Με την έναρξη της διαδικασίας ο πρόεδρος ανακοίνωσε την απόρριψη (και) της ένστασης για μη νόμιμη συγκρότηση του δικαστήριου (τρομονόμος Πετσάλνικου), χωρίς να πει κανένα σκεπτικό. Αμέσως μετά, η συνήγορος του Χρ. Τσιγαρίδα Μαρίνα Δαλιάνη ανέπτυξε μια άλλη ένσταση, περί αναρμοδιότητας του συγκεκριμένου δικαστήριου, που ξεκινούσε από το πραγματικό γεγονός ότι για μεν τους Τσιγαρίδα, Αγαπίου, Κανά, Αθανασάκη, Κασίμη, που κατηγορούνται μόνο για εκρήξεις, αρμόδιο δικαστήριο είναι το Μικτό Ορκωτό, για δε τον Σερίφη, που κατηγορείται και για «συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση», με βάση τον τρομονόμο, αρμόδιο θα μπορούσε να είναι το παρόν δικαστήριο. Η συνήγορος μίλησε με νομική επιχειρηματολογία και κάλεσε το δικαστήριο, αν θέλει να αποκαταστήσει τη δικονομική τάξη, να προχωρήσει τουλάχιστον στο διαχωρισμό των υποθέσεων και να παραπέμψει τους πέντε στο αρμόδιο δικαστήριο, το Μικτό Ορκωτό.
Η Μ. Δαλιάνη συνέχισε αναπτύσσοντας την ένσταση αναρμοδιότητας με βάση τον πολιτικό χαρακτήρα των αδικημάτων που δικάζονται. Προβληματιστήκαμε –είπε η συνήγορος- αν θα έπρεπε και πάλι να υποβάλουμε τη συγκεκριμένη ένσταση, η οποία είχε υποβληθεί στις δυο προηγούμενες δίκες και απορρίφθηκε. Καταλήξαμε πως πρέπει να την υποβάλουμε και πάλι, επειδή δικάζονται αδικήματα που υπάγονται καθαρά στη σφαίρα της πολιτικής παραβατικότητας και υπάρχει το Σύνταγμα που προβλέπει το πολιτικό έγκλημα. Η συνήγορος αναφέρθηκε εκτενώς στην έννοια του πολιτικού αδικήματος και στην τάση που έχει αναπτυχθεί, στο πλαίσιο του «πολέμου κατά της τρομοκρατίας», να αποπολιτικοποιείται κάθε μορφή αντιβίας στην κρατική βία. Ολες οι βίαιες πολιτικές δράσεις αποκαλούνται «τρομοκρατία» και τα συναφή αδικήματα μεταφέρονται αυτόματα στη σφαίρα του κοινού ποινικού δικαίου.
Περνώντας από το γενικό στο συγκεκριμένο, η Μ. Δαλιάνη μίλησε αναλυτικά για τον χαρακτήρα της δράσης του ΕΛΑ. Ηταν μια δράση –είπε- που υπάκουε σ’ ένα ιδεολογικό πρόταγμα, ένα επαναστατικό πρόταγμα, που σκοπό είχε να εμπεδώσει στην κοινωνία την ανάγκη της ανατροπής. Σε αντιστοιχία με αυτό το πρόταγμα ήταν και η επιλογή των στόχων. Κρατικές υπηρεσίες και δυνάμεις καταστολής ήταν αποκλειστικά οι στόχοι.
Την ένσταση αναρμοδιότητας υποστήριξε με σύντομη επιχειρηματολογία ο διορισμένος συνήγορος του Κ. Αγαπίου, Ε. Βλαντής.
Η Γιάννα Κούρτοβικ, συνήγορος υπεράσπισης του Γ. Σερίφη, είπε πως και μόνο η θέση των δικηγόρων στα έδρανα της υπεράσπισης τους επιβάλλει να εναντιωθούν στην αντισυνταγματικότητα του τρομονόμου. Από την πλευρά του Γ. Σερίφη τίθεται η ένσταση αναρμοδιότητας με ένα διαφορετικό σκεπτικό απ’ αυτό που τέθηκε από την πλευρά του Χρ. Τσιγαρίδα. Η Γ. Κούρτοβικ αναφέρθηκε αναλυτικά στην κατάργηση της αρμοδιότητας των Μικτών Ορκωτών για μια σειρά αδικήματα, που αποτελεί πράξη αντισυνταγματική. Στόχος αυτής της ρύθμισης –είπε- είναι να μην υπάρχει το στοιχείο της λαϊκής συμμετοχής, το στοιχείο της συμμετοχής του πολίτη, στην εκδίκαση υποθέσεων που έχουν πολιτική σημασία. Επιπλέον, η συγκεκριμένη νομική διάταξη θεσπίστηκε για να εκδικαστούν υποθέσεις που σχετίζονται με τη δράση δυο συγκεκριμένων οργανώσεων, της 17Ν και του ΕΛΑ, δράση που είχε συντελεστεί και μάλιστα στην περίπτωση του ΕΛΑ είχε ολοκληρωθεί, και επομένως έγινε νόμος με αναδρομική ισχύ, πράγμα που είναι ευθέως παράνομο. (Σ’ αυτό το σημείο της αγόρευσης της Γ. Κούρτοβικ, ο Κ. Αγαπίου πετάχτηκε πάνω και μ’ ένα «τί είναι αυτά τα πράγματα» αποχώρησε προσωρινά. Ο Α. Κανάς διέκοψε τη συνήγορο με σκαιό τρόπο, αλλά ψύχραιμη η Γ. Κούρτοβικ τον έβαλε στη θέση του λέγοντάς του: «Κύριε Κανά, έχετε ασυλία επειδή βρίσκεστε στη θέση που βρίσκεστε. Αν βρισκόσασταν αλλού, τότε και η απάντησή μου θα ήταν διαφορετική»).
Για τον Γ. Σερίφη –συνέχισε η συνήγορος- δεν υπάρχει αδίκημα, δεν υπάρχει κατηγορία, είναι ντροπή που βρίσκεται εδώ μέσα και επομένως δεν μας ενδιαφέρει αυτή η διάσταση, γι’ αυτό και θέτουμε μόνο τα δικονομικά ζητήματα. Ομως, για λόγους αρχών πρέπει να αναφερθούμε και στα υπόλοιπα ζητήματα. Επιπλέον, και για τον Γ. Σερίφη υπάρχει η διάσταση της πολιτικής σκοπιμότητας, χάριν της οποίας κατασκευάζονται αυτά τα κατηγορητήρια. Και με αυτή την έννοια, λοιπόν, πρέπει να πούμε ότι το Σύνταγμα απαιτεί οι πολιτικές υποθέσεις να δικάζονται από τα Μικτά Ορκωτά.
Στο ίδιο θέμα αναφέρθηκε και η Δάφνη Βαγιανού (υπεράσπιση Σερίφη), η οποία επέμεινε ιδιαίτερα στη σημασία της συμμετοχής ενόρκων στα Μικτά Ορκωτά Δικαστήρια. Στην περίπτωση Σερίφη, για παράδειγμα, οι πολίτες δικαστές θα μπορούσαν να προσμετρήσουν πολύ καλύτερα, με μεγαλύτερη ευαισθησία, την ιστορική διαδρομή του συγκεκριμένου ανθρώπου, τη δράση του ως συνδικαλιστή.
Ο Κ. Αγαπίου διάβασε ως δική του δήλωση ένα κείμενο για συλλογή υπογραφών, που περιλαμβάνει τη δική του θέση για τη δίκη. Μιλά για «δήθεν δίκη του ΕΛΑ», που κατασκευάστηκε από την Αντιτρομοκρατική με έξι κατασκευασμένους μάρτυρες και ονομάστηκε «δίκη του ΕΛΑ» από την «αυθαίρετη χρησιμοποίηση της αυθόρμητης ομολογίας του Χρ. Τσιγαρίδα». Αναφέρθηκε σε πραγματικά στοιχεία από την προηγούμενη δίκη, ενώ επιτέθηκε στο κίνημα αλληλεγγύης κατηγορώντας το ότι συνεργεί με τις διωκτικές αρχές!!
Ο Α. Κανάς επέλεξε να επιτεθεί στους συνηγόρους υπεράσπισης, λέγοντας ότι αυτοί είναι που υποστηρίζουν το κατηγορητήριο και όχι οι συνήγοροι πολιτικής αγωγής! Επιτέθηκε δε χυδαία ενάντια στη Γιάννα Κούρτοβικ καλώντας την «να πάει να υπερασπιστεί τον Κουφοντίνα»!! Δήλωσε ότι θεωρεί το δικαστήριο αρμόδιο και θέλει να τον δικάσει και να τον αθωώσει, γιατί δεν θεωρεί τον εαυτό του πολιτικό κρατούμενο. «Εγώ δεν έχω καμιά σχέση ούτε με τους Ξηρούς, ούτε με τους Κουφοντίνηδες, ούτε με τον Ντερτιλή», είπε!!!
Ο τακτικός εισαγγελέας Μ. Ανδριωτέλλης πρότεινε την απόρριψη της ένστασης, με το αιτιολογικό ότι δεν υπάρχουν πολιτικά εγκλήματα, αλλά εγκλήματα του κοινού ποινικού δικαίου, υποστηρίζοντας τη στενή αντικειμενική θεωρία (σύμφωνα μ’ αυτή, το μόνο πολιτικό έγκλημα είναι η εσχάτη προδοσία και οι προπαρασκευαστικές της πράξεις), χωρίς ιδιαίτερη νομική επιχειρηματολογία και χωρίς να απαντήσει επί της ουσίας στην επιχειρηματολογία των συνηγόρων υπεράσπισης. Οσον αφορά το σκέλος της ένστασης, που αφορά την ανυπαρξία συνάφειας ανάμεσα στα εκδικαζόμενα αδικήματα, είπε εμμέσως πλην σαφώς ότι ατύπως θα εξεταστεί και το αδίκημα της συμμετοχής στον ΕΛΑ!!!
Στις δευτερολογίες τους οι συνήγοροι υπεράσπισης εμπλούτισαν την επιχειρηματολογία τους. Σημειώνουμε τη δευτερολογία της Μ. Δαλιάνη, που ασχολήθηκε με την πλευρά της ένστασης με την οποία ασχολήθηκε ελάχιστα ο εισαγγελέας και συγκεκριμένα με την έλλειψη συνάφειας ανάμεσα στα αδικήματα για τα οποία κατηγορείται ο εντολέας της και σ’ αυτά για τα οποία κατηγορείται ο Γ. Σερίφης. Θα είναι ευθέως αντιδικονομικό –είπε- να εξετάσει το δικαστήριο το αδίκημα της συμμετοχής για τον Χρ. Τσιγαρίδα, όταν αυτό εκκρεμεί ενώπιον άλλου δικαστήριου. Αν το κάνει, τότε θα παραβιάσει και προηγούμενη απόφασή του, με την οποία απέρριψε το αίτημα της αναβολής της συγκεκριμένης υπόθεσης μέχρι να τελεσιδικήσει η προηγούμενη. Εθεσε, δηλαδή, το δικαστήριο μπροστά στην αξεδιάλυτη αντίφαση που περιλαμβάνει το ίδιο το παραπεμπτικό βούλευμα. Πρόσθετη επιχειρηματολογία σ’ αυτό το ζήτημα εισέφερε η Γ. Κούρτοβικ.
Η Δ. Βαγιανού με διεισδυτικό τρόπο απέδειξε πως η συνταγματική αναφορά στο «πολιτικό έγκλημα» έχει καταντήσει ένα ευλαβές εικόνισμα, μια αντίκα χωρίς καμιά πρακτική χρήση. Με προσέγγιση κοινωνιολογική και πολιτική αναφέρθηκε στους πολιτικούς ανταγωνισμούς, στην πολιτική δράση των ανθρώπων, στην παραβατικότητα που αναπτύσσεται κατά την εξέλιξή τους, για να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι δεν μπορεί αυτές οι κατηγορίες να εξορίζονται στη σφαίρα του ποινικού, αλλά πρέπει να αναγνωριστούν ως πολιτικά αδικήματα.
Η Κ. Ιατροπούλου (υπεράσπιση Αθανασάκη) είπε πως δεν υπέβαλαν τη συγκεκριμένη ένσταση, όμως θεωρούν πως η δίωξη είναι πολιτική και συμφωνούν με τις τοποθετήσεις των συναδέλφων τους. Στάθηκε ιδιαίτερα στο ζήτημα της συνάφειας των αδικημάτων της Αθανασάκη με τη «συμμετοχή» για την οποία κατηγορείται ο Σερίφης, διαπιστώνοντας ότι, παρά την απόρριψη της αίτησης αναβολής, το αδίκημα της «συμμετοχής» μπαίνει από την πίσω πόρτα και γι’ αυτό το καλύτερο θα ήταν το δικαστήριο να αναβάλει την υπόθεση έστω και τώρα. Αλλιώς, θα αιωρείται συνεχώς η ιδιότητα του μέλους, που ως κατηγορία εκκρεμεί σε άλλο δικαστήριο.
Ο Σ. Φυτράκης αναφέρθηκε στο μοντέλο –όπως είπε- εντατικοποίησης της καταστολής σε όλα τα επίπεδα, που επικρατεί τα τελευταία χρόνια, στο οποίο ανήκει και ο τρομονόμος. Η τάση είναι η αποπολιτικοποίηση των αδικημάτων ανάλογα με την ένταση της πολιτικής βίας. Οσο πιο βίαιη είναι η δράση τόσο πιο κατασταλτική είναι η αντιμετώπιση, τόσο περισσότερο αποπολιτοκοποιείται το πολιτικό αδίκημα. Αναφέρθηκε, ακόμα, και στο ζήτημα της συνάφειας των αδικημάτων, θέτοντας τους δικαστές μπροστά σε μια πραγματικότητα: αν ο μάρτυρας που καταθέτει σε βάρος του Σερίφη τα είχε πει αυτά το 1994 και όχι το 2003, ο Σερίφης θα δικαζόταν από Μικτό Ορκωτό. Πώς τώρα θα δικαστεί από άλλο δικαστήριο; Ξέρω ποια είναι η τάση –κατέληξε- αλλά έχετε τη δυνατότητα να την τροποποιήσετε λίγο.
Αμέσως μετά, πήρε το λόγο ο Χρ. Τσιγαρίδας και έκανε μια σημαντική παρέμβαση, την οποία δημοσιεύουμε χωριστά.
Ο Κ. Αγαπίου έκανε μια τοποθέτηση σύμφωνα με την οποία η δίκη δεν γίνεται για την εξάρθρωση του ΕΛΑ, αφού αυτός έχει πάψει να υπάρχει από το 1995, αλλά για την εξόντωση συγκεκριμένων ανθρώπων. Η οργάνωση δεν θίγεται, γιατί δεν μπορεί να κριθεί από ένα δικαστήριο. Κατέληξε, λέγοντας ότι ουδόλως τον αφορά τι θα αποφασίσει το δικαστήριο πάνω στη συγκεκριμένη ένσταση.
Η Ειρ. Αθανασάκη είπε πως συμφωνεί με τον Αγαπίου. Η δίκη είναι πολιτική, όλες οι δίκες είναι πολιτικές. Θέλει αρετή και τόλμη για να παραδεχτεί κανείς ότι αυτή η δίκη είναι πολιτική, όταν στη δικογραφία υπάρχουν προκηρύξεις μιας πολιτικής οργάνωσης που αναλαμβάνει την ευθύνη κάποιων ενεργειών;
Ο Α. Κανάς επανήλθε στο ίδιο μοτίβο: Η υπεράσπιση στηρίζει το κατηγορητήριο. Αν θέλει να τα κάνει αυτά, να πάει να τα κάνει στα Προπύλαια, μαζί με τους Γιαννοπουλαίους, τους Γιώτηδες και τους Κουφοντίνες!! Στη συνέχεια προσπάθησε να ξεκινήσει ένα υβρεολόγιο κατά του Χρ. Τσιγαρίδα, αλλά δεν του το επέτρεψε ο πρόεδρος. Ετσι, διάβασε μια δήλωση, που κατήγγελνε τους πάντες για συνεργασία στη σκευωρία σε βάρος του και επανέλαβε τη συκοφαντική δήλωση που είχε κάνει στις 17 Φλεβάρη για τον Χρ. Τσιγαρίδα. (Ο καθείς και το ήθος του…).
Ο Μιχάλης Κασίμης με τρεις κουβέντες θύμισε στο δικαστήριο τη στάση που είχε κρατήσει στην προηγούμενη δίκη απέναντι σ’ αυτή την ένσταση (η υπεράσπιση Κασίμη την είχε υποστηρίξει, με εμπεριστατωμένες αγορεύσεις των Δ. Μπελαντή, Αλ. Ζορμπαλά και Σ. Φυτράκη).
Τέλος, ο Γ. Σερίφης είπε πως θεωρεί τη δίωξή του πολιτική και συνέχεια των διώξεων που υφίσταται εδώ και σαράντα χρόνια, εξαιτίας των πολιτικών του πεποιθήσεων. Δεν έχω σχέση με εγκλήματα -είπε- και όσοι μιλούν για εγκλήματα τους επιστρέφω το χαρακτηρισμό στα μούτρα. Και σ’ αυτή τη δίκη θα πέσουν προσωπεία και θα αποκαλυφθούν οι στημένοι ψευδομάρτυρες και οι στημένες διώξεις. Και κάτι τελευταίο, κατέληξε. Τους δικηγόρους μου τους διορίζω εγώ και κανένας άλλος. Δικηγόροι μου είναι ο Σ. Φυτράκης, η Δ. Βαγιανού και η Γ. Κούρτοβικ και η παρουσία τους εδώ έχει σχέση μόνο με αυτή την υπόθεση και με καμιά άλλη.
Αν και η ώρα ήταν 1:30, το δικαστήριο διέκοψε για την άλλη μέρα, προκειμένου να διασκεφτεί και να αποφασίσει επί της συγκεκριμένης ένστασης.
Χρ. Τσιγαρίδας
Στόχος η απαξίωση των επαναστατικών οργανώσεων
Οι συνήγοροι υπεράσπισης ανέφεραν πολλούς λόγους που αποδεικνύουν ότι αυτή η δίκη, όπως και οι προηγούμενες, είναι πολιτική δίκη. Εγώ θα προσπαθήσω να σας δείξω και να σας αποδείξω με γεγονότα και επιχειρήματα τη συγκεκριμένη σημαντική πολιτική σκοπιμότητα που έχει το καθεστώς μ’ αυτές τις δίκες και που αποδεικνύει ότι αυτές οι δίκες είναι πολιτικές δίκες.
Ποια είναι αυτή; Απαξίωση με κάθε μέσο των επαναστατικών οργανώσεων.
Μετά τη σύλληψη των φερόμενων σαν μέλη της ΕΟ 17Ν, έπαιξαν ένα καλοστημέρνο τηλεοπτικό παιχνίδι επιδιώκοντας να περάσουν στην «κοινή γνώμη» την εικόνα μιας οργάνωσης τύπου μαφίας. Η εμφάνιση, όμως, του Κουφοντίνα, η ανάληψη της πολιτικής ευθύνης για τη δράση της οργάνωσής του, η δίκη που ακολούθησε, με την αποκάλυψη των οργίων που έγιναν σε βάρος του τυφλού, κουφού και πολυτραυματία Σάββα Ξηρού, αλλά και η στάση των πιο πολλών φερόμενων ως μελών της 17Ν στη δίκη και οι εξηγήσεις που έδωσαν, δημιούργησαν πολλά ερωτηματικά στον κόσμο.
Τι έκανε το καθεστώς όταν του χάλασαν τα σχέδια; Προσπάθησε να απαξιώσει και να λασπώσει αυτόν που ανέλαβε την πολιτική ευθύνη, τον επαναστάτη Κουφοντίνα, γιατί έτσι απαξίωναν την οργάνωση. Πώς το έκανε αυτό; Στέλνοντας μια επιστολή στις εφημερίδες, που τον κατηγορούσε για συνεργάτη των μυστικών υπηρεσιών. Την υπέγραφε, κατ’ εντολή άλλων, ένα φοβισμένο, απολίτικο ανθρωπάκι. Τέτοιους ανθρώπους χρησιμοποιεί το καθεστώς και οι άμεσοι ή έμμεσοι συνεργάτες του.
Το 2002 ο Μπους εκβιάζοντας την ελληνική κυβέρνηση με το σαμποτάρισμα των Ολυμπιακών Αγώνων επέμενε φορτικά να «εξαρθρωθούν» και οι υπόλοιπες οργανώσεις, χωρίς να τον ενδιαφέρει ποιοι θα δικαστούν και με τι αποδείξεις. Ηθελε να επιβάλει και στην Ελλάδα το «δόγμα ασφάλειας», τους φασιστικούς αντιτρομοκρατικούς νόμους, τη «νομιμοποιημένη» καταδίκη κάθε πολιτικής και κοινωνικής αντίστασης. Ξέραν από χρόνια ότι η Κυριακίδου συκοφαντούσε τον Κανά. Την πλησίασαν και την έπεισαν ότι υπήρχε τρόπος να τον εκδικηθεί. Διάλεξαν και τον Αγαπίου από τους καταλόγους που κυκλοφορούσαν και πρόσθεσαν σαν τσόντα την Αθανασάκη που είχε κάποιο δεσμό αισθηματικό με τον Αγαπίου.
Υπάρχει κανείς που να πιστεύει πως στόχος του Μπους ήταν ο πρόεδρος Κανάς και ο προ 40ετίας αντιστασιακός Αγαπίου ή η Αθανασάκη που δεν δέχτηκε από αξιοπρέπεια να γίνει ψευδομάρτυρας; Οχι βέβαια. Πιστεύω πως ξέραν πως ήταν αθώοι. Εκτίμησαν, όμως, ξέροντας τη ζωή που έκαναν, ότι δεν θα δίσταζαν να υμνήσουν την κοινοβουλευτική δημοκρατία και να καταδικάσουν την τρομοκρατία, και η δίκη απέδειξε πόσο καλή επιλογή έκανε η Αντιτρομοκρατική. Ετσι, θα εμφανιζόταν ο ΕΛΑ σαν μια οργάνωση σούργελο.
Γιατί δεν κατηγόρησαν, όμως, και μερικά πραγματικά μέλη του ΕΛΑ; Γιατί δεν τους ήξεραν, δεν τους ξέρουν και ούτε θα τους μάθουν.
Διάλεξαν, όμως, εμένα. Το πώς με διάλεξαν δεν είναι μυστήριο για όσους παρακολούθησαν την προηγούμενη δίκη. Εκτιμούσαν ότι και εγώ, πετυχημένος επαγγελματίας στο χώρο μου, με μια συγκεκριμένη κοινωνική επιφάνεια, με πέντε παιδιά κ.λπ. κ.λπ., θα συμπεριφερόμουν το ίδιο. Επεσαν έξω. Εγώ τους χάλασα τα σχέδια αναλαμβάνοντας την πολιτική ευθύνη. Τα κανάλια δεν μπόρεσαν να επαναλάβουν την επιχείρηση τρομολαγνεία, γιατί δεν ταίριαζα στο προφίλ του τρομοκράτη που είχαν δημιουργήσει και η δίκη έγινε πολιτικό μπούμερανγκ για το καθεστώς. Ο,τι είχε απομείνει από την εκστρατεία τρομολαγνείας και συκοφάντησης των επαναστατικών οργανώσεων σαρώθηκε οριστικά.
Τί έκανε τότε το καθεστώς και οι μυστικές του υπηρεσίες; Οτι έκανε και στην περίπτωση της ΕΟ 17Ν. Προσπαθεί να με απαξιώσει, γιατί είναι ο μόνος τρόπος πλέον να πετύχει το στόχο του. Βρήκε πρόθυμους συνεργάτες, που αυτοενοχοποιούνται με αυτά που λένε, ενώ δεν προσθέτουν τίποτα στην υπεράσπισή τους, αλλά τα λένε γιατί τους έχουν διαβεβαιώσει ότι θα τύχουν ευνοϊκής μεταχείρισης, επειδή ελέγχουν το δικαστικό σύστημα. Ποιος είναι ο στόχος τους; Η πολιτική απαξίωση του ΕΛΑ.
Υπάρχει και ένα άλλο ζήτημα. Στη δίκη που έγινε και που το δικαστήριο αποφάσισε ότι ήταν ποινική δίκη, όπως πιθανόν θα αποφασίσετε και εσείς, οι δικαστές δεν μου έκαναν καμιά ερώτηση για τις «ποινικές» πράξεις που κατηγορούμουν. Αντίθετα, μου έκαναν δεκάδες ερωτήσεις όλοι, φρονηματικού χαρακτήρα. Τί άλλη απόδειξη χρειάζεστε ότι είχαν εδραιωμένη πεποίθηση ότι η δίκη ήταν πολιτική;
Οταν λοιπόν το καθεστώς δικάζει με βουλεύματα που αποτελούν σκάνδαλο, πολιτικό και νομικό, και καταδικάζει ανθρώπους αθώους, χωρίς στοιχεία και πειστήρια, με στημένους μάρτυρες και ψευδομάρτυρες, όταν εκμαυλίζει συνειδήσεις για να απαξιώσει τις επαναστατικές οργανώσεις, όπως σας εξέθεσα, τί άλλο χρειάζεστε για να πειστείτε ότι αυτή η δίκη είναι πολιτική δίκη;