, στη δωδέκατη συνεδρίαση της δίκης Θεοφίλου, που έγινε στις 23 Δεκέμβρη. Ετσι, μετά την κατάθεση του τμηματάρχη της Αντιτρομοκρατικής Ε. Χαρδαλιά, που δήλωσε ότι «μπορεί να μην ήταν ο άνθρωπος στη ληστεία», έχουμε μια δεύτερη – από έδρας αυτή τη φορά – δήλωση υπέρ της αθωότητας του Θεοφίλου, έστω και υπό τον εύσχημο τρόπο των αμφιβολιών.
Στη συγκεκριμένη συνεδρίαση άρχισε η εξέταση των μαρτύρων υπεράσπισης του Τ. Θεοφίλου, μεταξύ των οποίων ήταν και δύο βιολόγοι, οι οποίες κλήθηκαν να καταθέσουν για το βιολογικό υλικό που βρέθηκε σε καπέλο που υποτίθεται ότι έπεσε από κάποιον από τους δράστες στον τόπο που θανατώθηκε ο ταξιτζής Δ. Μίχας. Οι συγκεκριμένες μάρτυρες εξετάστηκαν εξαντλητικά και από τον πρόεδρο και από τους συνηγόρους υπεράσπισης.
Αντίθετα, η παρουσία της πολιτικής αγωγής υπήρξε περισσότερο διεκπεραιωτική, μολονότι θα περίμενε κανείς από την πολιτική αγωγή να δείξει μεγάλο ενδιαφέρον για την εξέταση του μοναδικού στοιχείου που φέρεται να υπάρχει σε βάρος του Τ. Θεοφίλου. Ο συνήγορος που εκπροσωπεί την Alpha Bank δεν εμφανίστηκε καθόλου. Η απουσία του είναι ευεξήγητη, αν αναλογιστούμε το κάζο που έπαθε όταν αποκαλύφθηκε ότι οργάνωσε φροντιστήριο των μαρτύρων τραπεζοϋπαλλήλων. Από τους τρεις συνηγόρους της οικογένειας Μίχα ερωτήσεις υπέβαλαν οι δύο, χωρίς να καταφέρουν ούτε για μια στιγμή να «στριμώξουν» τις δύο βιολόγους και να υπερασπιστούν την άποψη του εργαστηρίου της Ασφάλειας, ότι στο περιβόητο καπέλο, που υποτίθεται ότι έπεσε από κάποιον από τους ληστές, βρέθηκε DNA που ταυτίζεται μ' αυτό του Θεοφίλου.
Μοιραία, το βάρος της στήριξης αυτής της έκθεσης πραγματογνωμοσύνης (ή, σωστότερα, το βάρος της υπεράσπισης της Αντιτρομοκρατικής από την κατηγορία της σκευωρίας) έπεσε στις πλάτες του προέδρου Μ. Χατζηαθανασίου. Θυμίζουμε ότι, πριν ακόμη γίνει συζήτηση για το DNA στο περιβόητο καπέλο, εμείς υποστηρίξαμε με κατηγορηματικότητα ότι η σκευωρία κατέρρευσε, μολονότι γνωρίζαμε ότι ως «βαρύ πυροβολικό» υπάρχει η έκθεση πραγματογνωμοσύνης για το DNA. Ηταν για μας δεδομένο, ότι αυτή η έκθεση θα γινόταν φύλλο και φτερό μόλις θα κατέθεταν επιστήμονες με ειδικές γνώσεις. Ετσι και έγινε.
Οι επιστήμονες που εξετάστηκαν είναι οι βιολόγοι Αναστασία Φύτρου και Ευγενία Κολοβού. Από το σύνολο των καταθέσεών τους επιλέγουμε να παραθέσουμε το σημείο στο οποίο ο πρόεδρος «κατέθεσε τα όπλα», παραδεχόμενος ότι είναι ενδεχόμενο ο Θεοφίλου να μην έχει φορέσει αυτό το καπέλο. Παραθέτουμε το σχετικό απόσπασμα της στιχομυθίας ανάμεσα στη βιολόγο Ε. Κολοβού και στη συνήγορο Α. Παπαρρούσου, που υπέβαλε τις ερωτήσεις, μαζί με τις συνεχείς παρεμβολές του προέδρου. Αυτές οι παρεμβολές αποκαλύπτουν την πλήρη κατάρρευση της κατηγορίας και τις αγωνιώδεις προσπάθειες του προέδρου να υπερασπιστεί το κύρος της Αντιτρομοκρατικής, την οποία αισθάνεται ως συνεργάτη στο πλαίσιο των μηχανισμών καταστολής του αστικού κράτους.
Προς τι αυτή η «έκρηξη» του προέδρου; Γιατί απαγόρευσε την ερώτηση της συνηγόρου, ενώ ο ίδιος μόλις πριν συμπέρανε ότι η έκθεση είναι ελλιπής; Αλλο να ξεφεύγεις με ένα «ελλιπής» και άλλο να πηγαίνεις στο βάθος των πραγμάτων, διερευνώντας το στήσιμο σκευωρίας ενάντια σε έναν αναρχικό που βρισκόταν στη «δεξαμενή» των «προς αξιοποίηση υπόπτων» της Αντιτρομοκρατικής. Η συνήγορος επέμενε να διερευνά το βάθος των πραγμάτων και ο πρόεδρος να απαγορεύει αυτή τη διερεύνηση, αρκούμενος στο «ελλιπής η έκθεση».
Τα πράγματα είναι ολοφάνερα. Ο πρόεδρος , ότι δεν υπήρξε καπέλο που να έπεσε κατά τη συμπλοκή και ότι ο ο Τ. Θεοφίλου δεν είχε καμία ανάμιξη στη ληστεία και στην ανθρωποκτονία. Προσπάθησε όσο μπορούσε από την αρχή αυτής της δίκης να υπερασπιστεί την κατηγορία, αλλά έχασε σε όλα τα σημεία. Οταν άκουσε τον τμηματάρχη της Αντιτρομοκρατικής και ενορχηστρωτή όλης αυτής της σκευωρίας, Ε. Χαρδαλιά, να λέει ότι «μπορεί και να μην ήταν στη ληστεία ο άνθρωπος», κατάλαβε. Οταν πληροφορήθηκε ότι η πολιτική αγωγή έκανε φροντιστήριο στους αυτόπτες μάρτυρες τραπεζοϋπάλληλους, χρησιμοποιώντας οπτικό υλικό (βίντεο), που δεν υπάρχει στη δικογραφία, κατάλαβε. Οταν άκουσε τους μάρτυρες να λένε εκ των υστέρων, ότι το καπέλο που υποτίθεται ότι φορούσε ο δράστης δεν υπήρχε ανάμεσα στα πειστήρια, διότι η αστυνομία το πήρε, το έβαλε σε μια νάιλον σακούλα (sic!) και το άφησε στην τράπεζα (μόνον αυτό, το σοβαρότερο από τα πειστήρια!), κατάλαβε. Οταν του έστειλαν μια έκθεση-κωλόχαρτο για να του πουν «στο καπέλο βρέθηκε DNA του Θεοφίλου», αλλά δεν του έστειλαν ως μάρτυρα κατηγορίας και κάποιον από τους «επιστήμονες» του εργαστήριου της Ασφάλειας, για να εξηγήσει και να στηρίξει στο ακροατήριο το περιεχόμενο της έκθεσης-κωλόχαρτου, κατάλαβε. Οταν άκουσε δύο βιολόγους, με «βαριά» πανεπιστημιακά χαρτιά και εμπειρία, να εξηγούν όσο πιο απλά μπορούν, ότι η έκθεση της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών είναι κωλόχαρτο, .
Το μόνο που απέμεινε στον πρόεδρο, ως εκπρόσωπο της κορωνίδας των κατασταλτικών μηχανισμών, του δικαστικού μηχανισμού, είναι να βρει έναν τρόπο να σώσει το κύρος της Αντιτρομοκρατικής. Να σώσει το κύρος του μηχανισμού καταστολής, που του έστειλε έναν άνθρωπο που δεν έχει καμιά εμπλοκή με τη συγκεκριμένη υπόθεση, για να τον δικάσει και να τον καταδικάσει για ανθρωποκτονία και ένοπλη ληστεία. Γι' αυτό και ο πρόεδρος προσπάθησε ν' αποφύγει εκείνα τα σημεία που οδηγούν στο συμπέρασμα ότι δεν πρόκειται απλά για μια επιστημονικά ελλιπή έκθεση ταυτοποίησης DNA, αλλά για μια . Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι ο πρόεδρος, από τη μια δεν επέτρεπε στη μάρτυρα να απαντήσει στις ερωτήσεις κρίσης που υπέβαλε η συνήγορος, ενώ από την άλλη υπέβαλε ο ίδιος ερωτήσεις και στις δύο βιολόγους, προσπαθώντας να διασώσει το επιστημονικό κύρος της ερευνήτριας της ΔΕΕ.
Οπως φαίνεται από το διάλογο που παραθέσαμε παραπάνω, η μάρτυρας απευθύνθηκε στο δικαστήριο και εμμέσως πλην σαφώς είπε στους δικαστές, ότι δεν μπορούν να στηριχτούν σ’ αυτή την έκθεση πραγματογνωμοσύνης. Και έχει πραγματικά κομβική σημασία η παρέμβαση-σχόλιο του προέδρου: .
Γι' αυτό και εμείς αναρωτιόμαστε: μετά και απ' αυτό, μετά την παταγώδη κατάρρευση και του μοναδικού «αδιάψευστου» στοιχείου της δικογραφίας, του υποτιθέμενου βιολογικού αποτυπώματος που άφησε ο Θεοφίλου στην Πάρο, Στ' αυτιά μας η παρέμβαση-σχόλιο του προέδρου ακούστηκε ως ο ήχος της ταφόπλακας που έπεσε και σφράγισε το αποσυντεθειμένο πτώμα της σκευωρίας σε βάρος του Τ. Θεοφίλου. Το ερώτημα είναι αν το δικαστήριο θα αθωώσει τον Θεοφίλου με το προσχηματικό «λόγω αμφιβολιών» ή με ένα πανηγυρικό «διότι δεν απεδείχθη», που θα αποτελέσει κόλαφο για τους σκευωρούς.
Επιμείναμε ιδιαίτερα σ' αυτό το σημείο της κατάθεσης της βιολόγου Ευγ. Κολοβού, γιατί είχε κατά τη γνώμη μας ξεχωριστή σημασία. Και οι δύο βιολόγοι έδωσαν εξαιρετικού ενδιαφέροντος απαντήσεις στην πληθώρα των ερωτήσεων που τους υπέβαλε η έδρα και οι συνήγοροι Κ. Παπαδάκης και Σπ. Φυτράκης. Επισημαίνουμε μερικές απ' αυτές.
– Το βιολογικό υλικό σε αντικείμενα είναι μεταφερόμενο και γι' αυτό δεν μπορεί να αξιοποιείται ως τεκμήριο ενοχής. Μεταφέρεται τόσο από άνθρωπο σε άνθρωπο όσο και από αντικείμενο σε άνθρωπο. Πάνω σ’ αυτό ο Κ. Παπαδάκης επεσήμανε πληθώρα αμφιβολιών γύρω από το κατασκευασμένο από την Αντιτρομοκρατική πειστήριο, το καπέλο με το δήθεν βιολογικό υλικό του Τ. Θεοφίλου.
– Με τη μέθοδο ταυτοποίησης DNA δεν μπορεί να προσδιοριστεί ο χρόνος λήψης του δείγματος από ένα χρήστη σε ένα κινητό αντικείμενο, ούτε μπορεί να αποδειχτεί ότι αποτυπώνεται το DNA του τελευταίου χρήστη.
– Είναι επιστημονικά ανεπίτρεπτο και αποδεικτικά απολύτως ανασφαλές, γι' αυτό και δεν πρέπει να γίνεται η σάρωση και η εξέταση του ύποπτου αντικειμένου και του προφίλ του υπόπτου στο ίδιο εργαστήριο, στον ίδιο χρόνο και από τους ίδιους ανθρώπους, όπως γίνεται κατά κόρον στο «εργαστήριο» της ΔΕΕ.
– Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να συντάσσονται δύο εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης, από διαφορετικούς ερευνητές, προκειμένου να μεγιστοποιείται το ποσοστό ασφάλειας της μεθόδου. Στην περίπτωση του Θεοφίλου, φυσικά, έχουμε μόνο μία έκθεση, υπογεγραμμένη από έναν «ερευνητή».
Περιττεύει να σημειώσουμε πως εμείς δεν αναγνωρίζουμε την εγκυρότητα εκθέσεων πραγματογνωμοσύνης που κάνει η ίδια η Ασφάλεια (Γιάννης κερνάει και Γιάννης πίνει). Οταν όμως δεν τηρούν ούτε τη στοιχειώδη επιστημονικοφάνεια, αποκαλύπτεται η πλήρης αποχαλίνωση αυτού του δυσώδους κατασταλτικού μηχανισμού.
Δώσαμε, για ευνόητους λόγους, μεγάλη έκταση στο ζήτημα του DNA, όμως δεν ήταν ήσσονος σημασίας οι καταθέσεις των τριών άλλων μαρτύρων υπεράσπισης, οι οποίοι κατεδάφισαν το κομμάτι της κατηγορίας που προσπάθησε να υπερασπιστεί ο Χαρδαλιάς, δηλαδή την υποτιθέμενη σχέση του Τ. Θεοφίλου με τη ΣΠΦ.
Σκηνοθέτης, φοιτήτρια στη Θεολογική του ΑΠΘ μέχρι το 2009 (στη συνέχεια ασχολήθηκε με τη σκηνοθεσία και ζει στο Βερολίνο), γνωρίστηκε στη Θεσσαλονίκη με τον Θεοφίλου και έκανε ταινία μικρού μήκους ένα διήγημά του με τίτλο «Φοίνισσες», που αναφερόταν και σε μια ληστεία τράπεζας. Η ταινία προβλήθηκε το Φλεβάρη του 2013 στο Βερολίνο. Για τις ανάγκες της ταινίας ο Τ. Θεοφίλου είχε προμηθευτεί το αλεξίσφαιρο γιλέκο, το μέικαπ και άλλα υλικά μεταμφίεσης που βρέθηκαν στο σπίτι που νοίκιαζε στη Λαμία. Η μάρτυρας κατέθεσε αδιάψευστα στοιχεία για την ταινία της, που έκαναν θρύψαλα τους ισχυρισμούς της Αντιτρομοκρατικής γι' αυτά τα ευρήματα (ότι δήθεν ο Θεοφίλου τα είχε στο σπίτι της Λαμία για να κάνει ληστείες).
Φοιτητής ΤΕΙ που ζούσε στη Λαμία και έκανε παρέα με τον Τ. Θεοφίλου κατέθεσε ότι αυτός έκανε παρέα με πολύ κόσμο στη Λαμία και δεν κρυβόταν.
Γραφολόγος βεβαίωσε ότι οι υπογραφές που βρέθηκαν σε τρεις πλαστές ταυτότητες (μόνο η μία βρέθηκε στο σπίτι της Λαμίας) δεν ανήκουν στον Τ. Θεοφίλου.
Τέλος, ο συνήγορος υπεράσπισης Κ. Παπαδάκης υπέβαλε ένσταση (την ανέπτυξε προφορικά και την κατέθεσε και γραπτά) με αντιρρήσεις για την αποδεικτική αξιοποίηση της έκθεσης πραγματογνωμοσύνης για την ταυτοποίηση του DNA και για το πρωτόκολλο λήψης του βιολογικού υλικού. Περισσότερα για την ένσταση αυτή θα αναφέρουμε σε επόμενο ρεπορτάζ.
Η δίκη θα συνεχιστεί τη Δευτέρα 13 Γενάρη, στην αίθουσα Δ120Γ στο κτίριο του Εφετείου στη Λουκάρεως.
Από δικό μας λάθος η κα Ευγενία Κολοβού αναφέρεται στο ρεπορτάζ από τη δίκη Θεοφίλου ως βιολόγος. Το σωστό είναι χημικός, υποψήφια διδάκτορας του ΕΚΠΑ.