Αποχώρησαν τελικά την περασμένη Παρασκευή απ’ τον «εθνικό διάλογο» οι συνδικαλιστικές γραφειοκρατίες των εκπαιδευτικών (ΔΟΕ, ΟΛΜΕ), γιατί ανακάλυψαν, λέει, ότι αποτελεί προσχηματική διαδικασία!
Με τη ΔΑΚΕ να διαχωρίζει τη θέση της απ’ αυτή την απόφαση, ΠΑΣΚ και ΣΥΝ (συνδικαλιστικές παρατάξεις που εκφράζονται αντίστοιχα στα προεδρεία της ΔΟΕ και ΟΛΜΕ), βρήκαν έναν εύσχημο τρόπο να αποχωρήσουν, κουνώντας τη σημαία της διαφωνίας ως προς τη διαδικασία διεξαγωγής των συζητήσεων στο ΕΣΥΠ (Εθνικό Συμβούλιο Παιδείας).
Είναι γνωστό, ότι οι εκπαιδευτικές ομοσπονδίες είχαν συναποφασίσει και ανακοινώσει κοινή ατζέντα θεμάτων, τα οποία θα έθεταν σε προτεραιότητα στη συζήτηση της ολομέλειας του ΕΣΥΠ την προηγούμενη Τετάρτη 16 Φλεβάρη.
Στην ατζέντα ιεραρχούνταν η χρηματοδότηση της εκπαίδευσης, η καθιέρωση δίχρονης υποχρεωτικής προσχολικής αγωγής και 12χρονης υποχρεωτικής δημόσιας και δωρεάν εκπαίδευσης, η μείωση μαθητών ανά τμήμα, η ανανέωση των βιβλίων, η κατοχύρωση της μορφωτικής αυτοτέλειας του Λυκείου με την κατάργηση των πανελλαδικών της Γ΄ Λυκείου, η κατοχύρωση του δημόσιου και ακαδημαϊκού χαρακτήρα της ανώτατης εκπαίδευσης, με δέσμευση ότι δεν θα προωθηθούν θεσμικές ρυθμίσεις που θα επιβάλουν τους δυο κύκλους σπουδών κ.λπ.
Οι γραφειοκράτες συνδικαλιστές επιμελώς απέφευγαν να δηλώσουν ότι θέτουν την ικανοποίηση αυτών των αιτημάτων ως προαπαιτούμενο και ότι αρνούνται να μπουν σε οποιαδήποτε συζήτηση για θέματα όπως η αξιολόγηση σ’ όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης (την οποία η κυβέρνηση θεωρεί θέμα πρώτης προτεραιότητας), η καθιέρωση εξετάσεων στο Δημοτικό κ.λπ.
Πώς να το κάνουν άλλωστε, αφού επανειλημμένα έχουν διακηρύξει σ’ όλους τους τόνους (ΠΑΣΚ και ΔΑΚΕ ανοιχτά και καθαρά και ΣΥΝ όπως πάντα φλερτάροντας με όλες τις απόψεις), και μέσα από τα συνέδριά τους, ότι είναι υπέρ της αξιολόγησης εκπαιδευτικού έργου, εκπαιδευτικών και σχολείων και υπέρ της επιλογής για την πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση (μόνο που την τοποθετούν έξω απ’ το Λύκειο). Οτι είναι υπέρ των αξιολογικών κρίσεων των μαθητών σ’ όλες τις βαθμίδες και η διαφορά τους με το υπουργείο Παιδείας είναι στο τι μορφή θα έχουν αυτές και σε ποια τάξη θα εφαρμοστούν.
Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι ουδέποτε έθεσαν ως προαπαιτούμενο και την κατάργηση όλων των αντιεκπαιδευτικών νόμων, που ψήφισε η προηγούμενη κυβέρνηση και συνεχίζει να εφαρμόζει και η σημερινή.
Είναι φανερό, λοιπόν, ότι οι διαφορές τους με το υπουργείο Παιδείας δεν είναι ουσιαστικές. Η συνδικαλιστική γραφειοκρατία με τούτη της την τακτική ήθελε απλώς να «στρογγυλέψει» τα πράγματα και να αποφύγει σε πρώτη φάση να γίνει ντιπ ρεντίκολο στη βάση των εκπαιδευτικών και στην κοινωνία γενικότερα, τη στιγμή μάλιστα που η επικαιρότητα βοά απ’ τα καθημερινά λουκέτα των πανεπιστημίων, την αβάσταχτη μιζέρια της εκπαίδευσης, τη φτώχεια εκπαιδευτικών και σχολείων.
Ετσι επέλεξε δημαγωγικά να προβάλλει στην ατζέντα της πρωτίστως εκείνα τα θέματα, τα οποία και η ΝΔ φέρει υποκριτικά στο πρόγραμμά της για την Παιδεία (αύξηση δαπανών στο 5% του ΑΕΠ, 12χρονη εκπαίδευση, μείωση μαθητών, κ.λπ) και τα οποία βεβαίως έχει γράψει με τις πράξεις της στα παλαιότερα των υποδημάτων της.
Και αφού το προεδρείο του ΕΣΥΠ δεν έκανε δεκτή την πρόταση της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας (η ολομέλεια επικύρωσε το αίτημα για την προτεραιότητα του ζητήματος της χρηματοδότησης, ενώ το προεδρείο επέμενε στον αρχικό σχεδιασμό για παραπομπή των θεμάτων της αρχικής ατζέντας του στα ειδικά συμβούλια που θα συνεδριάσουν στο τέλος Φλεβάρη και στις αρχές Μάρτη), αυτή αποχώρησε απ’ το «διάλογο».
Ετσι δηλαδή ένα ζήτημα ουσίας –όπως είναι η συμμετοχή αυτή καθαυτή σ’ έναν διάλογο καραγκιοζ-μπερντέ, που σκοπό έχει να συγκαλύψει ευθύνες και να νομιμοποιήσει όλες τις αντιδραστικές, αντιεκπαιδευτικές αναδιαρθρώσεις- μετατράπηκε απ’ τους συνδικαλισταράδες σε ζήτημα διαδικασίας.
Το ότι η αποχώρησή τους είναι καθαρά προσχηματική φάνηκε άλλωστε και από τη συνέχεια που έδωσαν στο θέμα. Το επόμενο «αγωνιστικό ραντεβού» κλείστηκε για τις 10 του Μάρτη! Τότε δήλωσαν οι γραφειοκράτες ότι θα αποφασίσουν για «αγωνιστικές κινητοποιήσεις». Τότε δηλαδή που θα περιμένουμε το τριήμερο της καθαρής Δευτέρας, την 25η Μαρτίου, το Πάσχα και σε λιγότερο από ένα μήνα τις καλοκαιρινές διακοπές!
Σε προηγούμενο φύλλο της «Κ» γράφαμε πως για λόγους τακτικής (τακτική που δεν έχει να κάνει με το κίνημα, αλλά με ίδιους, μικροκομματικούς λόγους), κάποιοι απ’ τους συνομιλητές της κυβέρνησης, και κυρίως οι συνδικαλιστικές γραφειοκρατίες των εκπαιδευτικών, σε κάποια φάση του διαλόγου ίσως επιλέξουν να αποχωρήσουν. Σε καμιά όμως περίπτωση αυτές δεν θα τα σπάσουν με την κυβέρνηση, δε θα υψώσουν τείχη, δε θα επιδιώξουν να δημιουργήσουν κίνημα (σσ. ένα ερώτημα βεβαίως είναι αν το μπορούν κιόλας) για ν’ ανατρέψουν τούτη την πολιτική. Και τώρα επιβεβαιωνόμαστε. Τους λόγους της προσχηματικής αποχώρησης μπορούμε να τους φανταστούμε. Για την ΠΑΣΚ πλησιάζει και το συνέδριο του ΠΑΣΚ και για τον ΣΥΝ ζητούμενο πάντα είναι η αποδοχή απ’ όλους (και απ’ το σύστημα και απ’ το κίνημα).
Είναι άλλωστε χαρακτηριστικός ο τρόπος της αποχώρησης. Ετσι που ν’ αφήνει στο απυρόβλητο τις «θεσμικές διαδικασίες» (όπως είναι ο διάλογος), τις τόσο απαραίτητες στο σύστημα κάθε φορά που θέλει να δρομολογήσει αντιδραστικά μέτρα (κακός δεν είναι ο διάλογος, κακή είναι η διαδικασία που ακολουθήθηκε).
Από την άλλη μεριά τώρα, στο στρατόπεδο των διαφωνούντων με το «διάλογο», τα πράγματα σ’ αυτή τη φάση δεν είναι διόλου ενθαρρυντικά.
Οι δυνάμεις του Περισσού ακολουθούν τα καθιερωμένα: λάβροι στα λόγια και στην πράξη ακολουθώντας τη γνωστή τακτική των 24ωρων απεργιών. Μια διαδήλωση κάθε 15-20 μέρες με την περιχαρακωμένη λογική και πρακτική του ΠΑΜΕ και των Συντονιστικών.
Οι δυνάμεις των συσπειρώσεων-αγωνιστικών κινήσεων-παρεμβάσεων ζουν τις δικές τους αγωνιστικές φαντασιώσεις, αρνούμενες να πάρουν οριστικό διαζύγιο απ’ τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία.
Οι εκπαιδευτικοί εξακολουθούν απ’ το καναπέ να παρακολουθούν τα τεκταινόμενα. Είναι αγώνας αυτός;
Γιούλα Γκεσούλη








