παπαθεμελή υπήρξε και πάλι σαφής: έφυγε για τους χειρισμούς του στη διάρκεια των αγροτικών μπλόκων.
Οταν η πρόεδρος τη ρώτησε μήπως τα όσα έλεγε ο Παπαθεμελής ήταν προϊόν πικρίας, δεν το απέκλεισε. Το μόνο που απέκλεισε ήταν η πιθανότητα να διώχτηκε ο Παπαθεμελής για να μη συνεχιστούν οι έρευνες για την τρομοκρατία.
Οταν ο Χ. Τσιγαρίδας τη ρώτησε να εκτιμήσει μήπως κάποιοι άλλοι παράγοντες έσπρωχναν σε αποπροσανατολισμό των ερευνών για την τρομοκρατία (θυμίζοντας το έργο του Τσεβά, με τις συλλήψεις της Φιλίνη και άλλων έξι, καθ’ υπόδειξη της Νικολούλη, και την προετοιμασία της σύλληψης της Μελίνας και του Τρίτση και τη συνεργασία με τον Κρυστάλλη, τον Ζήση και άλλους της ίδιας ποιότητας), απάντησε ότι εκείνο που συνέβαινε ήταν η μη σωστή συνεργασία των διάφορων υπηρεσιών που δεν οδηγούσε σε αποτελεσματικότητα.
Κατηγορηματικά αρνητική ήταν η απάντηση της Μπόση σε ερωτήματα του Κ. Αγαπίου αν τον γνωρίζει ή αν έχει οποιαδήποτε γνώση, άμεση ή έμμεση, γι’ αυτά που κατηγορείται. Οταν ο Κ. Αγαπίου τη ρώτησε πώς κρίνει το ότι το όνομά του ήταν στη λίστα των 251 από το 1993 και οι αρχές δεν βρήκαν τίποτα σε βάρος του, απάντησε πως θεωρεί ότι πρέπει η ιστορία αυτή να κλείσει με την απόφαση του δικαστήριου.
Η κατάθεση της Μπόση ήταν χρήσιμη για πολλούς λόγους. Εδωσε τη χαριστική βολή στις ψευδολογίες του Ζήση, αλλά και στη θεωρία περί της χρησιμότητας των λεγόμενων αρχείων της Στάζι. Κονιορτοποίησε τα όσα βγαίνει εδώ και χρόνια και λέει στα ΜΜΕ ο Παπαθεμελής. Απέδειξε –με τη λογική των διωκτικών μηχανισμών και όχι με τη δική μας λογική και σ’ αυτό συνίσταται η χρησιμότητά της- ότι η θεωρία των «συγκοινωνούντων δοχείων» δεν ευσταθεί, δεν μπορεί να αντέξει σε μια στοιχειώδη ανάλυση του φαινόμενου της ένοπλης δράσης. Υποστήριξε ότι ο ΕΛΑ τερμάτισε τη δράση του το 1995 και στήριξε αυτή την άποψη με μια ανάλυση που δεν μπορεί να μην πάρει υπόψη του το δικαστήριο, αν στοιχειωδώς θέλει να δείξει ότι αναζητά την αλήθεια.
Ουσιαστικά, η κατάθεση Μπόση στήριξε αυτά που υποστηρίζει ο Χ. Τσιγαρίδας σχετικά με τη δράση του ΕΛΑ, και συνολικά η υπεράσπιση για τα κωλόχαρτα της Στάζι.
Αξιοσημείωτη ήταν η παρέμβαση του εισαγγελέα Πατσή, που ζήτησε από τη Μπόση να ανασκευάσει όσα γράφει στο βιβλίο της για την τρομοκρατική φασιστική οργάνωση ΜΑΒΗ, γιατί όλα ήταν μια προβοκάτσια των Αλβανών. Βλέπετε, ο Πατσής συνέταξε την πρόταση προς το Συμβούλιο Εφετών για την απαλλαγή των ΜΑΒΗτών και το ‘χει απωθημένο.
Αυτή, όμως, είναι μια άλλη ιστορία, που πιστεύουμε ότι τα παιδιά του «Ιού» θα την ξετινάξουν πολύ καλύτερα από εμάς.