Στο προηγούμενο φύλλο της «Κ» γράψαμε για τα αποτελέσματα της αξιολόγησης στη χώρα που ήδη εφαρμόζεται, την Αγγλία. Σαν συνέχεια, θα ασχοληθούμε με τον τρόπο που πριμοδοτείται η έρευνα και τις συνέπειες της υιοθέτησής της ως το βασικό κριτήριο για την αξιολόγηση. Στην Αγγλία, λοιπόν, το βάρος ρίχνεται πλέον στην έρευνα και όχι στη διδασκαλία, οι επιχειρήσεις πιέζουν τα πανεπιστήμια να ερευνούν με γνώμονα το συμφέρον της αγοράς και σαν αντάλλαγμα υπόσχονται καλύτερη βαθμολογία στη διαδικασία της αξιολόγησης. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της Βρετανικής Ενωσης Ιατρικής που μιλάει για στραγγαλισμό της πανεπιστημιακής διδασκαλίας με την χρηματοδότηση να εξαρτάται από την απόδοση ενός Τμήματος στην έρευνα. Οπως λένε, αυτό ωθεί τους πανεπιστημιακούς στο να περιορίζουν το χρόνο διδασκαλίας. Αυτό επιβεβαιώνει και ο αντιπρύτανης του Kent που αναφέρει ότι πολλοί πανεπιστημιακοί εστιάζουν στις απαιτήσεις της αξιολόγησης με αποτέλεσμα να αποσπώνται από τα διδακτικά τους καθήκοντα.
Οταν μιλούν για έρευνα δεν εννοούν βέβαια την έρευνα που συνδέεται με τις ανάγκες της επιστήμης, της κοινωνίας και του ανθρώπου, αλλά απλά για έρευνα που συνδέεται με τα συμφέροντα της επιχείρησης που κάθε φορά την πριμοδοτεί. Αυτό, εκτός των άλλων, δημιουργεί και ανταγωνισμούς μεταξύ των πανεπιστημίων, αλλά κυρίως μετατρέπει τον πανεπιστημιακό σε χρηματοδοτούμενο υπάλληλο που το τελευταίο που τον ενδιαφέρει είναι η μορφωτική διαδικασία. Θα ήταν αρκετά αφελές αν ρωτούσαμε: Το δικαίωμα στη μόρφωση πού πάει;
Γιάννης Ξ.