Με πολλά ταρατατζούμ, το υπουργείο Παιδείας ανακοίνωσε πρόσφατα τα νέα Αναλυτικά Προγράμματα Σπουδών, τα οποία, λέει, αναμορφώθηκαν μετά από 20 χρόνια. Η μελέτη της Ενωσης των Ελλήνων Χημικών (ΕΕΧ) πάνω στα αναλυτικά προγράμματα που αφορούν το γνωστικό αντικείμενο-μάθημα της Χημείας κάνει σκόνη τις διθυραμβικές ανακοινώσεις της Κεραμέως και αποκαθηλώνει και αυτό το νέο «επίτευγμα» του ΙΕΠ-υπουργείου Παιδείας.
Ανεξάρτητα από τη συντεχνιακή λογική που διέπει τέτοιου είδους επιστημονικές ενώσεις και από απόψεις π.χ. ότι τα μαθήματα πρέπει να εξετάζονται για να έχουν το ενδιαφέρον των μαθητών, που είναι αποτέλεσμα αποδοχής γενικότερα του αστικού σχολείου, η τεχνική μελέτη της ΕΕΧ πάνω στο Αναλυτικό Πρόγραμμα για το μάθημα της Χημείας είναι αποκαλυπτική.
Στη μελέτη της, η ΕΕΧ αναφέρει εισαγωγικά ότι «δυστυχώς, για άλλη μια φορά το ΙΕΠ, αλλά και το Υπουργείο Παιδείας, απέκλεισαν την εκπροσώπηση της ΕΕΧ στις Επιτροπές των ΑΠΣΧ και δεν ζήτησαν καν να γνωμοδοτήσει ως η αρμόδια Επιστημονική Ενωση πριν να ανακοινωθούν τα ΑΠ, ώστε να αποφευχθεί η επένδυση σε αναποτελεσματικές προτάσεις οι οποίες δεν έχουν επαφή με την σχολική πραγματικότητα, δεν αναβαθμίζουν και δεν εκσυγχρονίζουν την εκπαίδευση και περιορίζονται κυρίως σε εντυπωσιακούς τίτλους».
Σημειώνει επίσης τα εξής: «Μετά από δύο χρόνια ενοποιημένης μελέτης του Φυσικού κόσμου στο Δημοτικό, η επαφή με την Χημεία διακόπτεται βίαια στην Α Γυμνασίου, στην οποία η Χημεία είναι το μοναδικό αντικείμενο από τις Φυσικές Επιστήμες το οποίο δεν διδάσκεται. Στην Β και στην Γ Γυμνασίου, η Χημεία αποτελεί μονόωρο μάθημα με αποτέλεσμα την ελλιπέστατη διδασκαλία της και την εν πράξει αναίρεση του εργαστηριακού χαρακτήρα του μαθήματος. Οι συνέπειες είναι ανυπολόγιστες για τον μελλοντικό πολίτη, ο οποίος δεν έχει καλλιεργήσει τα εργαλεία για την αντίληψη του Φυσικού Κόσμου και την ανάπτυξη κριτικής σκέψης…».
Η μη ολιστική προσέγγιση της γνώσης, η αποσπασματικότητα στον τρόπο παρουσίασης, η ασυνέχεια στις γνώσεις μεταξύ των τάξεων και των βαθμίδων εκπαίδευσης, ο βομβαρδισμός πληροφοριών πολλές φορές ασύνδετων, οι αλληλοεπικαλύψεις, η αποστεωμένη διδασκαλία, η μη σύνδεση με το πείραμα (ειδικά στις φυσικές επιστήμες), η ανυπαρξία ή τα ελλιπέστατα εργαστήρια, η έμφαση στην παπαγαλία και την εξετασιοκεντρική προσέγγιση, κ.λπ. είναι γνωστές παθογένειες του αστικού εκπαιδευτικού συστήματος που, μαζί με τις αντιδραστικές θεωρίες-ιδεοληψίες της αστικής τάξης, στόχο έχουν τη διαμόρφωση προσωπικοτήτων χωρίς ολόπλευρη μόρφωση, ανθρώπων-μερικών εργαλείων, εξαρτημάτων του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής.
Δεν αποτελεί έκπληξη, λοιπόν, η επισήμανση της ΕΕΧ ότι δεν υπάρχει ενοποίηση της διδασκαλίας των Φυσικών Επιστημών (Φυσική- Χημεία- Βιολογία) στο Γυμνάσιο, την οποία και προτείνει.
Προτείνει επίσης την «αύξηση των ωρών διδασκαλίας από 1 σε 2 σε κάθε τάξη, ώστε η διδασκαλία της Χημείας να είναι εφικτή και αποτελεσματική ως προς τους στόχους που έχουν τεθεί» (σ.σ. σε αντίθεση με τα γνωστικά αντικείμενα των θετικών επιστημών, που παίζουν σημαντικό ρόλο στην υλιστική προσέγγιση του κόσμου και την κριτική σκέψη, η ορθόδοξη κατήχηση μέσα από το μάθημα των Θρησκευτικών επιβάλλεται σε όλες τις τάξεις μέχρι και τη Γ΄Λυκείου).
Ειδικά για το προτεινόμενο ΑΠΣΧ 2020-2022, η ΕΕΧ σημειώνει, μεταξύ άλλων, τα εξής:
- «Δεν φέρει καμία αλλαγή φιλοσοφίας στην προσέγγιση της ύλης και οπωσδήποτε δεν χαρακτηρίζεται από καινοτομία» (εμφανίζονται ως καινοτομίες η εισαγωγή εννοιών που ήδη υπάρχουν στο ΑΠΣΧ του 1998 ή του 2014 και σε κάποιες περιπτώσεις στο ΑΠΣΧ του 1983).
- «Είναι άτολμο, καθώς ακόμη και η αναδιάταξη των αντικειμένων δεν ακολουθεί την λογική σειρά της συνέχειας από την Β Λυκείου».
- «Συσσωρεύει αντικείμενα που δεν εξυπηρετούν τον στόχο της συγκρότησης χημικής σκέψης ούτε στην Γενική Παιδεία, ούτε στην Κατεύθυνση και κυρίως δεν υπάρχουν στην διεθνή σχολική βιβλιογραφία».
- «Χαρακτηρίζονται από ανούσιο βερμπαλισμό. Περιγράφεται μία φιλόδοξη ΤΡΙΣΔΙΑΣΤΑΤΗ ΣΚΟΠΟΘΕΣΙΑ σε επίπεδο γνώσεων, ικανοτήτων, δεξιοτήτων και αξιών και τελικά στάσεων και συμπεριφορών προς την κοινωνία, αλλά τα ΑΠΣΧ, ιδίως του Λυκείου, πολύ μικρή σχέση έχουν με τους σκοπούς του προγράμματος».
- «Γίνεται συχνή αναφορά από τους συντάκτες τόσο στην ‘’διερευνητική’’ όσο και στην ‘’συνεργατική μέθοδο’’, οι οποίες είναι εξαιρετικά χρονοβόρες, (σ.σ. απαιτούν εργαστήρια, πειραματικές μεθόδους, αναλυτικοσυνθετική σκέψη και μέθοδο, μη ανταγωνιστικές σχέσεις μεταξύ των μαθητών για βαθμοθηρία και διακρίσεις, κ.λπ. θα συμπληρώναμε εμείς)… Για να εφαρμοστούν αυτές οι μέθοδοι διδασκαλίας θα πρέπει να γίνει δραστική μείωση της ύλης, ώστε να εξετάζεται σε βάθος με στόχο την βαθιά κατανόηση από τους μαθητές, γεγονός που είναι ασύμβατο με τα συγκεκριμένα ΑΠΣΧ τα οποία χαρακτηρίζονται από υπερβολικά μεγάλο αριθμό εξεταζόμενων θεμάτων».
Για το Γυμνάσιο
- «Τα προβλεπόμενα στα ΑΠΣΧ είναι αδύνατον να διδαχθούν, όχι με τις προτεινόμενες μεθόδους, οι οποίες είναι εξαιρετικά χρονοβόρες, αλλά ούτε καν ως τίτλοι μαθημάτων. Ενδεικτικά στο κεφάλαιο 2 της Β Γυμνασίου με τίτλο: ‘’Το εργαστήριο της Χημείας’’ προβλέπεται η υλοποίηση 11 στόχων σε 2 διδακτικές ώρες. Απαιτείται η άμεση περικοπή και η αναδιάταξη αντικειμένων, ώστε να διδαχθούν τουλάχιστον οι απολύτως αναγκαίες έννοιες, όπως τα ‘’ΟΞΕΑ -ΒΑΣΕΙΣ -ΑΛΑΤΑ’’, τα οποία, εκτός της θεμελιώδους σημασίας τους, θεωρούνται γνωστά στην Α Λυκείου.
- Απαιτείται η αναδιατύπωση πολλών στόχων οι οποίοι είναι είτε ασαφείς είτε δεν μπορούν να υλοποιηθούν.
Για το Λύκειο
Ως γενική παρατήρηση αναφέρεται: «Τα ΑΠΣΧ συνοδεύονται από ένα πολύ πλούσιο υποστηρικτικό για τον διδάσκοντα υλικό, στο οποίο οι περισσότερες εργαστηριακές προσεγγίσεις έχουν εξαιρετικά χρονοβόρες διαδικασίες και δεν είναι υλοποιήσιμες στην σχολική τάξη, πολύ δε περισσότερο στο χρόνο που προβλέπεται…».
Στη συνέχεια περιγράφονται αναλυτικά πλήθος από αδυναμίες, αστοχίες, λάθη στα κεφάλαια και στις έννοιες για κάθε τάξη του Λυκείου. Π.χ.:
- Στην Α΄Λυκείου παρατηρούνται: «Σημαντικές απώλειες σε εισαγωγικές γνώσεις», «Διασπάται η συνοχή της μελέτης της έννοιας του mole και των υπολογισμών με την μεταφορά της μελέτης του Vm (μολαρικού όγκου) στην Β Λυκείου», «Εντυπωσιακές διατυπώσεις κενές περιεχομένου ή με λανθασμένο περιεχόμενο (η μεθοδολογία της χημείας ταυτίζεται με το εργαστήριο -εκτιμούν αν έχει πραγματοποιηθεί πλήρης εξουδετέρωση με την χρήση κατάλληλου μέσου!!! – διερευνούν και προτείνουν λύσεις σε προβλήματα ρύπανσης … !!!)», «Εισάγεται επιπλέον η μελέτη του μεταλλικού δεσμού (Γ Λυκείου – ΔΕΣΜΕΣ 1983) και των διαμοριακών δυνάμεων, για τις οποίες δεν υπάρχει γνωστική υποδομή και ακόμη και στα βιβλία της Γενικής Χημείας διδάσκονται μετά τη διδασκαλία της θεωρίας VSEPR, καθώς απαιτείται πολύ καλή γνώση και κατανόηση του ομοιοπολικού δεσμού», «Αναφέρονται οι έννοιες διάστασης και ιοντισμού, ιόντος οξωνίου, χωρίς αναφορά στο μοντέλο που θα διδαχθούν οι μαθητές ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΘΑ ΒΛΕΠΟΥΝ ΟΞΕΑ, ΒΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΛΑΤΑ, καθώς το αντίστοιχο κεφάλαιο στην Γ Γυμνασίου είναι τελευταίο και επομένως αδύνατον να διδαχθεί» κ.ά.
- Στη Β΄Λυκείου η γενική παρατήρηση είναι ότι «Το προτεινόμενο ΑΠΣ δεν έχει κανένα χαρακτήρα. Δεν μπορεί να βοηθήσει τους μαθητές που θα ακολουθήσουν την θετική κατεύθυνση και οπωσδήποτε δεν είναι μάθημα Γενικής Παιδείας με μαθητοκεντρικό προσανατολισμό».
Στη συνέχεια αναφέρονται, μεταξύ άλλων τα εξής: «Θετικές προσθήκες στο πλαίσιο της Γενικής Παιδείας οι Πηγές ενέργειας, Πράσινη Χημεία και η Κυκλική οικονομία, όπως ΚΑΙ ΟΙ σύγχρονες εφαρμογές, οι οποίες δυστυχώς δεν θα διδαχθούν γιατί δεν επαρκεί ο χρόνος». «Η προτεινόμενη ύλη είναι αυξημένη κατά 30-40% σε σχέση με την σημερινή, γεγονός που επιβεβαιώνει ότι το πρόγραμμα δεν είναι ρεαλιστικό για ένα ΜΗ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ, Β ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΣ όπως το έχει χαρακτηρίσει το Υπουργείο». «Η πολυδιάσπαση της ονοματολογίας και της ισομέρειας κατά ομόλογη σειρά, αφενός αυξάνει πολύ τον χρόνο που απαιτείται για την διδασκαλία της και αφετέρου δημιουργεί πρωθύστερα, αλλά και δεν διευκολύνει τον σχηματισμό μιας ενιαίας γνωστικής δομής,…», κ.ά.
- Για τη Γ΄Λυκείου σημαντικές γενικές παρατηρήσεις είναι π.χ. οι ακόλουθες:
- Το πρόγραμμα που έχει εγκριθεί αποτελεί ένα κακό συνδυασμό του προγράμματος του IB (σ.σ. το International Baccalaureate είναι πρόγραμμα που διδάσκεται σε κάποια ιδιωτικά σχολεία, συνδέεται απευθείας με Πανεπιστήμια του εξωτερικού και το απολυτήριο Λυκείου που χορηγείται δεν θεωρείται εισιτήριο για τη συμμετοχή στις πανελλήνιες εξετάσεις για την εισαγωγή στα ελληνικά δημόσια ΑΕΙ) και του Edexcel GCE με δύο βασικά προβλήματα:
- Η Χημεία στα 2 αυτά προγράμματα γίνεται σε 2 χρόνια για 180 ώρες κάθε χρόνο και προϋποθέτει άρτια οργανωμένα εργαστήρια, ενώ στο Ελληνικό πρόγραμμα προβλέπονται 150 ώρες για έναν χρόνο.
- Και τα δύο προγράμματα δεν έχουν τους στόχους που περιγράφονται στο ΑΠΣΧ 21.
- Το προτεινόμενο πρόγραμμα σπουδών, όπως άλλωστε είναι εμφανές από την σύγκριση με το διδασκόμενο την σχολική χρονιά 21-22, δεν σηματοδοτεί αλλαγή φιλοσοφίας και σε καμία περίπτωση δεν είναι καινοτόμο. Καινοτομία δεν είναι ούτε η αναδιάταξη της ύλης, ούτε η συσσώρευση γνωστικών αντικειμένων που δεν εξυπηρετούν την συγκρότηση του ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΟΥ γνωστικού πλαισίου για την Χημεία, το οποίο θα επιτρέψει στον υποψήφιο ΘΕΤΙΚΟ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΑ να εμβαθύνει σε έννοιες και τεχνικές στις σπουδές του. Υπό αυτό το πρίσμα η εκτενής ενασχόληση με τα φάσματα δεν είναι χρήσιμη ως βασική γνώση στον μελλοντικό μηχανικό ή γιατρό και οπωσδήποτε δεν είναι πιο χρήσιμη από την κατανόηση του φαινομένου της ώσμωσης, το οποίο εξηγεί βασικές λειτουργίες των κυττάρων, της πρότυπης ενθαλπίας καύσης και εξουδετέρωσης, που έχουν αφαιρεθεί.
- Οι συντάκτες εισάγουν νέα λανθασμένη ορολογία: Ποιοτική ανίχνευση, ουδέτερο pH, ποιοτική εύρεση pH κ.ά.
- Στο ήδη υπερφορτωμένο πρόγραμμα της Γ Λυκείου αφαιρούνται συνολικά 9 ώρες οι οποίες αφορούν στο φαινόμενο της ώσμωσης, το οποίο εξηγεί βασικές λειτουργίες των κυττάρων, στην πρότυπη ενθαλπίας καύσης και εξουδετέρωσης, και προστίθενται 9 ώρες ΦΑΣΜΑΤΟΣΚΟΠΙΑΣ. Στις ώρες αυτές πρέπει να διδαχθούν όλα τα είδη φασματοσκοπίας, (εκτός του NMR!), πράγμα αδύνατον, διότι η κατανόηση της φασματοσκοπίας απαιτεί πολύ σοβαρό θεωρητικό υπόβαθρο…