Συνέντευξη στο Βήμα της Κυριακής, 28 Αυγούστου, έδωσε η υπουργός Παιδείας, για να δηλώσει χωρίς περιστροφές και αιδώ, ότι η γενική κατεύθυνση του υπουργείου Παιδείας για το επόμενο διάστημα, είναι η δραστική συγχώνευση σχολείων.
Χρησιμοποιώντας ακραία παραδείγματα σχολείων με 4-5 μαθητές, η υπουργός Παιδείας, θέλει να αποκρύψει τις πραγματικές και ουσιαστικές πλευρές αυτής της πολιτικής, που υλοποιείται στα μεγάλα αστικά κέντρα από τις διευθύνσεις εκπαίδευσης και τα κατά τόπους γραφεία, ως υποχρεωτικές συγχωνεύσεις τμημάτων με στόχο την προσέγγιση του ορίου των 30 μαθητών ανά τμήμα, που ορίζονται από το νόμο 1566 ή ακόμα και ως καταργήσεις σχολείων ή συγχωνεύσεις σε περιοχές των Δήμων που αντιμετωπίζουν πρόβλημα μαθητών λόγω ανακατανομής της ζώνης επιλογής κατοικίας.
Ετσι το πραγματικό πρόβλημα της εκπαίδευσης, που είναι ο μεγάλος αριθμός παιδιών ανά τμήμα στα αστικά κέντρα παραμένει και δυσχεραίνει ακόμη παραπέρα τη μαθησιακή διαδικασία, ιδιαίτερα αν υπολογίσει κανείς ότι στον αριθμό αυτό των παιδιών περιέχεται ένα σημαντικό ποσοστό αλλοδαπών μαθητών, που έχει ιδιαίτερα προβλήματα και επομένως απαιτεί αυξημένη προσοχή και φροντίδα από το δάσκαλο.
Πρόθεση της κυβέρνησης είναι να περικοπούν ακόμη παραπέρα τα άθλια κονδύλια. Γι’ αυτό και γίνεται επίκληση από τη Μ. Γιαννάκου της «ορθολογικότερης κατανομής μαθητών και διδακτικού προσωπικού».
Συνεπώς, μαύρο σκιαγραφείται το τοπίο και αυτής της σχολικής χρονιάς, ειδικά αν συνυπολογιστεί το γεγονός των ελάχιστων διορισμών σε σχέση με τις πραγματικές ανάγκες των σχολείων (πιο λίγοι και από πέρυσι) και το γεγονός ότι όλες οι σχετικές διαδικασίες (διορισμοί, αποσπάσεις, αναπληρωτές, ωρομίσθιο) έχουν καθυστερήσει, μιας και το υπουργείο θέλει πρώτα να ανοίξουν τα σχολεία, ώστε να προχωρήσει σε τοποθετήσεις με το σταγονόμετρο, αφού πρώτα «μαγειρέψει» τα κενά με τα γραφεία και τις διευθύνσεις εκπαίδευσης (μετά και τις σχετικές συγχωνεύσεις).
Στην ίδια συνέντευξη, η Μ. Γιαννάκου, δηλώνει ότι το υπουργείο είναι διατεθειμένο να συζητήσει την αποπομπή των πανελληνίων εξετάσεων από το Λύκειο, με την προϋπόθεση ότι την ευθύνη του αδιάβλητου θα την έχει το υπουργείο Παιδείας. Δηλώνει, δηλαδή, η υπουργός Παιδείας, ότι το υπουργείο μελετά ένα άλλο σύστημα εξετάσεων που θα υπάρχει μετά την αποφοίτηση από το Λύκειο. Σε καμιά περίπτωση δεν αναφέρεται στην κατάργηση γενικά των εξετάσεων, μάλιστα δε διατείνεται ότι «δε μπορεί να υπάρξει σύστημα παιδείας πουθενά στον κόσμο χωρίς εξετάσεις». Τα ίδια είπε η Μ. Γιαννάκου και σε επόμενες δηλώσεις της και όλος ο αστικός τύπος ανέλαβε εκστρατεία διαμόρφωσης της κοινής γνώμης, όχι φυσικά στην κατεύθυνση της ελεύθερης πρόσβασης στα πανεπιστήμια, παρουσιάζοντας το σύστημα πρόσβασης με το Διεθνές Απολυτήριο ή την πρόταση Μπαμπινιώτη.
ΠΟΣΔΕΠ (Πανελλήνια Ομοσπονδία Συλλόγων Διδακτικού και Ερευνητικού Προσωπικού των ΑΕΙ) και ΟΛΜΕ, έσπευσαν να σχολιάσουν τη θέση της υπουργού Παιδείας, όχι κατακεραυνώνοντας γενικά τον ταξικό φραγμό των εξετάσεων -όπως ίσως περίμενε κανείς από εκπαιδευτικούς- αλλά ζητώντας η μεν πρώτη να έχουν τα πανεπιστήμια λόγο ως προς τον αριθμό των εισακτέων και τα θέματα στα οποία θα εξετάζονται οι υποψήφιοι «για να δούμε αν κάνουν για την τριτοβάθμια εκπαίδευση» (Γ. Μαϊστρος, γραμματέας ΠΟΣΔΕΠ), η δε δεύτερη να υπάρξει διεύρυνση του αριθμού των εισακτέων και όχι μείωσή τους (Γρ. Καλομοίρης, πρώην πρόεδρος ΟΛΜΕ).
Αλλά και για την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών επεφύλασσε «είδηση» η υπουργός Παιδείας στη σχετική συνέντευξη.
Είπε, λοιπόν, ότι το ΥΠΕΠΘ έχει μια πρόταση που πέρασε από το αρμόδιο Τμήμα του ΕΣΥΠ για την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση «η οποία θέτει ένα πλαίσιο μορίων εκ των οποίων το 60% προέρχεται από τα κλασικά, δηλαδή μεταπτυχιακά, συνέντευξη, έτη διδασκαλίας στο σχολείο κτλ» και ότι την πρόταση αυτή θα στείλει ως το τέλος του μήνα στα κόμματα, προτείνοντας «να θεσμοθετηθεί ένα είδος εξετάσεων πολλαπλών επιλογών, τύπου ΑΣΕΠ, το οποίο είναι αντικειμενικό και αδιάβλητο, ώστε να μην υπάρξουν σχόλια περί δήθεν κομματικών επιλογών» προφανώς για τη συλλογή του υπόλοιπου 40% των μορίων.
Αν έτσι γίνουν τα πράγματα, θα δημιουργηθεί μια ακόμη πιο ζοφερή κατάσταση για τους εκπαιδευτικούς, που πέρα απ’ τις καθημερινές εξετάσεις υπακοής και υποταγής που πρέπει να δίνουν σε διευθυντές, προϊσταμένους, συμβούλους και υπουργείο Παιδείας, θα υποχρεούνται να δίνουν και γραπτές εξετάσεις!
Ωιμέ!