Αέρα πήρε η Μαριέττα Γιαννάκου μετά το κλείσιμο της μεγάλης απεργίας των δασκάλων και τη διαφαινόμενη απόσυρση από τη σκηνή των μαθητικών καταλήψεων.
Με ύφος χιλίων καρδιναλίων διεμήνυσε πως δεν πρόκειται να υπάρξει χρηματοδότηση στα Πανεπιστήμια αν δε γίνουν δεκτές οι «μεταρρυθμίσεις», αν δεν υπάρξει δέσμευση από την πανεπιστημιακή κοινότητα σ’ ένα πακέτο συμφωνίας, υπονοώντας σαφώς την αξιολόγηση (εξ ου και ο παραστατικός τρόπος σύνδεσης αξιολόγησης-χρηματοδότησης) και το νόμο πλαίσιο.
Από κοντά άνοιξε το στόμα του και ο Βερέμης ( ο πρόεδρος του ΕΣΥΠ πάει πακέτο με την υπουργό Παιδείας) και δήλωσε ότι ο νόμος για την αξιολόγηση «θα μπει μπροστά αμέσως», αφού ολοκληρώθηκε και η συγκρότηση του Οργάνου που θα κάνει τις αξιολογήσεις. Με το χαρακτηριστικό του δε χουλιγκανικό ύφος είπε για τις αντιδράσεις ενάντια στο νόμο: «Δεν πα’ να υπάρχουν αντιδράσεις, τώρα είναι νόμος. Οποιος αντιδρά στο νόμο είναι παράνομος. Ο νόμος είναι νόμος. Μπορεί κανείς να αρνηθεί να κάνει αυτό που επιβάλλει ο νόμος; Τότε πάει φυλακή».
Στην άσκηση εκβιασμού για την αποδοχή της κατάργησης του πανεπιστημιακού ασύλου, που περιέχεται στο σχέδιο νόμου για το νέο νόμο πλαίσιο, κατευθύνεται και το έγγραφο του προϊσταμένου της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης προς τη Γενική Αστυνομική Διεύθυνση, ώστε να μπουκάρουν οι μπάτσοι στα Πανεπιστήμια χωρίς την άδεια της Συγκλήτου, ενόψει και του γιορτασμού του Πολυτεχνείου, καθώς και όλη η ατμόσφαιρα που έντεχνα καλλιεργείται όλο το τελευταίο διάστημα.
Και αφού βεβαίως διαμορφώνεται το κλίμα, στη συνέχεια βγαίνουν η Μαριέττα Γιαννάκου και ο Πολύδωρας και παριστάνουν τους υπεράνω, δηλώνοντας πως δεν θα κάνουν τίποτε χωρίς τη σύμφωνη γνώμη των πανεπιστημιακών.
Ωστόσο ο υπουργός των μπάτσων έκανε πιο λιανά αυτό που επιδιώκει από την πανεπιστημιακή κοινότητα: Να επιβεβαιώσει απλά το αυτόφωρο της διαδικασίας (σε περίπτωση που υπάρχουν «εγκληματικά» επεισόδια ή γεγονότα) και τα άλλα είναι απλά υπόθεση της αστυνομίας.








