Η σειρά της «σχολής Τάκη Παππά», με τον Αρη Κωνσταντάκη, βασικό υπερασπιστή της Ειρήνης Αθανασάκη. Υπεράσπιση μαχητική, παράθεση επιχειρημάτων με διαλεκτικό τρόπο, οξύτητα (όχι στον τόνο, αλλά στις απόψεις), έτσι που τα πράγματα να εμφανίζονται καθαρά, χωρίς οπορτουνιστικά θολώματα, χωρίς διάθεση «να γλείψουμε το δικαστήριο».
Καταθέτει αρχικά τον έντονο προβληματισμό της υπεράσπισης Αθανασάκη για το αν θα έπρεπε να αγορεύσει. Προβληματισμός προερχόμενος από τη θέση που έχουν παρουσιάσει από την αρχή, ότι η δίκη αυτή δεν έπρεπε να γίνει. Παρά ταύτα, αποφάσισαν να πουν μερικά πράγματα, και για λόγους ιστορικούς. Γιατί πρόκειται για μια πολιτική δίκη και ως τέτοια θα καταγραφεί.
Το πολιτικό έγκλημα, κατά τη γνώμη του Α. Κωνσταντάκη, τελείωσε με τη συμφωνία της Βάρκιζας. Εκτοτε, δεν αναγνωρίστηκε ούτε για τη χούντα. Μάταια, λοιπόν, το διεκδικούν οι κατηγορούμενοι και οι υπερασπιστές στις σύγχρονες πολιτικές δίκες. Αυτή η δίκη εκ των πραγμάτων έχει ένα σοβαρό πρόβλημα και ηθικής και νομικής τάξης.
Αυτή η δίκη προσδιορίζεται από το ιστορικό πλαίσιο της συγκυρίας, από τον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας που έχουν κηρύξει οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους. Τρομοκράτες έχουν βαφτιστεί ολόκληροι λαοί αλλά και όσοι δεν εντάσσονται στο πλαίσιο των κυρίαρχων. Φτάνουν μέχρι σημείου γελοιότητας. Καλούν ομάδες και συστήνουν να μην αναφέρονται οι οπαδοί τους με συνθήματα στον Οσάμα Μπιν Λάντεν. Η καταστολή σκληραίνει και, όπως πάντα, αυτή η σκλήρυνση έχει τις προεκτάσεις της στο δίκαιο. Αυτό έχει καταγραφεί και από τη θεωρία. Στο εσωτερικό δίκαιο των ευρωπαϊκών χωρών έχει εισαχθεί, με τις απαραίτητες διαφοροποιήσεις, ο patriot act των ΗΠΑ. Η χρησιμοποίηση της Δικαιοσύνης ως πλήρους παίκτη του παιχνιδιού της καταστολής δεν είναι καινούργιο φαινόμενο. Εχει και αυτό την ιστορία του.
Μπορεί ένα αστικό δικαστήριο να διαφοροποιηθεί από το κυρίαρχο ιδεολογικοπολιτικό πλαίσιο; Στα ολοκληρωμένα συστήματα της αστικής δημοκρατίας έχει συμβεί αυτό. Προς επίρρωση του ισχυρισμού του ο Α. Κωνσταντάκης έφερε ένα παράδειγμα από την Αγγλία, όπου ένα συντηρητικό όργανο, οι Λόρδοι των νόμων, επέφερε ισχυρό πλήγμα στην κυβέρνηση Μπλερ και στις αυθαιρεσίες της έναντι κάποιων πολιτών. Επίσης, ένα παράδειγμα από τις ΗΠΑ, που αφορούσε κρατούμενους του Γκουαντανάμο, που δικαιώθηκαν από το Ανώτατο Δικαστήριο όταν προσέφυγαν για τις συνθήκες κράτησης. Υπάρχει, λοιπόν, το προηγούμενο σύγκρουσης της δικαστικής εξουσίας με τον σκληρό πυρήνα των ιδεολογικοπολιτικών επιλογών του κράτους.
Στην Ελλάδα, όμως, ελάχιστα είναι τα ανάλογα παραδείγματα. Σε τόσα χρόνια ιστορίας η ελληνική δικαιοσύνη έχει να παρουσιάσει τους μειοψηφίσαντες Τερτσέτη και Πολυζωίδη, τον Σαρτζετάκη και δυο εν ενεργεία δικαστές, που συγκρούστηκαν με τις πολιτικές επιλογές της εξουσίας. Τα αντίθετα παραδείγματα είναι πάρα πολλά. Παραδείγματα που η Δικαιοσύνη υλοποίησε τα κελεύσματα της πολιτικής εξουσίας και υπηρέτησε τις σκοπιμότητές της στις πολιτικές δίκες. Σε κρίσιμες στιγμές της νεοελληνικής ιστορίας, μάλιστα.
Σε μια πολιτική δίκη, λοιπόν, είναι εξαιρετικά δύσκολο για ένα δικαστήριο να αποστεί από τις κεντρικές επιλογές του κράτους. Αυτό είναι τελικά προσωπικό ζήτημα. Ζήτημα προσώπων, ζήτημα συγκρότησης, ζήτημα συνείδησης. Η μέχρι τώρα εμπειρία που βιώσαμε δείχνει το αντίθετο. Γιατί; Γιατί το κράτος αποφάσισε να εκκαθαρίσει πολιτικά το τοπίο της λεγόμενης τρομοκρατίας, ακόμα και αν αυτό έπρεπε να γίνει με την εξόντωση κάποιων ανθρώπων. Μια εκκαθάριση που ταυτόχρονα είχε το χαρακτήρα της ρεβάνς απέναντι στην Αριστερά και την αντιδικτατορική αντίσταση. Ταυτόχρονα, την εκκαθάριση του τοπίου απαιτούσε και η διεξαγωγή των ολυμπιακών αγώνων. Η άμεση, γρήγορη παραπομπή κάποιων ανθρώπων, είχαν δεν είχαν σχέση, ήταν μια κεντρική πολιτική επιλογή.
Το κράτος, γνωρίζοντας ότι κάποιοι άνθρωποι ήταν αθώοι, προσανατόλισε αρχικά την εμπλοκή στο θέμα της «συμμετοχής». Οι κατηγορίες που προστέθηκαν στη συνέχεια ήρθε σαν αποτέλεσμα δικαστικής εμπλοκής. Συνήγορος πολιτικής αγωγής στην προηγούμενη δίκη είπε πως δεν έχει δει στην πενηντάχρονη δικηγορική του καριέρα χειρότερο νομικό κείμενο από το βούλευμα. Ως προς το πολιτικό του μέρος το βούλευμα είναι ένα ανοηματικό πολιτικό κείμενο, όμως ως προς το νομικό του μέρος είναι ένα επικίνδυνο κείμενο, αφού ο πυρήνας του λέει: αυτοί οι άνθρωποι ως μέλη του ΕΛΑ ετέλεσαν τις πράξεις και αφού ετέλεσαν τις πράξεις είναι μέλη του ΕΛΑ. Λογικά αυτό είναι βλακώδες, όμως νομικά μας εισάγει σε εφιαλτικές διαδικασίες. Παραβιάζει στοιχειωδέστατους νομικούς κανόνες.
Η νομική κατασκευή του δεύτερου βουλεύματος είναι μη νόμιμη. Ασκεί μια απίστευτη κριτική στον ανακριτή Ζερβομπεάκο, που είχε εκδώσει τυπικές κλήσεις για απολογία, και αλλάζει την κατηγορία. Είναι πάγια η νομολογία ότι το Συμβούλιο δεν μπορεί να αλλάξει την κατηγορία. Μήπως όμως κάνει ορθότερο χαρακτηρισμό της πράξης, που επιτρέπεται; Αυτό που γίνεται, τελικά, δεν είναι ορθότερος χαρακτηρισμός της πράξης. Είναι μια νομική κατασκευή που ισοδυναμεί με… ανάσταση νεκρών. Παρά ταύτα, η υπόθεση ήρθε και δικάστηκε. Και έτσι, αναλώσαμε τη διαδικασία εξετάζοντας τη συμμετοχή, που δεν την είχαμε σαν κατηγορία. Οντως, δεν μπορούσαμε να κάνουμε τίποτ’ άλλο.
Οφείλω να ομολογήσω ότι η διαδικασία ήταν δικονομικά άψογη και εξέτασε σε βάθος και ενδελεχώς τη συμμετοχή. Για ποιο λόγο; Την απάντηση θα την πάρουμε με την απόφαση. Δεν ήταν λίγοι αυτοί που κατηγόρησαν το δικαστήριο, ότι όλη αυτή η διαδικασία έγινε για να καλυφθούν τα κενά της προηγούμενης δίκης και να επαναληφθεί η ίδια απόφαση.
Υπάρχει και η άποψη των εισαγγελέων, ότι το αδίκημα της συμμετοχής είναι παραγεγραμμένο. Αυτό σημαίνει ότι το αδίκημα δεν υπάρχει, δεν το εξετάζουμε. Και τότε τι κάνουμε; Αδιέξοδο; Οχι βέβαια. Προχωράμε στις πράξεις και τις εξετάζουμε μία προς μία. Δεν έγινε αυτό και η διαδικασία της εξέτασης της συμμετοχής είναι προβληματική. Ακυρότητα επιφέρει ακόμα και η ανάγνωση της απόφασης του προηγούμενου δικαστηρίου, που δεν έχει τελεσιδικήσει. Η ανάγνωση αυτή παραβιάζει ρητώς διάταξη του Κώδικα. Αυτό όμως είναι το λιγότερο.
Εκείνο που έχει σημασία είναι πως αυτή η δίκη θα έχει ιστορική σημασία. Ολες αυτές οι δίκες έχουν ιστορική σημασία. Υπάρχει η άποψη ότι όλοι όσοι διεκπεραιώνουν αυτές τις δίκες αμείβονται. Η πρόεδρος που έβγαλε την προηγούμενη απόφαση δεν θα έπρεπε ποτέ να γίνει μέλος του Αρείου Πάγου. Πώς να μη δημιουργούνται υποψίες στους κατηγορούμενους; Πώς να έχει εμπιστοσύνη στη Δικαιοσύνη η κατηγορουμένη που υπερασπίζομαι, όταν η προηγούμενη δίκη αναλώθηκε στις φρονηματικού τύπου ερωτήσεις «συμφωνείτε με τις τρομοκρατικές πράξεις;». Γι’ αυτό και κατά συμβουλή μας αρνήθηκε να απαντήσει σε οποιαδήποτε φρονηματικού τύπου ερώτηση. Πώς να έχει εμπιστοσύνη, όταν το ότι δούλευε θεωρείται ύποπτο, όπως και το ότι πήγε να εργαστεί στη Μύκονο; Οποιος πηγαίνει στη Μύκονο πηγαίνει να κρυφτεί! Τι εμπιστοσύνη να έχει, όταν έχει καταδικαστεί με το ναζιστικής εμπνεύσεως κατασκεύασμα της συλλογικής ευθύνης; Πώς να μην έχει την πεποίθηση ότι το κράτος την έχει βάλει απέναντι και θα τη συντρίψει;
Αυτό θέλουμε να καταρρίψουμε. Να δείξουμε ότι λειτουργεί το σύστημα. Οτι η χώρα μπορεί να μην έχει περάσει στην πρώτη αστικοδημοκρατική ταχύτητα, αλλά το σύστημα λειτουργεί. Οτι σέβεται τους δικούς του νόμους, ακόμα και όταν δεν το βολεύει. Μέσα στο σύστημα, δεν μιλάμε για καμιά επανάσταση.
Στη συνέχεια, ο Α. Κωνσταντάκης ασχολήθηκε με ζητήματα της ακροαματικής διαδικασίας, διευκρινίζοντας ότι η αντιμετώπισή του είναι αυτή μιας τυπικής ποινικής δίκης, ανεξάρτητα από το πολιτικό μπαγκράουντ.
Ζήτημα πρώτο, η παραγραφή. Δεν την επιθυμεί η υπεράσπιση. Θα ήταν ευτυχής αν είχε από το δικαστήριο μια απόφαση ουσίας. Ομως, το δικαστήριο νομοθέτησε, αναιρώντας την πάγια νομολογία. Ετσι, δημιουργήθηκε μια εμπλοκή όρων. Η εξαιρετική διαστολή ποινικών εννοιών συνεισφέρει όχι μόνο στην αυστηροποίηση του μοντέλου αλλά και στην ένταση της καταστολής. Εάν ο νομοθέτης ήθελε να περιλάβει στις εγκαταστάσεις κοινής ωφέλειας ολόκληρο το δημόσιο τομέα, θα το είχε κάνει. Ετσι, δημιουργείται ένα μείζον ζήτημα με την παρεμπίπτουσα απόφαση του δικαστηρίου. Με την ίδια ποινή θα αντιμετωπιστεί όποιος καταστρέφει ένα σταθμό παραγωγής της ΔΕΗ στην Πτολεμαΐδα και εκείνος που καταστρέφει την είσοδο ενός ΚΕΠ μπλοκάροντας τη λειτουργία του για δυο ώρες; Πώς θα γίνει αυτό, στο όνομα της μηδενικής ανοχής;
Ζήτημα δεύτερο η αρχή της ελεύθερης εκτίμησης των αποδείξεων. Ο Α. Κωνσταντάκης αναλύει το θέμα. Πως δηλαδή δεν επιτρέπεται η αρχή αυτή να μετατρέπεται σε αρχή της απόλυτης αυθαιρεσίας του δικαστή. Υπάρχουν κανόνες στους οποίους πρέπει να υπακούει η διαμόρφωση της κρίσης. Δεν μπορεί ο κάθε δικαστής να έχει μια άποψη γενικώς και αορίστως. Τα δικαστήρια δεν είναι χώροι αντιπαράθεσης απόψεων, όταν απειλούνται εξοντωτικές ποινές για κάποιους ανθρώπους. Ετσι, ένας κανόνας του φιλελεύθερου ποινικού δικαίου έχει μετατραπεί στο αντίθετό του, γι’ αυτό και πρέπει να αυστηροποιηθεί, για να περιοριστεί η αυθαιρεσία.
Ζήτημα τρίτο, τα αποτυπώματα. Αδιάφορα, βέβαια, από ποινική άποψη, όμως έχουν τεράστια σημασία γιατί δημιουργούν έναν επικοινωνιακό θόρυβο, που εντάσσεται στον επικοινωνιακό θόρυβο που ακολουθεί τους κατηγορούμενους από τη μέρα της σύλληψής τους. Εφαρμόστηκε μια παράνομη αυτόφωρη διαδικασία, για να οικοδομηθεί ένα επικοινωνιακό παιχνίδι. Είναι λυπηρό αλλά και εξόχως διδακτικό ότι έρχεται ένας αξιωματικός της ΕΛΑΣ, που είναι και τεχνικός, και ψεύδεται ασυστόλως. Σας λέει παραμύθια. Εμφανίζεται σαν ο πάπας της ΕΛΑΣ που καλύπτει όλα τα κενά. Μας είπε ότι δεν τα έφερε στην προηγούμενη δίκη, γιατί δεν του τα ζήτησαν. Σαφώς και του τα ζήτησαν. Δείτε τα έγγραφα. Δείτε την αλληλογραφία της εισαγγελίας. Ρωτήσαμε πού βρέθηκε αυτό το χαρτί με τα αποτυπώματα και μας απάντησαν ότι δεν γνωρίζουν πού και πότε βρέθηκε. Οταν στέλνεται μια προκήρυξη σε εφημερίδα, η Αστυνομία την παραλαμβάνει με πρωτόκολλο. Πού είναι αυτό; Πουθενά, γιατί ποτέ προκήρυξη του ΕΛΑ δεν στάλθηκε στην «Απογευματινή». Για να καλυφθεί αυτό πέταξαν ένα «δεν ξέρουμε». Ηταν ένα τυπικό τέχνασμα. Γι’ αυτό και επιλέχτηκε και η «Απογευματινή». Αν επιλεγόταν η «Ελευθεροτυπία», που συνήθως πήγαιναν οι προκηρύξεις, θα αποκαλυπτόταν η αλήθεια.
Είπε ο Γιαννακούρης ότι αυτές τις προκηρύξεις δεν τις είχαν ελέγξει ποτέ. Η Κυριακίδου εμφανίζεται το Μάιο και αυτοί ελέγχουν τις προκηρύξεις 8 μήνες μετά και όχι λίγες μέρες μετά, όπως θα ήταν λογικό και αναμενόμενο. Μας είπε ότι δεν ανιχνεύονταν αποτυπώματα πριν το 2002. Εφερε ένας συνάδελφος σύγγραμμα που έλεγε ότι η μέθοδος ήταν γνωστή από το 1973. Εγώ έφερα τον καθηγητή μου, τον Αλεξιάδη, την «Ανακριτική» του. Ο συνήγορος διάβασε απόσπασμα από σύγγραμμα τυπωμένο το 1986 και γραμμένο το 1978, στο οποίο αναφέρονται διάφορες μέθοδοι ανίχνευσης λανθανόντων αποτυπωμάτων στο χαρτί. Δεν ντράπηκε λίγο –είπε ο συνήγορος- να έρθει εδώ και να λέει τέτοια ψέματα; Αυτό είναι όνειδος. Είχαν τον Αγαπίου στις λίστες τους, είχαν τις προκηρύξεις και μας λένε ότι βρήκαν τα αποτυπώματα το 2002 γιατί έφεραν μια καινούργια μέθοδο; Και το τελευταίο. Εψαξα να βρω τους συγγραφείς που ανέφερε ο εισαγγελέας. Τον ένα δεν τον βρήκα. Οσο για τον άλλο, το τελευταίο του σύγγραμμα είναι του 1954. Αποτυπώματα δεν μεταφέρονται μας είπε ο Γιαννακούρης. Η μέθοδος της πορογραφίας, όμως, βρέθηκε για να αντικρούονται ισχυρισμοί κατηγορουμένων για μεταφορά αποτυπωμάτων. Ο κ. Τσιγαρίδας σας έδειξε έναν απλό τρόπο μεταφοράς. Οταν αμφισβητείται ένα αποτύπωμα, τότε εφαρμόζεται η πορογραφία. Και βέβαια, στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν εφαρμόστηκε αυτή η μέθοδος.
Εγινε μεταφορά στην περίπτωσή μας; Δεν το γνωρίζω. Γνωρίζω με βεβαιότητα ότι Αγαπίου και Αθανασάκη το 1977 δεν γνωρίζονταν. Εχω εδραία πεποίθηση για την αθωότητά τους. Αυτό το χαρτί, λοιπόν, είναι εξυπαρχής κατασκευασμένο. Είναι υπόλειμμα της πρώτης φάσης, τότε που τους πήγαιναν ως αυτουργούς, που υλοποιούσαν τις εντολές του «κεντρικού συμβουλίου της τρομοκρατίας». Τα γράφει ο Λαμπρόπουλος. Ο,τι του είπε η Αστυνομία γράφει. Γι’ αυτό δεν τα έφεραν στην προηγούμενη δίκη.
Ζήτημα τέταρτο τα υποκειμενικά ευρήματα, οι μάρτυρες. Είπε ο εισαγγελέας ότι ο Κορωναίος είναι κλινική περίπτωση. Το ερώτημα είναι, η Κυριακίδου σας φάνηκε καλά; Πριν την Κυριακίδου, όμως, υπάρχει η περιβόητη κ. Τόγκα. Σε ένα δικαστήριο το «γιατί να το κάνει;» έχει νόημα μόνο όταν αναφερόμαστε σε πράξεις κατηγορουμένων. Δεν έχει νόημα για τους μάρτυρες.
Ομως η ίδια η Τόγκα σας είπε γιατί το έκανε. Πρόκειται για κυρίαρχο δείγμα της τυπολογίας συγκεκριμένου τύπου μαρτύρων. Εύκολα θα μπορούσε να την αναγνωρίσει και ο εισαγγελέας που εντρυφεί σε ζητήματα δικαστικής ψυχολογίας. Είναι τύπος που ανήκει στη μειοψηφία που έχει καλή άποψη για την Αστυνομία. Σ’ αυτό συμβάλλει το ότι έχει συγγενή στρατηγό της Αστυνομίας. Πιστεύει πως ό,τι της λέει η Αστυνομία είναι αλήθεια. Πήγαν, λοιπόν, στο σπίτι της δυο αστυνομικοί της Αντιτρομοκρατικής, μεταξύ των οποίων και το σημαντικό στέλεχος, ο κ. Παπαγεωργίου. Πήγαν, τους έβαλε μέσα, κάθισαν, ήπιαν και τα ποτά τους και της είπαν ότι τους ενδιαφέρει ένα διαμέρισμα, που ήταν γιάφκα τρομοκρατών, που τους έχουμε συλλάβει και δεν πρόκειται να βγουν ποτέ από τη φυλακή. Αμέσως μετά της έδειξαν τις φωτογραφίες και της είπαν «αυτοί είναι». Δυο κοπέλες κατοικούσαν στο ισόγειο, αυτές λέει η Αστυνομία, αυτές θα ήταν. Αφού το λέει η Αστυνομία, γιατί να μη βοηθήσουμε; Κάμπτονται και οι τελευταίες ηθικές αναστολές της, όταν πληροφορείται ότι η μία κοπέλα το επιβεβαιώνει. Στο προηγούμενο δικαστήριο είχε σοβαρότατες αμφιβολίες σχετικά με την Αθανασάκη. Δεν της έμοιαζε. Και έγινε η γνωστή παρέμβαση της προέδρου που είπε: «Τ’ ακούσατε κατηγορουμένη, τότε ήσασταν πιο παχιά και με άλλο μαλλί, είπε».
Αυτή είναι η περίπτωση της Τόγκα και καλύπτει το κενό μνήμης με τη βοήθεια της Αστυνομίας. Το λέω αυτό, γιατί βασίζομαι στην περιγραφή της Αθανασάκη που δίνει. Η Αθανασάκη ήταν τότε μεταξύ 25 και 28 ετών. Οταν της δείχνουν δυο φωτογραφίες, δεν την αναγνωρίζει στη φωτογραφία της ταυτότητας, που είναι 20 ετών, αλλά στην άλλη, που είναι μεταξύ 45 και 48 ετών. Περιγράφει την κατηγορούμενη: «Ηταν πάντοτε μ’ ένα τσιγάρο στο στόμα και έμοιαζε πάντα αγουροξυπνημένη». Σας έχει ξανατύχει τέτοια περιγραφή; Είναι η εικόνα που δείχνει η φωτογραφία.
Είναι προφανές ότι η Τόγκα δεν περιγράφει την Αθανασάκη. Περιγράφει τη φωτογραφία. Μας λέει ακόμα η Τόγκα, ότι πριν από 20 χρόνια κατέβαινε τη σκάλα και έριξε μια φευγαλέα ματιά, είδε την Αθανασάκη και από τότε τη θυμάται! Εντυπωσιακό! Εχετε πείρα από τους μάρτυρες στις κοινές ποινικές υποθέσεις. Είναι αδύνατο να ρίξεις μια ματιά σ’ ένα κοινό πρόσωπο και να το θυμάσαι μετά από 20 χρόνια. Μια μικρή πιθανότητα θα υπήρχε αν αυτό το πρόσωπο συνδεόταν με ένα πολύ σοβαρό γεγονός. Τη ρωτήσαμε και απάντησε αρνητικά. Είναι προφανές ότι αυτό που λέει έρχεται σε αντίθεση με τα διδάγματα της επιστήμης και τα διδάγματα της κοινής πείρας, γι’ αυτό και δεν πρέπει να ληφθεί υπόψη.
Και ερχόμαστε στο κεντρικό πρόσωπο, την Κυριακίδου. Είπε ο εισαγγελέας: λέει τόσες λεπτομέρειες, πώς μπορεί να είναι κατασκευασμένη; Ναι, λέει λεπτομέρειες για τη θεία Πολυξένη και άλλα τέτοια, για την υπόθεση όμως δεν λέει καμιά λεπτομέρεια. Ο συνήγορος άρχισε να παραθέτει σταχυολογώντας από τις «λεπτομέρειες» της Κυριακίδου, που στο ίδιο το δικαστήριο αποδείχτηκαν αέρας κοπανιστός. Ανέφερε το παράδειγμα με την υποτιθέμενη εκρηκτική σκόνη. Το παράδειγμα του υποτιθέμενου περάσματος του Κανά στην παρανομία. Και πάμε στο κρίσιμο ζήτημα: ήταν η Κυριακίδου μέλος του ΕΛΑ;
Ο κ. Τσιγαρίδας, που κρατάει μια ορισμένη στάση και δεν αναφέρεται σε πρόσωπα, έκανε μια ρητή τοποθέτηση. Αλλά θα μου πείτε, κατηγορούμενος είναι, δεν μπορεί να θεωρηθεί αξιόπιστος. Εγώ θα σταθώ σ’ αυτά που λέει η ίδια η Κυριακίδου. Η Κυριακίδου μεταφέρει ένα συγκεκριμένο αξιακό φορτίο, έχει μια συγκεκριμένει κουλτούρα, που δεν συνάδουν με άνθρωπο που έχει περάσει από το χώρο της Αριστεράς και μάλιστα της συγκεκριμένης Αριστεράς. Κι ακόμα: γνωρίζει την ιδεολογία της οργάνωσης; Οχι. Γνωρίζει τη δομή της οργάνωσης; Πότε μιλάει για κεντρικό συμβούλιο του ΕΛΑ και μετά, επειδή άλλαξε το σενάριο, μιλάει για αυτόνομους πυρήνες. Μήπως γνωρίζει πρόσωπα; Η Κυριακίδου όταν αναφέρεται σε πρόσωπα μιλά είτε για τους κατηγορούμενους είτε για νεκρούς (Κασίμη, Τσουτσουβή). Συμμετείχε, λέει, στην έκδοση της Αντιπληροφόρησης. Πού; Στη λεωφόρο Ιωνίας. Μετά το θάνατο του Κασίμη, όμως, έφυγε από κεί η Αντιπληροφόρηση. Πού πήγε; Δεν το ξέρει η Κυριακίδου. Ξέρει μόνο την Ιωνίας που την ξέρει και η Ασφάλεια. Ξέρει μόνο ό,τι είναι ήδη γνωστό στην Ασφάλεια
Στη συνέχεια, ο Α. Κωνσταντάκης ξετίναξε τα περιστατικά της υποτιθέμενης αυθόρμητης εμφάνισης της Κυριακίδου στις αρχές. Ο εισαγγελέας δεν τη συλλαμβάνει, μολονότι του λέει ότι ήταν μέλος του ΕΛΑ. Το συμβούλιο δέχεται τον ισχυρισμό της για το πότε αποχώρησε και… κάνει και λάθος στην αφαίρεση, για να αχθεί σε παραγραφή και να την έχει μάρτυρα αντί για κατηγορούμενη. Δεν θα έπρεπε η Κυριακίδου να καταδικαστεί για απλή συνέργεια, όταν δηλώνει ότι νοίκιασε γιάφκα με πλαστή ταυτότητα; Οι εισαγγελείς, για να είναι συνεπείς με την πρότασή τους, για να υπάρχει συνέπεια μεταξύ λόγων και έργων, πρέπει να ζητήσουν την άσκηση δίωξης κατά της Κυριακίδου και να ασκήσουν δίωξη και κατά του εισαγγελέα Μύτη. Θα το κάνετε; είπε ο συνήγορος απευθυνόμενος στους εισαγγελείς σε έντονο ύφος.
Ουδείς πίστεψε ότι η Κυριακίδου υπήρξε μέλος του ΕΛΑ και γι’ αυτό συμπεριφέρθηκαν όπως συμπεριφέρθηκαν. Ο συνήγορος συνέχισε με άλλες αντιφάσεις της Κυριακίδου. Αλλαξε από κατάθεση σε κατάθεση το χώρο (από την Πάτμου στην Πολέμωνος), γιατί όμως ν’ αλλάξει και την ημερομηνία (από το 1989 στο 1984); Νοίκιασε ποτέ η Κυριακίδου την Πολέμωνος; Στο προηγούμενο δικαστήριο δεν ήξερε να περιγράψει πώς πήγαινε εκεί. Οταν της ζητήθηκε να περιγράψει το διαμέρισμα, έδινε μια παράλογη περιγραφή για τα έπιπλα που η ίδια υποτίθεται πως είχε τοποθετήσει. Ακόμα και αν θεωρήσουμε ότι δεν θυμόταν καλά και είναι φυσιολογικό, έχουμε άλλα κρίσιμα ζητήματα.
Ουδέποτε εκδόθηκε ταυτότητα στο όνομα Σκουτουδάκη. Αρα, έχουμε μια εξυπαρχής κατασκευασμένη ταυτότητα, όχι παραποιημένη, σε ένα όνομα που δεν υπάρχει. Αυτός που έφτιαξε αυτή την ταυτότητα είχε τη δυνατότητα να φτιάξει μια καινούργια ταυτότητα και να έχει πρόσβαση στους καταλόγους με τα ονόματα όλων των ελλήνων πολιτών. Ουδέποτε στα ποινικά χρονικά βρέθηκε εξυπαρχής κατασκευασμένη ταυτότητα, μόνο παραποιημένες. Καμιά οργάνωση ένοπλης βίας δεν θα νοίκιαζε ένα σπίτι με μια τέτοια ταυτότητα. Γιατί να το κάνει; Γιατί να φτιάξουν ένα όνομα που δεν υπάρχει; Προφανώς, αυτός που νοίκιασε το συγκεκριμένο σπίτι φρόντισε το όνομα να μη ταυτοποιείται με κανένα υπαρκτό όνομα. Γιατί; Ο καθένας ας βγάλει τα συμπεράσματά του.
Τέλος, η μοναδική περίπτωση που η Κυριακίδου αναφέρθηκε σε υπαρκτά πρόσωπα, την διέψευσαν όλα. Και ο εξάδελφος Καρατζάς και ο ιδιοκτήτης Κατσιμίδης. Και μάλιστα αποκάλυψαν οι άνθρωποι ότι το είχαν αναφέρει στην Αστυνομία. Πού είναι αυτές οι καταθέσεις; Γιατί απεκρύβησαν από την ανάκριση; Τι θα κάνει η εισαγγελία για το έγκλημα που αποδείχτηκε ενώπιόν μας; Αρα, για τον τρόπο που ενοικίασε την Πολέμωνος η Κυριακίδου λέει ψέματα. Τη διαψεύδουν άνθρωποι άσχετοι με την υπόθεση, τρίτοι. Πότε το νοίκιασε το σπίτι; 1980-84 λέει η ίδια. Για εκείνη την περίοδο δεν υπάρχει καμιά κατάσταση κοινοχρήστων. Ολες είναι μετά το 1985. Μετά το 1985, όμως, δεν υπάρχει Τόγκα.
Συμπέρασμα: Η κατάθεση της Κυριακίδου για την Πολέμωνος είναι εντελώς αναξιόπιστη. Θέλετε κι άλλο στοιχείο; Η Κυριακίδου λέει ότι έφυγε από τον ΕΛΑ το 1990 και το δέχεται και το βούλευμα. Πρέπει, λοιπόν, να πιστέψουμε ότι η αφελής Αθανασάκη πήγε το 1994 και ζητούσε κλειδιά της ναυτιλιακής εταιρίας από την Κυριακίδου. Τι να τα κάνει τα κλειδιά; Με κλειδιά έμπαιναν οι βόμβες; Ηρθε όμως ο ιδιοκτήτης της ναυτιλιακής εταιρίας και μας είπε ότι οι καθαρίστριες ποτέ δεν είχαν κλειδιά, γιατί το κτίριο είχε θυρωρό επί 24ώρου βάσεως. Αρα και πάλι είπε ψέματα. Οποτε εισέρχεται σε λεπτομέρειες, όπου αναγκάζεται να ξεφύγει λίγο από το μοντέλο, ψεύδεται ασυστόλως.
Υπάρχει κι άλλο ζήτημα. Δεν τα λέει αυτά εξαρχής. Είναι ο μοναδικός μάρτυρας που, όπως εύστοχα το είπε ο κ. Αγαπίου, έρχεται κάθε φορά και ορκίζεται πως όσα είπε την προηγούμενη φορά είναι ψέματα. Στο προηγούμενο δικαστήριο κράτησε η κατάθεσή της 15-20 μέρες. Κάθε μέρα διέψευδε όσα είχε πει την προηγούμενη. Κάθε που στριμωχνόταν χτυπούσε το τηλέφωνό της και μετά, ως εκ θαύματος, έδινε την απάντηση. Είναι προφανείς οι ιδιαίτερες σχέσεις που έχει αναπτύξει η Κυριακίδου με συγκεκριμένο τμήμα της Αντιτρομοκρατικής.
Είναι προφανές ότι καθοδηγείται και ότι καθοδηγείται συστηματικά. Δεν είναι απλώς κατασκευασμένη αλλά αποτελεί οργανικό τμήμα του συγκεκριμένου μηχανισμού. Υπάρχει ένα ολόκληρο σύστημα προστασίας της, γι’ αυτό συμπεριφέρεται με τέτοιο θράσος. Το να δεχόμαστε αυτή τη γυναίκα ως αξιόπιστο μάρτυρα δεν έχει να κάνει μόνο μ’ αυτούς τους αθώους ανθρώπους, που τους έστειλαν στα υπόγεια για το υπόλοιπο της ζωής τους, αλλά έχει να κάνει και με την ιστορία του τόπου. Σε οποιαδήποτε ποινική δίκη τέτοιος μάρτυρας δεν θα μπορούσε να σταθεί.
Ηρθε, όμως, ένας μάρτυρας που επιβεβαίωσε πλήρως τις απόψεις της υπεράσπισης. Είναι ο μάρτυρας Αμοιρίδης. Τι λόγους είχε να έρθει εδώ και να πει τέτοια τερατώδη ψέματα; Οτι δεν είχε καμιά σχέση με την υπόθεση, δεν διείσδυσε πουθενά, δεν είχε καμιά πληροφορία και όσα γράφει το ΦΕΚ για την παρασημοφόρησή του είναι ψέματα και τα έμαθε την προηγούμενη μέρα. Τι τρέμει η συγκεκριμένη υπηρεσία και αναγκάζει έναν άνθρωπο να εξευτελίζεται ενώπιόν σας; Ποια αλήθεια θέλει να κρύψει; Πρώτο, ότι η Κυριακίδου δεν πήγε αυθόρμητα. Δεύτερο, αυτό που αποκάλυψε εδώ ο κ. Κανάς, ότι υπάρχει γνωριμία Κυριακίδου-Αμοιρίδη-Πουλλακίδα από πολλά χρόνια. Δεν τα είπε αυτά, διότι ο Αμοιρίδης και η υπηρεσία του γνωρίζουν το σύνολο της ιστορίας. Ετσι, καταλήξαμε στο πρωτοφανές γεγονός να δικάζουμε υπόθεση τρομοκρατίας, υπόθεση με βαρύτατα αδικήματα και να μην έχουμε αστυνομικό μάρτυρα.
Με αυτή του τη στάση ο Αμοιρίδης, χωρίς να το θέλει, επιβεβαίωσε πλήρως την άποψη της υπεράσπισης. Οτι αυτή η υπόθεση δεν έχει κανένα αντικειμενικό εύρημα που να οδηγεί όχι σε καταδικαστική κρίση αλλά έστω και να φτάσει η υπόθεση στο ακροατήριο. Και επειδή δεν έχουμε κανένα αντικειμενικό στοιχείο, οδηγούμαστε σε απόψεις ότι όποιος κρεμάει σφαίρα για μενταγιόν είναι φιλοπόλεμος, τρομοκράτης, όπως και όποιος έχει το πασίγνωστο βιβλίο «Πώς δουλεύει η Ασφάλεια». Για να μη πω για τα τέσσερα κατσαβίδια. Εγώ έχω έξι. Εχω και μια πένσα. Και τι σημαίνει αυτό; Οτι φτιάχνω βόμβες;
Εκείνο που εν τέλει πρέπει να διερευνήσουμε είναι αν έχουμε ευρήματα που να συνδέουν το πρόσωπο με την πράξη. Αυτό, όμως, είναι το μόνο που δεν έχουμε κάνει. Για τί κατηγορείται η κ. Αθανασάκη; Οτι ως φυσική αυτουργός έβαλε 10 βόμβες; Υπάρχει κανένα στοιχείο που να τη συνδέει μ’ αυτές τις πράξεις; Οχι, κανένα στοιχείο. Γι’ αυτό και η πρόταση του εισαγγελέα δεν ήταν να κηρυχθεί ένοχη ως φυσικός αυτουργός, αλλά ως άμεσος συνεργός διά της ψυχικής συνδρομής.
Στη συνέχεια, ο Α. Κωνσταντάκης αναφέρθηκε αναλυτικά στην έννοια της ψυχικής συνδρομής σε σχέση με τα όσα προέκυψαν για την Αθανασάκη. Απέδειξε πέραν κάθε αμφιβολίας, ότι κανένα από τα στοιχεία που προβλέπει η θεωρία και η νομολογία για τις περιπτώσεις ψυχικής συνδρομής δεν υπάρχει. Ο πυρήνας της εισαγγελικής πρότασης λέει ότι η ψυχική συνδρομή συνίσταται σε βοήθεια μετά την πράξη, ότι δηλαδή εξασφάλιζε κρυσφήγετα για τους δράστες. Ούτε αυτό προκύπτει από πουθενά. Ούτε καν από την Κυριακίδου. Υπάρχει μια παντελής αδυναμία στο να μπορέσουμε να συγκροτήσουμε την κατηγορία, γιατί κάνουμε λάστιχο τις καταθέσεις της Κυριακίδου. Ποιος νοίκιασε την Πολέμωνος; Η Κυριακίδου. Αρα αυτή είναι η φυσική κυρίαρχος του χώρου. Θα μου πείτε ότι η Κυριακίδου λέει ότι είχαν κλειδιά. Ελα όμως που η Τόγκα λέει ότι δεν είχαν κλειδιά κι ότι χτύπαγε ο Κανάς την πόρτα της Αθανασάκη να του ανοίξει και έτσι τους είδε; Πιάνοντας ένα-ένα τα στοιχεία, ο συνήγορος απέδειξε το πλήρες λογικό αδιέξοδο στο οποίο οδηγείται η εισαγγελική πρόταση.
Τι μένει, λοιπόν; Μένει η συλλογική ευθύνη, που δεν περιορίζεται στην οικογενειακή ευθύνη. Παραβιάζεται μια βασική αρχή του δικαίου, που ισχύει από την εποχή της γαλλικής επανάστασης και απαιτεί την εξατομίκευση κάθε πράξης. Είναι ναζιστικής έμπνευσης αυτή η αρχή, γιατί περιλαμβάνει συλλήβδην τέσσερις ανθρώπους, χωρίς να εξατομικεύει τις πράξεις του καθενός. Δεν υπάρχει το κρίσιμο στοιχείο, ο αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ των αγνώστων δραστών και της κατηγορούμενης και δεν υπάρχει το αντικειμενικό εύρημα που να μας οδηγεί στην πράξη. Αν το κράτος ήταν έντιμο, θα έφερνε εδώ τους κατηγορούμενους και θα έλεγε: ισόβια, γιατί έτσι γουστάρω. Δεν θα έκανε αυτές τις πρωτοφανείς κατασκευές. Αυτός είναι ο ηγετικός πυρήνας του ΕΛΑ που διαφήμιζαν; Οι απλοί συνεργοί; Χάθηκε τελείως η σοβαρότητα; Οπως η Αστυνομία γνωρίζει ότι η Κυριακίδου δεν ήταν μέλος του ΕΛΑ, έτσι γνωρίζει ότι δεν ήταν και η Αθανασάκη. Ζητούμενο είναι μόνο η εκκαθάριση του τοπίου. Επρεπε να κλείσει και αυτή η υπόθεση, όμως το σενάριο είχε σχεδιαστεί αλλιώς στην αρχή και η έκρηξη της βόμβας στα χέρια του Σάββα Ξηρού άλλαξε τα δεδομένα.
Ο μοναδικός που παίρνει την πολιτική ευθύνη, ο κ. Τσιγαρίδας, δεν τον λέει η Κυριακίδου. Ο Τσιγαρίδας είναι ο μόνος που έρχεται από άλλο τμήμα της δικογραφίας, όχι από την Κυριακίδου. Και γι’ αυτό δεν προκύπτει τίποτα για τους άλλους από τη δική του στάση.
Κλείνοντας, ο Α. Κωνσταντάκης είπε πως δεν έχει να εισηγηθεί τίποτα στο δικαστήριο, γιατί όλα είναι πολύ καθαρά.