Με αλχημείες και μαγείρεμα θέσεων προσπαθεί το υπουργείο Παιδείας να περισώσει την κατάσταση στις επερχόμενες πανελλαδικές εξετάσεις για την εισαγωγή στα ΑΕΙ-ΤΕΙ, που όπως όλα δείχνουν θα εξελιχθούν σε Βατερλό για τους υποψήφιους.
Καθοριστικός παράγοντας σε τούτη την αναμενόμενη πανωλεθρία η βαθμολογική βάση του 10, τις συνέπειες της οποίας προσπαθεί, με την ανακοίνωση των θέσεων των εισακτέων, να κουκουλώσει το ΥΠΕΠΘ.
Ολοι οι άνθρωποι της υπουργού έβαλαν τα δυνατά τους, κόβοντας και ράβοντας τις θέσεις για την τριτοβάθμια εκπαίδευση, ώστε να δώσουν στο τέλος την πλασματική «αύξηση» των 2001 θέσεων και να μετριάσουν τη δικαιολογημένη ανησυχία που προκάλεσε η ρύθμιση της βαθμολογικής βάσης στη νεολαία και τις οικογένειες.
Μάταιη όμως η προσπάθεια, αφού η απάτη είναι τόσο χοντροκομμένη που ακόμη και ο φιλοκυβερνητικός Τύπος κράτησε αποστάσεις και στάθηκε μακριά από πανηγυρισμούς.
Το συντριπτικό ποσοστό της «αύξησης» των θέσεων απορροφούν οι σχολές και τα τμήματα της επαρχίας και ιδιαίτερα εκείνα που κινδυνεύουν να αποψιλωθούν τελείως ή να βάλουν και λουκέτο από το βαθμολογικό πλαφόν. Σχολές και Τμήματα των ΤΕΙ κυρίως της περιφέρειας, που έμεναν στα αζήτητα, γνωρίζουν τώρα μεγάλες πιένες.
Οι περίφημοι θιασώτες της στενής σύνδεσης της Παιδείας με την αγορά εργασίας, για τις ανάγκες του πολιτικού τυχοδιωκτισμού, έκαναν την καρδιά τους κόμπο, πέταξαν τις θεωρίες τους στο καλάθι των αχρήστων και τέντωσαν τους αριθμούς προς τα πάνω στις σχολές Φυτικής Παραγωγής, Ζωικής Παραγωγής, Δασοπονίας, Θερμοκηπιακών Καλλιεργειών, Τεχνολογίας Αγροτικών Προϊόντων όλης της ελληνικής επαρχίας (Φλώρινα, Μεσολόγγι, Καλαμάτα, Καρπενήσι, Αρτα, Ηγουμενίτσα, Ζάκυνθος, Κρήτη).
Ακόμη και στα ΤΕΙ Κλωστοϋφαντουργίας έδωσαν αύξηση.
Ο σχεδιασμός έγινε με την ελπίδα να καλυφθούν κάπως οι κενές θέσεις εξαιτίας του βαθμολογικού πλαφόν και να μην τους πάρουν με τις πέτρες οι υποψήφιοι, οι οικογένειές τους και οι επαρχιακές πόλεις, που φυτοζωούσαν χάρις και στα εκπαιδευτικά ιδρύματα που λειτουργούσαν σ’ αυτές.
Με την ίδια λογική αυξήθηκαν οι θέσεις στα Τμήματα της Θεολογίας, της Γεωγραφίας και σε Τμήματα ξένων Φιλολογιών (Ιταλική, Ισπανική, Γερμανική), όπου το ειδικό μάθημα παίζει καθοριστικό ρόλο.
Αντίθετα, για μια ακόμη χρονιά μειώθηκαν οι θέσεις στις περιζήτητες σχολές και τμήματα των ΑΕΙ και ΤΕΙ κυρίως της Αθήνας, του Πειραιά, αλλά και της Θεσσαλονίκης, της Πάτρας, της Λαμίας, της Χαλκίδας.
Το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθήνας υφίσταται συνολική μείωση 265 θέσεων, το Μετσόβειο Πολυτεχνείο 70 θέσεων, το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθήνας 40 θέσεων, το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο 10 θέσεων, το Πανεπιστήμιο Πειραιά 50 θέσεων, τα ΤΕΙ Αθήνας 875 θέσεων, τα ΤΕΙ Θεσσαλονίκης 40 θέσεων, τα ΤΕΙ Λαμίας 40 θέσεων, τα ΤΕΙ Πάτρας 135 θέσεων, τα ΤΕΙ Πειραιά 225 θέσεων και τα ΤΕΙ Χαλκίδας 115 θέσεων.
Η δραματική μείωση των θέσεων εντοπίζεται στις «βαρβάτες» σχολές υψηλής ζήτησης.
Ενδεικτικά αναφέρουμε α) για τα ΑΕΙ: Ιατρική Αθήνας -11,1%, Νομική Αθήνας -5,3%, Οικονομικών Επιστημών Αθήνας -10,5%, Νομική Θεσσαλονίκης -4,7%, Οικονομικής Επιστήμης Πειραιά -11,8%.
Το Παιδαγωγικό Αθήνας χάνει 20 θέσεις, οι Ηλεκτρολόγοι Μηχανικοί ΕΜΠ 20 θέσεις, οι Ηλ. Μηχ/κοί και Μηχ/κοί Η/Υ Πάτρας 20 θέσεις, οι Πολιτικοί Μηχανικοί Θεσσαλονίκης 15 θέσεις, η Κοινωνιολογία Παντείου 25 θέσεις κ.λπ.
β) για τα ΤΕΙ: Νοσηλευτική Αθήνας -30,5%, Λογιστική Πειραιά -40%, Διοίκηση Επιχειρήσεων Αθήνας -37,7%, Τουριστικών Επιχειρήσεων Αθήνας -36,8%, Διοίκηση Επιχειρήσεων Πειραιά -33,3% κ.λπ.
Η μείωση αυτή είναι τεράστια, ειδικά αν υπολογίσει κανείς και την περσινή απώλεια των θέσεων που είχαν οι σχολές αιχμής.
Πέρυσι η Ιατρική έχασε το 17% των θέσεων, η Νομική το 14%, οι Ηλεκτρολόγοι Μηχανικοί και Μηχανικοί Η/Υ, Πολιτικοί Μηχανικοί, Μηχανολόγοι Μηχανικοί του Πολυτεχνείου το 15%.
Πέρυσι η Ιατρική έχασε το 17% των θέσεων, η Νομική το 14%, οι Ηλεκτρολόγοι Μηχανικοί και Μηχανικοί Η/Υ, Πολιτικοί Μηχανικοί, Μηχανολόγοι Μηχανικοί του Πολυτεχνείου το 15%.
Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με το ότι οι σχολές αυτές είναι περιζήτητες από χιλιάδες υποψήφιους, που διακρίνονται μάλιστα για τις υψηλές βαθμολογίες που πετυχαίνουν στις εξετάσεις, μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι φέτος θα γίνει κυριολεκτικά σφαγή στις πόρτες τους και ότι θα αποτελεί πραγματικό άθλο η εισαγωγή σ’ αυτές.
Το υπουργείο Παιδείας εκτός από το μαγείρεμα των θέσεων θα επιχειρήσει να διαμορφώσει το επιθυμητό γι’ αυτό αποτέλεσμα καθορίζοντας και το βαθμό δυσκολίας/ευκολίας των θεμάτων. Κλείνοντας ή ανοίγοντας τη στρόφιγγα με τις παγίδες των θεμάτων «διαβαθμισμένης δυσκολίας» θα ρυθμίσει τη ροή των υποψηφίων προς την τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Οι θεωρίες της «αξιοκρατίας» αποτελούν και στην περίπτωση αυτή τη νομιμοποίηση της καρατόμησης των υποψηφίων.
Ενώ είναι ηλίου φαεινότερο ότι τα αποτελέσματα είναι εν πολλοίς κατασκευασμένα και προϊόντα μιας διαδικασίας η οποία κάθε άλλο παρά την πραγματική γνώση διακριβώνει, ενώ αντίθετα καλλιεργεί φοβερό άγχος, ένταση, αγωνία και αγριανθρωπικό ανταγωνισμό.
Οιοσδήποτε έχει την παραμικρή σχέση με την εκπαιδευτική διαδικασία γνωρίζει ότι το μορφωτικό επίπεδο των παιδιών είναι συνάρτηση πολλών παραγόντων, όπως η μερική προσέγγιση της γνώσης από το σχολείο, ο βομβαρδισμός με ανούσιες, ασύνδετες πληροφορίες, η αποστήθιση και όχι η καλλιέργεια της κριτικής σκέψης, η ενίσχυση του ατομισμού και ανταγωνισμού και όχι της συλλογικότητας, τα ψήγματα της παιδαγωγικής ελευθερίας, ο δασκαλοκεντρισμός και όχι η αυτενέργεια και πρωτόβουλη δράση, η λειψή και άθλια υλικοτεχνική υποδομή, η ταξική προέλευση των παιδιών (που καθορίζει και το γενικότερο μορφωτικό κοινωνικοπολιτιστικό και οικονομικό τους επίπεδο)κ.λπ.
Και βεβαίως είναι αδύνατον να πιστοποιηθεί μέσω μιας ολιγόωρης εξεταστικής διαδικασίας, μέσω της βαθμολογίας και των άλλων μεθόδων επιλογής, αφού όλες αυτές μηδενίζουν όλα τα προηγούμενα και θεωρούν το μαθητή αποκλειστικά υπεύθυνο της «αποτυχίας» του.
Γι’ αυτό και ο Α. Καραμάνος, Γενικός Γραμματέας του ΥΠΕΠΘ, παρουσιάζοντας την απόφαση του υπουργείου για τις θέσεις εισακτέων, προκειμένου να μην εξευτελιστεί ως καθηγητής, απέφυγε ν’ απαντήσει σε σχετική ερώτηση για το τι φταίει για τα μεγάλα ποσοστά αποτυχίας των μαθητών στις εξετάσεις και δήλωσε ότι δε θέλει «να μπει στη λογική να πει πού ακριβώς οφείλεται αυτό το πράγμα»
Φέτος, οι αξιοκρατικές θεωρίες ενισχύθηκαν και με τη ρύθμιση του βαθμολογικού πλαφόν (βάση 10), η οποία οδηγεί στον τραγέλαφο να θεωρούνται ικανοί να σπουδάσουν στα ΑΕΙ-ΤΕΙ οι υποψήφιοι με βαθμό 10 και ανίκανοι οι υποψήφιοι με βαθμό 9.
Στόχος είναι να χτυπηθεί δραστικά η τάση της εργαζόμενης κοινωνίας για πανεπιστημιακή μόρφωση και να εξασφαλιστεί η ακόμη μεγαλύτερη μείωση των δαπανών για την Παιδεία.
Η ανομολόγητη επιθυμία της κυβέρνησης να περιορίσει σημαντικά τον αριθμό των εισακτέων και παράλληλα τις λεγόμενες «κοινωνικές δαπάνες» γίνεται έτσι πραγματικότητα και λανσάρεται ως «ανύψωση του επιπέδου σπουδών των ΑΕΙ-ΤΕΙ».
Στο ίδιο μήκος κύματος, όμως, κινείται και το ΠΑΣΟΚ, που έσπευσε παράλληλα κουτοπόνηρα να εκμεταλλευτεί προεκλογικά (Δημοτικές εκλογές γαρ στον ορίζοντα) την αποψίλωση της επαρχίας από τα περιφερειακά ΤΕΙ. Οι βουλευτές του (Δαμανάκη, Ράπτη, Λοβέρδος) δήλωσαν ότι «είναι αυτονόητη η ανάγκη να υπάρχει ένα ελάχιστο όριο επάρκειας για την είσοδο στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, αλλά ότι αυτό δε μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα να τίθενται προκλητικά εκτός μορφωτικού πεδίου και δυνατότητας εισόδου στην αγορά εργασίας πολλές χιλιάδες νέοι, χωρίς άλλη προοπτική».
Σύμφωνα, λοιπόν, με τα περσινά δεδομένα, και σε περίπτωση που ίσχυε η ρύθμιση της βαθμολογικής βάσης του 10, 29.539 παιδιά -που πέρυσι ήταν επιτυχόντες στα ΑΕΙ-ΤΕΙ- θα αποκλείονταν από την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, αφού έγραψαν κάτω από τη βάση του 10.
Εκτός, όμως, απ’ τα προγραμμένα αυτά παιδιά, ακόμη 68.872 υποψήφιοι μένουν φέτος εκτός νυμφώνος. Συνολικά δηλαδή 98.411 υποψήφιοι θα χάσουν το κεφάλι τους στην καρμανιόλα των πανελληνίων εξετάσεων.
Συγκεκριμένα, 152.140 υποψήφιοι αναμένεται να διαγωνιστούν για 83.268 θέσεις. Από αυτές 36.685 θέσεις αντιστοιχούν σε ΑΕΙ και 42.270 σε ΤΕΙ, ενώ 120 θέσεις αντιστοιχούν στις Ανώτερες Σχολές Τουριστικής Εκπαίδευσης.
Διαπιστώνουμε δηλαδή ότι χρόνο με το χρόνο αυξάνονται οι θέσεις των ΤΕΙ σε σχέση με αυτές των ΑΕΙ, γέρνοντας όλο και πιο αποφασιστικά την πλάστιγγα προς την τεχνολογική εκπαίδευση, η οποία σχεδόν στο σύνολό της, εκτός εξαιρέσεων, είναι υποβαθμισμένη και ψευδεπίγραφα «ανωτατοποιημένη». Είναι και αυτό ένα ακόμη σημάδι των καιρών, στο πλαίσιο των επιταγών της Μπολόνια.
Ολες αυτές οι δραματικές εξελίξεις ρίχνουν νερό στο μύλο των «κολεγίων» και των ιδιωτικών πανεπιστημίων, προς όφελος των οποίων δουλεύουν πυρετωδώς κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση.
Επιτακτικά, λοιπόν, η εργαζόμενη κοινωνία και η νεολαία της, αν δε θέλουν να υποστούν ακόμη μια ήττα, οφείλουν να διεκδικήσουν την Ελεύθερη Πρόσβαση στα ΑΕΙ-ΤΕΙ και σ’ όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης και την κατάργηση των εξετάσεων και όλων των αξιολογικών κρίσεων.
Γιούλα Γκεσούλη








