Πράκτορας; Μάλλον πρέπει να αναθεωρήσουμε τον χαρακτηρισμό για τον Ζήση. Πρακτοράκος της συμφοράς είναι ο άνθρωπος. Της πλάκας, της σφαλιάρας, πώς αλλιώς να το πούμε;
Χτές το μεσημέρι ζήτησε να διακοπεί η συνεδρίαση για να ανασυγκροτηθεί. Είχε περιέλθει σε τόσο απελπιστική θέση από την εξέταση-σφυροκόπημα του Χ. Τσιγαρίδα, που αναζήτησε ένα μεγάλο διάλειμμα μπας και μπορέσει να συνέλθει λίγο.
Μάταια, όμως, γιατί από τα πρώτα λεπτά της σημερινής συνεδρίασης κατέρρευσε πάλι.
Στην πρώτη κιόλας ερώτηση του Χ. Τσιγαρίδα κατέφυγε και πάλι στο γνωστό «δεν κάνω διάλογο με τρομοκράτες», ξεχνώντας ο άθλιος πως είναι μάρτυρας και είναι υποχρεωμένος να απαντά. Χώρια που διακινδύνευσε να ακούσει για μια ακόμα φορά την ατάκα του Τσιγαρίδα: «Είναι τιμή για μένα να με κατηγορεί ο Ζήσης».
Ας δούμε -σε συντομία και επιλεκτικά, δυστυχώς- τι προέκυψε από τη συνέχεια του σφυροκοπήματος Τσιγαρίδα. Αναφέρεται ο Τσιγαρίδας σε άρθρο της «Καθημερινής» το 1989, που αποκαλύπτει έγγραφο της «Στάζι» με το οποίο η υπηρεσία ζητάει από τους πράκτορές της και από δυτικές υπηρεσίες πληροφορίες για τον ΕΛΑ και τη 17Ν, για τον οπλισμό τους, τη δράση τους κ.λπ. Ο Ζήσης, ο μέγας ερευνητής, που τα ξέρει όλα, δηλώνει ότι δεν έχει υπόψη του το δημοσίευμα και να ρωτήσει την «Καθημερινή».
Τί να πει; Το έγγραφο αυτό αποδεικνύει ότι η Στάζι το 1989, όταν άνθρωποί της ήδη παζαρεύουν με τους Αμερικάνους να τους πουλήσουν τα αρχεία, όπως αποκαλύφτηκε αργότερα, δεν έχει ιδέα τι γίνεται με τις ελληνικές ένοπλες οργανώσεις. Ο κατά τα άλλα παντογνώστης Ζήσης «δεν το είχε υπόψη του», γιατί αυτό το έγγραφο καταρρίπτει τη θεωρία ότι ο ΕΛΑ δούλευε για λογαριασμό της Στάζι.
Ρωτάει ο Τσιγαρίδας τον Ζήση αν θυμήθηκε επιτέλους να φέρει την απάντηση που υποτίθεται ότι του έδωσε το 1994 η Γερμανική Βουλή, που υποτίθεται ότι του χορήγησε τα αρχεία. Και παίρνει -επιτέλους- την απάντηση, ότι δεν έχει κανένα απαντητικό έγγραφο. Οπως δεν είχε και τις αιτήσεις που υπέβαλε, γιατί λέει αυτές τις είχαν οι γερμανικές υπηρεσίες (κι αυτός ο άσχετος δεν κράτησε αντίγραφα με τον αριθμό πρωτοκόλλου πάνω, όπως κάνει ο καθένας που υποβάλει μια αίτηση σε κάποια υπηρεσία). Κατά τη θεωρία του, λοιπόν, ο Ζήσης έκανε μια αίτηση και οι Γερμανοί του είπαν προφορικά, έλα πάρε όποια αρχεία θέλεις! Τόσο απλά. Του έδωσαν απόρρητα έγγραφα, που οι ίδιοι ακόμα τα διερευνούσαν, χωρίς να του δώσουν κανένα έγγραφο που να λέει «κατόπιν αιτήσεώς σας σας χορηγούμε αντίγραφα των τάδε και τάδε εγγράφων». Δηλαδή, ένα τόσο οργανωμένο κράτος, όπως η Γερμανία, δεν έκανε αυτό που κάνει ακόμα και το κοινοτικό γραφείο της Ανωκάτω Κωλοπετεινίτσας!
Ας σημειωθεί πως ο Νηστικάκης -όπως ο ίδιος έχει καταθέσει- ζήτησε τα ίδια αρχεία το 1993 και δεν του τα έδωσαν, αλλά του είπαν να τα ζητήσει με τη διακρατική διαδικασία της δικαστικής συνδρομής. Αλλο Νηστικάκης, όμως, και άλλο Ζήσης!
Χτες ο Ζήσης έλεγε ότι πήρε τα αρχεία από τη γραμματέα του προέδρου της Εξεταστικής Επιτροπής της Γερμανικής Βουλής, σήμερα λέει ότι ο πρόεδρος τον έστειλε στους Πράσινους και από αυτούς πήρε τα αρχεία. Ο Τσιγαρίδας εντοπίζει και σημειώνει με έμφαση την αντίφαση και ο Ζήσης απαντά: «Πού να θυμάμαι μετά από 15 χρόνια από ποιον πήρα τα έγγραφα;». Για την πρόεδρο, το δικαστήριο και τους εισαγγελείς δεν τρέχει τίποτα.
Ρωτάει ο Τσιγαρίδας τον Ζήση να επιβεβαιώσει προηγούμενη δήλωσή του, ότι υπάρχουν έγγραφα που αποδεικνύουν ότι ο Βάινριχ ήταν πράκτορας της Στάζι και ο Ζήσης επιβεβαιώνει. Του ζητάει να υποδείξει ποιο είναι αυτό το έγγραφο και ο Ζήσης κερώνει. Πλήρης απάθεια και πάλι από το δικαστήριο και τους εισαγγελείς.
Αποκαλύπτει ο Τσιγαρίδας ότι ο Ζήσης κατέθεσε ένα από τα περιβόητα έγγραφα φροντίζοντας να αφαιρέσει μια σελίδα από τη μετάφραση, που έγραφε: «Ονομα: Αντριου, Ψευδώνυμο: Τσιγαρίδας, Δεν γνωρίζουμε τίποτα γι’ αυτόν». Παθαίνει ταράκουλο ο Ζήσης και ο ιδρώτας που κυλάει από το σβέρκο του φαίνεται ακόμα και από το βίντεο γουόλ στο κέντρο τύπου του Κορυδαλλού. Πάλι απάθεια από το δικαστήριο.
Αναφέρεται ο Τσιγαρίδας σε δημοσίευμα του «Αντί», που υποδείκνυε ως αναμεμιγμένο με την τρομοκρατία τον πρώην υπουργό και βουλευτή του ΠΑΣΟΚ Κώστα Τσιγαρίδα και η πρόεδρος απαγορεύει την ερώτηση και κάθε άλλη που αναφέρεται σε πρόσωπα εκτός δίκης. Η αξιοπιστία του Ζήση, προφανώς, δεν πρέπει να ελεγχθεί. Αυτός μπορεί να έχει πει του κόσμου τα ψέματα για ένα σωρό ανθρώπους, να έχουν αποδειχτεί αυτά δικαστικώς, όμως για τον Αγαπίου και τον Τσιγαρίδα λέει αλήθεια. Αυτοί πρέπει να καταδικαστούν και επειδή άλλα στοιχεία δεν υπάρχουν καλός είναι και ο Ζήσης.
Ο Χ. Τσιγαρίδας έκανε ένα πολύ έξυπνο τρικ. Εφτιαξε στον υπολογιστή -με το Photoshop, όπως είπε- ένα έγγραφο που έγραφε «ΝΑΜΕ OF ANDREW ZISIS», το οποίο ήταν ακριβώς ίδιο με το υποτιθέμενο σημείωμα του Βάινριχ που έγραφε «ΝΑΜΕ OF ANDREW TSIGARIDAS». Το έδειξε και στον Ζήση και στο δικαστήριο, δίνοντάς τους για σύγκριση και το έγγραφο που υπάρχει στη δικογραφία. Κανένας δεν μπορούσε να διαπιστώσει καμιά διαφορά. Ο Ζήσης αναγκάστηκε να πει ότι το θεωρεί πλαστό μόνο επειδή του το έδωσε ο Τσιγαρίδας.
Δικαστές και εισαγγελείς «πάγωσαν» εξετάζοντας το έγγραφο, γιατί κατάλαβαν πόσο εύκολο είναι να κατασκευαστούν τέτοια κωλόχαρτα, που δεν φέρουν καν μια σφραγίδα ότι αποτελούν γνήσια αντίτυπα από κάποιο πρωτότυπο.
Τότε η πρόεδρος νόμισε ότι βρήκε την πολύ έξυπνη ερώτηση που θα αποστόμωνε τον Τσιγαρίδα. Το μόνο που κατάφερε, όμως, ήταν να αποκαλύψει -για μια ακόμη φορά- τις μύχιες σκέψεις της. Ρώτησε τον κατηγορούμενο αν η θέση του είναι πως πρέπει να θεωρηθούν πλαστά τα επίσημα έγγραφα της Γερμανικής Βουλής. (Αλήθεια, πώς ήξερε η πρόεδρος ότι τα έγγραφα που κουβάλησε ο Ζήσης ήταν γνήσια της Γερμανικής Βουλής; Και πώς διαπίστωσε ότι αυτά τα έγγραφα έλεγαν αλήθεια;).Η απάντηση του Χ. Τσιγαρίδα ήταν σαφέστατη: Η Γερμανική Βουλή κρατάει όσα από αυτά τα έγγραφα κρατάει σαν αρχειακό υλικό, για να τα διερευνήσει κ.λπ. Κανένα δικαστήριο στην Ευρώπη, όμως, δεν έχει αποδεχτεί ως αποδεικτικό υλικό αυτά τα αρχεία, γιατί προέρχονται από περισσότερες της μιας μυστικές υπηρεσίες και κανείς δεν ξέρει τι είναι αληθινό και τι κατασκευασμένο.
Εμένα δεν με ενδιαφέρει να αποδείξω την αθωότητά μου, κατέληξε ο Χ. Τσιγαρίδας. Με ενδιαφέρει να αποδείξω ότι δεν υπήρξα πράκτορας της Στάζι και ότι ο ΕΛΑ δεν είχε συνεργασία με καμιά μυστική υπηρεσία. Οσο για τον Ζήση, ήρθε εδώ, πέταγε χαρτιά δεξιά-αριστερά, τη μια μέρα έλεγε κάτι και την άλλη το ακριβώς αντίθετο και σας διαβεβαιώνω ότι δεν ξέρει λέξη γερμανικά, εκτός από το «χάιλ Χίτλερ».
Ο Κ. Αγαπίου, που πήρε το λόγο αμέσως μετά, δήλωσε ότι δεν προτίθεται να νομιμοποιήσει μια διαδικασία όπου ο κάθε Ζήσης θα έρχεται ως κομιστής εγγράφων μυστικών υπηρεσιών, που θέλουν να προκαλέσουν πολιτική αποσταθεροποίηση ή να ενοχοποιήσουν συγκεκριμένους ανθρώπους, και το δικαστήριο θα μετατρέπεται σε διεκπεραιωτικό όργανο, ξεσκονίζοντας αυτά τα έγγραφα, πετώντας κάποια και κρατώντας κάποια άλλα, όχι για να ανακαλύψει την αλήθεια, αλλά για να κατασκευάσει μια σιδερωμένη αλήθεια. Εκανε στο Ζήση μια και μοναδική ερώτηση: Πώς ονομάζεστε, κύριε; Ζήσης Βασίλειος, απάντησε αυτός. Ηταν το μόνο αληθινό πράγμα που είπατε τόσες μέρες σ’ αυτή την αίθουσα, ήταν η ευστοχότατη ατάκα του Κ. Αγαπίου.
Ο Χ. Τσιγαρίδας κατάφερε με μια εξέταση που κράτησε σχεδόν πέντε ώρες να ξετινάξει τον Ζήση και να τον αποκαλύψει σαν ένα πρακτοράκο της αράδας, που τον έστειλαν στο δικαστήριο για να κάνει τη βρόμικη δουλειά που κανένας από τους ανθρώπους των διωκτικών μηχανισμών δεν ήθελε να κάνει. Οσο και αν προσπάθησε η πρόεδρος να προστατεύσει τον πρακτοράκο, δεν κατάφερε να αποσοβήσει την πλήρη κατάρρευσή του.
Είναι χαρακτηριστικό ότι οι συνήγοροι της πολιτικής αγωγής του έδωσαν ένα ακόμα ηχηρό χαστούκι, αρνούμενοι να κάνουν σχόλια επί της κατάθεσής του. Τον θεώρησαν δηλαδή εντελώς αναξιόπιστο για να στηρίξουν σ’ αυτόν τις απόψεις που υποστηρίζουν στη δίκη, για να στηρίξουν την κατηγορία. Ο μόνος από την πολιτική αγωγή που έκανε σχόλιο ήταν ο Ευαγγελάτος κι αυτός όχι για να υπερασπιστεί τα όσα είπε ο Ζήσης, αλλά για να τον καταγγείλει, υπερασπιζόμενος το ΠΑΣΟΚ και τον Κόκκαλη από όσα λέει εδώ και χρόνια ο Ζήσης. Χαρακτήρισε όλα τα σχετικά γραπτά του ως προϊόντα χαλκείου εντός και εκτός Ελλάδας. Ετσι, επιβεβαίωσε εμμέσως πλην σαφώς αυτό που λίγο πριν είχε πει απευθυνόμενος προς το δικαστήριο ο Χ. Τσιγαρίδας: «Εχετε ένα πρόβλημα. Αν θεωρήσετε τον Ζήση αξιόπιστο, πρέπει να δεχτείτε όλα όσα λέει. Και για το ΠΑΣΟΚ και για τον Κόκκαλη και για εμάς. Δεν μπορείτε να δεχτείτε επιλεκτικά μόνο όσα σας βολεύουν σε αυτή τη δίκη. ‘Η θα τα δεχτείτε όλα ή θα τα απορρίψετε όλα».
Οι συνήγοροι υπεράσπισης στα δικά τους σχόλια θύμισαν το σύνολο της κατάθεσης Ζήση και τα όσα κατά καιρούς έχει γράψει, υπενθυμίζοντας στους εισαγγελείς της έδρας ότι όχι μόνο έπαινο δεν έπρεπε να κάνουν στον Ζήση (τον έπαινο είχε κάνει ο Πατσής την πρώτη μέρα της κατάθεσης του Ζήση), αλλά έπρεπε να διατάξουν την κράτησή του για το αδίκημα της ψευδορκίας.
Δυστυχώς ο χώρος δεν μας επιτρέπει να παραθέσουμε το σύνολο των σχολίων τους και δυστυχέστερα δεν υπάρχουν πρακτικά για να σας παραπέμψουμε σ’ αυτά. Σημειώνουμε μόνο πως τον χαρακτήρισαν «επαγγελματία ψευδομάρτυρα» και «πράκτορα μυστικών υπηρεσιών», χωρίς η πρόεδρος να τολμήσει να διακόψει κανέναν και καμία, ενώ ο ίδιος ο Ζήσης καθόταν απέναντί τους, στα έδρανα της πολιτικής αγωγής, και λουζόταν τους χαρακτηρισμούς που έπεφταν σαν το χαλάζι και τα επιχειρήματα που διαδέχονταν το ένα το άλλο, απαθής και ανέκφραστος. Το έχει συνηθίσει φαίνεται.
Στο δικό του σύντομο σχόλιο ο Χ. Τσιγαρίδας κάλεσε το δικαστήριο να ξεκαθαρίσει από τώρα τη στάση του όχι μόνο έναντι του Ζήση, στον οποίο πρέπει να ασκηθεί δίωξη για ψευδορκία, αλλά και έναντι των λεγόμενων αρχείων Στάζι, τα οποία πρέπει να πετάξει σαν κουρελόχαρτα.
Σχόλιο έκανε και ο Κ. Αγαπίου, το οποίο δημοσιεύουμε σε χωριστό πλαίσιο, γιατί ήταν η πιο αναλυτική τοποθέτησή του στη μέχρι τώρα διαδικασία.
Από μένα δεν θα πάρετε δήλωση αποκήρυξης
Σχολιάζοντας την κατάθεση Ζήση ο Κ. Αγαπίου αναφέρθηκε στο επί δεκαετία ιστορικό της υπόδειξής του ως μέλος του ΕΛΑ. Αναφέρθηκε στην υπόδειξη άλλου ατόμου, που επίσης λέγεται Κώστας Αγαπίου, που τον «έκραξε» ο Ζήσης δίνοντας τη διεύθυνσή του, για να πλακώσουν και να τον πολιορκούν τα κανάλια, αναγκάζοντάς τον να κάνει μήνυση για να γλιτώσει.
Αναφέρθηκε σε άλλα μυθεύματα, όπως στα υποτιθέμενα ταξίδια του στο Παρίσι (το 1973 πρωτοπήγα στο Παρίσι, είπε) ή στην Κούβα με τον Γιωτόπουλο ή στη Σαντορίνη όπου υποτίθεται ότι δούλευε σαν αρχιτέκτονας μαζί με τον Τσιγαρίδα (ενώ ο ίδιος έχει πάει μέχρι το τρίτο έτος στο Πολυτεχνείο, ποτέ δεν άσκησε το επάγγελμα του μηχανικού και τυχαίνει να μην έχει επισκεφτεί ποτέ τη Σαντορίνη.
Ακόμη, στο παραμύθι που πούλησε ο Ζήσης, για το τσαντάκι του Ψυχογιού που βρέθηκε κοντά στον τόπο της εκτέλεσης του Μάλλιου και είχε μέσα το τηλέφωνο του Αγαπίου. Πού είναι αυτό το τσαντάκι, φέρτε το να το δούμε, είπε γελώντας πικρά, για να συμπληρώσει: Ολως τυχαίως, συμβαίνει να μην έχω αποκτήσει ποτέ τηλέφωνο στο όνομά μου στην Ελλάδα.
Ρωτάτε -είπε- γιατί επέλεξαν εμένα. Γιατί, όμως, ρωτάτε εμένα και όχι αυτούς που με επέλεξαν; Ισως ήμουν βολικός γι’ αυτούς. Μετά την πτώση της χούντας συνειδητά δεν εντάχθηκα πουθενά, ενώ θα μπορούσα να ενταχθώ. Υπήρξα πάντοτε αντίθετος με την κυρίαρχη τάξη και αυτό δεν το έκρυψα. Ημουν αντίθετος στο καθεστώς και τότε που ανήκα σε οργανώσεις -και πριν τη δικτατορία και στη διάρκειά της- και τότε που δεν ανήκα σε οργανώσεις. Δεν ήμουν σε οργανώσεις, δεν έχω οικογένεια, η ζωή που έκανα δεν συνάδει με τη δική τους αντίληψη περί κοσμιότητας.
Από το 1945 η ίδια υπηρεσία κατασκευάζει σκευωρίες, είτε για να αποσταθεροποιήσει την υπάρχουσα κοινωνικοπολιτική κατάσταση είτε για να εξοντώσει συγκεκριμένους ανθρώπους. Στήνουν σκευωρίες, σέρνουν ανθρώπους στα δικαστήρια και δεν τους αρκεί να αποδείξεις ότι δε στέκεται τίποτα σε βάρος σου, θέλουν να τους κάνεις και κάποια δήλωση αποκήρυξης. Από μένα δεν θα βγάλετε δήλωση αποκήρυξης, αν ήμουν στον ΕΛΑ, στο ΕΑΜ, στον ΕΛΑΣ ή οπουδήποτε αλλού. Αυτό να το ξεχάσετε.
Στη συνέχεια κλήθηκε να καταθέσει η Μαίρη Μπόση (δεν χρειάζεται συστάσεις). Στα πρώτα δέκα κιόλας λεπτά της κατάθεσής της είχε «αδειάσει» και τον Ζήση και τον Παπαθεμελή. Ιδού τί είπε, συνοπτικά:
Η «απόρρητη έκθεση για την τρομοκρατία» δεν έχει συνταχθεί από το περιβόητο επιστημονικό συμβούλιο, στο οποίο συμμετείχε και η ίδια από το 1994 μέχρι το 1996. Πριν ακόμα αναλάβει υπουργός Δημόσιας Τάξης ο Παπαθεμελής, τον Οκτώβρη του 1996, και πριν συγκροτήσει το επιστημονικό συμβούλιο, μερικούς μήνες αργότερα, γινόταν συζήτηση στα ΜΜΕ για τα αρχεία της Στάζι.
Κατέληξαν ότι πρέπει να ψάξουν την υπόθεση κι αν είναι ορθή να υπάρξει παραπομπή στη Δικαιοσύνη, αν όχι να καθαριστούν τα ονόματα των ανθρώπων για τους οποίους γινόταν λόγος. Δούλεψαν μυστικά την υπόθεση και το 1996 ο Βαλυράκης, που είχε αντικαταστήσει τον Παπαθεμελή, έστειλε το φάκελο στον ανακριτή. Το επιστημονικό συμβούλιο και η ίδια ουδέποτε ήρθαν σε επαφή με τα αρχεία της Στάζι. Αυτά τα χειρίστηκε αποκλειστικά η Αντιτρομοκρατική και ο αρμόδιος εισαγγελέας.
Η ίδια έμεινε με την απορία γιατί αυτή η υπόθεση δεν έκλεισε δικαστικά, είτε με παραπομπές είτε με καθάρισμα των ονομάτων που σπιλώνονταν.
Ο Παπαθεμελής έφυγε από το υπουργείο για αποτυχημένους χειρισμούς στην εξέγερση των αγροτών. Η ίδια δεν μπορεί να καταλάβει γιατί βγήκε στα κανάλια και έλεγε ότι αποπέμφθηκε για να σταματήσει η έρευνα για την τρομοκρατία. Τα όσα αναφέρει η «απόρρητη έκθεση Παπαθεμελή» δεν προέρχονται από το επιστημονικό συμβούλιο που είχε συσταθεί στο υπουργείο. Ο Παπαθεμελής έκανε αρκετά ταξίδια στο εξωτερικό. Ορισμένα αφορούσαν και τα αρχεία της Στάζι. Ποτέ δεν έδωσε στοιχεία στο επιστημονικό συμβούλιο.
Κανείς υπουργός Δημόσιας Τάξης, όλων των κυβερνήσεων, δεν παρεμπόδισε τις έρευνες για την τρομοκρατία, κανείς δεν συγκάλυψε, όπως ισχυρίζεται ο Ζήσης. Σε ό,τι αφορά τον ΟΕΛΑ (Οργάνωση Επαναστατικής Λαϊκής Αλληλεγγύης, που ανέλαβε την ευθύνη για την απόπειρα κατά του Σαουδάραβα πρεσβευτή και την έκρηξη στο μπαρ «Οσκαρ» στη Γλυφάδα) η ίδια είχε αρχικά την άποψη ότι πρόκειται για ξένη και όχι ελληνική οργάνωση και το έχει γράψει σε βιβλίο της.
Στη συνέχεια, μετά από χιλιάδες δημοσιεύματα που υπήρξαν, της έχουν δημιουργηθεί και αυτής ερωτηματικά και περιμένει από το δικαστήριο να της τα απαντήσει. (Στο σημείο αυτό η πρόεδρος αναρωτήθηκε πώς μπορεί να τα ξεκαθαρίσει το δικαστήριο, όταν δεν το βοηθούν οι ειδήμονες; Ελα ντε!).
Μετά απ’ αυτά, η πρόεδρος το γύρισε στο καλαματιανό και άρχισε να ρωτάει τη Μπόση γενικά περί τρομοκρατίας, για τα αίτια γέννησης του φαινομένου κ.λπ. για να εισπράξει μια φτηνιάρικη ψευδοκοινωνιολογική ανάλυση, η οποία θα συνεχιστεί και στην επόμενη συνεδρίαση.