Ηταν γνωστό εδώ και καιρό πως στις 30 Ιούνη θα συνταξιοδούνταν και οι τρεις πρόεδροι των ανώτατων δικαστηρίων (Αρειος Πάγος, Συμβούλιο της Επικρατείας, Ελεγκτικό Συνέδριο). Η κυβέρνηση είχε όλη την άνεση να κάνει τις επιλογές της, χωρίς να περιμένει την τελευταία στιγμή. Αλλά κι αν έφτανε η 30ή Ιούνη χωρίς να έχουν οριστεί αντικαταστάτες, δε θα υπήρχε πρόβλημα, καθώς βάσει του νόμου προεδρεύει ο αρχαιότερος αντιπρόεδρος.
Ξαφνικά, όμως, τις πρώτες μεταμεσονύχτιες ώρες της περασμένης Κυριακής, την ώρα που το υπουργικό συμβούλιο συνεδρίαζε για τα κρίσιμα ζητήματα του κλεισίματος των τραπεζών, βρήκε χρόνο να κάνει ομόφωνα δεκτή την εισήγηση του υπουργού Δικαιοσύνης Ν. Παρασκευόπουλου και να διορίσει πρόεδρο του Αρείου Πάγου την αντιπρόεδρο Βασιλική Θάνου-Χριστοφίλου, πηδώντας τρεις αρχαιότερους αντιπρόεδρους και σπάζοντας μια παράδοση που είχε δημιουργηθεί τα τελευταία χρόνια, όταν τηρούνταν η επετηρίδα και ως πρόεδρος διοριζόταν ο αρχαιότερος αντιπρόεδρος.
Καταπώς το συνηθίζει, ο εξουσιολάγνος υπουργός Ν. Παρασκευόπουλος εξέδωσε μια ψυχρή ανακοίνωση για ν’ απαντήσει στους δεξιούς που έβαλαν τον πρώην υπουργό Δικαιοσύνης Χ. Αθανασίου να βγει στα κάγκελα και να καταγγείλει ότι «προφανώς, η επιστολή της κυρίας Θάνου προς τον κ. Γιούνκερ πριν από μερικούς μήνες αποτέλεσε επαρκές ουσιαστικό προσόν για την επιλογή της στη θέση του προέδρου του ΑΠ. Προσόν ικανό να παρακάμψει στην επετηρίδα τρεις άξιους αρχαιότερους συναδέλφους της, αλλά και επαρκές αφού εδώ και ένα έτος πλήρως ευθυγραμμίστηκε με τις επιλογές της κυβέρνησης» (αλήθεια, είναι ένα έτος στην κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ;).
«Η απόφαση του υπουργικού συμβουλίου για την επιλογή προέδρου του ΑΠ δεν ήταν εσπευσμένη. Ισα ίσα, έλαβε χώρα λίγο πριν από τη λήξη της θητείας του προηγούμενου προέδρου (30 Ιουνίου)» απάντησε ο Παρασκευόπουλος. Και συμπλήρωσε: «Ως προς τις υπαγορεύσεις της αρχαιότητας των εκλόγιμων δικαστών επισημαίνω ότι αν το Σύνταγμα ήθελε ως κριτήριο την αρχαιότητα δεν θα ανέθετε τη σχετική κρίση στο υπουργικό συμβούλιο. Είναι φανερή η συνταγματική βούληση για συνδυασμό της σωρευμένης δικαστικής με την πολιτική εκτίμηση». Τα τελευταία (δηλαδή η επιλογή με βάση το συνδυασμό δικαστικής και πολιτικής εκτίμησης) δεν ήταν ως τώρα θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ. Αντίθετα, ο ΣΥΡΙΖΑ ζητούσε συνταγματική αναθεώρηση, ώστε η ηγεσία της αστικής Δικαιοσύνης να μην ορίζεται από την κυβέρνηση. Μέχρι δε να γίνει αυτή η συνταγματική αναθεώρηση, ζητούσε να τηρείται η επετηρίδα ως στοιχείο αντικειμενικής και μη σκόπιμης (με κομματικά κριτήρια) επιλογής. Τώρα, ο Παρασκευόπουλος επανέρχεται στο δόγμα των προκατόχων του («θα διορίζουμε τους δικούς μας, γιατί το σύνταγμα μας δίνει αυτό το δικαίωμα»), χωρίς να μπαίνει καν στον κόπο να εξηγήσει γιατί ο «συνδυασμός της σωρευμένης δικαστικής με την πολιτική εκτίμηση» βάρυνε στο πρόσωπο της Θάνου-Χριστοφίλου περισσότερο απ’ όσο στα πρόσωπα των τριών αρχαιότερων (μάλλον θα ήταν κολλητάρια του Αθανασίου, που έχει επίσης χρηματίσει πρόεδρος της Ενωσης Δικαστών και Εισαγγελέων, όπως η Θάνου-Χριστοφίλου).
Σε ό,τι αφορά τα κριτήρια επιλογής, ο Παρασκευόπουλος μας είπε (με δικηγορίστικες περιφράσεις) ότι επέλεξε έναν άνθρωπο έμπιστο στη σημερινή κυβέρνηση (ίσως και προσωπικά στον ίδιο). Οχι όμως και να μας δουλεύει ότι η επιλογή έγινε μεταμεσονύχτιες ώρες της Κυριακής προς Δευτέρα επειδή έληγε η θητεία του προηγούμενου προέδρου. Αφού μπήκαν στον κόπο της εκλογής μέσα στα μαύρα μεσάνυχτα, γιατί δεν επέλεγαν τους προέδρους και των άλλων δύο δικαστηρίων, αλλά το άφησαν γι’ αργότερα; Να σας πούμε εμείς γιατί. Γιατί ήθελαν να καταστήσουν τη Θάνου-Χριστοφίλου την αρχαιότερη από τους προέδρους των τριών ανώτατων δικαστηρίων, έστω κι αν η αρχαιότητα θα είναι μόνο μερικές μέρες. Τι αβάντες δίνει στην εκλεκτή του ΣΥΡΙΖΑ αυτή η επιλογή; Πρώτο, θα προεδρεύσει στο Εκλογοδικείο αν υπάρξουν ενστάσεις για το δημοψήφισμα. Δεύτερο και κυριότερο, θα διοριστεί αυτή πρωθυπουργός μιας υπηρεσιακής κυβέρνησης, αν τα πράγματα έρθουν έτσι. «Εδεσαν το γάιδαρό τους» απ’ αυτή την άποψη, αλλά ας πάψουν να μας κοροϊδεύουν μιλώντας για αξιοκρατία.