Ο Αντώνης Σαμαράς στο «Πρώτο Θέμα»: «Στα τέλη του 2014 το ελληνικό χρέος ήταν πλέον βιώσιμο κατά τους δανειστές και επρόκειτο να πέσει στο 110% του ΑΕΠ ώς το 2022! Μετά από τρία χρόνια Τσίπρα, το ελληνικό χρέος δεν είναι πλέον βιώσιμο μακροχρόνια παρά τα μέτρα τα οποία περιλαμβάνουν επιστροφή υπερκερδών από τις ευρωπαϊκές τράπεζες. Που τα είχαν δώσει στην κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου, τα πήραν πίσω από την κυβέρνηση Τσίπρα και τώρα του ξαναδίνουν… μόνο ένα μέρος!». Μισές αλήθειες, ολόκληρα ψέματα και μπουρδολογία για κατανάλωση από αφελείς άσχετους.
Οι ιμπεριαλιστές δανειστές έβγαζαν «βιώσιμο» το ελληνικό χρέος και το 2011 (μετά το πρώτο Μνημόνιο) και το 2012 (λίγο πριν από το δεύτερο Μνημόνιο) και το 2014 και το 2015 (μετά το τρίτο Μνημόνιο). Εκαναν διάφορα μπαλαμούτια (με τους ρυθμούς ανάπτυξης και τα «πρωτογενή πλεονάσματα») και «ικανοποιούσαν» το ΔΝΤ που ήθελε το χρέος «βιώσιμο» για να παραμείνει στο «πρόγραμμα». Ας αφήσει, λοιπόν, τις μισές αλήθειες ο Σαμαράς. Και κυρίως, ας μας πει πώς θα έπεφτε το χρέος στο 110% του ΑΕΠ μέχρι το 2022; Τέτοια μείωση ισοδυναμεί με περίπου 130 δισ. ευρώ. Πώς θα προέκυπτε τέτοιο πλεόνασμα μέσα σε εφτά-οχτώ χρόνια, ώστε να διοχετευθεί ολόκληρο για τη μείωση του χρέους; Εχει και η μπουρδολογία τα όριά της.
Στο μόνο που λέει αλήθεια ο Σαμαράς είναι πως τα κέρδη των κεντρικών τραπεζών και της ΕΚΤ, τα περιβόητα SMP και ANFA επιστρέφονταν με το δεύτερο Μνημόνιο, πάρθηκαν πίσω με το τρίτο και επανέρχονται τώρα, υπό όρους και με δόσεις. Κι αυτή η αλήθεια, όμως, είναι μισή. Γιατί αυτές οι επιστροφές δεν χρησιμοποιούνταν για να κάνει κοινωνική ή αναπτυξιακή πολιτική το ελληνικό κράτος. Χρησιμοποιούνταν αποκλειστικά για την πληρωμή τοκοχρεολυσίων. Για τους δανειστές είναι καθαρά θέμα τεχνικής διαχείρισης. Οι επιστροφές από τα κέρδη των κεντρικών τραπεζών και της ΕΚΤ χρησιμοποιούνται όλα αυτά τα χρόνια στα πλαίσια των συνολικών πακέτων τεχνικής διαχείρισης του χρέους, που επιλέγονται κάθε φορά. Δεν έχει, λοιπόν, νόημα πότε δίνονται και πότε όχι, γιατί το συνολικό πακέτο είναι τέτοιο ώστε να εξασφαλίζεται, πρώτο, η αποπληρωμή των προκαθορισμένων ετήσιων τοκοχρεολυσίων και, δεύτερο, η συνέχιση της εφιαλτικής δημοσιονομικής λιτότητας, όπως καθορίζεται στα Μνημόνια.