Είμαι ένας από τους διαδηλωτές του πανελλαδικού, πανεκπαιδευτικού συλλαλητήριου της 8ης Μάρτη, που είχαν την «τύχη», αφού ξυλοκοπήθηκαν ανελέητα από τους «πραίτορες» και πνίγηκαν στα χημικά, να «προσαχθούν» αρχικά και ύστερα από 8 περίπου ώρες να βρεθούν κατηγορούμενοι για «διατάραξη κοινής ειρήνης» και «σύσταση συμμορίας»!
Τις κατηγορίες αυτές, εκτός από αστήρικτες και έωλες, τις θεωρώ γελοίες και προκλητικές. Γι’ αυτό και τις επιστρέφω σ’ αυτούς που μου τις απέδωσαν. Δεν έχω να απολογηθώ για τίποτα. Αυτοί που πρέπει να απολογηθούν στη φοιτητική νεολαία, στην εκπαιδευτική κοινότητα και στον ελληνικό λαό, είναι οι δυνάμεις καταστολής και οι εισαγγελικές αρχές που νομιμοποίησαν όλο αυτό το όργιο της καταστολής και τις παράνομες μεθοδεύσεις που ακολούθησαν, για να βρεθούμε κατηγορούμενοι.
Με συνέλαβαν μαζί με δεκάδες ακόμη συναδέλφους και συναδέλφισσες στη γωνία Πανεπιστημίου και Βασ. Σοφίας, ύστερα από μια αιφνιδαστική κυκλωτική κίνηση των ΜΑΤ σε τμήμα της πορείας, που προσπαθούσε να απεγκλωβιστεί από την πνιγμένη στα χημικά πλατεία Συντάγματος και να κινηθεί προς τα Προπύλαια. Πνιγμένος στα χημικά, έπεσα σχεδόν λιπόθυμος στο οδόστρωμα. Οση ώρα βρισκόμουν εκεί έβλεπα αγόρια και κορίτσια να δέρνονται ανελέητα με τα γκλομπ, να ποδοπατιούνται, να σωριάζονται στο έδαφος ο ένας πάνω στον άλλο. Ηταν μια ατμόσφαιρα κόλασης, μια ατμόσφαιρα φασισμού. Ξαναβρήκα όλες τις αισθήσεις μου σε μια κλούβα που μας μετέφερε στη ΓΑΔΑ, όπου τελικά βρεθήκαμε 49 άτομα.
Ανάμεσά μας ήταν άτομα τραυματισμένα. Οι περισσότεροι-ες χτυπημένοι στο κεφάλι, με ανοιχτές πληγές. Χρειάστηκε να βάλουμε τις φωνές, για να τους μεταφέρουν στο νοσοκομείο ώρες μετά, προκειμένου να τους περιποιηθούν τα τραύματα και να τους ξαναφέρουν στη ΓΑΔΑ, αντί να τους αφήσουν εκεί, όπως ήταν το ιατρικώς επιβεβλημένο. Η ανακοίνωση του σωματείου εργαζόμενων Ερυθρού Σταυρού, που μιλάει για επτά τραυματίες-κρατούμενους, που «προσήχθησαν με καθυστέρηση πολλών ωρών, τα ξημερώματα, και επέστρεψαν με μυστικότητα στη ΓΑΔΑ», δεν αφήνει κανένα περιθώριο διάψευσης από τους εμπνευστές αυτής της βάρβαρης πράξης.
Στη ΓΑΔΑ συντελέστηκε ένα όργιο παρανομιών, με την κάλυψη της εισαγγελικής αρχής, όπως πληροφορήθηκα εκ των υστέρων. Γιατί σε εμάς ουδείς εισαγγελέας εμφανίστηκε για να μας πει το λόγο για τον οποίο βρισκόμασταν εκεί. Η επαφή μας ήταν μόνο με αστυνομικούς, ένστολους και με πολιτικά, οι οποίοι προσπαθούσαν να μας παραπλανήσουν, για να νομιμοποιήσουμε με την υπογραφή μας τις παρανομίες τους. Είμαστε πολλοί-ές που από την αρχή ζητήσαμε να επιτρέψουν στους δικηγόρους μας να μας δουν. Μας το αρνήθηκαν κατηγορηματικά και προκλητικά, συνοδεύοντας την άρνησή τους με ειρωνίες και απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς. Μέχρι τη 1:30’ τα χαράματα μας έλεγαν ότι είμαστε προσαχθέντες. Από πότε μια προσαγωγή για «εξακρίβωση στοιχείων» κρατάει 8 ώρες; Γύρω στις 2:00’ τα ξημερώματα μας πληροφόρησαν ότι είμαστε κατηγορούμενοι. Ζητήσαμε δικηγόρο, όπως κάθε κατηγορούμενος δικαιούται. Αρνήθηκαν και πάλι. Αρνηθήκαμε και εμείς να υπογράψουμε οποιοδήποτε έγγραφο, όπως η έκθεση σύλληψης. Αρνηθήκαμε να νομιμοποιήσουμε με απολογία τις παρανομίες τους, παρά τις προσπάθειες αστυνομικών να τρομοκρατήσουν συναδέλφους, λέγοντάς τους ότι «έτσι επιβαρύνουν τη θέση τους». Αλήθεια, οι 6 εισαγγελείς, με προϊστάμενο εισαγγελέα Εφετών, βρίσκουν σύννομες αυτές τις διαδικασίες;
Οι καταγγελίες των συνηγόρων μας είναι γνωστές από τα ΜΜΕ. Εμείς τους είδαμε για πρώτη φορά το μεσημέρι της επόμενης μέρας από τη σύλληψή μας. Αϋπνοι, νηστικοί, ταλαιπωρημένοι, μετά βίας μπορέσαμε να τους μεταφέρουμε τα όσα είχαμε υποστεί από τη στιγμή της σύλληψής μας: τον άγριο ξυλοδαρμό, τις βρισιές, τον εξευτελισμό, τις παραβιάσεις των στοιχειωδέστερων δικαιωμάτων μας ως άνθρωποι και ως πολίτες. Οι εισαγγελικές αρχές, που μόνο τότε τις είδαμε, ζήτησαν από τους δικηγόρους μας να νομιμοποιήσουν μια παράνομη προανάκριση, με τη διεξαγωγή της για δεύτερη φορά. Προς τιμήν τους αρνήθηκαν και αποχώρησαν.
Ολα όσα έγιναν, το άγριο χτύπημα του πανεκπαιδευτικού συλλαλητήριου, οι αστυνομικές και δικαστικές μεθοδεύσεις σε βάρος των συλληφθέντων, θυμίζουν εποχές χούντας. Αλλωστε, οι δυο κατηγορίες σε βάρος μου και σε βάρος των συγκατηγορούμενών μου, είναι βγαλμένες απευθείας από το ναζιστικό οπλοστάσιο. Στηρίζονται στη λογική της «συλλογικής ευθύνης». Για μια φορά ακόμη τις αρνούμαι και τις επιστρέφω στους διώκτες μου.
Ολα όσα έγιναν την περασμένη Πέμπτη αποτελούν μια τεράστια άσκηση τρομοκρατίας σε βάρος του αγωνιζόμενου φοιτητικού κινήματος και της εκπαιδευτικής κοινότητας. Είναι ένας ακόμη κρίκος στην αλυσίδα της κρατικής καταστολής, που εκτείνεται από τον περασμένο Ιούνη μέχρι σήμερα. Νομίζουν ότι μ’ αυτό τον τρόπο θα κάμψουν το αγωνιστικό μας φρόνημα και θα μας αναγκάσουν να εγκαταλείψουμε ντροπιασμένοι τον αγώνα μας. Είναι γελασμένοι, αν νομίζουν πως μ’ αυτό τον τρόπο θα πετύχουν το σκοπό τους. Το μόνο που πετυχαίνουν είναι να φουντώνουν την οργή μας και να ατσαλώνουν την αποφασιστικότητά μας. Το φοιτητικό κίνημα θα νικήσει, γιατί έχει το δίκιο με το μέρος του. Ο νόμος-πλαίσιο της κ. Γιαννάκου και του κ. Καραμανλή θα μείνει ένα άταφο πτώμα, όπως έμεινε και η προσπάθειά τους να επιτρέψουν την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων με την αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος.
♦ Ο Σταύρος Σαγκριώτης είναι μεταπτυχιακός φοιτητής στο Τμήμα Πληροφορικής του Πανεπιστήμιου της Αθήνας. Συνελήφθη με την ομάδα των 49 και παραπέμφθηκε με τις κατηγορίες της «διατάραξης κοινής ειρήνης» και της «σύστασης συμμορίας». Το κείμενο αυτό είναι η δήλωση που σκόπευε να διαβάσει στην έναρξη της δίκης, που αναβλήθηκε για τις 21 Μάρτη, δίνοντας το πολιτικό στίγμα αυτής της υπόθεσης.