Τα γιαούρτια στον Αλαβάνο και τα μπινελίκια στην Πορτάλιου ήταν απλώς το κερασάκι στην τούρτα. Οι δυο πολιτικοί της ροζ αριστεράς πέρασαν μια βόλτα από την περιοχή του Αγίου Παντελεήμονα για να κάνουν το προεκλογικό τους κομμάτι. Γεύτηκαν τη βία των φασιστών (στις πιο λάιτ εκδοχές της), την κατήγγειλαν, τραβήχτηκαν τα σχετικά πλάνα και έφυγαν, όντας βέβαιοι ότι απευθύνθηκαν στους ψηφοφόρους τους χαϊδεύοντας ευαίσθητες χορδές τους. Οι μετανάστες, όμως, έμειναν πίσω. Και οι φασίστες έμειναν πίσω, συνεχίζοντας ανενόχλητοι το δολοφονικό τους όργιο.
Λίγες ώρες μετά την επίσκεψη της Πορτάλιου στον Αγιο Παντελεήμονα, μερικές εκατοντάδες μέτρα πιο πέρα επιτέθηκαν σε μπαγκλαντέζικο υπόγειο τζαμί. Κλείδωσαν τον κόσμο μέσα και έβαλαν φωτιά με πετρέλαιο και στουπί. Οι μπάτσοι, που στην περιοχή είναι πολυάριθμοι, έφτασαν κατόπιν εορτής, όταν οι φασίστες είχαν φύγει ανενόχλητοι. Για να κινηθούν, μάλιστα, χρειάστηκε η παρέμβαση της πρεσβείας του Μπαγκλαντές.
Ενας Αιγύπτιος βρέθηκε μαχαιρωμένος με τρία χτυπήματα στο χέρι και την πλάτη. Είδε τη φωτιά στο τζαμί, στάθηκε, είπε στους μπάτσους να βγάλουν τον κόσμο από μέσα, ένας μπάτσος τον έσπρωξε και τότε έπεσαν πάνω του τα φασισταριά και τον χτύπησαν. Οι μπάτσοι συνέλαβαν αυτόν και πήγαν να του φορτώσουν ότι είχε μαχαίρι!
Δυο μέρες πριν, τρεις γνωστοί έλληνες σκηνοθέτες (Γιάνναρης, Βούπουρας και Κόρρας) βρέθηκαν πολιορκημένοι από ομάδα ροπαλοφόρων νεοναζί μέσα σε μπαγκλαντέζικο κατάστημα, επειδή έπεσαν πάνω σε περιστατικό όπου οι νεοναζί προσπαθούσαν να χτυπήσουν δυο Αφγανούς. Οταν έφτασε η αστυνομία, μετά από τηλεφώνημά τους, οι μπάτσοι προσπαθούσαν να τους πείσουν ότι τους κυνηγούσαν οι Αφγανοί.
Η συσσώρευση μεταναστών στο κέντρο της Αθήνας απετέλεσε ένα από τα αγαπημένα θέματα της προεκλογικής περιόδου. Μαγαζάτορες, νοικοκυραίοι, διάφοροι «επώνυμοι» που έφτιαξαν τις σπιταρώνες τους σ’ αυτές τις περιοχές, ποντάροντας ότι θα αναβαθμιστούν και θα γίνουν ένα είδος ελληνικής Μονμάρτης, κανάλια και ραδιοφωνικοί σταθμοί σχημάτισαν μια χορωδία, η οποία φώναζε ενάντια στα «εγκληματικά στοιχεία», στους «κινδύνους για τη δημόσια υγεία», την πορνεία και τα ναρκωτικά, εκφράζοντας την ίδια στιγμή τον πόνο της για τη δυστυχία των μεταναστών. Σ’ αυτό το κλίμα οι φασίστες κολυμπού-σαν όπως το ψάρι στο νερό. Εστησαν το δικό τους «κράτος» στον άξονα Αγιος Παντελεήμονας – Πλατεία Αττικής, παίρνοντας μαζί τους μια χούφτα κατοίκους της περιοχής και μερικά χουλιγκάνια που στο κεφάλι τους έχουν μόνο γαλανόλευκα σκατά. Το ότι δεν υπάρχει ακόμα νεκρός μετανάστης είναι καθαρά θέμα τύχης.
Αν ήθελε η αστυνομία, μπορούσε να τους είχε διαλύσει μέσα σε δυο μέρες. Δεν τους διαλύει όχι γιατί οι μπάτσοι αισθάνονται φιλικοί μαζί τους, αλλά επειδή δεν το θέλει η πολιτική ηγεσία. Οι μπάτσοι όντως αισθάνονται φιλικοί προς τους φασίστες, όμως αν είχαν εντολές θα τις εκτελούσαν. Ομως, η πολιτική ηγεσία παίζει με τα αισθήματα των νοικοκυραίων, για να συντηρεί και να φουντώνει το ξενοφοβικό και ρατσιστικό κλίμα. Εχει αφήσει τους μετανάστες ανυπεράσπιστους, να ζουν μέσα στη δυστυχία (πλέον δεν υπάρχουν ούτε δουλειές του ποδαριού γι’ αυτούς) και μετά, εκμεταλλευόμενη τα προβλήματα που δημιουργούνται, κλείνει το μάτι στα φασισταριά και τους νοικοκυραίους.
Ρατσισμός και αντιρατσισμός έχουν γίνει θέαμα. Οι μετανάστες είναι εντελώς ανοργάνωτοι και η επίδειξη φιλικών αισθημάτων δεν τους προσφέρει τίποτα. Γιατί τα φιλικά αισθήματα δεν μπορούν να διώξουν τους φασίστες, όπως δεν μπορούν να διώξουν και τους νταβατζήδες και τους πρεζέμπορους που ξεπηδούν και από τις τάξεις των μεταναστών. Μόνο αν οργανωθούν οι μετανάστες θ’ αλλάξει η κατάσταση.