Οπως είναι γνωστό, τα συνωμοσιολογικά σενάρια δεν μας αρέσουν, γι’ αυτό δε θα μπούμε καθόλου στον πειρασμό να ασχοληθούμε με την υφέρπουσα φήμη, ότι οι μπάτσοι σκόπιμα έκαναν άκυρη προανάκριση για τη συμπλοκή της Παιανίας, όπου σκοτώθηκε ο οπαδός του Παναθηναϊκού, με σκοπό να ρίξουν στα μαλακά κάποιους από τους εμπλεκόμενους. Αλλωστε, δεν μας φαίνεται πιθανό αυτό το σενάριο. Αν ήθελαν να τους ρίξουν στα μαλακά, θα μπορούσαν να μαγειρέψουν τη δικογραφία που έφτιαχναν. Πιθανότερο μας φαίνεται ότι πήραν φόρα και ενήργησαν όπως ακριβώς είχαν ενεργήσει στην υπόθεση της 17Ν, αγνοώντας στοιχειώδεις διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.
Οι μεθοδεύσεις που ακολουθήθηκαν θυμίζουν έντονα αυτή την υπόθεση. Χωρίς μαρτυρίες και άλλα ενοχοποιητικά στοιχεία, προσπάθησαν να επιδείξουν έργο (δηλαδή να υποδείξουν ενόχους) με βάση τις καταθέσεις ανθρώπων που παραδέχονταν τη συμμετοχή τους στη συμπλοκή (δηλαδή έτσι κι αλλιώς κατηγορούμενων), πιέζοντάς τους να υποδείξουν άλλους για να πέσουν αυτοί στα μαλακά. Αδιαφόρησαν για τη λήψη ανωμοτί καταθέσεων και έπαιρναν ένορκες μαρτυρικές καταθέσεις, γιατί αλλιώς θα έπρεπε να πουν σε αυτούς που πίεζαν, ότι έχουν δικαιώματα ως κατηγορούμενοι. Δηλαδή, δικαιούνται να μη μιλήσουν, δικαιούνται να καταθέσουν με δικηγόρο, δικαιούνται να πάρουν αντίγραφα της δικογραφίας για να γνωρίζουν τι υπάρχει σε βάρος τους. Ετσι, όμως, το «ρουφιάνεψε για να πέσεις εσύ στα μαλακά» θα πήγαινε περίπατο. Η επίκληση ανύπαρκτων καταθέσεων συγκατηγορούμενων («πες τα όλα, γιατί μας τα έχουν πει άλλοι») θα πήγαινε περίπατο, αφού οι κατηγορούμενοι και οι συνήγοροί τους θα γνώριζαν τη δικογραφία.
Προτίμησαν, λοιπόν, να ακολουθήσουν τη «μέθοδο 17Ν». Τότε που κουβαλούσαν νύχτα και χωρίς συνήγορο συλληφθέντες να απολογηθούν, γιατί φοβούνταν πως το πρωί ο σπασμένος θα είχε συνέλθει (περίπτωση Π. Σερίφη). Τότε που έπαιρναν μαρτυρική κατάθεση και τη μετέφεραν λέξη προς λέξη σε έγγραφο απολογίας (περίπτωση Β. Ξηρού). Τότε που συνέχιζαν οι ίδιοι να κάνουν προανάκριση, ενώ η υπόθεση είχε ήδη ανατεθεί σε τακτικό ανακριτή και επομένως δεν είχαν καμιά δικαιοδοσία. Ολες αυτές οι κραυγαλέες παρανομίες του Ιουλίου-Αυγούστου 2002 επικυρώθηκαν από την ανάκριση, αλλά και τα δυο δικαστήρια. Θεώρησαν, λοιπόν, οι μπάτσοι πως μπορούσαν να κινηθούν με τον ίδιο τρόπο και σ’ αυτή την υπόθεση, προκειμένου να «δέσουν» μια δικογραφία σε σύντομο χρόνο. Και φυσικά, είχαν απόλυτη κάλυψη από τον Πολύδωρα.
Ισχυρίζονται οι μπάτσοι ότι όλες τους οι ενέργειες έγιναν και υπό την εποπτεία των εισαγγελικών αρχών, οι οποίες το διαψεύδουν. Δεν θα καθήσουμε να ασχοληθούμε με την κόντρα ανάμεσα σε δυο κατασταλτικούς μηχανισμούς (μολονότι ο «πολύς» εισαγγελέας Παπαγγελόπουλος, εγκατεστημένος από μηνών στη ΓΑΔΑ και υπερπροϊστάμενος για το οργανωμένο έγκλημα και την «τρομοκρατία», αποκλείεται να μην ήξερε). Μας αρκεί και μόνο το γεγονός ότι την περασμένη Κυριακή (!) τρεις εισαγγελείς στάλθηκαν και πάλι στη ΓΑΔΑ για να… τακτοποιήσουν τη δικογραφία που έφτιαξε η Ασφάλεια! Δηλαδή, η υποτιθέμενη ανεξάρτητη εξουσία, που είναι αρμόδια να ασκεί έλεγχο νομιμότητας στη δράση της Αστυνομίας, αναλαμβάνει καθήκοντα… νομικού της παραστάτη. Αντί να πει στην Αστυνομία «παρέδωσέ μας άμεσα τη δικογραφία» και να καθήσει να δει ποιες πράξεις της προανάκρισης είναι σύννομες και ποιες όχι (και να πετάξει κάθε αποδεικτικό μέσο που δεν έχει παρθεί με νόμιμο τρόπο), η εισαγγελία οργάνωσε διήμερο σαφάρι στη ΓΑΔΑ για να δώσει νομιμοφάνεια στο όργιο της αστυνομικής αυθαιρεσίας και παρανομίας, ενώ ο ίδιος ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Γ. Σανιδάς, εκλεκτός της σημερινής κυβέρνησης, οργάνωσε σύσκεψη για να δει πώς θα σώσει την κατάσταση. Βλέπετε, όσο κι αν απαξιώθηκαν στα μάτια της «κοινής γνώμης» οι εμπλεκόμενοι σ’ αυτή την υπόθεση, δεν είναι και τόσο εύκολο να αντιμετωπιστούν όπως οι συλλαμβανόμενοι ως μέλη της 17Ν. Δεν πρόκειται για πολιτική υπόθεση, γύρω από την οποία συνασπίζονται όλες οι δυνάμεις του συστήματος, αλλά για μια κοινή ποινική υπόθεση, την οποία πρέπει να την προσέξουν. Σε κάθε περίπτωση, όμως, το αστυνομικοδικαστικό όργιο έχει συντελεστεί.