Α. Από Δελτίο Τύπου της ΑΔΕΔΥ (και όχι της ΔΟΕ!) πληροφορηθήκαμε ότι στο Σχέδιο Στρατηγικού Σχεδιασμού του Πανεπιστήμιου Ιωαννίνων εκφράζεται η πρόθεση της Πρυτανείας να εντάξει το Τμήμα Φροντίδας και Αγωγής στην Πρώιμη Παιδική Ηλικία (πρώην ΤΕΙ) στη Σχολή Επιστημών Αγωγής (Δάσκαλοι-Νηπιαγωγοί)!
Εδώ δεν πρόκειται απλώς για δυο ταχύτητες που αναφέρονται στο ίδιο επιστημονικό αντικείμενο. Πρόκειται καθαρά για ταύτιση (η σύγχυση είναι αδόκιμη έκφραση, καθώς δεν μπορούμε να ισχυριστούμε ότι υπάρχει άγνοια σε πανεπιστημιακούς) δύο διαφορετικών επιστημονικών αντικειμένων, που πετά στα σκουπίδια τους διακριτούς σκοπούς και ρόλους του νηπιαγωγείου από τη μια και του παιδικού σταθμού από την άλλη.
Το νηπιαγωγείο, σε όλη την εκπαιδευτική του πορεία στην Ελλάδα προσδέθηκε στο άρμα της εκπαίδευσης. Αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, αναφέρεται στα παιδιά ηλικίας 4-6 ετών και σήμερα, ύστερα από μακρόχρονους αγώνες, η φοίτηση σε αυτό είναι υποχρεωτική και για τα δύο έτη (τουλάχιστον κατά το νόμο γιατί ακόμη υπάρχουν προβλήματα όσον αφορά το δεύτερο υποχρεωτικό έτος για τα προνήπια σε μεγάλους δήμους της χώρας και αυτό λόγω της σκόπιμης αβελτηρίας των κυβερνήσεων ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ).
Τα Παιδαγωγικά Τμήματα Προσχολικής Εκπαίδευσης των Πανεπιστημίων παρέχουν σπουδές προσανατολισμένες στην εκπαίδευση παιδιών προσχολικής ηλικίας (4-6 ετών), ενώ τα Τμήματα Προσχολικής Αγωγής των πρώην ΤΕΙ (στην περίπτωσή μας το Τμήμα Φροντίδας και Αγωγής στην Πρώιμη Παιδική Ηλικία) παρέχουν επαγγελματικές σπουδές προσανατολισμένες στην αγωγή και τη φροντίδα και απευθύνονται στις ηλικίες των 0-3 ετών.
Σκοπός και των δύο υποτίθεται (μιλάμε για δομές αγωγής και εκπαίδευσης στον καπιταλισμό) ότι είναι η ολόπλευρη ανάπτυξη των παιδιών, όμως το νηπιαγωγείο απευθύνεται σε μια ηλικιακή ομάδα (4-6 ετών), για την οποία η εξέλιξη των ιστορικών, κοινωνικοοικονομικών και πολιτισμικών συνθηκών στην Ελλάδα διαμόρφωσε και τελικά επέβαλε τον προσανατολισμό στη συστηματική εκπαίδευση με σκόπιμες, μεθοδευμένες γνώσεις και δραστηριότητες, ώστε στη συνέχεια τα παιδιά να ακολουθήσουν ομαλή ενταξιακή πορεία στο Δημοτικό (εξ ου και η υποχρεωτικότητα της φοίτησης).
Η συγχώνευση του Παιδαγωγικού Τμήματος Νηπιαγωγών της Σχολής Επιστημών Αγωγής με το Τμήμα Φροντίδας και Αγωγής στην Πρώιμη Παιδική Ηλικία (πρώην ΤΕΙ), εκτός της ακαδημαϊκής σύγχυσης που θα δημιουργήσει, θα οδηγήσει και στη διάσπαση του ενιαίου πτυχίου του πανεπιστημιακού τμήματος και στη δημιουργία ενός υβριδικού πτυχίου-πασπαρτού για όλες τις ηλικίες και όλους τους ρόλους. Θα οδηγήσει αναπόφευκτα σε προγράμματα σπουδών-σούπα, με αντικείμενα από χώρους άσχετους με την εκπαίδευση, και τελικά αναπόφευκτα στην απώλεια της διακριτής επιστημονικής ταυτότητας των Παιδαγωγικών Τμημάτων. Αντίκτυπος θα υπάρχει σίγουρα και στα επαγγελματικά δικαιώματα των αποφοίτων ενός τέτοιου ενοποιημένου τμήματος με τους επιχειρηματίες των ιδιωτικών παιδικών σταθμών και νηπιαγωγείων να αποκτούν σαφές πλεονέκτημα έναντι των εργαζομένων τους (ακόμη περισσότερο απ΄ό,τι ισχύει τώρα), σαλαμοποιώντας παραπέρα τις εργασιακές σχέσεις-λάστιχο.
Τη νύφη θα πληρώσουν και οι γονείς, αφού ακόμη και τώρα στους παιδικούς σταθμούς καλούνται να καταβάλλουν μερίδιο του «κόστους» (για να μην αναφέρουμε τα ιδιωτικά νηπιαγωγεία), ενώ τα νηπιαγωγεία σταδιακά θα οδηγηθούν στην αγκαλιά των δήμων, όπως άλλωστε συμβαίνει με τους παιδικούς σταθμούς.
Την επιζήμια και αντιδραστική αυτή εξέλιξη και για τις δυο δομές δρομολόγησε ο ΣΥΡΙΖΑ με τη συγχώνευση των Πανεπιστημίων και των ΤΕΙ. (αξίζει να δει κανείς τη θέση που διατύπωσε το Παιδαγωγικό Τμήμα Προσχολικής Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Κρήτης για τον ενιαίο χαρακτήρα της Προσχολικής Εκπαίδευσης και της εκπαίδευσης βρεφονηπιοκόμων και νηπιαγωγών στις 29/10/2017).
Την πολιτική αυτή φαίνεται να υιοθετεί τώρα η Πρυτανεία του Πανεπιστήμιου Ιωαννίνων. Τα κίνητρα, πάντως, ασφαλώς και δεν είναι ακαδημαϊκά, μιας και γνωρίζει καλά τις συνέπειες μιας τέτοιας εξέλιξης, τουλάχιστον όσον αφορά την προδιαγεγραμμένη υποβάθμιση των σπουδών του Παιδαγωγικού Τμήματος Νηπιαγωγών του Πανεπιστήμιου.
Σημείωση: ολόκληρη η ανακοίνωση-καταγγελία της ΑΔΕΔΥ.
Β. Στο νομοσχέδιο Κεραμέως-Χρυσοχοΐδη, αλλά και σε όσα η Κεραμέως έχει ήδη νομοθετήσει, τα χτυπήματα που δέχονται τα παιδιά της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων είναι ανελέητα: βάση εισαγωγής, δύο μηχανογραφικά, εκ των οποίων το πρώτο με πολύ περιορισμένο αριθμό επιλογών, συντελεστές βαρύτητας, που θα πετσοκόψουν δραστικά τον αριθμό εισακτέων, προληπτικοί φραγμοί όπως αύξηση των γραπτώς εξεταζόμενων μαθημάτων σε Γυμνάσιο και Λύκειο, Τράπεζα Θεμάτων στο Λύκειο, διετείς Επαγγελματικές Σχολές Κατάρτισης για τους απόφοιτους Γυμνασίου, που νομιμοποιούν και επεκτείνουν την παιδική εργασία, κ.λπ.
Αυτά στη γενική εικόνα. Εναντι όμως της ειδικής κατηγορίας των μαθητών των ΕΠΑΛ, στα οποία φοιτούν κυρίως παιδιά της εργατικής τάξης, πολλές φορές εργαζόμενα και τα ίδια προκειμένου να επιβιώσουν, ενώ ταυτόχρονα σπουδάζουν κάτω από ιδιαίτερα δυσμενείς συνθήκες (εργασία το πρωί υπό τις γνωστές συνθήκες γαλέρας στις καπιταλιστικές επιχειρήσεις, μάθημα το βράδυ με μυαλό βαρύ και κουρασμένο, ελάχιστος χρόνος για διάβασμα, άρα και μειωμένες προϋποθέσεις ανταπόκρισης στις απαιτήσεις της μαθησιακής διαδικασίας), το υπουργείο Παιδείας κρατά μια ιδιαίτερα σκληρή και εχθρική στάση.
Ενώ έως τώρα οι απόφοιτοι των ΕΠΑΛ είχαν το δικαίωμα να μπαίνουν στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, καλύπτοντας ένα πολύ μικρό ποσοστό των θέσεων, με το νομοσχέδιο Κεραμέως-Χρυσοχοΐδη ουσιαστικά αίρεται ακόμη και αυτή η μικρή πιθανότητα, αφού σύμφωνα με το άρθρο 2, παρ. 2 του σχεδίου νόμου «Εισαγωγή στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, προστασία της Ακαδημαϊκής Ελευθερίας, αναβάθμιση του Ακαδημαϊκού Περιβάλλοντος και άλλες διατάξεις», η ελάχιστη βάση εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση είναι κοινή για τους μαθητές των Εσπερινών Λυκείων και αυτούς των Ημερήσιων Λυκείων. Το γεγονός αυτό εξόργισε ακόμη και τη ΓΣΕΕ που αναφέρει ότι «αυτό πρακτικά σημαίνει την ακύρωση της δυνατότητας πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση για τους μαθητές των εσπερινών λυκείων, καθώς δεν έχουν τη δυνατότητα να συναγωνιστούν αυτούς των ημερήσιων σχολείων».
Γιούλα Γκεσούλη