Η δήλωση μετάνοιας, που ο Μπαρμπαρούσης έκανε γραπτώς, αυτοεξευτελιζόμενος, και την οποία προφανώς επανέλαβε και ενώπιον του ανακριτή δεν ήταν ικανή για να τον απαλλάξει από την κατηγορία των προπαρασκευαστικών πράξεων για εσχάτη προδοσία. Το γεγονός, όμως, ότι ο νεοναζιστής προσπάθησε να αποφύγει τη σύλληψη, έσπασε αστυνομικά μπλόκα και συνελήφθη κρυπτόμενος, αποτελεί τον ορισμό του «υπόπτου φυγής». Αν στη θέση του Μπαρμπαρούση ήταν ένας απλός πολίτης, ακόμα και μη σεσημασμένος (αν επρόκειτο για πολιτικό πρόσωπο του αναρχικού ή του ακροαριστερού χώρου, δεν το συζητάμε), θα τον είχαν προφυλακίσει με το αιτιολογικό ότι προσπάθησε να το σκάσει και επομένως είναι ύποπτος φυγής.
Τον Μπαρμπαρούση τον άφησαν ελεύθερο με περιοριστικούς όρους. Εγγύηση 30.000 ευρώ, υποχρέωση εμφάνισης τρεις φορές το μήνα στο αστυνομικό τμήμα και απαγόρευση εξόδου από τη χώρα. Και οι ίδιοι οι περιοριστικοί όροι δείχνουν «ειδική μεταχείριση». Αρκεί να θυμηθούμε ότι τέτοια εξοντωτική εγγύηση είχαν βάλει κάποτε στον συνταξιούχο εργάτη Γ. Σερίφη και ότι σε άλλα πολιτικά πρόσωπα βάζουν υποχρέωση εμφάνισης δυο φορές την εβδομάδα. Και βέβαια, η κατηγορία εξακολουθεί να περιορίζεται στον Μπαρμπαρούση και δεν επεκτείνεται στους υπόλοιπους βουλευτές και τον φίρερ.