Πολύς θόρυβος γίνεται τελευταία, ιδίως από τον αστικό Τύπο, ότι ο νέος υπουργός Παιδείας έχει δρομολογήσει διαδικασίες ροκανίσματος, ξεδοντιάσματος του νέου νόμου πλαισίου. Η «αισιοδοξία» αυτή βασίζεται στο «ήπιο» στιλ που επέλεξε ο υπουργός Παιδείας, καθώς και σε κάποιες αποστροφές των τοποθετήσεών του, περί «διόρθωσης ενδεχομένων λαθών».
Τα δημοσιεύματα αυτά, σε ελάχιστες περιπτώσεις αφελή, στην πλειοψηφία τους όμως κατευθυνόμενα, στόχο έχουν να αποκοιμίσουν τους φοιτητές, τους πανεπιστημιακούς, τους εκπαιδευτικούς, την εργαζόμενη κοινωνία, ώστε να χαλαρώσουν οι αντιστάσεις και η επαγρύπνηση, ενώ η κυβέρνηση στο παρασκήνιο ανενόχλητη θα διαμορφώνει τους όρους για την υλοποίηση των αντιδραστικών ρυθμίσεων του νόμου και των άλλων «μεταρρυθμιστικών» σχεδίων για την εκπαίδευση.
Καταρχήν, ο ίδιος ο Ε. Στυλιανίδης σε καμιά δημόσια τοποθέτησή του δεν άφησε περιθώρια μη εφαρμογής του νόμου πλαισίου, παραίτησης της κυβέρνησης από την προώθηση της αναθεώρησης του άρθρου 16 ή μη προώθησης των γνωστών νομοσχεδίων για την έρευνα και τα μεταπτυχιακά. Πάντα τάχθηκε ορθά, κοφτά υπέρ της συνέχισης των «μεταρρυθμίσεων» και του έργου που άφησε πίσω της η απερχόμενη πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΠΘ. Δεύτερον, κάτι τέτοιο –παραίτηση δηλαδή οικειοθελώς από τις δρομολογημένες αντιδραστικές αλλαγές στα Πανεπιστήμια- θα ήταν τελείως αβάσιμο να θεωρήσουμε ότι θα γίνει, διότι η κυβέρνηση, όπως και η απερχόμενη, αλλά και οι προηγούμενες του ΠΑΣΟΚ, έχουν αναλάβει δεσμεύσεις έναντι του ευρωπαϊκού και ντόπιου κεφαλαίου, μέσω των γνωστών διακηρύξεων της Λισαβόνας, της Μπολόνια, κ.λπ. και οι απαιτήσεις της ολοκλήρωσης του Κοινού Ευρωπαϊκού Χώρου Ανώτατης Εκπαίδευσης το 2010, εξακολουθούν να υφίστανται. Ο Κ. Καραμανλής, πολλές φορές το κατέστησε αυτό σαφές, σε κάθε ανάλογη συζήτηση για την Παιδεία.
Η μόνη δύναμη που θα μπορούσε να βάλει φρένο σε αυτές τις ορέξεις άλωσης του Δημόσιου Πανεπιστήμιου (χωρίς αυτό να σημαίνει και παραίτηση των αφεντικών από κάθε τέτοια προσπάθεια στο μέλλον, όταν οι συνθήκες αποδειχτούν ευνοϊκές γι’ αυτούς), είναι το ζωντανό, μαχητικό, μαζικό, φοιτητικό κίνημα, το κίνημα που δε θα διστάζει να προκαλεί ρήξεις με κάθε συμβιβαστική, ηττοπαθή τακτική, μέχρι να φτάσει το στόχο. Και τέτοιο κίνημα σήμερα, στο προσκήνιο δεν υπάρχει. Οταν του δόθηκε η ευκαιρία να υποχρεώσει την κυβέρνηση σε πλήρη υποχώρηση, σε απόσυρση του συνόλου του νόμου, δε μπόρεσε να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων και άνοιξε τα αυτιά του στις σειρήνες που το καλούσαν να γυρίσει πίσω. Ετσι η κυβέρνηση διατήρησε αλώβητο το νόμο και έχει τώρα τα περιθώρια να ελίσσεται και να ακολουθεί την κατά περίπτωση εφαρμογή. Παρόλα αυτά, όμως, ο απόηχος αυτού του μαχητικού κινήματος των περσινών φοιτητικών καταλήψεων, εξακολουθεί να παραμένει ισχυρός και να υποχρεώνει την κυβέρνηση σε ταχτικισμούς.
Είναι και αυτό απόδειξη της δύναμης του κινήματος. Ο προβληματισμός για τα λάθη δε μπορεί παρά να είναι μόνο προωθητικός για τους αγώνες που επιτάσσει η στιγμή. Η κυβέρνηση έχει επιλέξει, προς το παρόν, την όχι κατά μέτωπο επίθεση, τη σαλαμοποίηση και το βάδην με προσεχτικά βήματα. Το κίνημα πρέπει να επιλέξει την επίθεση σε όλα τα μέτωπα για την πλήρη απόσυρση του νόμου και τη ματαίωση κάθε περαιτέρω σχεδιασμού (έρευνα, μεταπτυχιακά) και να μην πατήσει την πεπονόφλουδα των «καλών προθέσεων» του νέου υπουργού Παιδείας.
Γιούλα Γκεσούλη








