Αυτό που περιμέναμε έγινε. Ο εισαγγελέας Μύτης προτείνει στο Συμβούλιο Εφετών την παραπομπή του Κώστα Αβραμίδη με την κατηγορία της συμμετοχής στη 17Ν. Εκείνο που δεν ξέρουμε ακόμη, αλλά θα το μάθουμε σε λίγες μέρες, είναι αν υπάρχει και Συμβούλιο έτοιμο να υιοθετήσει την πρόταση του εισαγγελέα. Ετσι όπως στήθηκε η όλη υπόθεση θυμίζει πάρα πολύ τη νέα σκευωρία σε βάρος του Γιάννη Σερίφη, που θα ξαναδικαστεί, ως μέλος του ΕΛΑ αυτή τη φορά, σε δίκη που θα ξεκινήσει στις 7 του ερχόμενου Φλεβάρη. Και στην περίπτωση Σερίφη υπήρξε πλήρης ανατροπή, ενώ είχαν προστεθεί καινούργια αθωωτικά γι’ αυτόν στοιχεία, όμως ο εισαγγελέας Μύτης άλλαξε την αρχική του εισήγηση, πρότεινε την παραπομπή του και το Συμβούλιο, σαν έτοιμο από καιρό, τον παρέπεμψε σε νέα δίκη.
Ας θυμηθούμε τους βασικούς σταθμούς της υπόθεσης Αβραμίδη.
Συλλαμβάνεται στις 22 Μάη 2003 από την Αντιτρομοκρατική και εμφανίζεται ως «ο Πόντιος της 17Ν», εναντίον του οποίου υπάρχουν αδιάσειστα στοιχεία. Τα στοιχεία είναι αποτυπώματα (πάντα κατά την Ασφάλεια, χωρίς καν να έχει γίνει έκθεση πραγματογνωμοσύνης) σε ένα βιβλίο το οποίο βρέθηκε (πάλι κατά την Ασφάλεια) στη γιάφκα της οδού Πάτμου. Η Αντιτρομοκρατική παρακάμπτει προκλητικά τον ειδικό ανακριτή εφέτη Ζερβομπεάκο και του στέλνει τον Πόντιο (αυτό πια κι αν είναι… επαναστατικό ψευδώνυμο, όταν όλοι οι φίλοι και γνωστοί του έτσι τον γνωρίζουν, έτσι τον φωνάζουν) αλυσοδεμένο. Ο Ζερβομπεάκος παίρνει καταθέσεις από τους Κονδύλη, Σάββα και Χριστόδουλο Ξηρό και Κουφοντίνα. Ο Κονδύλης δηλώνει ότι ο Πόντιος τον έφερε σε επαφή με τον Κουφοντίνα, γύρω στο 1990-91, και έκαναν διάφορες συζητήσεις, χωρίς συγκεκριμένο σχέδιο ή σκοπό και χωρίς ο Κονδύλης να γνωρίζει ότι ο Κουφοντίνας ήταν στη 17Ν (αυτό το έμαθε πολύ αργότερα). Με τον Αβραμίδη συζητούσαν εργατικά θέματα, συνέταξαν μάλιστα και καναδυό προκηρύξεις που μοιράστηκαν στις οικοδομές όπου τότε εργαζόταν ο Πόντιος. Σάββας και Κουφοντίνας αρνούνται να απαντήσουν σε οποιαδήποτε ερώτηση. Ο Χριστόδουλος δηλώνει ότι γνώριζε τον Αβραμίδη και ότι από κοινού έκαναν συνδικαλισμό στον κλάδο των οικοδόμων.
Ο Αβραμίδης απολογείται στις 24 Μάη και φυσικά αρνείται την κατηγορία. Δηλώνει ότι γνώριζε τον Χριστόδουλο από τη συμμετοχή τους στο ΚΚΕ μ-λ και της συνδικαλιστικής παράταξής του στο χώρο των οικοδόμων, στις αρχές της δεκαετίας του ‘80. Τον Κονδύλη δεν τον θυμάται καθόλου, ενώ αποκλείει οποιαδήποτε σχέση με τον Κουφοντίνα.
Ο ανακριτής Ζερβομπεάκος και ο εισαγγελέας Καρούτσος ομόφωνα αποφασίζουν ότι δεν υπάρχει καμιά ένδειξη ενοχής και αφήνουν ελεύθερο τον Αβραμίδη, χωρίς να του επιβάλουν κανένα περιοριστικό όρο. Ο Ζερβομπεάκος κλείνει την υπόθεση και τη στέλνει στην Εισαγγελία. Περνάει, όμως, ο καιρός και η Εισαγγελία δεν στέλνει την υπόθεση στο Συμβούλιο με απαλλακτική πρόθεση. Μαθεύεται ότι αυτό δεν γίνεται, επειδή η Ασφάλεια ερευνά για νέα στοιχεία και δεν έχει τελειώσει την έρευνα στα κομπιούτερ και άλλα αντικείμενα που κατασχέθηκαν από το σπίτι του Αβραμίδη.
Κάποια στιγμή σκάει το κανόνι. Ο εισαγγελέας Μύτης, που έχει πάρει τη θέση του Καρούτσου, ασκεί συμπληρωματική δίωξη σε βάρος του Αβραμίδη για 46 ηθικές αυτουργίες σε ενέργειες της 17Ν, επειδή στο κομπιούτερ του βρέθηκαν σκαναρισμένες προκηρύξεις της 17Ν, οι οποίες χρησιμοποιήθηκαν για το σάιτ της Συσπείρωσης Ενάντια στην Κρατική Τρομοκρατία! Ασκεί δίωξη και ζητάει από τον ανακριτή Ζερβομπεάκο να κάνει συμπληρωματική ανάκριση, μολονότι τα εργαστήρια της Ασφάλειας έχουν αποφανθεί ότι οι προκηρύξεις σκαναρίστηκαν μετά τις συλλήψεις των φερόμενων ως μελών της 17Ν και είναι γραμμένες σε σύστημα Word για Windows, που δεν υπήρχε όταν γράφονταν οι προκηρύξεις της 17Ν (όσες είχαν γραφεί σε υπολογιστή ήταν σε σύστημα DOS).
Ο ανακριτής Ζερβομπεάκος αρνείται να γίνει ρόμπα. Κλείνει τη συμπληρωματική ανάκριση χωρίς να καλέσει σε απολογία τον Αβραμίδη. Είναι χαρακτηριστικά αυτά που γράφει στο έγγραφο με το οποίο επιστρέφει τη δικογραφία στον εισαγγελέα, στις 16 Ιούλη 2004:
«Κατά τη γνώμη δεν προέκυψαν παντάπασιν ενδείξεις ενοχής για την ως άνω πράξη και ως εκ τούτου όχι μόνο δεν υφίσταται λόγος κλητεύσεως του κατηγορουμένου σε απολογία, αλλά, έτι περαιτέρω, η τοιαύτη κλήτευση αποτελεί μομφή, που προσβάλλει αναιτίως την ανθρώπινη αξιοπρέπεια του κατηγορουμένου».
Στη συνέχεια, παραθέτει ως επιπλέον αθωωτικά στοιχεία για τον Αβραμίδη τις καταθέσεις των ειδικών της Ασφάλειας ότι κανένα από τα κλειδιά που βρέθηκαν στο σπίτι του Αβραμίδη δεν σχετίζονται με την υπόθεση της 17Ν, ότι οι προκηρύξεις στο κομπιούτερ είναι αντίγραφα σκαναρισμένα μετά την 30-6-2002 και χρησιμοποιήθηκαν για την κατασκευή ιστοσελίδων και ότι από τα πρακτικά και την απόφαση της δίκης για την υπόθεση της 17Ν «πουθενά δεν αναφέρεται ο κατηγορούμενος ως έχων οιανδήποτε συμμετοχή στις πράξεις της εν λόγω εγκληματικής οργάνωσης».
Τέσσερις μήνες αργότερα, στις 6 Νοέμβρη, ο εισαγγελέας Αντ. Μύτης κάνει την πρότασή του στο Συμβούλιο. Κάνοντας στροφή 180 μοιρών από την άσκηση ποινικής δίωξης για τις 46 ηθικές αυτουργίες, προτείνει να μην ασκηθεί καμιά δίωξη γι’ αυτές και να επιστραφούν στον Αβραμίδη τα κομπιούτερ του και τα άλλα αντικείμενα που κατασχέθηκαν από το σπίτι του.
Κάνοντας στροφή επίσης 180 μοιρών από τη στάση του συναδέλφου του Κ. Καρούτσου (αλήθεια, είναι ή δεν είναι ενιαία η εισαγγελική αρχή;), χωρίς να έχει προστεθεί στη δικογραφία κανένα καινούργιο στοιχείο, προτείνει την παραπομπή Αβραμίδη για συμμετοχή, σύμφωνα με τον τρομονόμο. Είναι μάλιστα τόση η ζέση του, που αναφερόμενος στα άλλα (φερόμενα ως) μέλη της 17Ν, αναφέρει και τον Ψαραδέλλη, ο οποίος έχει αθωωθεί τελεσίδικα!
Η επιχειρηματολογία Μύτη αποτελείται από ψέματα. Οτι Κονδύλης και Σάββας στις απολογίες τους λένε ότι είχαν ενταχθεί με τον Αβραμίδη «εις την αυτήν πολιτικήν οργάνωσιν» (ούτε ο ένας ούτε ο άλλος λένε τέτοιο πράγμα). Οτι ο Αβραμίδης συμμετείχε σε συσκέψεις στη γιάφκα της Πάτμου «όπου ανευρέθησαν και τα δακτυλικά του αποτυπώματα»
(αποτυπώματα φυσικά δεν βρέθηκαν), ούτε προκύπτει από πουθενά σχέση του Αβραμίδη με το χώρο. Πετάει και τη μπηχτή στους ασφαλίτες ότι δεν έκαναν καλά τη δουλειά τους και έτσι δεν προκύπτει από πουθενά «ο τρόπος και ο χρόνος που περιήλθαν στην κατοχή του κατηγορουμένου οι εν λόγω προκηρύξεις, ανεξαρτήτως του εάν αυτές αποτελούν πρωτότυπα ή αντίγραφα τούτων» (το να τις σκανάρισε από το βιβλίο του «Κάκτου» ούτε που περνά από το μυαλό του Μύτη). Παραδέχεται ότι από τη συμπληρωματική ανάκριση δεν προέκυψε κανένα καινούργιο στοιχείο σε βάρος του Αβραμίδη, όμως, δεν δίνει καμιά εξήγηση για το γεγονός ότι ο προκάτοχός του εισαγγελέας Καρούτσος συμφώνησε για την απελευθέρωση του Αβραμίδη, επειδή δεν προέκυψε καμιά ένδειξη ενοχής σε βάρος του.
(αποτυπώματα φυσικά δεν βρέθηκαν), ούτε προκύπτει από πουθενά σχέση του Αβραμίδη με το χώρο. Πετάει και τη μπηχτή στους ασφαλίτες ότι δεν έκαναν καλά τη δουλειά τους και έτσι δεν προκύπτει από πουθενά «ο τρόπος και ο χρόνος που περιήλθαν στην κατοχή του κατηγορουμένου οι εν λόγω προκηρύξεις, ανεξαρτήτως του εάν αυτές αποτελούν πρωτότυπα ή αντίγραφα τούτων» (το να τις σκανάρισε από το βιβλίο του «Κάκτου» ούτε που περνά από το μυαλό του Μύτη). Παραδέχεται ότι από τη συμπληρωματική ανάκριση δεν προέκυψε κανένα καινούργιο στοιχείο σε βάρος του Αβραμίδη, όμως, δεν δίνει καμιά εξήγηση για το γεγονός ότι ο προκάτοχός του εισαγγελέας Καρούτσος συμφώνησε για την απελευθέρωση του Αβραμίδη, επειδή δεν προέκυψε καμιά ένδειξη ενοχής σε βάρος του.
Τα πράγματα είναι ξεκάθαρα. Θέλουν μια ακόμη δίκη, ένα ακόμη επεισόδιο στο σίριαλ της τρομοϋστερίας και της κρατικής τρομοκρατίας, με κατηγορούμενο έναν αγωνιστή γνωστό για τη δράση του στο κίνημα αλληλεγγύης. Οπως έδειξαν και με την υπόθεση του Γιάννη Σερίφη είναι αδίστακτοι. Κουρελιάζουν κάθε έννοια δικαίου, του δικού τους αστικού δικαίου, προκαλούν την κοινή λογική, προκαλούν τον ελληνικό λαό, θεωρώντας ότι μπορούν να ενεργούν όπως ενεργούσαν τον καιρό της χούντας.
Αυτό δεν πρέπει να τους περάσει. Η παραπομπή του Κώστα Αβραμίδη πρέπει να ματαιωθεί. Και για να επιτευχθεί αυτό ένας μόνο τρόπος υπάρχει: να βγούμε μαζικά στο δρόμο.