«Κατά το 2006, από τα ήδη διαθέσιμα στατιστικά στοιχεία, προκύπτει ότι η πορεία της ελληνικής μεταποίησης συνέχισε να αντιμετωπίζει δυσκολίες. Παρά την μικρή ανάκαμψη του όγκου παραγωγής, κατά 0,8%, και την άνοδο του βαθμού χρησιμοποίησης του παραγωγικού δυναμικού, η απασχόληση παρέμεινε στάσιμη».
Το απόσπασμα είναι από την έρευνα που πραγματοποίησε ο ΣΕΒ σε συνεργασία με τον ICAP για τις εξελίξεις στη μεταποίηση (το μεγαλύτερο οικονομικό κλάδο) το 2006, η οποία δόθηκε πρόσφατα στη δημοσιότητα, και κάνει σκόνη την κυβερνητική προπαγάνδα περί μείωσης της ανεργίας. Επιβεβαιώνει το συμπέρασμα που βγάλαμε (βλέπε τα δυο προηγούμενα φύλλα της «Κ») από τη μελέτη των στοιχείων της Στατιστικής Υπηρεσίας του ΙΚΑ, ότι στα υπουργεία Οικονομίας και Απασχόλησης «μαϊμουδίζουν» τα στοιχεία, προκειμένου να εξυπηρετήσουν την κυβερνητική προπαγάνδα.
Ο ΣΕΒ, βέβαια, έκανε μια έρευνα πρσοανατολισμένη κυρίως στην κερδοφορία των επιχειρήσεων. Το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε είναι ότι υπάρχει κάμψη του ρυθμού αύξησης των κερδών, την οποία αποδίδει σε εξωγενείς παράγοντες, όπως η αύξηση των τιμών των καυσίμων και ο διεθνής ανταγωνισμός, που οδηγεί σε μείωση των τιμών πώλησης. Στο σημείο αυτό πρέπει να σημειωθεί ότι «τρώει τάπα» ο περιβόητος Γκαργκάνας που κάθε φορά που ανοίγει το στόμα του μιλάει για τις «υπερβολικές αποδοχές» των εργαζόμενων. Η έρευνα ΣΕΒ- ICAP ούτε που θίγει τέτοιο πράγμα. Οι βιομήχανοι, έχοντας εξασφαλίσει χαμηλότατα μεροκάματα, χάρη στη στενή συνεργασία τους με την πουλημένη συνδικαλιστική γραφειοκρατία, στρέφουν την προσοχή τους στην κατεύθυνση του κράτους, ζητώντας εμμέσως μεγαλύτερες ενισχύσεις.
Ας επικεντρωθούμε, όμως, στο σημείο που παραθέσαμε στην αρχή. Η έρευνα μιλά για μικρή ανάκαμψη του όγκου της παραγωγής, για άνοδο του βαθμού χρησιμοποίησης του παραγωγικού δυναμικού και στασιμότητα στην απασχόληση. Πέτυχαν, δηλαδή, μεγαλύτερη παραγωγή με τους ίδιους εργαζόμενους. Αυτό οδηγεί στο συμπέρασμα ότι είχαμε αύξηση της εντατικότητας της εργασίας. Η αύξηση της παραγωγικότητας, μέσω νέου εξοπλισμού, πρέπει να απορριφθεί, δεδομένου ότι δεν είχαμε αύξηση της κεφαλαιακής βάσης, γεγονός που σημειώνεται στην έρευνα.
Πάνε, λοιπόν, περίπατο τα παραμύθια της κυβέρνησης περί μείωσης της ανεργίας. Και βέβαια, μόνο ως αστείο μπορεί να ακουστεί το ότι η απασχόληση αυξήθηκε στον τομέα των υπηρεσιών και από αυτή την αύξηση προήλθε η μείωση της ανεργίας. Τα στοιχεία από τη Στατιστική Υπηρεσία του ΙΚΑ, που παραθέσαμε την προηγούμενη εβδομάδα, δείχνουν ότι οι ασφαλισμένοι το 2003, το 2004 και το 2005 κυμαίνονταν γύρω από ένα σταθερό μέγεθος (ελάχιστα πάνω από 1.800.000) και βέβαια το 2005, που αναφέρεται η έρευνα ΣΕΒ-ICAP δεν είχαμε καμιά έκρηξη στον τομέα των υπηρεσιών.