Τελικά ο Πιερρακάκης δεν απέφυγε και τον νέο εξευτελισμό. Κατέθεσε αγωγή κατά της ΟΛΜΕ για την απεργία-αποχή από την αξιολόγηση, που θα εκδικαστεί την Δευτέρα 22 Απρίλη, μία εβδομάδα πριν τις διακοπές του Πάσχα και 3 εμβομάδες περίπου μέχρι τη λήξη των μαθημάτων μετά το Πάσχα.
Οπως έχει δε, ήδη αποφασιστεί, η ΟΛΜΕ ζητά από την ΑΔΕΔΥ να επαναπροκηρύξει την απεργία-αποχή, μετά την απόφαση της αστικής Δικαιοσύνης που αναμένεται να κρίνει και πάλι την απεργία-αποχή παράνομη.
Θυμίζουμε ότι οι εκπαιδευτικές ομοσπονδίες ΔΟΕ και ΟΛΜΕ οδηγήθηκαν στην επαναπροκήρυξη της απεργίας αποχής μετά από ένα δυναμικό ρεύμα υπέρ της απεργίας που εκφράστηκε στην συντριπτική πλειοψηφία των πρωτοβάθμιων σωματείων με μαζικότατες γενικές συνελεύσεις.
Το ρεύμα αυτό δεν μπόρεσε να ανακόψει ο Πιερρακάκης, παρά τις απειλητικές εγκυκλίους (εγκύκλιος Γ.Γ Κατσαρού Αρ. Πρωτ. 34412/Ε3, 3-4-2024), που επικαλούνταν ψευδώς ότι απεργία δεν μπορούν να κηρύξουν τα πρωτοβάθμια συνδικαλιστικά όργανα και παρά την χουντικής έμπνευσης απόφαση να αντικατασταθούν οι διευθυντές των σχολείων που συμμετέχουν στην απεργία-αποχή. Να αντικατασταθούν δηλαδή επειδή είναι απεργοί και πειθαρχούν στις αποφάσεις των συνδικαλιστικών οργάνων!
Η νέα αγωγή κατά της ΟΛΜΕ, στην εκπνοή της σχολικής χρονιάς είναι κίνηση απελπισίας, είναι καθαρή ομολογία συντριπτικής ήττας από την πλευρά του υπουργείου Αμάθειας και Καταστολής και είναι βέβαιο ότι δεν θα οδηγήσει στον επιδιωκόμενο σκοπό του ΥΠΑΙΘΑ.
Στο πλευρό των εκπαιδευτικών τάσσονται με ανακοινώσεις τους πανεπιστημιακοί, ενώ με πρωτοβουλία ΕΛΜΕ και Συλλόγων Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης διοργανώνεται συναυλία αλληλεγγύης την Τρίτη 23/4 στις 7 μ.μ. στα Προπύλαια, ενάντια στην αξιολόγηση και την κατηγοριοποίηση των σχολείων.
ΕΝΙΑΙΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΔΙΔΑΚΤΙΚΟΥ ΚΑΙ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟΥ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ Α.Π.Θ.
ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΣΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΤΩΝ ΕΚΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΟΝ ΑΥΤΑΡΧΙΣΜΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΟΛΗ
Θεσσαλονίκη, 15 Απριλίου 2024
Ο ΕΣΔΕΠ καταγγέλλει την προσπάθεια καταστολής και υπονόμευσης του εκπαιδευτικού κλάδου μέσα από την ποινικοποίηση της συνδικαλιστικής δράσης των εκπαιδευτικών (απειλές για πρόστιμα, φυλακίσεις, έως και αντικατάσταση διευθυντών/διευθυντριών που αρνούνται τη δήθεν αξιολόγηση των συναδέλφων τους). Καταγγέλλει την απορρύθμιση και υποβάθμιση του συνόλου της δημόσιας και δωρεάν εκπαίδευσης που επιχειρεί με συστηματικό τρόπο η κυβέρνηση, μέσα από τα νομοθετήματά της αλλά και τη συρρίκνωση της χρηματοδότησης, την ανεπάρκεια της στελέχωσης, τις ελλείψεις υποστηρικτικών δομών, καθώς και την επικινδυνότητα ασυντήρητων εκπαιδευτικών υποδομών.
Η αξιολόγηση τόσο των σχολικών μονάδων όσο και των ίδιων των εκπαιδευτικών που επιχειρείται με χυδαίο εκφοβισμό και αγοραίες απειλές είναι γραφειοκρατική και θετικιστικής αντίληψης που καθόλου δεν συνάδει με το ύφος, τα περιεχόμενα και τα δομικά χαρακτηριστικά της εκπαίδευσης, αντιβαίνει δε πάραυτα στην πολύπλοκη και πολυδιάστατη διαδικασία κατάκτησης της γνώσης που επιχειρείται στο πλαίσιο αυτής. Επομένως, δεν εξασφαλίζει, ούτε τη βελτίωση του παρεχόμενου εκπαιδευτικού έργου στα σχολεία της χώρας αλλά ούτε και την υποστήριξη των εκπαιδευτικών ώστε να επιτελέσουν αποτελεσματικά το έργο τους. Συνδέεται δε άμεσα με το επικείμενο επιχειρηματικό μοντέλο του “σχολείου της αγοράς” στο οποίο αποβλέπει η κυβέρνηση, κατ’ αντιστοιχία με εκείνο της Αγγλίας και των ΗΠΑ που έχει παντελώς χρεοκοπήσει κατά τις τελευταίες τέσσερις και πλέον δεκαετίες της εφαρμογής του σε αυτές τις χώρες. Με άλλα λόγια, η αξιολόγηση που προσπαθεί να επιβάλει η κυβέρνηση, συμπλέει με τις πανελληνίου τύπου εξετάσεις που έχουν ήδη θεσπιστεί στις τελευταίες τάξεις των δύο βαθμίδων της υποχρεωτικής εκπαίδευσης (του Δημοτικού και του Γυμνασίου), στη βάση των αποτελεσμάτων των οποίων θα ιεραρχούνται τα σχολεία της χώρας και θα διακυβεύεται η ίδια η βιωσιμότητά τους, άρα και το σχολικό μέλλον χιλιάδων μαθητών και μαθητριών που θα υπόκεινται σε νέου τύπου εκπαιδευτικές ανισότητες. Παραγνωρίζεται δε το γεγονός ότι η υποστήριξη των παιδιών, των οικογενειών τους, και των ίδιων των εκπαιδευτικών στην αξιοπρεπή διαβίωση, κατοικία, υγεία και εργασία, και συνολικά η διασφάλιση των συνθηκών στο ύψος των σύγχρονων αναγκών, αποτελούν προϋποθέσεις για την ουσιαστική ενίσχυση της ανάπτυξης και προόδου των μαθητών και μαθητριών.
Η ποινικοποίηση και καταστολή της δράσης των εκπαιδευτικών αποτελεί προσβολή για τον κλάδο και απαξιώνει αυτούς και αυτές που μοχθούν καθημερινά για την εκπαίδευση των παιδιών μας. Το μοντέλο του εκπαιδευτικού που ενισχύει η κυβέρνηση είναι αυτό του «πειθαρχημένου υπαλλήλου» που υλοποιεί τις αποφάσεις του Υπουργείου Παιδείας ενάντια σε τεκμηριωμένες παιδαγωγικές επιστημονικές θεωρίες και έρευνες σχετικά με την εκπαιδευτική διαδικασία, ενάντια στο όφελος των μαθητών και μαθητριών. Η κυβέρνηση με τέτοια νομοθετήματα και αυταρχικές πρακτικές επιδιώκει τη χειραγώγηση και υποτέλεια των εκπαιδευτικών και επομένως την υποβάθμιση του εκπαιδευτικού έργου.
Ο ΕΣΔΕΠ ΑΠΘ:
- είναι αλληλέγγυος στους αγώνες των εκπαιδευτικών ενάντια σε τιμωρητικές αξιολογήσεις στη λογική του αγοραίου σχολείου και στις αυταρχικές εκπαιδευτικές πολιτικές,
- υποστηρίζει τους αγώνες υπέρ ενός δημόσιου, δωρεάν, δημοκρατικού σχολείου, που λειτουργεί σε αντιστοιχία με τις σύγχρονες ανάγκες και προς όφελος της κοινωνίας.
Δήλωση Αλληλεγγύης 36 μελών του διδακτικού προσωπικού του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης Α.Π.Θ. στον αγώνα των εκπαιδευτικών
Εδώ και καιρό γινόμαστε μάρτυρες της συνολικής επίθεσης της κυβέρνησης στο δημόσιο αγαθό της παιδείας. Ο αντισυνταγματικός νόμος που επιτρέπει την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων, η συστηματική υποχρηματοδότηση όλων των βαθμίδων της εκπαίδευσης είναι όψεις της υποβάθμισης και διάλυσης της δημόσιας εκπαίδευσης. Μέσα στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται και η προσπάθεια της κυβέρνησης να επιβάλει στις/στους εκπαιδευτικούς ένα καθεστώς αξιολόγησης, το οποίο η πλειονότητά τους έχει απορρίψει –η Διδασκαλική Ομοσπονδία Ελλάδας το χαρακτηρίζει «αντιεκπαιδευτικό και αντιεπιστημονικό».
Οι αγωνιστικές κινητοποιήσεις των εκπαιδευτικών της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, στηριγμένες σε μαζικές συνελεύσεις των συλλόγων τους και στην εξαιρετική συσπείρωση των κλάδων τους (όπως αυτή εκφράζεται και στις αποφάσεις σε επίπεδο Δ.Ο.Ε. και Ο.Λ.Μ.Ε.), συναντούν την απόλυτη αδιαλλαξία της κυβέρνησης, η οποία επιλέγει ως μόνη στάση την ποινικοποίηση της διαμαρτυρίας και του απεργιακού τους αγώνα.
Η αντίδραση του εκπαιδευτικού κινήματος ενάντια στην επιχειρούμενη αξιολόγηση αφορά κρίσιμες πτυχές του τρόπου λειτουργίας των σχολείων, των συνθηκών υλοποίησης του εκπαιδευτικού έργου.
Παραγνωρίζοντας την ποικιλομορφία των μοντέλων συλλογικού αναστοχασμού από τους εκπαιδευτικούς της σχολικής ζωής και του έργου τους, τα οποία αναφέρονται στη διεθνή βιβλιογραφία, η ελληνική πολιτεία δρομολογεί ένα σύστημα αξιολόγησης, το οποίο επιδιώκει να υπαγάγει τη σχολική ζωή, τη διδακτική δραστηριότητα και τις παιδαγωγικές σχέσεις σε καθεστώς μέτρησης, σύγκρισης, ιεραρχικής κατάταξης, ανταγωνισμού και ελέγχου. Εμφορείται από την αντίληψη ότι το εκπαιδευτικό έργο μπορεί να τυποποιηθεί, να μετρηθεί και να συγκριθεί, με αποτέλεσμα τη βαθμολόγησή του και τη διαφοροποίηση των εκπαιδευτικών βάσει των επιδόσεών τους. Ότι μπορεί κάποια/κάποιος, ως αξιολογήτρια/αξιολογητής, συλλέγοντας ορισμένα στιγμιότυπα της εκπαιδευτικής καθημερινότητας, να έχει συγκροτημένη αντίληψη για την απόδοση μιας/ενός εκπαιδευτικού επί πληθώρας εξαιρετικά σύνθετων, δυναμικών, αστάθμητων και ουσιαστικά μη μετρήσιμων πτυχών του έργου της/του.
Η επιχειρούμενη από την κυβέρνηση αξιολόγηση των εκπαιδευτικών μετατρέπει την προσωπική γνώμη της αξιολογήτριας/του αξιολογητή σε ρυθμιστικό παράγοντα της σχολικής ζωής, υπάγοντας την τελευταία σε καθεστώς αυθαιρεσίας, μιας και ουδόλως έχει διευκρινιστεί (πώς θα μπορούσε, άραγε, να γίνει κάτι τέτοιο;!) τι ακριβώς συνιστά πρότυπη-υποδειγματική διδασκαλία, πρότυπη-υποδειγματική ανταπόκριση της/του εκπαιδευτικού στην πληθώρα των ζητημάτων των διαφόρων πεδίων, στα οποία αυτή/αυτός καλείται να αξιολογηθεί (και μάλιστα τι συνιστά πρότυπη-υποδειγματική διδασκαλία με βάση ενιαία κριτήρια βαθμολόγησης που να ισχύουν για όλες τις αξιολογήτριες και όλους τους αξιολογητές, από την Κρήτη έως τον Έβρο).
Φρονούμε, λοιπόν, ότι η αξιολόγηση δεν έχει σχέση με την υποστήριξη και βελτίωση του έργου των εκπαιδευτικών. Αποσκοπεί στην ενίσχυση του γραφειοκρατικού ελέγχου τους, στην αύξηση των ευθυνών τους για πληθώρα προβλημάτων των σχολείων και της σχολικής ζωής, τα οποία άπτονται των εφαρμοζόμενων κεντρικών πολιτικών που ταλαιπωρούν εδώ και χρόνια την εκπαίδευση και την κοινωνία.
Δέον να επισημανθεί εμφατικά ότι οι εκπαιδευτικοί έρχονται καθημερινά αντιμέτωπες/αντιμέτωποι με δυσκολίες και προβλήματα των μαθητριών και μαθητών, στα οποία αντανακλώνται κρισιακά φαινόμενα όχι απλώς της σύγχρονης οικογένειας, αλλά της σύγχρονης κοινωνίας (με εξάπλωση των μορφών αποξένωσης, ανταγωνισμού, ρατσισμού, σωματικής και ψυχικής βίας). Η επιχειρούμενη αξιολόγηση επιδιώκει να αποκρύψει τους καθοριστικούς οικονομικούς, κοινωνικούς, πολιτικούς, πολιτισμικούς παράγοντες που καθορίζουν, υπονομεύουν, παραμορφώνουν τη δημόσια εκπαίδευση, βάζοντας στο προσκήνιο τις/τους εκπαιδευτικούς ως υπεύθυνες/υπεύθυνους και ενόχους για ό,τι πάει στραβά στα σχολεία.
Ταυτόχρονα, η επιχειρούμενη αξιολόγηση επιδιώκει να αλλάξει άρδην το εργασιακό καθεστώς των εκπαιδευτικών, να θεσμοθετήσει την ανταγωνιστική μέτρηση των επιδόσεών τους από μια γραφειοκρατική διοίκηση που θα έχει ουσιαστικό έλεγχο επί αυτών. Λαμβάνοντας υπ’ όψη αυτές τις εξελίξεις και ιδιαιτέρα την προσπάθεια της κυβέρνησης να ποινικοποιήσει τη συνδικαλιστική δράση των εκπαιδευτικών (με αλλεπάλληλες δικαστικές προσφυγές κατά της απεργίας, και την πρόσφατη οδηγία αντικατάστασης των διευθυντριών/διευθυντών που αρνούνται να λάβουν μέρος στην αξιολόγηση των συναδέλφων τους), τα παρακάτω υπογράφοντα μέλη του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης του Α.Π.Θ.
α) καταδικάζουμε την αδιάλλακτη-αυταρχική στάση της κυβέρνησης προς τις/τους εκπαιδευτικούς, χωρίς το κρίσιμο διδακτικό και παιδαγωγικό έργο των οποίων δεν νοείται σχολείο, μόρφωση και ανάπτυξη των μαθητριών και των μαθητών
β) δηλώνουμε την αλληλεγγύη μας στον αγώνα των εκπαιδευτικών της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης ενάντια στον επιχειρούμενο δια της αξιολόγησης γραφειοκρατικό έλεγχο του έργου τους,
γ) καλούμε την ακαδημαϊκή κοινότητα και την κοινωνία να στηρίξει τους αγώνες του συνδικαλιστικού κινήματος των εκπαιδευτικών ενάντια στην κατηγοριοποίηση των σχολικών μονάδων και στην εμπορευματοποίηση-ιδιωτικοποίηση της εκπαίδευσης, για την πραγματική υποστήριξη του δημόσιου σχολείου και την ουσιαστική ενίσχυση του εκπαιδευτικού έργου
δ) καλούμε την ακαδημαϊκή κοινότητα, το συνδικαλιστικό κίνημα των εκπαιδευτικών, τους συλλόγους γονέων, την κοινωνία να εντείνουν τις προσπάθειες για την εμπέδωση ενός δημοκρατικού και ανθρώπινου σχολείου, προς όφελος των κοινωνικών και μορφωτικών αναγκών του λαού μας.
Πηγή: E-WALL
Ψήφισμα μελών ΔΕΠ της Σχολής Επιστημών της Αγωγής του ΕΚΠΑ
Τα μέλη του διδακτικού προσωπικού της Σχολής Επιστημών της Αγωγής του ΕΚΠΑ, ως πανεπιστημιακοί που το ερευνητικό και διδακτικό μας έργο αφορά τον χώρο της εκπαίδευσης, παρακολουθούμε με προβληματισμό τον δημόσιο διάλογο και τις διαδικασίες για την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών και συνακόλουθα του εκπαιδευτικού έργου. Η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου συνιστά μία σημαντική διεργασία με πολλαπλά οφέλη για την σχολική κοινότητα και την επαγγελματική ανάπτυξη των εκπαιδευτικών. Θα πρέπει να εντάσσεται σε μία διαδικασία κατά την οποία κάθε σχολική μονάδα, λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες του συγκεκριμένου εκπαιδευτικού και κοινωνικού πλαισίου, επιλέγει προτεραιότητες, ιεραρχεί στόχους, σχεδιάζει δράσεις και τις αποτιμά, στοχεύοντας στην βελτίωση της ποιότητας της διδασκαλίας, αλλά και στην ενίσχυση της ευρύτερης σχολικής κοινότητας στην προοπτική μιας συμπεριληπτικής παιδαγωγικής λογικής. Προϋπόθεση αυτής της προσέγγισης είναι η συναίνεση των εμπλεκόμενων, το δημοκρατικό κλίμα εντός του συλλόγου διδασκόντων, και οι σχέσεις εμπιστοσύνης μέσα στην εκπαιδευτική ιεραρχία.
Αντίθετα με τα παραπάνω, η διαδικασία αξιολόγησης που ακολουθείται ενισχύει τη γραφειοκρατία, αποδυναμώνει τη συνεργασία των μελών της εκπαιδευτικής κοινότητας και υιοθετεί αυταρχικές πρακτικές απέναντι στους εκπαιδευτικούς, όπως η πρόσφατη εγκύκλιος για την άμεση αντικατάσταση των Διευθυντών σχολικών μονάδων, οι οποίοι αντιδρούν ακολουθώντας αποφάσεις των συνδικαλιστικών τους οργάνων.
Καλούμε το Υπουργείο Παιδείας να αναθεωρήσει τη στάση του, να αναπτύξει έναν ουσιαστικό διάλογο με τους εκπαιδευτικούς μέσα από δημοκρατικές διαδικασίες, ώστε να ληφθούν υπόψη όλοι οι θετικοί παράγοντες που επηρεάζουν τη σχολική ζωή και συνδράμουν στη δημιουργία ενός καλύτερου σχολείου.
ΣΥΣΠΕΙΡΩΣΗ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΩΝ
ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΣΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΤΩΝ ΕΚΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΟΝ ΑΥΤΑΡΧΙΣΜΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΟΛΗ
Η Συσπείρωση Πανεπιστημιακών καταγγέλλει την προσπάθεια καταστολής και υπονόμευσης του εκπαιδευτικού κλάδου μέσα από την ποινικοποίηση της συνδικαλιστικής δράσης των εκπαιδευτικών και την τιμωρητική αντικατάσταση των διευθυντών και διευθυντριών που δε δέχονται να προβούν στη δήθεν αξιολόγηση των συναδέλφων τους. Καταγγέλλει την απορρύθμιση και υποβάθμιση του συνόλου της δημόσιας και δωρεάν εκπαίδευσης που επιχειρεί με συστηματικό τρόπο η κυβέρνηση, μέσα από τα νομοθετήματά της αλλά και τη συρρίκνωση της χρηματοδότησης, την ανεπάρκεια της στελέχωσης και τις ελλείψεις εκπαιδευτικών υποδομών και υποστηρικτικών δομών.
Η υπάρχουσα αξιολόγηση τόσο των σχολικών μονάδων όσο και των ίδιων των εκπαιδευτικών αποτελεί μία γραφειοκρατική και ανούσια διαδικασία που δεν εξασφαλίζει ούτε τη βελτίωση του παρεχόμενου εκπαιδευτικού έργου στα σχολεία της χώρας αλλά ούτε και την υποστήριξη των εκπαιδευτικών ώστε να επιτελέσουν αποτελεσματικά το έργο τους. Παραγνωρίζει δε το γεγονός ότι η υποστήριξη των παιδιών, των οικογενειών τους αλλά και των ίδιων των εκπαιδευτικών στην αξιοπρεπή διαβίωση, κατοικία, υγεία και εργασία αλλά και η διασφάλιση ενός κράτους δικαίου αποτελούν προϋποθέσεις για την ουσιαστική ενίσχυση της ανάπτυξης και προόδου των μαθητών και μαθητριών.
Η ποινικοποίηση και καταστολή της δράσης των εκπαιδευτικών αποτελεί προσβολή για τον κλάδο και απαξιώνει αυτούς και αυτές που μοχθούν καθημερινά για την εκπαίδευση των παιδιών μας. Το μοντέλο του εκπαιδευτικού που ενισχύει η κυβέρνηση είναι αυτό του «πειθαρχημένου υπαλλήλου» που υλοποιεί τις αποφάσεις του Υπουργείου Παιδείας κόντρα σε όποιες επιστημονικές θεωρίες και έρευνες εκπαιδεύτηκε στο Πανεπιστήμιο, κόντρα στην όποια παιδαγωγική αυτονομία απαιτείται για τη λήψη αποφάσεων προς όφελος των μαθητών και μαθητριών. Η κυβέρνηση πράγματι θεωρεί ότι με τέτοια νομοθετήματα και αυταρχικές πρακτικές θα πετύχει τη βελτίωση του εκπαιδευτικού έργου;
Η Συσπείρωση Πανεπιστημιακών:
- Στέκεται αλληλέγγυα στους αγώνες των εκπαιδευτικών ενάντια στην τιμωρητική και ανούσια αξιολόγηση καθώς και στις αυταρχικές εκπαιδευτικές πολιτικές.
- Υποστηρίζει τους αγώνες υπέρ ενός δημόσιου, δωρεάν, δημοκρατικού και συμπεριληπτικού σχολείου που λειτουργεί προς όφελος της κοινωνίας.
- Καλεί το Υπουργείο Παιδείας να άρει τους Νόμους 4692/20 και 4823/21 για την αξιολόγηση, να προβεί σε άμεσο διάλογο με τα συνδικαλιστικά όργανα των εκπαιδευτικών και τα μέλη της εκπαιδευτικής κοινότητας και να στηρίξει έμπρακτα τη δημόσια και δωρεάν παιδεία.
- Καλεί τους γονείς και ευρύτερα την κοινωνία να στηρίξουν τους αγώνες των εκπαιδευτικών για μία καλύτερη εκπαίδευση και να διεκδικήσουν μαζί με αυτούς τους απαραίτητους υλικούς και ανθρώπινους πόρους προς όφελος όλης της εκπαιδευτικής κοινότητας και μιας συνεκτικής και δίκαιης κοινωνίας.
10/4/2024