«Το 2011 πρέπει, μπορεί και θα είναι η χρονιά των αλλαγών στην Παιδεία», δήλωσε ο Παπανδρέου, μιλώντας στη ΔΕΘ, προαναγγέλλοντας σαρωτική επίθεση στην εκπαίδευση, που θα κατευθύνει τα βέλη της κυρίως στο Λύκειο και στο Πανεπιστήμιο.
Εξειδικεύοντας ο ΓΑΠ το πώς αντιλαμβάνεται την επανάσταση στην Παιδεία ανέφερε:
► Την έμφαση στη βελτίωση απόκτησης δεξιοτήτων, σύμφωνα με τους δείκτες και τα κριτήρια της PISA, που θέτουν οι χώρες του ΟΟΣΑ, βάσει των οποίων η Ελλάδα κατατάσσεται στην 28η θέση, σε σύνολο 30 χωρών. Μην πάει ο νους σας σε τίποτε μεγαλοστομίες για ολόπλευρη μόρφωση και ανάπτυξη της προσωπικότητας του παιδιού. Ο ΓΑΠ ενδιαφέρεται για την προσαρμογή των μαθητών και του εκπαιδευτικού συστήματος στις πολιτικές επιλογές της εποχής του απασχολήσιμου και δια βίου καταρτιζόμενου. Ενδιαφέρεται να δοθούν στα 15χρονα μόνο οι απαραίτητες δεξιότητες, ώστε να είναι «έτοιμα» να βγουν στην παραγωγή.
► Το στόχο να περάσει «όλο το διδακτικό υλικό στο διαδίκτυο (διδακτικά βιβλία, εγχειρίδια, μαθήματα, σημειώσεις, διαλέξεις)». Το διαδίκτυο είναι σαφώς ένα σοβαρό πλεονέκτημα στα χέρια δασκάλων και μαθητών, που υποβοηθά την εκπαιδευτική διαδικασία. Σε καμιά, όμως, περίπτωση δε μπορεί να υποκαταστήσει τη ζωντανή παρουσία του δάσκαλου στην τάξη και το ανοιχτό βιβλίο-ταξιδευτή ονείρων και ανάπτυξης της δημιουργικής φαντασίας, μέσο και εργαλείο απόκτησης αγάπης για τα γράμματα και το μαγευτικό κόσμο της γνώσης, της λογοτεχνίας, μπροστά στο μαθητή. Η φανφάρα για τη μεταφορά όλου του διδακτικού υλικού στο διαδίκτυο, πέρα από τις γυαλιστερές εντυπώσεις που προσπαθεί να δημιουργήσει, έχει στόχο να δικαιολογήσει και καμουφλάρει και τις μεγάλες περικοπές στους διορισμούς, τα χιλιάδες κενά σε εκπαιδευτικό προσωπικό, τα παστωμένα τμήματα των 27-28 μαθητών και τις περικοπές στη δωρεάν διανομή βιβλίων και συγγραμμάτων.
► Να δοθεί «σταδιακά στον μαθητή και στο σχολείο, αλλά και στον φοιτητή, η δυνατότητα να ακολουθούν τον δικό τους ιδιαίτερο δρόμο προς την γνώση, χωρίς βαριά αναλυτικά προγράμματα που κουράζουν, αλλά με στόχους μάθησης ανά έτος και βαθμίδα». Το δημόσιο σχολείο παραιτείται, ακόμα και σε επίπεδο διακήρυξης ιδεών, από το στόχο να προσφέρει μόρφωση σε όλα τα παιδιά ανεξαιρέτως με αναλυτικά προγράμματα, δραστηριότητες και μηχανισμούς στήριξης. Η μορφωτική διαδικασία εκχυδαΐζεται και κατακερματίζεται σε ατομικές διαδρομές επιδίωξης πιασίματος των «στόχων». Πρόκειται για την αποθέωση του ατομισμού και της κατηγοριοποίησης των μαθητών, για την αποθέωση της αναπαραγωγής της ταξικής διαφοροποίησης. Τη θέση αυτή ανέλαβε να εκλαϊ- κεύσει η υπουργός Παιδείας. «Από του χρόνου η Α’ Λυκείου θα έχει καινούργιο πρόγραμμα. Τα παιδιά που θα πάνε του χρόνου στην Α’ Λυκείου, θα φοιτήσουν σε μια Β΄ και Γ΄ Λυκείου τελείως διαφορετική, με πολύ λίγα μαθήματα. Θα έχουν τέσσερα υποχρεωτικά μαθήματα, στα οποία θα κάνουν διπλάσιο αριθμό ωρών στο σχολείο. Θα έχουν λίγα μαθήματα επιλογής, στα οποία θα δουλεύουν με εργασίες, όπως και στα βασικά μαθήματα. Θα αλλάξει ο τρόπος αξιολόγησης των μαθητών. Θα υπάρχουν εξετάσεις εσωτερικές στο σχολείο. Ο βαθμός θα συνδέεται με τα Πανεπιστήμια, που θα ορίζουν τα μαθήματα -που απαιτούνται για την εισαγωγή- και τη στάθμιση της βαθμολογίας. Αυτό όμως σημαίνει αλλαγή και στα Πανεπιστήμια», δήλωσε η Διαμαντοπούλου. Σχολείο της αμορφωσιάς, λοιπόν, με έμφαση στην απόκτηση των απαραίτητων δεξιοτήτων και λιγοστών γνώσεων, που απαιτεί η αγορά εργασίας, παραίτηση από κάθε εναπομείνασα έννοια ενιαίου προγράμματος και ένταση των ταξικών φραγμών, αφού ήδη προαναγγέλλονται εξετάσεις σε κάθε τάξη του Λυκείου, συνεχής αξιολόγηση των μαθητών και εμπλοκή των Πανεπιστημίων στο σύστημα επιλογής, με καθορισμό των μαθημάτων που απαιτούνται για την εισαγωγή σε αυτά και των αντίστοιχων συντελεστών (οδηγούμαστε δηλαδή σε εξετάσεις πολλών ταχυτήτων για την πρόσβαση στο Πανεπιστήμιο).
► Την εξάπλωση των «ζωνών καινοτομίας» σε απομακρυσμένες περιοχές ή σε ομάδες πληθυσμού με ιδιαίτερες εκπαιδευτικές ανάγκες (άτομα με αναπηρία, σχολεία δεύ-τερης ευκαιρίας, δομές διά βίου μάθησης, κ.λπ.) με την εμπλοκή των εταιριών, ώστε να μεταφέρεται «ποιοτική γνώση»!
► Το ότι οι εταιρίες, οι κάθε λογής ιδιώτες δεν αλωνίζουν στην εκπαίδευση, ο ΓΑΠ το θεωρεί «στειρότητα» και «απομόνωση». Γι’ αυτό θα βάλει μπροστά τον «Καλλικράτη», που όπως λέει θα παίξει ρόλο «καταλύτη» σ’ αυτή την κατεύθυνση. Ο καθείς επιχειρηματίας, τσαρλατάνος, ιδιώτης, τοπικός παράγων θα έχει το μερτικό του στο αναλυτικό πρόγραμμα και το κράτος θα νίπτει τας χείρας του, απαλλασσόμενο από τη σχετική σκοτούρα και τα κονδύλια. Τα σχολεία θα ανοίξουν στον «τοπικό λογοτέχνη, τον γιατρό για ενημέρωση και πρόληψη για την δημόσια υγεία, μέχρι και τον τραπεζικό υπάλληλο για τα θέματα διαχείρισης του οικογενειακού προϋπολογισμού, την Greenpeace ή τους Γιατρούς του Κόσμου», δηλώνει χαρακτηριστικά.
► Το ξεπάτωμα του δημόσιου Πανεπιστήμιου, την αμερικανοποίησή του. Ο ΓΑΠ αναφέρθηκε στην αυτονομία, το αυτοδιοίκητο των ΑΕΙ, το νέο μοντέλο διοίκησης, την αξιολόγηση, την αλλαγή στον τρόπο χρηματοδότησης, στη σύνδεση των Πανεπιστημίων και της έρευνας με τις επιχειρήσεις, στη διεθνοποίηση των προγραμμάτων, στην εισαγωγή σε σχολή και όχι σε τμήμα. Πρόκειται για: α) την αντικατάσταση των πρυτανικών αρχών από Συμβούλιο Διοίκησης, στο οποίο θα υπάρχει και «κοινωνική συμμετοχή» (διάβαζε εκπρόσωποι των καπιταλιστών), που θα διαμορφώνει τις «στρατηγικές επιλογές και κατευθύνσεις» β) την πλήρη διαχείριση των οικονομικών, συμπεριλαμβανομένης και της μισθοδοσίας και της φοιτητικής μέριμνας από τα ίδια τα Ιδρύματα, γεγονός που θα οδηγήσει στην οικονομική τους ασφυξία και στην αναζήτηση πόρων «από τρίτους», ενώ το κράτος θα εξοφλά την υποχρέωσή του με εξευτελιστική χρηματοδότηση, συμπεφωνημένη με προγραμματικές συμφωνίες, συνδεδεμένη με την αξιολόγηση γ) την ένταση του αυταρχισμού και την υποταγή σε όλες τις κατευθύνσεις της Μπολόνια, που θα αποτε- λούν και δείκτες και κριτήρια αξιολόγησης δ) το ξεχαρβάλωμα των πανεπιστημιακών σπουδών και την επιβολή ατομικών διαδρομών με την καθιέρωση των πιστωτικών μονάδων ε) τη μετατροπή των Πανεπιστημίων σε κυνηγούς φοιτητών-πελατών, προς εξοικονόμηση πόρων.








