«Στόχος είναι να διασφαλιστεί ότι η μεταρρυθμιστική διαδικασία θα συνεχιστεί μετά τη λήξη προγράμματος». Ο Κλάους Ρέγκλινγκ του ESM/EFSF δεν μάσησε τα λόγια του, όταν ρωτήθηκε από φινλανδική εφημερίδα για τις προοπτικές του ελληνικού χρέους. Συνέδεσε ευθέως το ενδεχόμενο τμηματικής ελάφρυνσης με όρους πολιτικής που πρέπει να εφαρμοστούν μετά τη λήξη του παρόντος προγράμματος (Μνημόνιο-3) τον Ιούλη του 2018.
Την ίδια μέρα που δημοσιευόταν η συνέντευξη του Ρέγκλινγκ (Δευτέρα, 10.12.2015), ο Ντέκλαν Κοστέλο, εκπρόσωπος της Κομισιόν στην τρόικα, επαναλάμβανε τα ίδια από το βήμα συνεδρίου του Ελληνοαμερικανικού Επιμελητήριου στην Αθήνα. Η ρύθμιση του χρέους θεωρείται δεδομένη, είπε ο Κοστέλο, όμως το θέμα είναι πώς θα γίνει. Η βασική ρύθμιση που συζητείται είναι η επιμήκυνση, έτσι που να εξομαλυνθεί η εξυπηρέτηση του χρέους μετά το 2022, όταν οι ετήσιες πληρωμές γίνονται υψηλές, ωστόσο αυτό που έχει σημασία –επεσήμανε ο Κοστέλο- είναι να διασφαλιστεί ότι η Ελλάδα θα παραμείνει συνεπής στην τήρηση του προγράμματός της και στην παραγωγή ετήσιων πλεονασμάτων.
Η κατεύθυνση των ιμπεριαλιστών δανειστών είναι σαφής. Θα προχωρήσουν σε μια ακόμα αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, μόνο υπό τον όρο ότι θα συνεχιστεί η πολιτική των Μνημονίων και ο απόλυτος έλεγχός τους επί της ελληνικής οικονομίας. Αναζητούν, λοιπόν, τον τρόπο και τους μηχανισμούς για να το εξασφαλίσουν αυτό και δεν πρέπει να αποκλείσουμε την πιθανότητα να μην προχωρήσουν σε μια γενική αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, αλλά σε τμηματική αναδιάρθρωση. Δηλαδή, αρχικά να επιμηκύνουν τις λήξεις μόνο μερικών ετών (π.χ. από το 2022 μέχρι το 2025), συνοδεύοντας αυτή τη ρύθμιση με όρους καταγεγραμμένους σ’ ένα νέο Μνημόνιο και με την πρόβλεψη ότι πριν από τη λήξη αυτής της περιόδου θα επανεκτιμήσουν τη βιωσιμότητα του χρέους τα επόμενα χρόνια.
Από το βήμα του ίδιου συνέδριου, ο Ευκλείδης Τσακαλώτος εγκατέλειψε εκείνα τα ηρωικά περί διαγραφής χρέους (και μάλιστα του μεγαλύτερου μέρους) και ζήτησε έναν… «καθαρό διάδρομο» για τα επόμενα χρόνια. Ο «καθαρός διάδρομος» είναι κατά τον υπουργό Οικονομικών απαραίτητος όρος για να έρθουν επενδυτές στην Ελλάδα και συνδέεται –πάντα κατά τον Τσακαλώτο- με την οριστική λύση στο ζήτημα του χρέους.
Γιατί όμως να δώσουν οριστική λύση οι ιμπεριαλιστές δανειστές, αν είναι να χάσουν τις δυνατότητες ελέγχου που τους προσφέρει το χρέος; Μπορεί ο Τσακαλώτος να λέει ό,τι θέλει (σήμερα, άλλωστε, εκπροσωπεί μια παραπαίουσα κυβέρνηση), όμως τις αποφάσεις θα τις πάρει ο γερμανογαλλικός άξονας που ελέγχει απόλυτα τα κοινοτικά όργανα. Και οι αποφάσεις αυτές θα είναι τέτοιες ώστε να διασφαλίζουν πως οι δανειστές θα εξακολουθήσουν να έχουν άμεσα λόγο στη διαμόρφωση της οικονομικής πολιτικής στην Ελλάδα.
Για τον ελληνικό λαό το χρέος θα εξακολουθήσει να είναι θηλιά στο λαιμό του. Απαλλαγή δεν προβλέπεται, όσες αναδιαρθρώσεις και να γίνουν. Νέα δάνεια θα συνάπτονται για την αποπληρωμή των παλιών. Και η δημοσιονομική πολιτική (μαζί με την πολιτική ιδιωτικοποιήσεων) θα χρησιμοποιείται για να δημιουργούνται πλεονάσματα που θα φέρουν το χρέος στο επιθυμητό επίπεδο. Τόσο ώστε να μην απειλεί τον ελληνικό καπιταλισμό με χρεοκοπία, αλλά να του επιτρέπει να αποπληρώνει τα ετήσια τοκοχρεολύσια. Κι αυτά τα πλεονάσματα θα παράγονται με την εφαρμογή -διά ροπάλου- της πιο σκληρής λιτότητας.
Το χρέος πρέπει να διαγραφεί. Αυτό όμως δεν πρόκειται να το κάνει καμιά αστική κυβέρνηση, όπως έδειξε και το παράδειγμα του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό μπορεί να νοηθεί μόνο ως καθήκον μιας νικηφόρας προλεταριακής επανάστασης.