Και ξαφνικά, ο Σούρλας, τοποθετημένος από τον Σαμαρά στο πόστο του γενικού γραμματέα Διαφάνειας του υπουργείου Δικαιοσύνης, έστειλε στους οικονομικούς εισαγγελείς έγγραφα της Αμερικάνικης Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και του υπουργείου Δικαιοσύνης των ΗΠΑ, που πιστοποιούν ότι σε τουλάχιστον πέντε εταιρίες. εισηγμένες στο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης, επιβλήθηκαν πρόστιμα, διότι κατέβαλαν μίζες σε αξιωματούχους διάφορων χωρών, προκειμένου να κλείσουν συμφωνίες με το δημόσιο αυτών των χωρών. Οι πέντε εταιρίες των οποίων τα ονόματα είδαν το φως της δημοσιότητας είναι η DePuy, θυγατρική της Johnson & Johnson, που προμηθεύει ορθοπεδικό υλικό, η Smith & Nephew που προμηθεύει ιατρικό εξοπλισμό, η Comverse Technology που προμηθεύει τηλεπικοινωνιακό εξοπλισμό, η αυτοκινητοβιομηχανία Daimler AG και η ασφαλιστική Alliance One, που φέρεται ότι λάδωσε για να ρυθμίσει φορολογική διαφορά με το ελληνικό κράτος.
Αν ψάξει κανείς τα πρακτικά της Αμερικάνικης Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς θα βρει πάμπολλες υποθέσεις επιβολής προστίμου σε εταιρίες που έκλεισαν δουλειές δίνοντας μίζες. Τα πρόστιμα ορισμένες φορές είναι μεγάλα και πάντοτε έρχονται ως αποτέλεσμα συμβιβασμού ανάμεσα στην Αρχή και την υπόλογο εταιρία. Μιλάμε για ρουτίνα, δηλαδή. Οι ανταγωνιστές, με μεθόδους επιχειρηματικής κατασκοπίας, ανακαλύπτουν στοιχεία, προσφεύγουν στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, αυτή ψάχνει το θέμα (συνήθως με τα στοιχεία που της παρέχουν οι προσφεύγοντες), η εταιρία παρουσιάζει τις αντιρρήσεις της και στο τέλος καταλήγουν σε κάποιο deal. Η εταιρία πληρώνει ένα πρόστιμο και καθαρίζει.
Για να μην ξεχνιόμαστε, έτσι ξεκίνησαν και οι αποκαλύψεις για τις μίζες της Siemens. Τα στοιχεία συγκέντρωσε η αμερικάνικη General Electric και η Αμερικάνικη Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς στρίμωξε τη Siemens στη γωνία και την ανάγκασε να πληρώσει ένα τεράστιο πρόστιμο. Η ίδια η Siemens έκανε την «αυτοκάθαρσή» της, πλήρωσε πρόστιμα και στη Γερμανία (είχε και εκεί ανταγωνιστές) και όλα διευθετήθηκαν. Οι κρατικές αρχές ύψωσαν ασπίδα προστασίας γύρω από τη Siemens, αρνούμενες να παράσχουν οποιαδήποτε βοήθεια σε άλλες κρατικές αρχές που έψαχναν το θέμα, με περισσότερη ή λιγότερη ζέση.
Θέλουμε να πούμε, πως οι μίζες και τα πρόστιμα από τις κρατικές αρχές είναι τα δύο πρόσωπα του Ιανού. Κάθε καπιταλιστική επιχείρηση δίνει μίζες για ν’ αποκτήσει στρατηγικά πλεονεκτήματα έναντι των ανταγωνιστών της και είναι έτοιμη να πληρώσει κάποιο πρόστιμο, όταν οι ανταγωνιστές της συγκεντρώσουν στοιχεία σε βάρος της. Το αστικό κράτος σ’ αυτή την περίπτωση λειτουργεί σαν διαιτητής ανάμεσα στα αντιτιθέμενα συμφέροντα των καπιταλιστικών επιχειρήσεων. Το παιχνίδι έχει κανόνες και όλοι (κράτος και επιχειρήσεις) σέβονται αυτούς τους κανόνες. Οποιος πιάνεται για αθέμιτο ανταγωνισμό πληρώνει πρόστιμο, όμως αυτό το πρόστιμο δεν οδηγεί σε οικονομική του εξόντωση, ούτε οι ποινές επεκτείνονται σε απαγορεύσεις λειτουργίας της επιχείρησης, αποκλεισμό της από κρατικές προμήθειες και άλλα τέτοια. Και βέβαια, όλες οι καπιταλιστικές επιχειρήσεις χρησιμοποιούν τα ίδια μέσα. Από τη μια δίνουν μίζες για να βγάλουν έξω τους ανταγωνιστές τους και από την άλλη έχουν ανθρώπους που ψάχνουν για ίχνη μιζών που τυχόν άφησαν οι ανταγωνιστές τους.
Ας αφήσουν, λοιπόν, τα παραμύθια οι διάφοροι αδιάφθοροι. Είναι τόσο μικρό το μέγεθος των μιζών των συγκεκριμένων επιχειρήσεων (γύρω στα 26,5 εκατ. δολάρια) που δεν πρέπει να έχουν αφήσει ίχνη για το ποιοι τα πήραν στην Ελλάδα. Το πολύ-πολύ να έχουν μείνει ίχνη για υπαλλήλους που λειτούργησαν σαν μεσάζοντες. Για πολιτικά πρόσωπα τίποτα δε θα ‘χει μείνει.