Mε μια ξαφνική κίνηση και αφού προετοίμασε το έδαφος κατά το τριήμερο των αποκριάτικων αργιών, η κυβέρνηση έδωσε στη δημοσιότητα και ταυτόχρονα κατέθεσε στη Βουλή το νόμο-πλαίσιο για τα ΑΕΙ και ΤΕΙ, με πρόθεση να το έχει ψηφίσει μέχρι το τέλος του πρώτου δεκαήμερου του Μάρτη. Ηταν μια απόφαση που πάρθηκε από το Μαξίμου, γι’ αυτό και ο Καραμανλής βγήκε ο ίδιος μπροστά και στήριξε το νομοσχέδιο (είναι η πρώτη φορά που το κάνει αυτό για νομοσχέδιο που καταθέτει κάποιος υπουργός), αναγκάζοντας και όλους τους υπουργούς του να συνταχθούν πίσω του και να στηρίξουν την υπουργό Παιδείας. Πρέπει να ήταν μια από τις ευτυχέστερες στιγμές στην πολιτική καριέρα της Γιαννάκου. Ακόμη και εκείνοι που μέχρι τώρα την είχαν στο φτύσιμο αναγκάζονται να τη στηρίξουν.
Η ίδια η Γιαννάκου, ανακουφισμένη από την εξέλιξη, πέταξε στα σκουπίδια τις υποσχέσεις που μόλις πριν ένα μήνα έδινε στους πρυτάνεις και λίγο μετά στους «1.000» (που δεν ήταν 1.000), ότι θα ολοκληρώσει το νομοσχέδιο και μετά θα δεχτεί τις τελικές παρατηρήσεις τους, κάνοντας ένα νέο γύρο διαλόγου μαζί τους. Διάλογος τέρμα, το λόγο τώρα έχει ο οργανωμένος κοινοβουλευτικός λόχος της ΝΔ. Δεν πρόλαβαν καν να δημοσιοποιήσουν μια «δέσμη προτάσεων» που με παραγγελία του πρύτανη του Πανεπιστήμιου Αθήνας ετοίμαζε επιτροπή υπό τον γνωστό Γ. Πανούση. Εμειναν με τη χαρά της προσδοκίας μιας «αποφασιστικής συμβολής στο διάλογο για την τριτοβάθμια εκπαίδευση». Η Γιαννάκου τους χρησιμοποίησε σαν γλάστρες και τώρα τους πετάει στα σκουπίδια σαν μαραμένους κατιφέδες. Και καλά τους κάνει, εδώ που τα λέμε, για να καταδειχτεί σε όλους πως δεν είναι παρά ασπόνδυλα μαλάκια, κολαούζοι και καρπαζοεισπράκτορες της κάθε εξουσίας. Ετσι εξασφαλίζουν το παντεσπάνι τους.
Πριν ένα μήνα η κυβέρνηση έπαιζε το παιχνίδι της ηπιότητας και του διαλόγου, γιατί το κύριο θέμα που προωθούσε ήταν αυτό της αναθεώρησης του άρθρου 16. Το μείζον εκείνη τη στιγμή ήταν να προστατευθεί η συναίνεση με το ΠΑΣΟΚ. Η Γιαννάκου, λοιπόν, είχε λάβει εντολή να κάνει καθυστέρηση, να πετάει τη μπάλα στην κερκίδα, να αναζητά συμμάχους υποσχόμενη νέους γύρους διαλόγου, να το παίζει άνετη και καθόλου επισπεύδουσα. «Εχουμε όσο χρόνο χρειαζόμαστε στη διάθεσή μας», έλεγε, επαναλαμβάνοντας σαν ηχώ τα λόγια του Ρουσόπουλου και του Αντώναρου
Μόλις η τακτική άλλαξε και η απόφαση από το μέγαρο Μαξίμου λέει πως ο νόμος-πλαίσιο πρέπει να προωθηθεί άμεσα και με διαδικασίες εξπρές, η κυρία με το εκκεντρικό ντύσιμο πέταξε τη μάσκα του διαλόγου και της συναίνεσης και έβγαλε τα πιο αποκρουστικά προσωπικά της χαρακτηριστικά: «Η Κυβέρνηση εξήντλησε το σύνολο των περιθωρίων που είχε εξαντλήσει ποτέ κυβέρνηση. Αυτοί που ήθελαν να συζητήσουν, έχουν συζητήσει. Αυτοί που εκλήθησαν επανειλημμένα μέσα από όλες τις προσπάθειες συναίνεσης δε θέλησαν να εμφανιστούν ούτε στην Ελληνική Βουλή. Το θέμα έχει τελειώσει, ο νόμος κατατίθεται σήμερα», ήταν η αυταρχική απάντησή της στο εύλογο δημοσιογραφικό ερώτημα. Μάταια προσπαθούσε ο Παναγιωτόπουλος στα κανάλια να πείσει πως ο διάλογος θα συνεχιστεί και πως η κυβέρνηση είναι ανοιχτή σε όλες τις προτάσεις.
Το νομοσχέδιο που κατατέθηκε στη Βουλή είναι πιστό αντίγραφο επί της ουσίας του προσχέδιου που είχε παρουσιαστεί τον περασμένο Ιούνη (δες αναλυτικά στις σελίδες 8-9). Το ερώτημα είναι γιατί ο Καραμανλής πήρε την απόφαση να το προωθήσει τώρα, με το φοιτητικό κίνημα να βαδίζει ήδη στο δεύτερο γύρο των καταλήψεων. Γιατί, βέβαια, το επιχείρημα ότι τώρα ολοκληρώθηκε ο διάλογος δεν στέκει. Θα μπορούσε κάλλιστα το νομοσχέδιο να είχε προωθηθεί και πριν μερικές εβδομάδες, όμως όχι μόνο δεν έγινε καμιά κίνηση, αλλά και η Γιαννάκου και ο Ρουσόπουλος αρνούνταν πεισματικά να δώσουν έστω και «μυρωδιά» χρονοδιαγράμματος. Νομίζουμε ότι στη λήψη αυτής της απόφασης βάρυναν πολλοί παράγοντες.
♦ Σίγουρα έχουμε να κάνουμε με μια ρεβανσιστική κίνηση και ταυτόχρονα με μια επίδειξη τσαμπουκά προς το φοιτητικό κίνημα. Η ματαίωση της αναθεώρησης του άρθρου 16 (ο Καραμανλής ξέρει πολύ καλά ότι με κίνημα στους δρόμους το ΠΑΣΟΚ δεν υπάρχει περίπτωση να επανέλθει στην επόμενη Βουλή και να ψηφίσει μαζί με τη ΝΔ την αναθεώρηση) πιστώνεται εξ ολοκλήρου στο φοιτητικό κίνημα, που κατάφερε να μπει σφήνα και να χαλάσει μια από τις σημαντικότερες πολιτικές συμφωνίες κορυφής των τελευταίων χρόνων. Κι αυτό ο Καραμανλής το φέρει βαρέως ακόμα και σε προσωπικό επίπεδο. Και πολιτικά, όμως, δεν ήθελε σε καμιά περίπτωση να αρχίσει να εμπεδώνεται σε γενικό κοινωνικό επίπεδο η ιδέα, ότι ένα κίνημα κατάφερε να νικήσει την κυβερνητική πολιτική σ’ ένα κρίσιμο ζήτημα. Θέλει να στείλει το μήνυμα ότι ο ίδιος και η κυβέρνησή του είναι πανίσχυροι και κανένα κίνημα δε μπορεί να τους νικήσει.
♦ Από την άλλη, δεν είχε ειδικό πολιτικό λόγο να αναβάλει άλλο το νόμο-πλαίσιο, δεδομένου ότι το ΠΑΣΟΚ έχει αποχωρήσει από την αναθεωρητική διαδικασία και επομένως η συναίνεση έχει πάει περίπατο. Η κίνηση με την προώθηση του νόμου-πλαισίου τώρα είναι και ένας αιφνιδιασμός προς το ΠΑΣΟΚ. Πρώτο, για να δείξει ο Καραμανλής ότι αυτός έχει μεταρρυθμιστικές προτάσεις ενώ το ΠΑΣΟΚ όχι. Δεύτερο, για να εκμεταλλευτεί το πρόσφατο μπάχαλο στο ΠΑΣΟΚ με τις δηλώσεις Πάγκαλου, εκθέτοντας τον Γιωργάκη. Γιατί έχει καταστεί ολοφάνερο ότι ο Πάγκαλος για το άσυλο δεν είπε τίποτα διαφορετικό απ’ αυτό που προβλέπει ο νόμος-πλαίσιο της Γιαννάκου, ενώ επί της ουσίας οι δηλώσεις του δεν αποδοκιμάστηκαν από την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ. Ετσι, η ενδεχόμενη αντίθεση του ΠΑΣΟΚ στο νόμο-πλαίσιο θα είναι υπονομευμένη και σε μεγάλη μερίδα της «κοινής γνώμης» θα εμφανίζεται ως αναξιόπιστο. Πέρα απ’ αυτό, οι ίδιες οι θέσεις του ΠΑΣΟΚ για την τριτοβάθμια εκπαίδευση δε διαφέρουν σε τίποτα, επί της ουσίας, από τις θέσεις της ΝΔ.
♦ Τέλος, δεν στερούνται βάσης ρεπορτάζ του αστικού Τύπου που αποδίδουν την επίσπευση της προώθησης του νόμου-πλαισίου στο θόρυβο που έχει ξεσπάσει με την υπόθεση Βαρθολομαίου, η οποία ακουμπά τον ίδιο τον Καραμανλή. Η ΝΔ έχει να αντιμετωπίσει εδώ δυο προβλήματα. Το πρώτο είναι οι τυχόν αποκαλύψεις οικονομικών σκανδάλων, για τις οποίες τρέμει το φυλλοκάρδι τους. Το δεύτερο είναι η εικόνα ενός κορυφαίου κυβερνητικού στελέχους, που σοκάρει και εξεγείρει τους «νοικοκυραίους», οι οποίοι θέλουν τα δημόσια πρόσωπα «τέρατα ηθικής» (έτσι τους έχουν μάθει, βλέπετε, και σ’ αυτές τους τις αντιλήψεις υποκλίνονται). Η υποκριτική ηθικολογία αποτελεί βασικό στοιχείο της κυρίαρχης ιδεολογίας. Εχοντας εδώ και καιρό δουλέψει μέσω των ΜΜΕ το θέμα του ασύλου (και τι δεν έχει ακουστεί: βιασμοί, ομαδικά όργια, διακίνηση ναρκωτικών, τεράστιες καταστροφές κ.λπ.) θεωρούν ότι έπιασαν το σφυγμό των «νοικοκυραίων» και πως έτσι τους προσφέρουν υλικό για να εκτονώσει τη δυσαρέσκειά τους για την υπόθεση Βαρθολομαίου.
Δε νομίζουμε, πάντως, ότι αυτός ο τελευταίος λόγος ήταν ο καθοριστικός για την επίσπευση της κατάθεσης του νόμου-πλαισίου. Μόνο ενισχυτικά μπορεί να λειτούργησε. Ο καθοριστικός λόγος ήταν η επιδίωξη της ρεβάνς, η προσπάθεια να ηττηθεί το κίνημα που ανάγκασε την κυβέρνηση της ΝΔ στην πρώτη μεγάλη πολιτική της ήττα. Και να σταλεί έτσι ένα τρομοκρατικό μήνυμα με δυο αποδέκτες: τον ελληνικό λαό από τη μια, ο οποίος πρέπει να πειστεί ότι κανείς δε μπορεί να τα βάλει μ’ αυτή την κυβέρνηση, την άρχουσα τάξη από την άλλη, στην οποία στέλνεται το μήνυμα ότι ο Καραμανλής είναι ο άνθρωπός της και κακώς ορισμένοι τον κατηγορούν για διστακτικότητα και φόβο πολιτικού κόστους.
Εκείνο που δεν φαίνεται να πήρε καθόλου υπόψη του ο Καραμανλής είναι ότι μπορεί ο ηττημένος στο τέλος να είναι αυτός. Δε φαίνεται να διδάχτηκε από το κάζο του μπάρμπα του το 1979, που αναγκάστηκε να καταργήσει ψηφισμένο νόμο. Ετσι ξεκίνησε και κείνος. Με τη σκέψη πως οι κινητοποιήσεις γίνονται μέχρι να ψηφιστεί ένα νομοσχέδιο και μετά σταματούν. Ομως, το φοιτητικό κίνημα δεν είναι κίνημα εργαζόμενων, που χάνουν μεροκάματα. Εχει τη δική του εσωτερική δυναμική. Συνέχισε λοιπόν τότε, έγινε το πρώτο μεγάλο κίνημα καταλήψεων και ο Καραμανλής ο πρεσβύτερος αναγκάστηκε να βγει ο ίδιος και να ανακοινώσει την κατάργηση του νόμου 815.
Ο τωρινός Καραμανλής υπολόγισε αρχικά ότι οι καταλήψεις θα σταματούσαν λόγω εξεταστικής και μετά θα υπήρχαν μόνο ημερήσιες κινητοποιήσεις τις μέρες που η Βουλή θα ψήφιζε την αναθεώρηση του άρθρου 16. Επεσε έξω. Η εξεταστική ουδόλως απασχόλησε το φοιτητικό κίνημα και ο αγώνας συνεχίστηκε με καταλήψεις διάρκειας, χωρίς τα επετειακά που κάποια στιγμή είχαν προσπαθήσει να πλασάρουν οι δυνάμεις του Περισσού. Στη συνέχεια και όταν το ΠΑΣΟΚ αποσύρθηκε από την αναθεωρητική διαδικασία, η κυβέρνηση είχε την ελπίδα ότι το ναυάγιο της αναθεώρησης του άρθρου 16, σε συνδυασμό και με την κούραση από τόσες εβδομάδες καταλήψεων, θα οδηγούσε το κίνημα σε αναστολή. Διαψεύστηκε και σε αυτή την προσδοκία. Το κίνημα συνέχισε, χωρίς να χαθεί ούτε μία κατάληψη. Οπου κάποιοι ΔΑΠίτες δοκίμασαν να κατεβάσουν πρόταση ενάντια στην κατάληψη απομονώθηκαν και μέτραγαν τα κουκιά τους. Το μόνο βέβαιο, λοιπόν, είναι πως η κατάθεση στη Βουλή του νόμου-πλαισίου θα πυροδοτήσει και δεν θα εκτονώσει το κίνημα..
Γιατί τότε ο Καραμανλής επέσπευσε την κατάθεση του νομοσχέδιου; Γιατί δεν περίμενε να το κάνει μετά το Πάσχα, ποντάροντας στο σταμάτημα στο μεταξύ των καταλήψεων; Γιατί ποντάρει μόνο στην καλλιέργεια της ψυχολογίας της ήττας στο φοιτητικό κίνημα. Δεν είναι τυχαίο ότι το νομοσχέδιο προωθείται για ψήφιση με διαδικασίες εξπρές. Την μεθεπόμενη εβδομάδα αναμένεται να έχει τελειώσει η ψήφισή του και στην Ολομέλεια. Ποντάρουν, λοιπόν, στο ότι μετά απ’ αυτή την ημερομηνία το φοιτητικό κίνημα θα αποσυρθεί από το προσκήνιο, καθώς δεν θα έχει άλλα «καύσιμα». Αν προκληθεί κοινωνική αναταραχή – λένε off the record στελέχη της κυβέρνησης - τότε θα πάμε για εκλογές. Mε το νόμο ψηφισμένο, φυσικά. Το αποτέλεσμα των εκλογών, που ευελπιστούν ότι θα είναι υπέρ της ΝΔ, θα χρησιμοποιηθεί ως επιβεβαίωση της ορθότητας των πολιτικών επιλογών της κυβέρνησης.
♦ Ασφαιρα πυρά
Αυτός φαίνεται πως είναι ο σχεδιασμός τους, οι υπολογισμοί που κάνουν. Και είναι καθαρό πως μόνο το φοιτητικό κίνημα μπορεί να τους χαλάσει τα σχέδια. Γιατί η κοινοβουλευτική αντιπολίτευση δεν θέλει και δεν μπορεί να σταθεί εμπόδιο στην κυβερνητική πολιτική. Το ΠΑΣΟΚ κάνει αντιπολίτευση-συμπολίτευση, παρουσιάζοντας θέσεις ταυτόσημες μ’ αυτές της κυβέρνησης, ενώ Περισσός και ΣΥΝ ενδιαφέρονται μόνο για την αποκόμιση πολιτικής υπεραξίας (την οποία ευελπιστούν να εξαργυρώσουν στο ανταλλακτήριο των εκλογών). Ποτέ δεν είχαν εμπιστοσύνη στα κοινωνικά κινήματα, ποτέ δεν αγκάλιασαν και δεν στήριξαν κινήματα που ξεφεύγουν από τον έλεγχό τους και που κινούνται έξω από τα θεσμικά πλαίσια. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Αλαβάνος εκείνο που βρήκε να κατηγορήσει τον Καραμανλή είναι ότι «λειτουργεί ως Νέρων», ενώ τον κάλεσε «να ακούσει τη φωνή της λογικής» και να υιοθετήσει την πρόταση «των 4 πρυτάνεων των αρχαιότερων πανεπιστημίων της χώρας». Μια πρόταση που πλέον δεν ισχύει, ενώ επιπρόσθετα δεν αφορούσε την ουσία του νόμου-πλαισίου, αλλά ζητούσε απλώς αναβολή της κατάθεσής του μέχρι τον Ιούνη, ώστε στο μεταξύ να εκτονωθούν οι φοιτητικές κινητοποιήσεις. Ούτε είναι τυχαίο ότι ο Περισσός δεν κάνει καμιά αναφορά στην ανάγκη συνέχισης των καταλήψεων και μετά την ψήφιση του νόμου και χρησιμοποιεί τη σκόπιμη ασαφή φράση «ακύρωση του νόμου» (βλέπε ανακοίνωση του Γραφείου Τύπου της ΚΕ του ΚΚΕ και κύριο άρθρο, «Ριζοσπάστης», 22.2.07).
Οσο για τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία, εξακολουθεί να κρατά την ίδια αισχρή στάση. Είναι χαρακτηριστικό ότι η ΓΣΕΕ αρνείται πεισματικά (παρά την πίεση των φοιτητών) να κηρύξει 24ωρη απεργία, που θα είχε συμβολική σημασία, και περιορίστηκε να καλέσει τα Εργατικά Κέντρα να κηρύξουν τρίωρες στάσεις για τις διαδηλώσεις της περασμένης Πέμπτης.
♦ Ουσιαστική συναίνεση από το ΠΑΣΟΚ
Η πρώτη αντίδραση του ΠΑΣΟΚ, διά στόματος Γιωργάκη, όταν κατατέθηκε ο νόμος-πλαίσιο, έδωσε το στίγμα της αντιπολιτευτικής του τακτικής: αντιπολίτευση στην κυβέρνηση από τα δεξιά! Εγκάλεσε την κυβέρνηση για… ατολμία: «Λυπάμαι που δεν τόλμησε. Λυπάμαι που η κυβέρνηση δεν αξιοποίησε το διάλογο που προσέφερε δυνατότητες για ρηξικέλευθες αλλαγές… Οι σημερινές ανακοινώσεις για την ανώτατη εκπαίδευση είναι, για άλλη μια φορά, πρόχειρες και αποσπασματικές… Συνεχίζει μια λαθεμένη αντίληψη κρατικιστικού ελέγχου και παρέμβασης». Και βέβαια, ο Γιωργάκης δεν παρέλειψε να σημειώσει με νόημα, ότι απαιτείται «ευρύτατη συναίνεση για να περπατήσουν οι απαραίτητες αλλαγές».
Την περασμένη Τετάρτη συνεδρίασε και το Πολιτικό Συμβούλιο του ΠΑΣΟΚ, που έδειξε πιο καθαρά με την απόφασή του ότι κινούνται στη γραμμή της συμπολιτευόμενης αντιπολίτευσης: «Η κυβέρνηση Καραμανλή δεν αξιοποίησε τον διάλογο που προσέφερε δυνατότητες για ρηξικέλευθες αλλαγές. Δεν τόλμησε. Οι ρυθμίσεις του νομοσχεδίου για την ανώτατη εκπαίδευση είναι πρόχειρες και αποσπασματικές… Αυτοτέλεια και αξιολόγηση είναι οι δυο πυλώνες… Εμείς θέλουμε Ιδρύματα με ισχυρή, ευέλικτη, δυναμική διοίκηση που λειτουργούν με διαφανείς, δημόσια ελεγχόμενους οργανισμούς και εσωτερικούς κανονισμούς, με πολυετείς -αμοιβαία δεσμευτικές- προγραμματικές συμφωνίες με την πολιτεία… Το ΠΑΣΟΚ θα πάρει μέρος στη συζήτηση στη Βουλή με τις θέσεις και τις προτάσεις του για την αυτοτέλεια, την χρηματοδότηση και την αξιολόγηση και θα καταψηφίσει συνολικά το νομοσχέδιο της κυβέρνησης».
Οπως διέρρευσε, ο Πάγκαλος και κάποιοι άλλοι πρότειναν να ψηφίσει το ΠΑΣΟΚ «κάποια σημεία κοινής λογικής», αλλά επικράτησε η άποψη της συνολικής καταψήφισης (για ευνόητους λόγους).
Δείγμα κυβερνητικού τσαμπουκά από τη συζήτηση στο press room:
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Μπορείτε να μας πείτε, από πού προκύπτει ότι αυτό το νομοσχέδιο είναι απαίτηση των πολιτών; Μήπως από την υποστήριξη που προσφέρει ο Πάγκαλος και το ΠΑΣΟΚ;
ΑΝΤΩΝΑΡΟΣ: Εχει μεγάλη στήριξη από τους Ελληνες πολίτες. Είμαστε απόλυτα βέβαιοι γι` αυτό και βεβαίως θα το διαπιστώσετε και εσείς.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Μα, ακόμη και τα γκάλοπ που έχουν δημοσιευθεί δεν δείχνουν κάτι τέτοιο. Το ακριβώς αντίθετο δείχνουν.
ΑΝΤΩΝΑΡΟΣ: Η δική μας εκτίμηση διαφέρει. Και οι Ελληνες πολίτες έχουν άλλη εκτίμηση από εσάς.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Η κυβέρνηση δεν έβγαλε κανένα πολιτικό συμπέρασμα από τις πολύμηνες κινητοποιήσεις των φοιτητών και των πανεπιστημιακών εδώ και οκτώ μήνες;
ΑΝΤΩΝΑΡΟΣ: Βεβαίως: Οτι είναι αίτημα της ελληνικής κοινωνίας να προχωρήσουμε στην ουσιαστική αναβάθμιση της δημόσιας Παιδείας στην Ελλάδα.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Δηλαδή μια επίδειξη αλαζονείας απέναντι στους φοιτητές που αγωνίζονται και τους πανεπιστημιακούς που ξέρουν καλύτερα τα προβλήματα.
ΑΝΤΩΝΑΡΟΣ: Δεν θέλω να επιστρέψω τη μομφή την οποία εκφράζετε προς την κυβέρνηση, αλλά μου φαίνεται ότι αλαζονικό είναι μάλλον να θεωρείτε τον εαυτό σας αυθεντικό ερμηνευτή της βούλησης των Ελλήνων πολιτών.








