Το γεγονός είναι πλέον γνωστό: μια διεθνής αποστολή, αποτελούμενη από 44 ανθρώπους 17 διαφορετικών εθνικοτήτων, κατάφερε να σπάσει τον αποκλεισμό της Γάζας. Τα δυο ελληνικά καΐκια στα οποία επέβαινε είναι τα πρώτα πλοία που κατέπλευσαν στη (και μετά από μερικές μέρες απέπλευσαν από τη) Γάζα από το 1967. 41 συναπτά χρόνια είχε να φτάσει σκάφος στη Γάζα! Τα ονόματα των καϊκιών «Αγιος Νικόλαος» (συμβολικό όνομα «Liberty») και «Δημήτρης Κ» (συμβολικό όνομα «Free Gaza») και καπετάνιοι τους ο Γιώργης Κλώντζας και ο John Klusmire (αμερικανός).
Τυπικά πλοιοκτήτης ο Βαγγέλης Πισσίας (το σημειώνουμε γιατί είναι ο άνθρωπος που πήρε τα μεγαλύτερα ρίσκα σ’ αυτή την αποστολή).
Εκτός από τους 44 ανθρώπους που επέβαιναν στα δυο σκάφη, τα ονόματα των οποίων έγιναν γνωστά, είναι αρκετοί οι αφανείς που δούλεψαν σκληρά για την επιτυχία αυτής της αποστολής, ιδιαίτερα στην Ελλάδα. Τα καΐκια έπρεπε να επισκευαστούν και να ανασκευαστούν (ώστε να μπορούν να μεταφέρουν ανθρώπους και να έχουν όλα τα έγγραφα νομιμοποίησής τους) μέσα σ’ ένα ασφυκτικά περιορισμένο χρονικό διάστημα και σε συνθήκες παρανομίας. Δεν έπρεπε να μαθευτεί τίποτα για τον προορισμό τους, γιατί αν διέρρεε ήταν βέβαιο ότι ένα ωραίο πρωί θα τα βρίσκαμε βυθισμένα. Ανθρωποι διέθεσαν χρόνο και χρήμα για να μπορέσει να επιτευχθεί αυτός ο σκοπός.
Ολοι αυτοί μπορούν να αισθάνονται περήφανοι, διότι κατάφεραν να μην πάρουν τίποτα χαμπάρι οι καλύτερες μυστικές υπηρεσίες του κόσμου. Είναι χαρακτηριστικό, ότι οι ελληνικές αρχές κατάλαβαν ποια είναι τα σκάφη που προορίζονται για τη Γάζα, όταν και τα δύο βρίσκονταν εν πλω για τα Χανιά (προφανώς έψαχναν τις λίστες απόπλου και είδαν το όνομα του Πισσία). Τότε ήταν αργά για τους Σιωνιστές. Στα Χανιά ανακοινώθηκε επίσημα (σε συνέντευξη Τύπου) ο προορισμός των δύο καϊκιών και η ελληνική κυβέρνηση ήταν υποχρεωμένη να παρακολουθεί την πορεία τους, για να μη συμβεί τίποτα εντός των ελληνικών χωρικών υδάτων. Το ίδιο έκανε και η κυβέρνηση της Κύπρου. Επίσης, πρέπει να σημειωθεί η βοήθεια ανθρώπων που πήραν μέρος στην πρώτη φάση της αποστολής (μέχρι την Κρήτη) και δε συνέχισαν επειδή είχε χαθεί χρόνος και είχαν ανειλημμένες υποχρεώσεις.
Στην ιστοσελίδα μας δημοσιεύτηκε αναλυτικό χρονικό αυτής της αποστολής. Ελπίζουμε κάποια στιγμή αυτό το χρονικό, συμπληρωμένο με άλλα στοιχεία από τις πλουσιότατες σημειώσεις μας, να μπορέσει να κυκλοφορήσει σε έντυπη και ηλεκτρονική μορφή. Από τις στήλες της εφημερίδας μας θα περιοριστούμε σε μια σειρά δημοσιεύσεων με ρεπορτάζ και πολιτικά συμπεράσματα, χωρίς την αναπόφευκτη συναισθηματική φόρτιση των καθημερινών μας ανταποκρίσεων.
Ιστορική μέρα
Και στη φάση της προετοιμασίας της αποστολής και στη φάση του ταξιδιού, ακόμα και όταν είδαμε μπροστά μας στον ορίζοντα τα κτίρια της Γάζας, δεν συνειδητοποιούσαμε τον ιστορικό χαρακτήρα αυτού του ταξιδιού. Το αντιμετωπίζαμε περισσότερο σαν μια ακτιβιστική ενέργεια, σημαντική μεν αλλά όχι ιστορική. Πάνω μας βάραινε η πεποίθηση ότι οι Σιωνιστές δε θα μας αφήσουν να φτάσουμε στη Γάζα και τα σχέδιά μας γίνονταν με βάση το στόχο να τους κάνουμε όσο γίνεται μεγαλύτερη ζημιά, καταδεικνύοντας σε πλανητικό επίπεδο τη βαρβαρότητα της πολιτικής τους (αποκλεισμός 1,5 εκατομμυρίου ανθρώπων και μετατροπή της Γάζας σε μια τεράστια ανοιχτή φυλακή). Αναφερόμαστε κυρίως στα σχέδια της ελληνικής αποστολής (αριθμητικά της δεύτερης πολυπληθέστερης, μετά την αμερικανική, και κατ’ αναλογία πληθυσμού μακράν πρώτης) και λίγων φίλων από άλλες αποστολές, που σκεφτόμασταν και σχεδιάζαμε πολιτικά, γιατί η πλειοψηφία σκεφτόταν ακτιβιστικά, με κυρίαρχο το συναισθηματικό στοιχείο. Οταν συνειδητοποιήσαμε ότι δε σκοπεύουν να μας σταματήσουν, η χαρά ήταν τόση που δεν άφηνε περιθώρια για πολιτική ανάλυση. Ισα που προλάβαμε οι εντελώς «άρρωστοι» με την πολιτική ν’ ανταλλάξουμε μερικές πρόχειρες σκέψεις, γιατί σε λίγο επήλθε ολοκληρωτικό «πολιτικό μπλακ-άουτ» και το συναίσθημα ξεχείλισε.
Γράψαμε και στην ανταπόκρισή μας από τη Γάζα, ότι η υποδοχή που μας επεφύλαξε ο παλαιστινιακός λαός δε μπορεί να περιγραφεί με λόγια. Ακόμα και παρακολουθώντας την κινηματογραφημένη δε μπορείς να συλλάβεις την ουσία της. Μόνο αν την έχεις βιώσει. Για μια ώρα περίπου μοιάζαμε σαν υπνωτισμένοι από τις εκδηλώσεις λατρείας ενός τεράστιου πλήθους που συνωστιζόταν στις τέσσερις πλευρές του μικρού λιμανιού και πάνω σε ψαρόβαρκες και παλιοκάικα. Ο θόρυβος ήταν εκκωφαντικός: κραυγές, σφυρίγματα, παρατεταμένοι λαρυγγισμοί. Κι όταν από βάρκες και καΐκια άρχισαν να σαλτάρουν πάνω στα δικά μας σκάφη, να μας αγκαλιάζουν και να μας φιλούν με τον παραδοσιακό αραβικό τρόπο (τέσσερις φορές σταυρωτά), εκείνα που άκουγες ήταν «γουελκάμ του Γκάζα» και «άι λαβ γιου», μαζί με φράσεις στα αραβικά.
Λίγο αργότερα συνειδητοποιήσαμε ότι αυτός ο πολύπαθος και ηρωικός λαός βίωνε μια ξεχωριστή μέρα. Αισθανόταν όχι μόνο ότι κάποιοι δεν τον έχουν ξεχάσει, αλλά και ότι η αυριανή μέρα θα είναι διαφορετική. Οπως πληροφορηθήκαμε, αυτό το τεράστιο πλήθος κατέβηκε ειδοποιημένο από το ραδιόφωνο μέσα σ’ ένα τέταρτο της ώρας. Γι’ αυτό και τα παλαιστινιακά καΐκια δεν πρόλαβαν να βγουν μερικά μίλια έξω από το λιμάνι και να μας συνοδεύσουν, αλλά μας πρόλαβαν ακριβώς στη μπούκα του λιμανιού και όλο το πανδαιμόνιο έγινε μέσα στο λιμάνι (είναι ευτύχημα που δεν υπήρξε ατύχημα, καθώς οι πιτσιρικάδες πηδούσαν με τα ρούχα μέσα στη θάλασσα και κολυμπούσαν προς τα σκάφη μας για να προλάβουν ν’ ανέβουν πάνω). Η αρχική συνεννόηση ήταν ότι θα φτάναμε το πρωί, όμως καθυστερήσαμε και οι Ισραηλινοί μας είχαν κόψει τις επικοινωνίες και δε μπορούσαμε να ενημερώσουμε για την καθυστέρηση. Από τις 8 το πρωί, λοιπόν, είχε μαζευτεί στο λιμάνι ο διπλάσιος κόσμος και μας περίμενε. Εμειναν εκεί, κάτω από τον καυτό ήλιο, 6 ώρες. Τότε τους ειδοποίησαν ότι οι Ισραηλινοί μας γύρισαν πίσω και έφυγαν απογοητευμένοι. Στην πραγματικότητα, οι Ισραηλινοί γύρισαν πίσω ένα μικρό σκάφος με δημοσιογράφους, που είχε αναχωρήσει από το Ασκελόν, με το οποίο είχαμε δώσει ραντεβού σε συγκεκριμένο στίγμα, δύο μίλια έξω από την απαγορευμένη ζώνη (το ραντεβού δεν έγινε ποτέ και εξήγηση πειστική δεν πήραμε). Οταν φτάσαμε μερικά μίλια έξω από τη Γάζα και είχαμε σήμα στα κινητά, ειδοποιήσαμε ότι φτάνουμε σε μία ώρα περίπου και ο κόσμος κατέβηκε για δεύτερη φορά στο λιμάνι, απρογραμμάτιστα αυτή τη φορά.
Εκείνες τις στιγμές δεν γνωρίζαμε τις κινήσεις που γίνονταν στο Ισραήλ. Οταν εκ των υστέρων πληροφορηθήκαμε (διαβάζοντας ισραηλινές εφημερίδες από το Ιντερνετ), ότι την παραμονή της άφιξής μας έγινε πολύωρη σύσκεψη με τη συμμετοχή του πρωθυπουργού, των υπουργών Εξωτερικών και Αμυνας και του αρχηγού του Γενικού Επιτελείου, η οποία αποφάσισε τελικά να μη μας εμποδίσει, είχαμε μια ακόμη απόδειξη για τη σημασία αυτής της αποστολής. Δεν γίνονται ανώτατου επιπέδου συσκέψεις για ασήμαντα ή για δευτερεύουσας σημασίας γεγονότα. Το Ισραήλ αντιμετώπιζε την αποστολή ως κρίση και πήρε τις αποφάσεις του σταθμίζοντας όλους τους παράγοντες σε ανώτατο πολιτειακό επίπεδο.
Οπως γράψαμε και στην ανταπόκρισή μας, οι πολιτοφύλακες της Γάζας κατάφεραν με μεγάλη δυσκολία να μας «αποσπάσουν» από το παραληρούν πλήθος και να μας συνοδεύ-σουν με δρακόντεια μέτρα ασφάλειας στο ξενοδοχείο. Οταν κατάφεραν να κατεβάσουν τον κόσμο από τα σκάφη μας κι εμάς από τα σκάφη, οι μόνες στις οποίες επιτρεπόταν να σπάσουν τον προστατευτικό κλοιό των μαυροντυμένων ανδρών με τα Καλάζνικοφ ήταν μερικές ηλικιωμένες γυναίκες, οι οποίες μας περνούσαν παλαιστινιακά μαντήλια στο λαιμό (ο σεβασμός των πολιτοφυλάκων σ’ αυτές τις γυναίκες που έβγαιναν μέσα από το πλήθος ήταν φανερός). Στο ξενοδοχείο και αφού συνήλθαμε από το σοκ της υποδοχής, κάναμε τις πρώτες πολιτικές συζητήσεις και τις πρώτες πολιτικές σκέψεις για το χαρακτήρα της αποστολής.
Οι πρώτοι άνθρωποι που χρησιμοποίησαν τον όρο «ιστορική μέρα» ήταν ορισμένοι εκπρόσωποι κοινωνικών οργανώσεων της Γάζας, που είχαν προσκαλέσει στη Λωρίδα την αποστολή μας και έφτασαν μαζί μας στο ξενοδοχείο. Για να είμαστε ειλικρινείς, εκείνη τη στιγμή δε δώσαμε ιδιαίτερη σημασία στα λεγόμενά τους. Τα θεωρήσαμε περισσότερο σαν υπερβολές που λέγονται σε τέτοιες περιστάσεις. Υπερβολική κρίναμε, επίσης, την άποψη γνωστού κοινωνικού παράγοντα της Γάζας, ότι η άφιξή μας κατάφερε να ενώσει το λαό, που ήταν διχασμένος εξαιτίας της εσωτερικής πολιτικής διαπάλης.
Λίγο αργότερα, ακούσαμε την πρώτη σοβαρή πολιτική ανάλυση από έναν άνθρωπο «υπεράνω υποψίας». Ο Χάλεντ ελ-Μπατς, ηγετικό πολιτικό στέλεχος της «Αλ-Τζιχάντ αλ-Ισλαμίγια» («Ισλαμικός Ιερός Πόλεμος»), μας έκανε την τιμή να έρθει να επισκεφτεί την ελληνική αντιπροσωπεία (γενικώς οι Παλαιστίνιοι τρέφουν ιδιαίτερη εκτίμηση στους Ελληνες, τους οποίους θεωρούν αδέρφια). Οταν καθίσαμε στο τραπέζι, υπό το άγρυπνο βλέμμα των σωματοφυλάκων του και πολιτοφυλάκων με πολιτικά, η πρώτη φράση που είπε ήταν ότι η αποστολή μας έχει ιστορική σημασία και πως από αύριο η Γάζα γυρίζει σελίδα. Δεν ήταν μια τυπική φράση ευγένειας, αλλά συνοδευόταν από πολιτική ανάλυση. Σύμφωνα με τον ηγέτη της Ισλαμικής Τζιχάντ, η αποστολή μας δεν στρίμωξε μόνο ούτε τόσο το Ισραήλ, που αναγκάστηκε να υποχωρήσει και να μην κάνει πράξη τις απειλές του, αλλά στρίμωξε περισσότερο τις αντιδραστικές αραβικές κυβερνήσεις, συνένοχες για τον αποκλεισμό της Γάζας. Από τη στιγμή που εσείς, Δυτικοί από τόσες χώρες, καταφέρατε να φτάσετε στη Γάζα, δεν υπάρχει πλέον καμιά δικαιολογία για τις αραβικές κυβερνήσεις. Η πίεση που θα δεχτούν θα είναι πολύ μεγάλη και ιδιαίτερα η κυβέρνηση της Αιγύπτου, που είναι εδώ δίπλα μας και σε ελάχιστες ώρες οποιοδήποτε αιγυπτιακό σκάφος μπορεί να προσεγγίσει τη Γάζα.
Την ίδια ακριβώς ανάλυση, με διαφορετικά λόγια, ακούσαμε την επομένη από τον πρωθυπουργό Ισμαήλ Χανίγια, που μας κάλεσε και μας έκανε το τραπέζι στο σπίτι του, στον προσφυγικό καταυλισμό της παραλίας της Γάζας. Ο Χανίγια χαρακτήρισε την αποστολή ιστορική και τα μέλη της ήρωες, ανακοινώνοντας πως όποιος θέλει μπορεί να ζητήσει την παλαιστινιακή υπηκοότητα (σχετικό αίτημα είχαμε υποβάλει από το πρώτο κιόλας βράδυ τα μέλη της ελληνικής αντιπροσωπείας και μας ακολούθησαν και ορισμένοι ξένοι που έτυχε να βρίσκονται εκεί και να μας ακούσουν). Επίσης, επιτέθηκε με δριμύτητα και χωρίς διπλωματική αβρότητα ενάντια στις αραβικές κυβερνήσεις, καλώντας τες να ακολουθήσουν το παράδειγμα των εθελοντών του Free Gaza Movement.
Ταυτόσημη ήταν η τοποθέτηση του προεδρεύοντα του Παλαιστινιακού Νομοθετικού Σώματος στη Γάζα (ο πρόεδρος βρίσκεται σε ισραηλινή φυλακή μαζί με άλλους 39 βουλευτές, άνδρες και γυναίκες), στην ομιλία που έκανε στην ειδική πανηγυρική συνεδρίαση της Βουλής προς τιμή των μελών της αποστολής. Στην ίδια συνεδρίαση ζήτησε και πήρε το λόγο η βουλευτής του Λαϊκού Μετώπου για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης, Ράουγια ελ-Σιάουα, η οποία καλωσόρισε την αποστολή εκ μέρους όλου του παλαιστινιακού λαού, χαρακτήρισε ιστορικό το επίτευγμά της και κατέληξε λέγοντας: «Χρειαζόμαστε την ενότητα όλων των Παλαιστινίων. Βοηθήστε μας να βρούμε την ενότητα, για να κερδίσουμε την ανεξαρτησία»!
Τέλος, από τους πολλούς συνομιλητές μας κατά την παραμονή μας στη Γάζα, σημειώνουμε την άποψη του Τζαμίλ αλ-Μαζνταλάουϊ, μέλους του Πολιτικού Γραφείου του Λαϊκού Μετώπου για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης και ηγέτη της Οργάνωσης στη Γάζα, τον οποίο επισκεφτήκαμε μαζί με τον Βαγγέλη Πισσία στο σπίτι του (ήταν άρρωστος και δε μπορούσε να μας επισκεφτεί ο ίδιος). Στην ανάλυση του χαρακτήρα της αποστολής ο σύντροφος Μαζνταλάουϊ είχε την ίδια άποψη με τους Χανίγια και Μπατς, επιμένοντας ιδιαίτερα στο στρίμωγμα που δέχονται οι αραβικές κυβερνήσεις, έχοντας στα χέρια τους πλέον την καυτή πατάτα.
Ανάλογες με την εκτίμηση για την ιστορική σημασία αυτής της αποστολής ήταν και οι τιμές που επιφυλάχτηκαν στα μέλη της από τις επίσημες Αρχές της Γάζας και τις κοινωνικές οργανώσεις: ειδικό παράσημο της Παλαιστινιακής Αρχής από τον πρωθυπουργό Χανίγια, ειδική πανηγυρική συνεδρίαση της Βουλής και απονομή αναμνηστικών στα μέλη της αποστολής, υποδοχή στο δημαρχείο και ανακοίνωση από το δήμαρχο της Γάζας ότι μια πλατεία της πόλης θα ονομάζεται πλέον πλατεία Free Gaza – Liberty και θα ανακατασκευαστεί ώστε να τοποθετηθεί σ’ αυτή ένα από τα δύο σκάφη ή ομοίωμά του και να εντειχιστεί αναμνηστική πλάκα με τα ονόματα όλων των μελών της αποστολής, απόδοση σε ειδική τελετή σε όλα τα μέλη της αποστολής της παλαιστινιακής υπηκοότητας και παλαιστινιακού διπλωματικού διαβατήριου, από τον πρωθυπουργό Χανίγια, παρουσία υπουργών, ανώτατων αξιωματικών όλων των στρατιωτικών σωμάτων της Γάζας και του ηγέτη της Χαμάς, Μαχμούντ Ζαχάρ κ.λπ.
Τέλος, πρέπει να σημειωθεί το τεράστιο ενδιαφέρον που επιδείχτηκε από τα ΜΜΕ. Είκοσι τηλεοπτικές κάμερες μας ακολουθούσαν σε κάθε μας βήμα και έστελναν εικόνα σε όλο τον κόσμο (ας σημειωθεί ότι στη Γάζα λειτουργεί μόνο ένα κανάλι) και μια στρατιά δημοσιογράφων και φωτορεπόρτερ. Δεν ξέρουμε τι γινόταν στα δυτικά ΜΜΕ, εκτός των εντύπων που τα είδαμε μέσω Ιντερνετ και διαπιστώσαμε μεγάλα δημοσιεύματα και φωτογραφίες σε γαλλικά (ολοσέλιδο αφιέρωμα είχε η «Moντ»), γερμανικά και βρετανικά έντυπα. Στα ΜΜΕ της Ανατολής, όμως, όπως μας πληροφορούσαν παλαιστίνιοι φίλοι, η αποστολή του Free Gaza Movement «έπαιζε» από πρώτη μέχρι τρίτη είδηση, όλες τις μέρες που βρισκόμασταν εκεί, γεγονός που αυξάνει την πίεση πάνω στις αραβικές κυβερνήσεις.
Θλιβερή εξαίρεση τα ελληνικά ΜΜΕ. Μολονότι η αποστολή γινόταν με ελληνικά σκάφη, ξεκίνησε από την Ελλάδα και συμμετείχαν σ’ αυτή εννέα Ελληνες, μολονότι από την αρχή (τα σκάφη βρισκόταν ακόμη στα Χανιά) είχε υπάρξει δήλωση του κυβερνητικού εκπρόσωπου, που περιλάμβανε μια οιονεί ταξιδιωτική οδηγία (είσαστε νόμιμοι, αλλά μην πάτε γιατί κινδυνεύετε), η δημοσιότητα στην Ελλάδα ήταν ελάχιστη. Αντίθετη ήταν η εικόνα στην Κύπρο. 8 το πρωί φτάσαμε από την Ελλάδα στο λιμάνι της Λάρνακας και μας περίμενε μια κουστωδία καμερών, δημοσιογράφων και φωτορεπόρτερ. Οι εφημερίδες είχαν ρεπορτάζ και συνεντεύξεις, οι ραδιοφωνικοί σταθμοί μας καλούσαν στα στούντιό τους, οι τηλεοπτικοί μας έβγαζαν τηλεφωνικά στα κεντρικά δελτία ειδήσεων και ήταν οι πρώτοι που επικοινώνησαν μαζί μας όταν φτάσαμε στη Γάζα. 7 το πρωί είχαμε ανακοινώσει ότι θα φύγουμε για Γάζα και τα ΜΜΕ της Κύπρου, όπως και εκπρόσωποι όλων των διεθνών πρακτορείων ήταν εκεί από τα χαράματα. 9 το βράδυ ξαναπιάσαμε Λάρνακα επιστρέφοντας από τη Γάζα και πάλι μας περίμενε εκεί η ίδια κουστωδία καμερών, δημοσιογράφων και φωτορεπόρτερ.
Απειλές και ελιγμοί
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το Ισραήλ έχασε μια μάχη. Ας δούμε πώς την έχασε και πώς διαμορφώνονται οι εξελίξεις μετά το πρώτο σπάσιμο του θαλάσσιου αποκλεισμού.
Το σχέδιο του Free Gaza Movement ξεκίνησε πριν από δυο χρόνια περίπου από μια ομάδα ακτιβιστών στην Καλιφόρνια, οι οποίοι είχαν συμμετάσχει σε ανθρωπιστικές αποστολές στην Παλαιστίνη και είχαν κηρυχθεί personae non gratae από το σιωνιστικό κράτος. Η αρχική σκέψη ήταν απλή: αφού δε μπορούμε να πάμε από τη στεριά και από τον αέρα, γιατί να μη δοκιμάσουμε από τη θάλασσα, που τυπικά το Ισραήλ δε μπορεί να αστυνομεύσει τη Γάζα; Αυτή η ομάδα ήρθε σε επαφή με οργανώσεις υπεράσπισης των δικαιωμάτων του παλαιστινιακού λαού σε όλο τον κόσμο και δημιουργήθηκε το Free Gaza Movement, που άρχισε να μαζεύει λεφτά για να υλοποιήσει αυτό το σχέδιο.
Εκείνο που σίγουρα δεν περίμενε το Ισραήλ ήταν ότι τα πλοία θα φτιάχνονταν στην Ελλάδα. Διότι ελληνική συμμετοχή δεν φαινόταν πουθενά. Το πληροφορήθηκε στα τέλη του Ιούλη, όταν ανακοινώθηκε (συνέντευξη στην Αίθουσα Ξένων Ανταποκριτών στην Αθήνα), ότι τα πλοία θα είναι ελληνικά, χωρίς άλλες λεπτομέρειες. Χρόνο να εντοπίσει τα πλοία και να τα καταστρέψει, όπως έχει κάνει άλλες φορές, δεν είχε. Ετσι, επέλεξε αναγκαστικά τη μέθοδο του εκφοβισμού.
Με επίσημες ανακοινώσεις και κατευθυνόμενα δημοσιεύματα των ισραηλινών εφημερίδων περνούσε η φοβέρα ότι στα πλοία δε θα επιτραπεί να περάσουν. Αλλα δημοσιεύματα έλεγαν ότι θα βυθιστούν και άλλα ότι θα αιχμαλωτιστούν και θα ρυμουλκηθούν στο Ισραήλ, όπου οι επιβαίνοντες σ’ αυτά θα βρεθούν κατηγορούμενοι. Το Free Gaza Movement είχε κάνει καλή δουλειά σε επίπεδο διεθνούς στήριξης. Προσωπικότητες όπως ο αρχιεπίσκοπος Ντέσμοντ Τούτου, ο σκηνοθέτης Κεν Λόουτς, ο καθηγητής Νόαμ Τσόμσκι, αλλά και βουλευτές και ευρωβουλευτές από ευρωπαϊκές χώρες (κυρίως τη Βρετανία) στήριζαν το εγχείρημα. Το ίδιο και δεκάδες οργανώσεις απ’ όλο τον κόσμο. Με την ανακοίνωση της αποστολής συλλέχτηκαν και οι πρώτες υπογραφές από την Ελλάδα (Δρίτσας, Σακοράφα, Μπεγλίτης) και σίγουρα θα ήταν περισσότερες αν υπήρχε χρόνος. Ομως τα πλοία έπρεπε να ξεκινήσουν, γιατί είχαν αργήσει και ο κόσμος στην Κύπρο αδημονούσε.
Στο χορό των έμμεσων απειλών μπήκε και η ελληνική κυβέρνηση με την ανεκδιήγητη δήλωση του Αντώναρου ότι οι νόμιμες δραστηριότητες είναι ελεύθερες, όμως η αποστολή αυτή εγκυμονεί μεγάλους κινδύνους.
Οι Ελληνες που συμμετείχαμε εκείνη τη στιγμή στην αποστολή απαντήσαμε με δήλωσή μας στον Αντώναρο, υπενθυμίζοντάς του πως καθήκον της κυβέρνησης είναι να προστατεύει την ασφάλεια των ελλήνων πολιτών και όχι να μας λέει τι είναι επικίνδυνο (αυτό μόνο η μάνα μας μπορεί να μας το πει, όπως έλεγε εύστοχα μέλος της αποστολής).
Η δήλωση Αντώναρου ήταν μια πολύ καλή πάσα για την αποστολή. Θέλοντας και μη, η ελληνική κυβέρνηση είχε ήδη αναμιχθεί. Κάναμε ένα βήμα παραπέρα, στέλνοντας επιστολές στον Παπούλια, τον Καραμανλή, τον Σιούφα και τους Παπανδρέου, Παπαρήγα και Αλαβάνο, με τις οποίες εξηγούσαμε το χαρακτήρα της αποστολής, το απολύτως νόμιμο του εγχειρήματος και τους ζητούσαμε να μας πληροφορήσουν τι ενέργειες σκοπεύουν να κάνουν ώστε να προστατεύσουν την ασφάλεια των υπό ελληνική σημαία καϊκιών και των επιβαινόντων σ’ αυτά. Απάντηση δεν πήραμε, όμως είναι σίγουρο πως κανένας από τους παραλήπτες των επιστολών δε θα μπορούσε, σε περίπτωση βίαιης παρέμβασης του Ισραήλ, να ισχυριστεί ότι δε γνώριζε κι αυτό ήταν πλέον γνωστό στους Σιωνιστές. Γνώριζαν ότι θα έπρεπε να δώσουν εξηγήσεις στην Ελλάδα, μια χώρα με την οποία αναβαθμίζουν συνεχώς τη συνεργασία τους.
Η ελληνική κυβέρνηση τους έκανε τη χάρη να προσπαθήσει να μας σταματήσει και να μας καθυστερήσει για γραφειοκρατικούς λόγους κι αυτό το μάθαμε από σίγουρες πηγές. Δεν τους κάναμε, όμως, εμείς τη χάρη. Οταν καταλάβαμε τι σχεδίαζαν, αρχίσαμε να μετακινούμαστε από πόλη σε πόλη και από νησί σε νησί, χωρίς ποτέ να δίνουμε τον ακριβή προορισμό μας. Από Χανιά πήραμε απόπλου για Ρόδο και βρεθήκαμε πρώτα στο Ηράκλειο και μετά στη Σητεία. Από Σητεία πήραμε απόπλου πάλι για Ρόδο και βρεθήκαμε στο Καστελόριζο. Από εκεί ο δρόμος ήταν ανοιχτός για την Κύπρο. Ο δύσκαμπτος γραφειοκρατικός μηχανισμός δε μπόρεσε να λειτουργήσει, ενώ οι Λιμενικοί δεν επέδειξαν και κανένα ιδιαίτερο φανατισμό. Το Παλαιστινιακό είναι ένα ζήτημα που αγγίζει ευρύτατα στρώματα στην Ελλάδα κι αυτό είχαμε την ευκαιρία να το διαπιστώσουμε από πρώτο χέρι.
Στην Κύπρο η κατάσταση ήταν εντελώς διαφορετική. Τεράστιο ενδιαφέρον από τα ντόπια και διεθνή ΜΜΕ, αρθρογραφία, ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές εκπομπές και ο γιατρός Λυσσαρίδης να βοηθά με τον τρόπο του, αν και άρρωστος. Οι κρατικές αρχές ήταν φιλικότατες, εξυπηρετικές και προστατευτικές. Ουδείς στην Κύπρο θα τολμούσε να σαμποτάρει αυτή την αποστολή. Βλέπετε, οι Ελληνοκύπριοι έχουν τις δικές τους μνήμες, το δικό τους βάσανο με τη διχοτομημένη χώρα τους και αισθάνονται περισσότερο αλληλέγγυοι προς τους Παλαιστίνιους σε σχέση με τους Ελλαδίτες.
Επικοινωνιακά το Ισραήλ είχε χάσει το παιχνίδι.
Τότε, έπαιξε το τελευταίο χαρτί τρομοκράτησης. Η ισραηλινή πρεσβεία στη Λευκωσία παρέδωσε στις κυπριακές αρχές ένα κωλόχαρτο, χωρίς ν’ ακολουθήσει τον ορθό διπλωματικό δρόμο. Ηταν μια διαταγή υπογεγραμμένη από τον αρχηγό του Ισραηλινού Πολεμικού Ναυτικού, που όριζε μια περιοχή που έπιανε όλη την ακτογραμμή της Γάζας και σε βάθος περίπου 21 μιλίων (στην αρχή μετρήσαμε λάθος και νομίζαμε ότι είναι 35 μίλια) ως περιοχή διεξαγωγής ναυτικών ασκήσεων με πυρά. Η δέσμευση άρχιζε στις 11 Αυγούστου και δεν είχε ημερομηνία λήξης! Ούτε όριζε ασφαλείς διαύλους διέλευσης, όπως επιτάσσει το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας γι’ αυτές τις περιπτώσεις. Στο ίδιο κωλόχαρτο έγραφε πως όποιος θέλει να μεταφέρει ανθρωπιστική βοήθεια μπορεί να πάει στο Ισραήλ και από εκεί να τον οδηγήσουν οδικώς οι ισραηλινές αρχές! Δηλαδή, μια διαταγή που υποτίθεται ότι δέσμευε θαλάσσια περιοχή για ναυτικές ασκήσεις, ασχολούνταν ταυτόχρονα και με την ανθρωπιστική βοήθεια! Οταν οι κυπριακές αρχές ρώτησαν γιατί τους δίνουν αυτό το χαρτί ατύπως, η απάντηση ήταν ότι το δίνουν για να το έχουν!
Μ’ αυτό το χαρτί οι Σιωνιστές έπαιζαν τα ρέστα τους. Η αποστολή το απέρριψε και σε συνέντευξη Τύπου εξήγησε ότι πρόκειται για ανεπίδοτο έγγραφο, αφού ποτέ δεν στάλθηκε επισήμως. Ξεκαθάρισε ότι το μόνο που θα κάνει είναι να επικοινωνήσει με το Λιμεναρχείο της Γάζας, για να ζητήσει απ’ αυτό να της υποδείξει περιοχή διέλευσης (όπως και έγινε). Από το Λιμεναρχείο της Λάρνακας ζητήσαμε απόπλου για Γάζα και μας δόθηκε! Ετσι, το κυπριακό κράτος αναγνώριζε επίσημα ότι η Γάζα είναι ένας νόμιμος προορισμός για τα σκάφη μας και τους επιβάτες τους. Το τελευταίο «όπλο» της αποστολής ήταν η επιβίβαση του βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Τάσου Κουράκη (ο Κουράκης βρισκόταν για άλλη δουλειά στην Κύπρο, ενημερώθηκε και ζήτησε μόνος του να έρθει στη Γάζα).
Τι είχε, λοιπόν, απέναντί του το Ισραήλ; Δύο πλοία με ελληνική σημαία, στα οποία επέβαιναν εθελοντές από τόσες χώρες (και Ισραηλινοί) και ένας βουλευτής του Ελληνικού Κοινοβούλιου, τα οποία είχαν πάρει απόπλου για Γάζα από τις κυπριακές αρχές. Σ’ αυτά τα σκάφη επέβαιναν επίσης τηλεοπτικά συνεργεία τριών καναλιών και η αποστολή τους είχε πλέον τεράστια δημοσιότητα. Να τα βυθίσουν δεν υπήρχε περίπτωση. Μόνο να κάνουν πειρατικό ρεσάλτο (πανεύκολο θα ήταν για τα πολεμικά τους πλοία) και να συλλάβουν όλο τον κόσμο. Εκαναν, όμως, και ένα άλλο σφάλμα οι Σιωνιστές. Γύρω στις 9:30 το βράδυ της μέρας που αποπλεύσαμε, μπλόκαραν τα δορυφορικά τηλέφωνα και το Ιντερνετ και στα δύο σκάφη (δεν πείραξαν τα ηλεκτρονικά όργανα πλοήγησης, όπως ηλιθιωδώς γράφτηκε στην ιστοσελίδα του Free Gaza Movement). Αυτό μεγάλωσε την ανησυχία στις χώρες προέλευσης των εθελοντών και κυρίως στην ελληνική κυβέρνηση, όπως είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε.
Επικοινωνιακά το Ισραήλ είχε νικηθεί κατά κράτος. Μόνο χειρότερα θα μπορούσε να κάνει τα πράγματα αν έκανε πειρατεία στα πλοία. Και τι θα έκανε μετά; Θα ξεβράκωνε και έναν έλληνα βουλευτή, όπως συνηθίζει να κάνει με όσους συλλαμβάνει και απελαύνει; Και τα σκάφη με ποια δικαιολογία θα τα άρπαζε έξω από τα ισραηλινά χωρικά ύδατα; Θα ακολουθούσε μια αλυσίδα δικών. Γι’ αυτό και η ηγεσία του σιωνιστικού κράτους αποφάσισε να αφήσει τα σκάφη να καταπλεύσουν στη Γάζα, λέγοντας τη γελοία δικαιολογία ότι αυτά είχαν ελεγχθεί στην Ελλάδα και την Κύπρο και δεν κουβαλούσαν όπλα ή άλλο απαγορευμένο υλικό. Φυσικά, ήξεραν πολύ καλά ότι στην Ελλάδα δεν έγινε κανένας έλεγχος (Λιμενικός δεν ανέβηκε σε κανένα από τα δύο σκάφη), ενώ στην Κύπρο έγινε ένας τυπικός γραφειοκρατικός έλεγχος. Ο μόνος ουσιαστικός έλεγχος που έγινε ήταν εξωτερικός, με δύτες και υποβρύχια κάμερα, και αυτός αφορούσε την προστασία των σκαφών από ενδεχόμενο ισραηλινό σαμποτάζ (οι Κύπριοι έχουν την τραυματική πείρα του 1988 και δεν ήθελαν να την ξαναπάθουν).
Το επόμενο βήμα έγινε στη Γάζα. Τρία άτομα από την ελληνική αποστολή, οι Γιώτης, Κουράκης και Πολίτης επικοινώνησαν με το ελληνικό προξενείο στην Ιερουσαλήμ και ζήτησαν να φύγουν αεροπορικώς περνώντας από το τσεκ πόιντ του Ερέζ στο Ισραήλ. Η απάντηση ήταν ότι ο Κουράκης μπορεί να περάσει, ως βουλευτής, οι άλλοι δύο όμως θα συλληφθούν και θα ανακριθούν, ενδεχομένως δε και να παραπεμφθούν σε δίκη για παράνομη είσοδο στο Ισραήλ. «Οπως ήρθαν έτσι να φύγουν», διαμήνυε με δηλώσεις της η Τζίπι Λίβνι (η ίδια, πριν την άφιξη της αποστολής, διοχέτευε δηλώσεις του τύπου «καλό είναι να ξέρουν κολύμπι»). Ο Κουράκης δήλωσε ότι δε θέλει ειδική μεταχείριση και πως θα γυρίσει μαζί με τα άλλα μέλη της αποστολής.
Στη συνέχεια άρχισε άλλο παιχνίδι. Υστερα από αβασάνιστες δηλώσεις μελών της αποστολής, που είτε έπαιζαν παιχνίδια προσωπικής προβολής είτε εξέφραζαν απλώς τον αυθορμητισμό τους και την έλλειψη βαθιάς πολιτικής σκέψης, σύμφωνα με τις οποίες επιστρέφοντας θα παίρναμε μαζί μας δέκα από τους πολλούς αποκλεισμένους παλαιστίνιους φοιτητές σε δυτικά πανεπιστήμια, το Ισραήλ ανακοίνωσε ότι θα κάνει έρευνα στα σκάφη κατά την αποχώρησή τους. Αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, θα ήταν μια ήττα για την αποστολή. Ουσιαστικά θα ακυρωνόταν ό,τι είχε κατακτηθεί μέχρι εκείνη τη στιγμή, που τόση χαρά και αισιοδοξία είχε σκορπίσει στο λαό και την πολιτική ηγεσία της Γάζας. Ειδικά αν οι Ισραηλινοί άρπαζαν από τα σκάφη μας κάποιους Παλαιστίνιους και μας άφηναν να συνεχίσουμε, θα βρισκόμασταν στη γελοία θέση ανθρώπων που δεν ξέρουν στοιχειωδώς από πολιτική και ειδικά από τακτική.
Χρειάστηκε να δώσουμε σκληρή πολιτική μάχη ενάντια στον αυθορμητίστικο συναισθηματισμό (η ελληνική αντιπροσωπεία είχε ενιαία άποψη η οποία στηρίχτηκε και από άλλους), για να περάσει τελικά η άποψη ότι εκείνο που προέχει είναι να κατοχυρώσουμε αυτό το πρώτο βήμα, αφοπλίζοντας το Ισραήλ. Οτι έπρεπε να πάρουμε μαζί μας πρόσωπα με ισχυρή συμβολική σημασία, ώστε τυχόν σύλληψή τους να εκθέσει το Ισραήλ και να ισχυροποιήσει την αποστολή μας. Τελικά, αποφασίστηκε να πάρουμε μαζί μας τα μέλη μιας κομμένης στα δύο οικογένειας (ο πατέρας στην Κύπρο, η μητέρα με τα τέσσερα παιδιά στη Γάζα, όλοι με κυπριακές βίζες στα παλαιστινιακά διαβατήριά τους) και ένα ακρωτηριασμένο παιδί (με τον πατέρα του ως συνοδό) για θεραπεία στην Κύπρο (με τη σύμφωνη γνώμη των Κυπριακών Αρχών).
Ετσι, οι Σιωνιστές δεν τόλμησαν να μας σταματήσουν (τα διεθνή ΜΜΕ είχαν μεταδώσει ποιους μεταφέρουμε). Για να μη φανεί δε η ήττα τους ανακοίνωσαν την ίδια μέρα ότι πλοία που μεταφέρουν ανθρωπιστική βοήθεια μπορούν να ταξιδεύουν ελεύθερα στη Γάζα.
Επ’ αυτού, όμως, θα επανέλθουμε.