Σκηνές απείρου κάλλους διαδραματίστηκαν την Κυριακή 4 Νοέμβρη, στην αίθουσα ΜΑΧ του Πολυτεχνείου, κατά τη διάρκεια της ΓΣ του Συνδικάτου Οικοδόμων Αθήνας. Η πλειοψηφία της διοίκησης, που πρόσκειται στο ΠΑΜΕ, επιδόθηκε σ’ ένα όργιο αυθαιρεσίας και ετσιθελισμού, με κύριο στόχο όχι μόνο να περιφρουρήσει τα στενά της παραταξιακά συμφέροντα, αλλά ν’ αποφύγει ν’ ακουστούν γνώμες που μπορεί να κλόνιζαν σ’ ένα βαθμό τα ίδια τα μέλη τους που δεν συμμετέχουν στο στενό μηχανισμό, που χρόνια τώρα λύνει και δένει στο συνδικάτο. Με περίσσειο θράσος και χωρίς να κρατήσουν ούτε τα τυπικά προσχήματα τσαλαπάτησαν κάθε έννοια εργατικής δημοκρατίας, δικαιώνοντας έτσι το χαρακτηρισμό που πολλές φορές τους έχει δοθεί, του γραφειοκρατικού μηχανισμού που στέκεται πάνω απ’ τους εργάτες και προσπαθεί να τσακίσει κάθε διαφορετική άποψη που συγκρούεται με τα συμφέροντά του.
Αρχής γενομένης απ’ την ίδια την διαδικασία και παρ’ όλο που η συνέλευση είχε οριστεί σαν καταστατική, «κατάφεραν» με παρόντες 200 οικοδόμους σε σύνολο 60.000 και πλέον μελών, να βρουν ότι έχουμε οριακή απαρτία, μαγειρεύοντας τα στοιχεία των οικονομικά εντάξει μελών (580 ήταν λένε, περίπου!) και έτσι να ξεκινήσει η διαδικασία. Μια πρακτική βέβαια όχι καινούργια, μιας και εδώ και χρόνια όλες οι συνελεύσεις του συνδικάτου δεν ξεπερνούν στην καλύτερη περίπτωση τα 300 άτομα, παρολαυτά όμως απαρτία εξασφαλίζεται!
Τα θέματα της συνέλευσης ήταν:
– Απολογισμός-προγραμματισμός δράσης.
– Αλλαγές στο καταστατικό.
– Διαγραφή μέλους και πρώην στελέχους, γιατί ζήτησε και πήρε από κατασκευαστική εταιρία του κλάδου χρήματα στο όνομα του συνδικάτου και τα καταχράστηκε.
Και τα τρία ζητήματα ήταν πολύ σοβαρά και αντικειμενικά δεν θα ήταν δυνατόν να εξαντληθούν σε μια ΓΣ, ακόμη κι αν ήταν οργανωμένη με τον πιο δημοκρατικό τρόπο, πόσο μάλλον σε μια τόσο άμαζη και αντιδημοκρατική διαδικασία. Στόχος όμως της γραφειοκρατικής ηγεσίας δεν ήταν η ανάπτυξη της συζήτησης και του προβληματισμού, αλλά η τεχνική διεκπεραίωση των ζητημάτων, για να έχει άλλοθι νομιμότητας και τίποτε παραπάνω. Ετσι κι αλλιώς, όλα λειτουργούν κατά τα κοινοβουλευτικά πρότυπα, οι αποφάσεις παίρνονται αλλού και τα όργανα απλώς καλούνται να επιβεβαιώσουν τη μια ή την άλλη θέση.
Οσον αφορά το πρώτο ζήτημα, δεν περίμενε κανείς ιδιαίτερες εκπλήξεις, γιατί δεν υπάρχουν τέτοιες στη δραματική κατάσταση που βρίσκεται το οικοδομικό κίνημα. Απολογισμός δράσης χωρίς δράση δε μπορεί να υπάρξει. Ομως, πώς θα επιβεβαιωθεί η πολιτική γραμμή, αν δεν υπάρξουν αποτελέσματα που να την επιβεβαιώνουν; «Υπογράψαμε σύμβαση το 2007 με 7% αυξήσεις και αυτό είναι αποτέλεσμα του ταξικού προσανατολισμού της Ομοσπονδίας μας, και πρέπει να τη δούμε σαν μια σοβαρή εμπειρία για το Εργατικό Κίνημα». Αλήθεια, άμα ήταν τόσο απλό η εργοδοσία να υποχωρεί στις πιέσεις μιας 24ωρης απεργίας, στα πλαίσια της γενικής απεργίας που κήρυξε το ΠΑΜΕ για τις συμβάσεις εργασίας, και ενός απογευματινού συλλαλητηρίου 150 οικοδόμων, τότε το οικοδομικό κίνημα θα είχε ανακτήσει δυνάμεις προ πολλού!
Για το πρώτο θέμα δεν θα επεκταθώ περισσότερο για λόγους οικονομίας του χώρου, γι’ αυτό όμως όπως και για τις θέσεις και την τακτική πάνω στο ασφαλιστικό θα επανέλθω σ’ άλλο φύλλο της εφημερίδας.
Το δεύτερο θέμα αφορούσε αλλαγές στο καταστατικό: Πρότειναν και τελικά ψηφίστηκε κατά πλειοψηφία να μπορεί η εφορευτική επιτροπή να στήνει τις κάλπες στα κατά τόπους εργοτάξια και μικρές οικοδομές, όπως επίσης και στα τοπικά παραρτήματα ΙΚΑ και ΟΑΕΔ! Εδώ κανείς μένει αμήχανος μπροστά στο θράσος τους. Μα καλά, δεν τους έφταναν οι 30 μέρες εκλογές, η βία και νοθεία κατά τη διάρκειά τους, ο εκβιασμός των οικοδόμων με το χαρτάκι για το χειμερινό βοήθημα, η οικονομική αιμορραγία των εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ, θέλουν τώρα να περιφέρουν και τις κάλπες; Ως πού θα φτάσουν για να εξυπηρετήσουν το μηχανισμό παραγωγής αντιπροσώπων;
Ρητορικά είναι τα ερωτήματα και δεν περιμένουμε να «κοκκινίσουν». Είναι τέτοια η κατρακύλα τους που μπροστά στον κίνδυνο να μειωθεί κι άλλο η μαζικότητα των εκλογών και να χάσουν ένα μεγάλο αριθμό αντιπροσώπων γίνονται αδίστακτοι. Ποια εργατική δημοκρατία, ποιος σεβασμός στις αρχές της, αυτά είναι κουραφέξαλα. Ψηφαλάκια μετράνε και τίποτε άλλο δεν τους ενδιαφέρει. Να κομπάζουν θέλουν για τις επιτυχίες του «ταξικού συνδικαλισμού» κι ας όψονται όλα τ’ άλλα. Ας βαλτώνουν οι μαζικές διαδικασίες, ας μειώνεται συνεχώς η συμμετοχή των οικοδόμων στις οποίες απεργιακές κινητοποιήσεις, ας αλωνίζει αβέρτα η εργοδοτική αυθαιρεσία, ας υπολειτουργούν όλα τα όργανα (ΓΣ παραρτημάτων, Διοικητικά Συμβούλια κ.λπ.), ας χτυπιούνται οι αρχές της συλλογικότητας και της αλληλεγγύης στον κλάδο. Ολα αυτά είναι δευτερεύουσες παράμετροι.
Το τρίτο θέμα αφορούσε την πρόταση διαγραφής ενός στελέχους του συνδικάτου, που ζήτησε και πήρε χρήματα απ’ την κατασκευαστική εταιρία ΒΩΒΟΣ, στ’ όνομα του συνδικάτου, και τα ιδιοποιήθηκε. Ο συγκεκριμένος συνάδελφος ήταν πρώην μέλος της Κεντρικής Διοίκησης του συνδικάτου, εκλεγμένος με το δικό τους ψηφοδέλτιο, ήταν για ένα διάστημα στέλεχος στο παράρτημα του συνδικάτου στην κατασκευή του αεροδρομίου, όπως επίσης και στο παράρτημα του κέντρου.
Το κομβικό ερώτημα που τέθηκε είναι το εξής: αν ο συγκεκριμένος συνάδελφος απέδιδε τα χρήματα που εισέπραξε στο συνδικάτο, θα υπήρχε πρόταση διαγραφής του; Η εκ των υστέρων βέβαια απάντηση απ’ την πλειοψηφία της διοίκησης, έστω κι αν είναι αρνητική, δεν μετράει. Γιατί όπως φάνηκε στην ίδια την ΓΣ, από συγκεκριμένη καταγγελία συναδέλφου, φαίνεται πως έχουμε να κάνουμε με μια συνηθισμένη πρακτική. Δηλαδή, να ζητάνε στελέχη του οικονομική ενίσχυση για το συνδικάτο από τις εταιρίες. Συγκεκριμένα, συνάδελφος που εργαζόταν την περίοδο εκείνη στο αεροδρόμιο, με σοβαρή δράση τότε ενάντια στην ασυδοσία των κατασκευαστικών εταιριών (ήταν μάλιστα και πρόεδρος του παραρτήματος του αεροδρόμιου, στο πρώτο διάστημα), κατήγγειλε ότι είχε ενημερώσει το ΔΣ του συνδικάτου και συγκεκριμένα τον γραμματέα γι’ αυτή την κατάσταση απ’ το 2000. Οτι, δηλαδή, συγκεκριμένα στελέχη (μέσα και ο σημερινός υποψήφιος για διαγραφή) έπαιρναν χρήματα για το συνδικάτο και το ΠΑΜΕ. Ο γραμματέας το μόνο που βρήκε να ψελλίσει ήταν ότι δεν είχε έγγραφη καταγγελία!
Ολα αυτά εντάσσονταν σε μια σχέση δούναι και λαβείν από τις εταιρίες. Ηταν μια κίνηση απ’ την πλευρά τους για να τα έχουν «καλά» με το συνδικάτο, την περίοδο της μεγάλης εντατικοποίησης της παραγωγής (πριν και κατά τη διάρκεια κατασκευής των ολυμπιακών έργων). Εξασφάλιζαν έτσι άλλοθι νομιμότητας στις πλείστες καταγγελίες για τσαλάκωμα της εργατικής νομοθεσίας και όχι μόνο. Στα πλαίσια αυτά έκαναν και τα στραβά μάτια σε διάφορες περιπτώσεις «εκπροσώπων» που κοπροσκύλιαζαν και περιφέρονταν σαν τους «δραγάτες» μέσα στα έργα.
Βέβαια, η δράση αυτών των στοιχείων δεν σταματούσε εκεί. Λειτουργούσαν σαν ένας παράπλευρος μηχανισμός των εταιριών, μοιράζοντας μπιλιετάκια για διορισμούς δικών τους ανθρώπων στις εταιρίες. Το πιο σοβαρό απ’ όλα: παρέμβαιναν και προσπαθούσαν να τσακίσουν κάθε ανιδιοτελή και πρωτόβουλη δράση των εργατών ενάντια στις κατασκευαστικές εταιρίες. Ο γράφων έχει άμεση εμπερία από το ρόλο αυτού του μηχανισμού, όταν στην προσπάθειά του να βοηθήσει στην οργάνωση των εργατών ενάντια στην ασυδοσία της εταιρίας που απασχολούνταν, χτυπήθηκε όχι μόνο απ’ την εργοδοσία αλλά και απ’ το μηχανισμό που δρούσε μέσα στα πλαίσια του παραρτήματος του συνδικάτου στο αεροδρόμιο των Σπάτων. Εφτασαν στο σημείο οι ίδιοι ν’ απειλούν οικονομικούς μετανάστες που συμμετείχαν σ’ αυτόν τον αγώνα, ότι αυτά είναι παράνομες ενέργειες και να κάτσουν στ’ αυγά τους γιατί θ’ απελαθούν.
Ο μηχανισμός αυτός ανδρώθηκε μαζί με τις ίδιες τις κατασκευαστικές εταιρίες του κλάδου και είχε την ανοχή της ηγεσίας του συνδικάτου. Πλείστες φορές χρησιμοποιήθηκε ένθεν κακείθεν, είτε για να αποσοβήσει τον κίνδυνο που δημιουργούνταν απ’ τις οργανωμένες δράσεις των εργατών ενάντια στην εκμεταλλευτική μανία των εταιριών, ιδιαίτερα την περίοδο των μεγάλων έργων, είτε για να τσακίσει κάθε πρωτόβουλη δράση.
Αφού λοιπόν γνώριζαν για όλ’ αυτά, γιατί δεν έκαναν τίποτε; Γιατί στόλιζαν με διάφορα επίθετα, όπως «προβοκάτορας» και «χαφιές» (!), όποιον τολμούσε να καταγγείλει ανοιχτά αυτό το αίσχος; Είναι συνένοχοι γι’ αυτό. Ο,τι και αν κάνουν δεν εξιλεώνονται στα μάτια των εργατών. Η ίδια η πρόταση διαγραφής ενός δεν έγινε από ευθιξία τουλάχιστον, αλλά για να ρίξουν στάχτη στα μάτια και να αποφύγουν τα χειρότερα. Γι’ αυτό και προσπάθησαν με το έτσι θέλω να κλείσουν γρήγορα τη συζήτηση και να περάσουν στην επικύρωση της διαγραφής (ήταν δεδομένο ότι θα ήταν ομόφωνη), για να μην ακουστούν πράγματα που θα κλόνιζαν.
Ολα αυτά πρέπει να τα γνωρίζει κάθε εργάτης και κάθε ταξικός αγωνιστής. Οφείλει να πάρει θέση στο δίκαιο αγώνα ενάντια στην εκμετάλλευση και να παίξει το ρόλο του πρωταγωνιστή, όχι σαν ψηφοφόρος αλλά σαν ενεργό υποκείμενο που θα ελέγχει σε κάθε βήμα τον αγώνα του. Θα συγκρούεται με τις λογικές της ανάθεσης και θα έχει τα μάτια ανοιχτά σε κάθε οργανωμένη δράση. Θα έχει μέτωπο ανοιχτό με όλες τις παραλλαγές της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας και τους εργοδοτικούς μηχανισμούς.
Αντώνης Καραμποΐκης