Συχνά πυκνά στις ανακοινώσεις τους οι αστογραφειοκράτες της ΟΙΕΛΕ συνηθίζουν να χαϊδεύουν τα αυτιά των εμπόρων της γνώσης, κάνοντας διαχωρισμό ανάμεσα στα «καλά» ιδιωτικά σχολεία, που προσφέρουν «ποιοτική εκπαίδευση» και στα άλλα που ντροπιάζουν τον χώρο.
Αυτήν την φορά, όμως, έδωσαν τα ρέστα τους. Με αφορμή σχόλιο ότι από τον Σεπτέμβρη αναμένεται μαζική φυγή εκπαιδευτικών από τα ιδιωτικά σχολεία προς τη δημόσια εκπαίδευση (σ.σ. έχει αλλάξει ο νόμος και η προϋπηρεσία στα ιδιωτικά σχολεία για τον διορισμό στη δημόσια εκπαίδευση υπολογίζεται ακόμη και αν ο εκπαιδευτικός παραιτηθεί και όχι μόνο όταν απολυθεί, όπως ίσχυε προηγουμένως), υπερασπίζουν απροκάλυπτα την ύπαρξη ιδιωτικών σχολείων, υπερασπίζουν δηλαδή ουσιαστικά την εμπορευματοποίηση της παιδείας, που αποφέρει κέρδη στους σχολάρχες, αρκεί στα «μαγαζιά» τους να τηρούνται υποφερτές εργασιακές συνθήκες: «Ενδιαφερόμαστε να παρέχονται καλές εκπαιδευτικές υπηρεσίες με ικανοποιητικές συνθήκες εργασίας». Μάλιστα δηλώνουν ξεδιάντροπα ότι θα αναλάβουν πρωτοβουλίες με προτάσεις προς την κυβέρνηση και τους ιδιοκτήτες «για τη διάσωση των ιδιωτικών σχολείων»! Και ότι σκοπός αυτών των «πρωτοβουλιών» είναι οι σχολάρχες να «πράξουν αυτά που πρέπει, ώστε τα ιδιωτικά σχολεία να γίνουν ελκυστικοί, ανταγωνιστικοί προς το δημόσιο χώροι εργασίας»!
Πρώτα, πρώτα σημειώνουμε ότι στον καπιταλισμό δεν υπάρχει ποιοτική εκπαίδευση, είτε στα δημόσια είτε στα ιδιωτικά σχολεία. Υπάρχει μετάδοση μερικών γνώσεων μιας χρήσης, ώστε να υπηρετούνται οι περιστασιακές ανάγκες της αγοράς εργασίας, για να ικανοποιείται η κερδοφορία των καπιταλιστών. Δεν υπάρχει ολόπλευρη ανάπτυξη της προσωπικότητας, ούτε καλλιέργια και ανάδειξη των ιδιαίτερων κλίσεων και χαρισμάτων των μαθητών. Το σχολείο είναι ένα σχολείο απόκτησης συγκεκριμένων δεξιοτήτων, αποστήθισης, ανταγωνισμού, προσανατολισμένο στις συνεχείς εξετάσεις.
Σε αντίθεση με τα δημόσια σχολεία, το «λούστρο» είναι εκείνο που διακρίνει τα ιδιωτικά σχολεία (και αυτό όχι σε όλα, αλλά στα πιο προβεβλημένα, που ικανοποιούν τα «χοντρά πορτοφόλια» των μεσοαστικών και αστικών στρωμάτων). Πρόκειται για προσφορά «ξενοδοχειακής υποδομής και υπηρεσιών» που θα λέγαμε και όχι για την ουσία που πραγματώνεται μέσα στις σχολικές αίθουσες: περιποιημένες αυλές, γκαζόν, γυμναστήρια, «δραστηριότητες» και τα ρέστα, που λειτουργούν ως «κράχτης» για γονείς, που θέλουν, χωρίς ενοχές, να παρκάρουν τα παιδιά τους σε περιβάλλον με κάποια άνεση και «ασφάλεια». Ενώ, πολλά ιδιωτικά σχολεία, που θέλουν να εμφανίσουν επιτυχίες στις εισαγωγικές εξετάσεις για το πανεπιστήμιο, λειτουργούν καθαρά ως φροντιστήρια, αντικαθιστώντας παράνομα τις ώρες διδασκαλίας των άλλων μαθημάτων με μαθήματα που εξετάζονται πανελλαδικά, όταν το σχολείο, που υποτίθεται ότι μορφώνει και δεν μετατρέπει τον νέο σε συγκεκριμένο εξάρτημα μηχανής, πρέπει να έχει πολλαπλό ρόλο και εύρος γνώσεων. Επειτα, είναι γνωστό, ότι οι οικογένειες, που θέλουν να ενισχύσουν τις προϋποθέσεις επιτυχίας των παιδιών τους στο πανεπιστήμιο καταφεύγουν στα εντατικά ιδιαίτερα μαθήματα, ακόμη κι αν τα παιδιά τους φοιτούν σε «καλά» ιδιωτικά σχολεία.
Διατείνονται οι αστογραφειοκράτες συνδικαλιστές της ΟΙΕΛΕ ότι αν οι σχολάρχες κάνουν «αυτά που πρέπει» τότε τα ιδιωτικά σχολεία θα γίνουν «ανταγωνιστικοί προς το δημόσιο χώροι εργασίας». Πρόκειται για άλλο ένα μεγάλο ψέμα. Καταρχάς, υπάρχουν οι αντιεκπαιδευτικοί νόμοι που δένουν χειροπόδαρα τους εκπαιδευτικούς, είτε εργάζονται στα ιδιωτικά σχολεία είτε στη δημόσια εκπαίδευση (η τρομοκρατία της αξιολόγησης-πειθάρχησης-υποταγής, το «διευθυντικό δικαίωμα», κ.ά.). Ειδικά, μετά την ψήφιση του νόμου Κεραμέως για τα ιδιωτικά σχολεία, η ασυδοσία των σχολαρχών έχει αγγίξει ταβάνι και αυτή -η ασυδοσία και η άγρια εκμετάλλευση των ιδιωτικών εκπαιδευτικών- είναι νόμιμη και με τη βούλα του κράτους. Η τήρηση, δηλαδή, της νομοθεσίας, που καθορίζει τις εργασιακές συνθήκες των ιδιωτικών εκπαιδευτικών, από μόνη της, χωρίς παρασπονδίες, δημιουργεί συνθήκες άγριας εκμετάλλευσης και εργασιακής εξόντωσης. Για να μην μιλήσουμε για τους μισθούς πείνας, που είναι ίδιοι στο δημόσιο και στο ιδιωτικό σχολείο. Εκείνο που σημειώνουμε ως διαφορά είναι ότι στο δημόσιο οι μισθοί πείνας καταβάλλονται στην ώρα τους, ενώ στις επιχειρήσεις των εμπόρων της γνώσης μπορεί να υπάρξουν καθυστερήσεις και περικοπές με «συμφωνίες» κάτω από το τραπέζι με τη μέθοδο των εκβιασμών.
«Η ελευθερία στη συνδικαλιστική δράση», «η δημοκρατική λειτουργία του συλλόγου διδασκόντων», είναι έννοιες σχετικές, που εξαρτώνται από την ανάπτυξη του κινήματος, που υποχρεώνει την εκάστοτε εξουσία σε παραχωρήσεις και σε σεβασμό κάποιων δικαιωμάτων, εφόσον φυσικά δεν διακυβεύεται ο πυρήνας του περιεχομένου και της λειτουργίας του αστικού σχολείου. Σήμερα, που η ταξική πάλη έχει υποχωρήσει πάρα πολύ, η κυβέρνηση επιτίθεται με μανία στις πολιτικές και συνδικαλιστικές ελευθερίες, φιμώνει την άποψη και διώκει ακόμη και το φρόνημα, ενώ διευθυντάδες και σύμβουλοι παρεμβαίνουν θρασύτατα στη λειτουργία και του συλλόγου διδασκόντων, παραβιάζοντας τις αποφάσεις του. Είναι φυσικό, στα ιδιωτικά σχολεία, όπου το διευθυντικό δικαίωμα είναι απαραβίαστος όρος για τον σχολάρχη, αυτή η κατάσταση να γίνεται αφόρητη για τους ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς.
Ολα τα παραπάνω είναι πλευρές ενός ζητήματος ουσίας, που αφορά αυτήν καθαυτήν την ύπαρξη ιδιωτικών σχολείων. Η Παιδεία είναι κοινωνικό αγαθό και αποτελεί αναφαίρετο δικαίωμα του καθενός. Επομένως θα έπρεπε να έχει καθολικό χαρακτήρα και να παρέχεται δωρεάν σε όλο τον πληθυσμό. Κατ’ επέκταση θα έπρεπε να απαγορεύεται ρητά οποιαδήποτε επιχειρηματική δραστηριότητα με αντικείμενο την εκπαίδευση.
Η στάση απέναντι σε αυτόν τον αξιακό κανόνα οδηγεί στην υπεράσπιση αποκλειστικά των εργασιακών δικαιωμάτων των ιδιωτικών εκπαιδευτικών και όχι στην υπεράσπιση των «δικαιωμάτων» ύπαρξης των εμπόρων της γνώσης.
Η συνδικαλιστική γραφειοκρατία έχει γνώση αυτού του κανόνα, επιλέγει, όμως, συνειδητά να τον αγνοεί, επειδή είναι το μακρύ χέρι της εργοδοσίας μέσα στο εργατικό κίνημα.
Παραθέτουμε την ανακοίνωση της ΟΙΕΛΕ:
Εκτακτη σύσκεψη Προεδρείου ΟΙΕΛΕ: Τα ιδιωτικά σχολεία σε σοβαρότατο κίνδυνο μαζικής φυγής εκπαιδευτικών λόγω των κάκιστων εργασιακών συνθηκών
Συνεδρίασε σήμερα εκτάκτως το Προεδρείο της ΟΙΕΛΕ για να συζητηθεί ένα ιδιαίτερα κρίσιμο ζήτημα που προκύπτει από τις επαφές μας το τελευταίο διάστημα με τα ιδιωτικά σχολεία που υπάρχουν συνδικαλιστικοί μας εκπρόσωποι και, κυρίως, με τους εκατοντάδες συναδέλφους που επικοινωνούν μαζί μας. Από τα στοιχεία που έχουμε συλλέξει, θεωρούμε πως υπάρχει σοβαρότατος κίνδυνος μαζικής φυγής εκπαιδευτικών από τα ιδιωτικά σχολεία τον ερχόμενο Σεπτέμβριο και πως θα πρέπει, επιτέλους, οι ιδιοκτησίες να τον αντιμετωπίσουν.
Oι εκτιμήσεις των εκπροσώπων μας σε διάφορα ιδιωτικά σχολεία κάνουν λόγο για την πρόθεση μεγάλου αριθμού εκπαιδευτικών να κάνουν αίτηση για το δημόσιο. Αυτό είναι εμφανές και από την απευθείας επικοινωνία των συναδέλφων με την Ομοσπονδία. Πλέον, η συντριπτική πλειονότητα των τηλεφωνημάτων και των μηνυμάτων σχετίζονται με την αναγνώριση της προϋπηρεσίας και τον τρόπο δήλωσής της στο ΟΠΣΥΔ. Ο ερχόμενος Σεπτέμβριος θα είναι, ίσως, η κορύφωση της μεγάλης φυγής των ιδιωτικών εκπαιδευτικών που ξεκίνησε από το 2020 και έχει οδηγήσει στην έξοδο περίπου 4000 εκπαιδευτικών μέσα στην τελευταία 5ετία, ποσοστό περίπου 45% του συνόλου.
Είναι φανερό πως το πρόβλημα είναι μεγάλο και πως η ΟΙΕΛΕ δικαιώνεται πικρά, όταν ανακοίνωνε στην αρχή της χρονιάς πως μπαίνουμε στην πιο κρίσιμη, ίσως, περίοδο στην ιστορία της ιδιωτικής εκπαίδευσης. Οι χαμηλές αμοιβές και οι κάκιστες συνθήκες εργασίας σπρώχνουν εκατοντάδες εκπαιδευτικούς εκτός ιδιωτικών σχολείων. Οι ευθύνες, φυσικά, της κυβέρνησης που ψήφισε έναν απαράδεκτο νόμο (τον Νόμο Κεραμέως το 2020) και των ιδιοκτητών αυτών που εκμεταλλεύτηκαν τις ρυθμίσεις του επιβάλλοντας ένα σύγχρονο Μεσαίωνα στα ιδιωτικά σχολεία, είναι πολύ μεγάλες.
Δυστυχώς, η αίσθηση που έχουμε είναι πως πολλές ιδιοκτησίες έχουν υποτιμήσει τον κίνδυνο. Δεν δείχνουν καμιά πρόθεση αύξησης των γλίσχρων αποδοχών μας, παρά το γεγονός ότι από την σαρωτική (κατά 40% περίπου) περικοπή των αποδοχών μας το 2012 και από την εκρηκτική αύξηση εγγραφών τα τελευταία 8 χρόνια, έχουν συσσωρεύσει τεράστια κέρδη (κοντά στα 50 εκατομμύρια ευρώ ετησίως). Οι ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί δεν έχουν κερδίσει απολύτως τίποτα από την επέκταση πολλών σχολείων, την είσοδο των χρυσοφόρων funds και τις διαρκείς επενδύσεις – όλα βασισμένες στη σκληρή μας δουλειά.
Κάποιοι εκ των ιδιοκτητών μάλιστα αναφέρουν σε ιδιωτικές συναντήσεις με διευθυντικά στελέχη των σχολείων πως «μακάρι να φύγουν οι παλιοί, να έρθουν νέοι που θα είναι και φθηνότεροι»! Αυτό δείχνει την μυωπική αντιμετώπιση ενός προβλήματος που θα στερήσει πολλά ιδιωτικά σχολεία από τα πιο ποιοτικά και έμπειρα στελέχη τους και αποδεικνύει πως ορισμένοι εκ των ιδιοκτητών δεν δείχνουν κανένα ενδιαφέρον για την ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχουν, αλλά μόνο για το άμεσο κέρδος. Επιπλέον, κάποιοι ιδιοκτήτες παραβλέπουν έναν ακόμη κίνδυνο που έχουμε προ πολλού επισημάνει. Πως, ακριβώς λόγω των κάκιστων αμοιβών και εργασιακών συνθηκών, οι νέοι έχουν γυρίσει την πλάτη τους στην εκπαίδευση και πως η ανεύρεση ποιοτικών εκπαιδευτικών τα επόμενα χρόνια θα γίνει εξαιρετικά δύσκολη υπόθεση.
Θα το τονίσουμε και πάλι. Η ΟΙΕΛΕ δεν επιδιώκει να φύγουν οι εκπαιδευτικοί από τα ιδιωτικά σχολεία. Ενδιαφερόμαστε να παρέχονται καλές εκπαιδευτικές υπηρεσίες με ικανοποιητικές συνθήκες εργασίας. Για το λόγο αυτό θα αναλάβουμε σύντομα πρωτοβουλίες, μετά από διαβούλευση με τους συναδέλφους μας σε όλη τη χώρα, για την κατάθεση προτάσεων προς την κυβέρνηση και τους ιδιοκτήτες για τη διάσωση των ιδιωτικών σχολείων. Εκτιμούμε πως πολλά από τα σχολεία θα αντιμετωπίσουν πρόβλημα λειτουργίας από τη μαζική φυγή των εκπαιδευτικών. Ας ελπίσουμε οι ιδιοκτήτες, έστω και την ύστατη ώρα, να αντιληφθούν το μέγεθος του προβλήματος και να πράξουν αυτά που πρέπει, ώστε τα ιδιωτικά σχολεία να γίνουν ελκυστικοί, ανταγωνιστικοί προς το δημόσιο, χώροι εργασίας. Αν δεν το αντιληφθούν, το μέλλον της ιδιωτικής εκπαίδευσης θα είναι ζοφερό.
Γιούλα Γκεσούλη








