Τελικά, κυβέρνηση και υπουργείο Παιδείας οδηγήθηκαν αναγκαστικά στο κλείσιμο των Δημοτικών και των Νηπιαγωγείων (καθώς και των παιδικών και βρεφονηπιακών σταθμών), επειδή η εγκληματική τους πολιτική ως τώρα, που κρατούσε τα σχολεία της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης ανοιχτά, με στοιβαγμένους τους μαθητές σε τμήματα των 25 και 28 μαθητών, σε πολύ δυσμενείς κτιριακές συνθήκες, οδήγησε σε καταστάσεις εκτός ελέγχου.
Οπως έχουμε αναφέρει, ο αριθμός των σχολείων της Πρωτοβάθμιας, που ήταν σε αναστολή λειτουργίας λόγω κρουσμάτων κοροναϊού (παντελώς ή εν μέρει) μεγάλωνε με ταχύτατους ρυθμούς. Πάνω από 100 σχολεία, Δημοτικά και Νηπιαγωγεία, προστίθονταν κάθε δυο μέρες στη σχετική λίστα (την ημέρα ανακοίνωσης του λουκέτου σε Γυμνάσια-Λύκεια στις 5 Νοέμβρη αποτελούσαν το 41% των σχολείων σε αναστολή όλων των βαθμίδων). Ετσι, χθες, 13 Νοέμβρη, τα Δημοτικά-Νηπιαγωγεία σε αναστολή (τμήματα ή ολοσχερώς) ήταν 459!
«Χάνοντας τη μπάλα», θέλοντας και μη, η κυβέρνηση, παρά τις συνεχείς προσπάθειες να μη δοθεί ούτε ένα ευρώ για άδειες ειδικού σκοπού στους γονείς, αναγκάστηκε να κλείσει τα σχολεία της Πρωτοβάθμιας.
Ανακοινώνοντας την αναστολή λειτουργίας Δημοτικών-Νηπιαγωγείων, η Κεραμέως ισχυρίστηκε (και αυτή είναι η επίσημη γραμμή της κυβερνητικής προπαγάνδας), ότι «είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι τα μέτρα είναι καθαρά προληπτικού χαρακτήρα. Δεν υποδεικνύονται από το επιδημιολογικό φορτίο στις σχολικές μονάδες καθ’ εαυτές, στις οποίες δεν έχουμε διαπιστώσει τάση διασποράς του ιού, αλλά στοχεύουν στην ευρύτερη μείωση της κινητικότητας των ενηλίκων» (οι εμφάσεις δικές μας).
Ο ισχυρισμός ότι η Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση αναστέλλει τη λειτουργία της με μοναδικό στόχο τη μείωση της κινητικότητας των γονέων επιστρατεύτηκε με έναν και μοναδικό σκοπό: Να θαφτούν οι ευθύνες, να συντηρηθεί το αφήγημα ότι στα σχολεία «δεν κολλάει», να δικαιολογηθεί η έως τώρα εγκληματική εμμονή στα ανοιχτά σχολεία, που οδήγησε σε αυτό το απίστευτο μπάχαλο και στην απόγνωση εκπαιδευτικών.
Ανοιχτά σχολεία και με «παστωμένους» τους μαθητές, όταν οι ίδιοι οι ενσωματωμένοι επιστήμονες της Επιτροπής αναφέρουν ότι τα μικρά παιδιά είναι σε μεγάλο βαθμό ασυμπτωματικά.
Οταν τα πρωτόκολλα του ΕΟΔΥ είναι έτσι δομημένα ώστε να γίνονται λάστιχο (σε περίπτωση κρούσματος, πουθενά δεν αναφέρεται ρητά ότι το σχολείο κλείνει, αλλά ότι γίνεται κάθε φορά «εκτίμηση κινδύνου», ενώ «δεν συνιστάται καθολικός εργαστηριακός έλεγχος των ασυμπτωματικών στενών επαφών»).
Οταν η ιχνηλάτηση είναι το πιο σύντομο ανέκδοτο, όταν δεν γίνονται τεστ -ούτε καν αυτά τα αναξιόπιστα rapid test- και όταν οι γονείς εξαναγκάζονται να καταφύγουν σε αυτά, τα πληρώνουν από την τσέπη τους. Και δεν κάνουν τεστ γιατί έχουν λόγους να κρύψουν το μέγεθος της διασποράς στο μαθητικό πληθυσμό και στους εκπαιδευτικούς (θυμίζουμε ότι κατά τη διενέργεια rapid test σε τυχαίο δείγμα πληθυσμού, στις ουρές που σχημάτιζαν οι Θεσσαλονικείς, όπου η ιχνηλάτηση ήταν εκ των πραγμάτων αδύνατη, 7 στους 100 πολίτες βρέθηκαν θετικοί).
Οταν οι μικροί μαθητές δεν είναι απομονωμένοι σε κάποια γυάλα, αλλά κινούνται, έχουν γονείς που εργάζονται, που μπορεί να ανήκουν σε ευπαθείς ομάδες, παππούδες και γιαγιάδες που έχουν αναλάβει τη φύλαξή τους.
Οταν ο πληθυσμός των εκπαιδευτικών είναι σε μεγάλο ποσοστό γερασμένος ή μπορεί να ανήκει σε ευπαθείς ομάδες.
Καμιά βεβαιότητα δεν υπάρχει ότι τα μικρά παιδιά δεν νοσούν ή δεν μεταδίδουν τον ιό. Δεν είναι τουλάχιστον ύποπτο που το υπουργείο Παιδείας δεν δίδει στη δημοσιότητα στοιχεία για το πόσοι μαθητές Δημοτικών-Νηπιαγωγείων νοσούν ή για το πώς ο ιός «τρύπωσε» στο σχολείο (από εκπαιδευτικό ή μαθητή);
Κυβέρνηση και Κεραμέως -προφανώς καθ’ υπόδειξη των ενσωματωμένων «ειδικών» της Επιτροπής- ισχυρίζονται με θράσος ότι «το επιδημιολογικό φορτίο στις σχολικές μονάδες καθ’ εαυτές» δεν συνηγορεί στην αναστολή λειτουργίας της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης. Μόλις προχθές ο Τσιόδρας έλεγε ότι «όλα τα διεθνή δεδομένα και δεδομένα από την Ελλάδα πραγματικά δείχνουν ότι δεν έχουμε μεγάλη διασπορά του ιού αυτή τη στιγμή στο μαθητικό περιβάλλον».
Για ποια δεδομένα μας μιλούν τόσο ξεδιάντροπα; Για τα ανύπαρκτα «δεδομένα» της Ελλάδας, όπως σημειώνουμε παραπάνω;
Για τα ανύπαρκτα «δεδομένα» της Σουηδίας, που εφάρμοζε ανοσία αγέλης με ανοικτά σχολεία, χάνοντας την «ευκαιρία» της καταγραφής, όπως ομολόγησε δημόσια στο επιστημονικό περιοδικό Science η επιδημιολόγος του κορυφαίου ερευνητικού κέντρου Karolisnka της Σουηδίας Karina King;
Γιατί τα δεδομένα μελετών από τον περασμένο Μάη και μέσα στο καλοκαίρι [από τη μελέτη του Κριστιάν Ντρόστεν και της ομάδας του στο Ινστιτούτο Ιολογίας του Βερολίνου, τη μελέτη κινέζων επιστημόνων στο Science, μέχρι τη νοτιοκορεάτικη μελέτη, που δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα του αμερικανικού Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC) και την έκθεση της αμερικανικής Ακαδημίας Παιδιατρικής] κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για τη μεταδοτικότητα του κοροναϊού από τα παιδιά και τους εφήβους.
Τέλος, αξίζει να αναφέρουμε ότι ακόμη και τώρα κρατούν τα Ειδικά Σχολεία όλων των βαθμίδων ανοιχτά. Η μη αναστολή λειτουργία τους έχει επιλεγεί, σε αυτήν τη φάση, για να συντηρηθεί η αρχική θέση της κυβέρνησης ότι οι μαθητές στα σχολεία «είναι ασφαλείς». Με δεδομένο δε το γεγονός ότι ο αριθμός των σχολικών μονάδων Ειδικής Αγωγής είναι μικρός σε όλη την επικράτεια, για να φανεί ότι ευσταθεί το «επιχείρημα» ότι δεν δημιουργείται μεγάλος κίνδυνος, αφού το μέγεθος της κινητικότητας των γονέων είναι έτσι κι αλλιώς περιορισμένο.
Γιούλα Γκεσούλη