Και ευρωπαϊκό παραδάκι τσεπώνουν και ενισχύουν το φιλολαϊκό τους προφίλ, δημιουργώντας δεξαμενή μελλοντικών επίδοξων ψηφοφόρων τους, αλλά και μια επικερδή μπίζνα στήνουν οι Δήμοι που υλοποιούν το πρόγραμμα φιλοξενίας παιδιών μέσω ΕΣΠΑ «Εναρμόνιση της Οικογενειακής και Επαγγελματικής Ζωής». Στο πρόγραμμα εντάσσονται βρεφικοί, βρεφονηπιακοί σταθμοί, παιδικοί σταθμοί, Κέντρα Δημιουργικής Απασχόλησης Παιδιών (ΚΔΑΠ) και Κέντρα Δημιουργικής Απασχόλησης Παιδιών με Αναπηρία (ΚΔΑΠ-ΜΕΑ), που λειτουργούν στο πλαίσιο των Δήμων.
Οι δομές που υλοποιούν αυτό το πρόγραμμα και παρέχουν υπηρεσίες φροντίδας και φιλοξενίας σε βρέφη, νήπια, παιδιά και άτομα ΜΕΑ μπορούν να καλύψουν μέχρι το 70% της συνολικής τους δυναμικότητας με τα παιδιά των «κατόχων/ωφελούμενων» «Αξίας Τοποθέτησης» (Voucher). Μπορούν, δηλαδή, να καλύψουν μεγάλο μέρος της λειτουργίας τους με τα «κουπόνια» (Voucher) των «ωφελούμενων».
Δικαίωμα συμμετοχής έχουν μητέρες, καθώς και άνδρες στους οποίους έχει παραχωρηθεί με δικαστική απόφαση η επιμέλεια των παιδιών τους και εκείνοι που βρίσκονται σε χηρεία οι οποίοι έχουν οικογενειακό εισόδημα, το οποίο δεν υπερβαίνει τις 27.000 ευρώ για μητέρες που έχουν έως 2 παιδιά, 30.000 ευρώ για μητέρες που έχουν 3 παιδιά, 33.000 ευρώ για μητέρες που έχουν 4 παιδιά και 36.000 ευρώ για μητέρες που έχουν από 5 παιδιά και άνω. Το συνολικό οικογενειακό εισόδημα δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να υπερβαίνει το ποσό των 36.000 ευρώ.
Το ευρωπαϊκό κεφάλαιο, οι ντόπιοι καπιταλιστές και οι πολιτικοί διαχειριστές του συστήματος θεωρούν ότι οι εργαζόμενοι, οι άνεργοι δεν έχουν το δικαίωμα της ακώλυτης και αδιαμφισβήτητης πρόσβασης στις κοινωνικές υπηρεσίες και τα κοινωνικά δικαιώματα (ένα τέτοιο δικαίωμα είναι και η μόρφωση, η φροντίδα και η δημιουργική απασχόληση των παιδιών τους).
Θωρούν, εν ολίγοις, ότι κάνουν παραχώρηση σε αυτούς που δημιουργούν όλο τον κοινωνικό πλούτο γι’ αυτό και θεσπίζουν εισοδηματικά κριτήρια για την πρόσβαση σε κοινωνικές υπηρεσίες και ονομάζουν «ωφελούμενους» αυτούς τους ανέργους και τους εργαζόμενους.
Ενας τέτοιος Δήμος που συμμετέχει σ’ αυτό το ευρωπαϊκό πρόγραμμα είναι και ο Δήμος Νέας Προποντίδας στη Χαλκιδική, που λειτουργεί 2 Κέντρα Δημιουργικής Απασχόλησης Παιδιών με Ειδικές Ανάγκες (ΚΔΑΠ ΜΕΑ) και 3 Κέντρα Δημιουργικής Απασχόλησης Παιδιών (ΚΔΑΠ).
Τα προγράμματα αυτά των ΚΔΑΠ και ΚΔΑΠ-ΜΕΑ χρησιμοποιούν τις υποδομές των δημόσιων σχολείων κατά τις ώρες που αυτά δεν λειτουργούν (απογευματινές ώρες στη διάρκεια της σχολικής χρονιάς και πρωινές το καλοκαίρι) (έτσι νοείται το περίφημο «ανοιχτό σχολείο» στην κοινωνία της Διαμαντοπούλου, αλλά και των συριζαίων).
Ο Δήμος, όμως, σκέφτηκε να επεκτείνει την επικερδή μπίζνα (φανταζόμαστε ότι δεν είναι ο μόνος, όμως προς το παρόν το ρεπορτάζ διαθέτει στοιχεία μόνον γι’ αυτόν τον Δήμο). Δεν αρκείται, λοιπόν, μόνο στα «κουπόνια» των «ωφελούμενων», αλλά επιζητά «πελάτες» και από άλλους εργαζόμενους γονείς που δεν ανήκουν σ’ αυτή την κατηγορία. Οι «πελάτες» καλούνται να καταβάλλουν δίδακτρα ύψους 20 ευρώ μηνιαίως, τα οποία διαφοροποιούνται από παιδί σε παιδί εάν πρόκειται για αδέρφια ή αν το παιδί παρακολουθεί μεμονωμένες δραστηριότητες και όχι το σύνολο αυτών που ανήκουν στο πρόγραμμα της δημιουργικής απασχόλησης.
Είναι γνωστό επίσης ότι στους Δήμους δίνουν και παίρνουν οι ελαστικές σχέσεις εργασίας. Στα ΚΔΑΠ π.χ. του Δήμου Νέας Προποντίδας όλοι οι εργαζόμενοι απασχολούνται με τρίμηνες συμβάσεις ιδιωτικού δικαίου που ανανεώνονται.
Επιπλέον, πατώντας στην ανάγκη τους να επιβιώσουν, ο Δήμος τους υποχρεώνει, εφόσον ο αριθμός τους δεν επαρκεί να καλύψει τις ώρες των διαφόρων δραστηριοτήτων σε όλα τα ΚΔΑΠ, να μετακινούνται από Κέντρο σε Κέντρο. Μιλάμε για χιλιομετρικές αποστάσεις καθόλου αμελητέες (ΚΔΑΠ ΜΕΑ Ν. Καλλικράτειας, ΚΔΑΠ ΜΕΑ Πορταριάς, ΚΔΑΠ Ν. Τρίγλιας, ΚΔΑΠ Ν. Καλλικράτειας, ΚΔΑΠ Ν. Μουδανιών).
Πέρα από την ταλαιπωρία που θα υποστούν οι εργαζόμενοι και τις επιπτώσεις που έχει αυτή η εξέλιξη στην ποιότητα του προγράμματος που προσφέρεται στα παιδιά, ένα ερώτημα παραμένει, ποιος αλήθεια θα επιβαρυνθεί με τα έξοδα μετακίνησης;
Η εμπειρία από τις υποχρεωτικές μετακινήσεις των εκπαιδευτικών (κυρίως ειδικοτήτων) που υπηρετούν στα δημόσια σχολεία είναι άκρως αποθαρρυντική: τα έξοδα πέφτουν στις πλάτες των ίδιων των εκπαιδευτικών, μειώνοντας παραπέρα τον ήδη εξευτελιστικό μισθό τους.